Να ανατινάξουμε την ακρόπολη !
ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ Αριθ. 1
Έχοντας κοινή αισθητική και κοσμοθεωρητική άποψη, πως η καταστροφή κι η θνητότητα της μορφής των όντων περιλαμβάνονται στο περίγραμμα της ολοκλήρωσης της ζωής.
Έχοντας βάλει σκοπό μας την καταστροφή του Παρθενώνος, μ’ απώτερο σκοπό την παράδοσή του στην ουσιαστική αιωνιότητα, που δεν είναι παρά η χωρίς επίγνωση ροή κι η πλούσια σε πιθανότητες αυτόματη μετασκευή της ύλης, που κακώς ονομάζουμε ‘χαμό’.
Αντιπαθώντας τη χρονική και ιστορική κατοχύρωση της Ακρόπολης, σαν κάτι ανήκουστο και ξένο προς τη ζωή.
Νιώθοντας απαραίτητη την ανάγκη της αιωνιότητας στην τέχνη, μόνο κατά τη διάρκεια της ώρας της δημιουργίας.
Καταλαβαίνοντας τον Φειδία, που έδωσε μεν στο έργο χρονοϊστορική υπόσταση, χωρίς όμως να είναι τίποτα παραπάνω στα πλαίσια της υποστασιακής αιωνιότητας, για την οποία δεν υπάρχει χρονική διάρκεια και που γι’ αυτήν ένα δευτερόλεπτο δεν έχει διαφορά από τρία δισεκατομμύρια αιώνες, χάρη στις βουλητικές της ιδιότητες και στη δυναμική της χροιά, που μόνο στ’ άτομα νοούνται και κανέναν δε νοιάζει ο αριθμός των ατόμων αυτών.
Μισώντας τον Εθνικό Τουρισμό και τις εφιαλτικές- φολκλόρ αρθρογραφίες γι’ αυτόν.
Νομίζοντας πως κάνουμε μια ανώτερη καλλιτεχνικά πράξη, όντας σίγουροι πως όλη η γελοία και ψεύτικη επιβίωση όχι μόνο δε συγκρίνονται, έστω και μειονεκτώντας, μ’ ένα λεπτό ενεργητικής δράσης κι απόλαυσης, αλλά και καλλιτεχνικά είναι βλαβερή, προετοιμάζοντας ερασιτέχνες περιηγητές και ευνούχους.
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
Να θέσουμε ως σκοπό μας την ανατίναξη αρχαίων μνημείων και την προπαγάνδα κατά αυτών.
Πρώτη καταστροφή ορίζεται η ανατίναξη του Παρθενώνα, που μας έχει κυριολεκτικά πνίξει.
Η προκήρυξη αυτή δεν αποσκοπεί παρά να δώσει ένα μέτρο απ’ το σκοπό μας. Είναι ένα βλήμα που ξεκινάει με λίγες πιθανότητες για στόχο τους πολλούς, μα δεν που επιζητάει παρά ελάχιστους.
Γιώργος Βασιλείου Μακρής
Γενικός Διοργανωτής της ΣΑΣΑ (Σύνδεσμος Αισθητικών Σαμποτέρ Αρχαιοτήτων).
