Τραπεζίτες-βαμπίρ και ταξικός πόλεμος
Ιδού λοιπόν που η «χώρα επιτέλους απέκτησε κυβέρνηση».
Αλλά αυτή η κυβέρνηση δεν είναι «εθνικής ενότητας και σωτηρίας», όπως διατείνονται τα αστικά πολιτικά κόμματα και οι χρυσοκάνθαροι γκεμπελίσκοι των ΜΜΕ. Πρόκειται (ανοικτά και δεδηλωμένα) για κυβέρνηση «εκτάκτου ανάγκης» που κηρύσσει τον πόλεμο στον κόσμο της εργασίας με σκοπό να ισοπεδώσει κάθε εργατικό «κεκτημένο» από τον 19ο αιώνα και μετά, να οδηγήσει τους εργαζόμενους σε εξαθλίωση και βιοτικό επίπεδο ανάλογο με αυτό της Αλβανίας, να παραδώσει όλη τη δημόσια περιουσία στο ιδιωτικό κεφάλαιο εξαρθρώνοντας το δημόσιο τομέα της οικονομίας.
Αυτή η κυβέρνηση έχει στόχο να μαζικοποιήσει ακόμα περισσότερο την ανεργία (που ήδη ξεπερνά το 20%) με σκοπό να παραλύσει κάθε αντίσταση του κόσμου της εργασίας.
Αυτή η κυβέρνηση θα εκπληρώσει αυτούς τους στόχους στηριζόμενη στη συναίνεση όλου του αστικού πολιτικού κόσμου, πράγμα που σημαίνει ότι θα εκπληρώσει τους στόχους της με κάθε κόστος, κλιμακώνοντας κατακόρυφα την κρατική καταστολή.
Αυτή η κυβέρνηση έχει κηρύξει τον κοινωνικό πόλεμο κατά των εργαζομένων με στόχο να τους μετατρέψει από μισθωτούς σκλάβους με κάποια εργασιακά δικαιώματα σε μισθωτούς σκλάβους χωρίς δικαιώματα για τις ανάγκες του κεφαλαίου.
Αυτή καθαυτή η συμμετοχή του ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση αποτελεί πράξη πολέμου κατά των εργαζομένων. Για πρώτη φορά εδώ και 37 χρόνια (από τη δικτατορία 1967-74) η ακροδεξιά νομιμοποιείται ως «σοβαρή» πολιτική δύναμη και μάλιστα της δίδεται μερίδιο κυβερνητικής εξουσίας. Το ΛΑΟΣ γίνεται ισότιμος εταίρος με τα δυο κόμματα εξουσίας, ντε φάκτο μετατρέπεται το ίδιο σε κόμμα εξουσίας. Πρόκειται για ένα κόμμα που η πολιτική του ηγεσία ποτέ δεν έκρυψε την «κατανόηση» της (ακόμα και το θαυμασμό) στους απριλιανούς δικτάτορες του 1967, τον ακραίο ρατσισμό της απέναντι στους μετανάστες, την επιθυμία της η σημερινή οικονομική κρίση να «αντιμετωπιστεί» μετατρεπόμενη η Ελλάδα σε φορολογικό παράδεισο για το κεφάλαιο και χώρα χωρίς εργατικά δικαιώματα. Η συμμετοχή ενός τέτοιου κόμματος στην κυβέρνηση αποτελεί την επιτομή της «κατάστασης εκτάκτου ανάγκης» για το κεφάλαιο: αποτελεί την εικονοποίηση της απειλής κατά των εργαζομένων. Γι’ αυτό η συμμετοχή του ΛΑΟΣ εκφράζεται με τα πρωτοπαλίκαρα του ακροδεξιού υπονόμου. Τον Μάκη Βορίδη και τον Άδωνη Γεωργιάδη.
Απέναντι, λοιπόν, σε μια τέτοια κυβέρνηση, μια κυβέρνηση ταξικού πολέμου, υπήρξαν δυνάμεις που ανήκουν (υποτίθεται) στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς που έδωσαν στήριξη στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου. Η Δημοκρατική Αριστερά εκτέθηκε από μια κατάπτυστη δήλωση του βουλευτή της Γρηγόρη Ψαριανού που υποστήριξε ότι ο Λουκάς Παπαδήμος βρίσκεται πάνω από τις τάξεις και την κοινωνία, κάτι σαν σύγχρονος Βοναπάρτης:
«Είναι ένας άνθρωπος που μπορεί να αποτελεί εγγύηση, γιατί είναι αποδεκτός και από την κοινωνία και από το πολιτικό κατεστημένο και από τις τράπεζες, τα χρηματιστήρια, την Ευρώπη και το μέσο πολίτη».[1]
Αλλά η υποστήριξη σε έναν σύγχρονο Βοναπάρτη, ισοδυναμεί με υποστήριξη των «αναγκαίων έκτακτων μέτρων» με ότι αυτό συνεπάγεται όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο αλλά και στο τσεκούρωμα των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Το δεύτερο κόμμα της ευρύτερης Αριστεράς που έδειξε αρχικά τη συμπαθητική υποστήριξή του στη νέα κυβέρνηση είναι οι Οικολόγοι Πράσινοι:
«Οι Οικολόγοι Πράσινοι είχαμε χαρακτηρίσει από την αρχή την προοπτική μιας κυβέρνησης όπως αυτή που προαναγγέλθηκε ως το “μικρότερο κακό”.
