Έξοδος από το ευρώ: δρόμος δύσκολος αλλά αναγκαίος
Του Παναγιώτη Σωτήρη
Υπάρχουν κάποιες στιγμές που τα ερωτήματα τίθενται με τους πραγματικούς του όρους. Αυτό συμβαίνει και τις τελευταίες μέρες. Πλάι στην εναγώνια αναζήτηση για το πώς θα επιβληθεί στην ελληνική κοινωνία, με τρόπο σχεδόν πραξικοπηματικό, κυβέρνηση που δεν θα έχει καμιά σχέση με την εκκωφαντική απόρριψη των μνημονιακών πολιτικών στις πρόσφατες εκλογές, έχουμε την ανάδειξη ενός πραγματικού ερωτήματος: Είτε θα προκρίνουμε την παραμονή στο ευρώ και τους ασφυκτικούς οικονομικούς και θεσμικούς εξαναγκασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε, εάν θέλουμε να απαλλαγούμε από τις πολιτικές των μνημονίων, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ.
Έχει γίνει απόλυτα σαφές ότι οποιαδήποτε προσπάθεια άρνησης των όρων των δανειακών συμβάσεων και παύσης πληρωμών στο χρέος, θα αντιμετωπίσει την διακοπή των ροών χρηματοδότησης από το μηχανισμό της Τρόικα, την εκ των πραγμάτων χρεοκοπία του δημοσίου και την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος που εξαρτάται από τις «τονώσεις ρευστότητας» της ΕΚΤ. Ακόμη και εάν η τότε κυρίαρχη κυβέρνηση δοκιμάσει να αντιστρέψει αυτή την κατάσταση, είτε ελπίζοντας στην αλλαγή τόνου της ΕΕ και άρα την έκφραση αλληλεγγύης, είτε επενδύοντας στην εκτεταμένη αναδιανομή πλούτου, δύσκολα θα μπορέσει να αλλάξει τα πράγματα και θα βρεθεί αντιμέτωπη με τη γενικευμένη «στάση πληρωμών» σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τη φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, τις πρακτικές αποθησαυρισμού των ευπορότερων στρωμάτων. Στο τέλος θα έρθει και η αποπομπή από την Ευρωζώνη, προσωρινή ή μη, καθώς η Ελλάδα θα αντιμετωπίζεται ως μια γενικευμένη επισφάλεια που πρέπει να αποκοπεί από το υπόλοιπο ευρωσύστημα. Μόνο που θα είναι μια αποπομπή τιμωρητική, με ακόμη πιο επαχθείς όρους, η οποία θα ταυτίσει στη συνείδηση της κοινωνίας την αριστερή ή αντιμνημονιακή κυβέρνηση με την κοινωνική καταστροφή και θα οδηγήσει σε πιο συντηρητικές και αυταρχικές αναδιπλώσεις.
Αντίθετα, η επιλογή για έξοδο από το ευρώ τώρα, μαζί με την παύση πληρωμών στο χρέος που θα διακόψει την αιμορραγία της δημόσιας δαπάνης προς τοκοχρεολύσια, μαζί με την εθνικοποίηση των τραπεζών και την άμεση επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων (σε ρήξη με τις ευρωπαϊκές «θεμελιώδεις ελευθερίες»…), μπορεί να ανακόψει την καταστροφή. Θα επιτρέψει καταρχάς τη διατήρηση της δημόσιας δαπάνης, θα διευκολύνει την εσωτερική αναδιανομή εισοδήματος, θα δώσει τόνωση στην εγχώρια παραγωγή. Πάνω από όλα θα σημαίνει έλεγχο δημοκρατικό και κοινωνικό της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Θα είναι εύκολο; Όχι! Σε μια πρώτη φάση θα απαιτήσει εξοικείωση με ανοίκειες συναλλακτικές πρακτικές (π.χ. μεταβατικές μορφές πληρωμών μέχρι τη μετάβαση στο νέο εθνικό νόμισμα), περιορισμό αναγκαστικό των καταναλωτικών πρακτικών που αφορούν εισαγόμενα προϊόντα, καθημερινή μάχη με πρακτικές αισχροκέρδειας. Όμως, εάν συνοδεύεται από την εξασφάλιση καλύτερων κρίσιμων δημόσιων λειτουργιών (παιδεία, υγεία, κοινωνική προστασία), εάν απέναντι στην «επενδυτική αποχή» αναπτυχθεί η λαϊκή πρωτοβουλία για αυτοδιαχείριση υπαρκτών παραγωγικών υποδομών, εάν πλούτος συσσωρευμένος και προκλητικά μέχρι τώρα απαλλαγμένος από φορολογία αφαιρεθεί από τους ιδιοκτήτες του, εάν η κοινωνία κληθεί να βάλει πλάτη για την επιβίωση, την αλληλεγγύη και τη δικαιοσύνη, τότε ναι μπορούμε και πρέπει να δούμε την άμεση έξοδο από το ευρώ ως την αφετηρία ενός καλύτερου μέλλοντος.