Νοέμβριος 1944
Για τον Γιώργο Μακρή
Όπως αναφέρει ο συγγραφέας και φίλος του Λεωνίδας Χρηστάκης στο βιβλίο του «η ιστορία της αλητείας» (εκδόσεις Στύγα), ο Γιώργος Μακρής «…γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923 από καταπιεστικούς γονείς, μοναχογιός. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός με εξουσιαστικές ροπές, δίκαζε ακόμη και στο σπίτι του. Μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα που συνέβη όταν ήταν έξι χρονών, ο Γιώργος Μακρής παραμένει χωλός σε όλη του τη ζωή και βαδίζει με δυσκολία… γράφτηκε στην Νομική Αθηνών αλλά δεν φοίτησε ποτέ… μαθαίνει Γαλλικά και Αγγλικά και διαβάζει μετά μανίας όλους τους συγγραφείς της εποχής εκείνης (Σαρτρ κ.λπ.) στην γλώσσα τους. Ζει σχεδόν μόνος από το 1948. Δεν ενδιαφέρεται για τίποτα και περιφέρει το σαρκίο του από καφενείο σε καφενείο και από στέκι σε στέκι, ξοδεύοντας άσκοπα τα χρήματα της μητέρας του και μετά μένοντας απένταρος για εβδομάδες… Ήταν λιγομίλητος και με πολύ χιούμορ. Πάντα με ένα βιβλίο ή ξένο περιοδικό στο χέρι, αραγμένος στις καρέκλες των ζαχαροπλαστείων ή των καφενείων της πλατείας Κολωνακίου διάβαζε… υπήρξαν περιπτώσεις που την έστηνε σε μια καρέκλα καφενείου και δεν σηκωνόταν ούτε μετά από εικοσιτέσσερις ώρες. Το ίδιο γινόταν στο δωμάτιο που έμενε… Έγραφε κείμενα δικά του, μετέφραζε και αλληλογραφούσε με φίλους και γνωστούς. Τα γραπτά του ακουμπούσαν τις υπαρξιακές φιλοσοφίες της μεταπολεμικής εποχής. Τα ποιήματα του, γιατί κυρίως ποιήματα έγραφε, αντανακλούσαν τις περισσότερες φορές τις ψυχικές και συναισθηματικές καταστάσεις.Οι μεταφράσεις πλησίαζαν περισσότερο τις φιλοσοφικές του διαθέσεις. Οι ολοκληρωμένες ήσαν τρεις. Του Άλντους Χάξλεϋ, του Οκτάβιο Παζ και του Ζαν Μιρό….».
Στο σύντομο χρονικό διάστημα που έζησε δεν δημοσίευσε κανένα έργο του. Τα ποιήματα του δημοσιεύτηκαν πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του από τον εξάδελφο του Άγγελο Καράκαλο. Τρεις ή τέσσερις φορές αποπειράθηκε ν’ αυτοκτονήσει. Την τελευταία φορά το κατόρθωσε. Εκείνο το απόγευμα ανεβαίνοντας στη ταράτσα της πολυκατοικίας που έμενε στο έκτο πάτωμα, απάντησε στο θυρωρό που τον ρώτησε: “Πού πάτε κύριε Γιώργο;” – «Μη σε νοιάζει, θα κατέβω αμέσως…» με αυτή την «μαύρη» χιουμοριστική απάντηση έφυγε από τον κόσμο, αφήνοντας το σώμα του να πέσει από την ταράτσα του σπιτιού του, στη γωνία των οδών Μιχαλακοπούλου και Σεμιτέλου. Αναγνωρίστηκε από το διαβατήριο που βρέθηκε στην τσέπη του. Ο Λ. Χρηστάκης αναφέρει χαρακτηριστικά: «…Από το 1965 άρχισαν οι τάσεις για αυτοκτονία. Εάν προσθέσουμε και μερικές αδικαιολόγητες συγκρούσεις με το αυτοκίνητο του, που τελικά καταστράφηκε ,οι απόπειρες ήταν επτά αλλά ανεπιτυχείς. Στο τέλος του Γενάρη του 1968 ήρθε σπίτι μου μεσημέρι. Ήταν χλωμός και αδυνατισμένος. Φάγαμε και αμέσως μετά μου είπε: «Είναι ντροπή να μην μπορώ να δώσω ένα αποφασιστικό τέλος στη ζωή μου» κι έφυγε. Του τηλεφωνούσα συνέχεια. Δεν απαντούσε. Αργά στις 31 του ίδιου μήνα μου τηλεφώνησαν ότι έπεσε από την ταράτσα του σπιτιού του».
Πηγή: apatris.info
Category: Χωρίς κατηγορία
Μπορεί τα αρχαία μνημεία να επιδέχονται κάθε μορφή καπηλείας (όπως είναι άλλωστε και η παραπάνω θέση εντυπωσιασμού) αλλά το δύσκολο είναι να φτιάχνεις όχι να χαλάς.