Τα κρίσιμα σταυροδρόμια πάντοτε σημαίνουν δύσκολες επιλογές. Την πολυτέλεια να πιστεύουμε ότι υπάρχουν εύκολες λύσεις δεν την έχουμε. Ας διαλέξουμε δρόμο δύσκολο, αλλά πραγματικά ελπιδοφόρο!
(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερία Νέα της Λέσβου στις 16/05/2012)
Category: Χωρίς κατηγορία
Νομίζω πως η εκτίμηση που προβάλλεται είναι λάθος. Μια “τιμωρητική αποπομπή” δεν “θα ταυτίσει στη συνείδηση της κοινωνίας την αριστερή ή αντιμνημονιακή κυβέρνηση με την κοινωνική καταστροφή” αφού στο κάτω-κάτω θα έχει επιβληθεί “έξωθεν”. Ίσα-ίσα, η αποπομπή ενός κράτους επειδή επέλεξε τα νοσοκομεία αντί των τοκοχρεολυσίων, δεν θα περάσει “απαρατήρητη” από την “κοινωνική συνείδηση” ούτε εντός συνόρων ούτε εκτός. Αντίθετα, η οικειοθελής αποχώρηση και οι επιπτώσεις της -η “τιμωρία”- προφανώς θα “χρεωθεί” από την “συνείδηση της κοινωνίας” στην κυβέρνηση που την επέλεξε. Αυτός είναι εξάλλου ο λόγος που σε όλους τους τόνους δηλώνεται ότι “εμείς σας θέλουμε αλλά αν εσείς θέλετε να φύγετε…”.
Προφανώς και μια αριστερή -ή και όχι- κυβέρνηση θα έχει να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο της εξόδου-αποπομπής. Πρέπει να γίνει κατανοητό -και ασφαλώς από τον Σωτήρη και όσους/ες έχουν παρόμοιες απόψεις είναι- ότι η διαδικασία της εσωτερικής υποτίμησης δεν έχει τέλος. Όσο περισσότερο τροφοδοτείται με χρήμα τόσο περισσότερο χρήμα χρειάζεται. Με την έννοια αυτή έχουν δίκιο όσοι/ες λένε πως τα Μνημόνια ωθούν την Ελλάδα εκτός ευρώ. Η έξοδος -αν δεν υπάρξουν πολύ μεγάλες αλλαγές στην Ευρωζώνη, κάτι μάλλον απίθανο με τα ως τώρα δεδομένα να συμβεί- είναι μονόδρομος. Στην ουσία όμως σημαίνει μια απότομη πτώση του βιοτικού επιπέδου, που θα ανοίξει τον δρόμο προς την ανάκαμψη λόγω της υποτίμησης του νομίσματος, αντί της συνεχιζόμενης και δίχως τέλος προς τα κάτω διολίσθησης που επιβάλλει η “εσωτερική υποτίμηση”. Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι ποιον λόγο έχει η Αριστερά να διευκολύνει με την έξοδό της την αποπομπή της, αναλαμβάνοντας οικειοθελώς το κόστος που θα της επιβληθεί. Η τιμωρία της για την μη αποπληρωμή του χρέους θα έρθει φυσικά έτσι κι αλλιώς εκτός κι αν πιστεύει κανείς/μια ότι οι δανειστές θα παραιτηθούν επίσης εθελοντικά από τις απαιτήσεις τους.
Το πιο βασικό στοιχείο είναι η πραγματική οικονομία,δηλαδή η δυνατότητα να παραχθεί πλούτος (στο επίπεδο που θέλουμε να καταναλώσουμε) και φυσικά να διανεμηθεί δίκαια. Αυτός είναι ο μόνος αντιμνημονιακός δρόμος ενώ ταυτόχρονα χρειάζεται αλλαγή των δομών του κράτους (γραφειοκρατία, φορολογικό σύστημα, κράτος πρόνοιας). Δυστυχώς όλα θα γίνουν ακόμα δυσκολότερα με τη δραχμή κατά τη γνώμη μου ενώ ο χρόνος κυλάει εις βάρος μας αφού δεν κάνουμε τις απαραίτητες αλλαγές.