[…] οφείλει τώρα να εξασφαλίσει τα επείγοντα συμφέροντα της κοινωνίας, δηλαδή την αποτροπή μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας και της εξόδου από την ευρωζώνη ώστε χωρίς να δεσμεύσει τη χώρα για δεκαετίες, να την οδηγήσει σε εκλογές».[2]
Στο όνομα των «επειγόντων συμφερόντων της κοινωνίας» οι Οικολόγοι Πράσινοι συναινούν σε μια κυβέρνηση που παραδίδοντας τα πάντα στο κεφάλαιο είναι σίγουρο ότι δεν θα διστάσει προ καμιάς οικολογικής καταστροφής για την επιβολή των συμφερόντων του ελληνικού καπιταλισμού. Η οικολογία είναι πράγματι πολύ σοβαρό ζήτημα για να την αφήσουμε στα χέρια τέτοιας ποιότητας «οικολόγων».
Δεν αλλάζει την εικόνα η μετέπειτα στροφή (;) των δυο αυτών κομμάτων. Πράγματι, τελικά ο Κουβέλης ξεκαθάρισε (;) ότι δεν θα παράσχει στήριξη στην κυβέρνηση Παπαδήμου, ενώ οι Οικολόγοι Πράσινοι χαρακτήρισαν «μαύρη σελίδα» την «υπουργοποίηση ακροδεξιών πολιτικών».[3] Η «αντιπολίτευση» στη νέα κυβέρνηση είναι θεσμική, μάλλον συμπαθητική. Στο χώρο της Δημοκρατικής Αριστεράς υπάρχουν δυνάμεις που εξακολουθούν να θέλουν την «κριτική» υποστήριξη της κυβέρνησης Παπαδήμου:
«Τη δυνατότητα των βουλευτών της ΔΗΜΑΡ να παράσχουν «ψήφο ανοχής» στην κυβέρνηση συνεργασίας, ανάλογα με τις προγραμματικές δηλώσεις της, επισημαίνει στο tvxs.gr ο Γρηγόρης Ψαριανός λίγες ώρες μετά την απόφαση – εισήγηση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος να καταψηφιστεί το νέο σχήμα».[4]
Το ίδιο «υπεύθυνη» είναι και η «κριτική» στάση των Οικολόγων Πράσινων, που απλά δηλώνουν ότι:
«Όλα δείχνουν ότι κυριάρχησε η μοιρασιά των θέσεων και η υποκριτική συναλλαγή των τριών κομματικών στρατών. Για να αντιμετωπίσουμε την κρίση, χρειαζόμαστε νέες θέσεις εργασίας, όχι νέες θέσεις υπουργών και υφυπουργών» αναφέρουν».[5]
Είναι σαφές, ότι τα δυο αυτά κόμματα, Δημοκρατική Αριστερά και Οικολόγοι Πράσινοι, με αυτές τις τοποθετήσεις τους, την «κριτική» στήριξη δηλαδή σε κυβέρνηση ταξικού πολέμου και συμμετοχής του ΛΑΟΣ, μετατρέπονται σε «αριστερή» αντιπολίτευση στον πολιτικό χώρο που ορίζεται από τη δεξιά-ακροδεξιά! Κάποιοι θα θεωρήσουν αυτή τη διατύπωση «ακραία», μη ψύχραιμη. Ωστόσο είναι απολύτως ψυχρή και ακριβής διατύπωση.
Ζούμε στην εποχή των άκρων! Όταν η πραγματική ανεργία βρίσκεται πάνω από 20%, όταν εργαζόμενοι με οικογένειες και παιδιά πληρώνονται με 700-800 ευρώ ενώ είναι συχνό το φαινόμενο ο ένας εκ των δυο συζύγων να είναι άνεργος. Όταν οικογένειες, σε αυτές τις συνθήκες, είναι καταχρεωμένες με καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια και τους ζητούνται επιπλέον μειώσεις μισθών και συντάξεων, τότε ναι, είμαστε στην εποχή των άκρων. Σε αυτές τις συνθήκες στήριξη σε κυβέρνηση που δεδομένα και διακηρυγμένα έρχεται για να μειώσει ακόμα περισσότερο το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων πλησιάζοντας επικίνδυνα αυτό της Αλβανίας (μέσος μισθός 400 ευρώ), σημαίνει ουσιαστική συμμετοχή στην κυβέρνηση. Και η κυβέρνηση Παπαδήμου ανήκει στο χώρο της δεξιάς-ακροδεξιάς. Το σημερινό ΠΑΣΟΚ ανήκει πλέον στον πολιτικό χώρο της Δεξιάς, είναι ακραία νεοφιλελεύθερο, όπως και η Νέα Δημοκρατία, ενώ ο εταίρος κυβερνητικός συνεταίρος, το ΛΑΟΣ είναι ξεκάθαρα ακροδεξιό κόμμα. Όποιος λοιπόν στηρίζει και συγχρόνως «αντιπολιτεύεται» μια τέτοια κυβέρνηση μετατρέπεται σε «αριστερή» αντιπολίτευση στο χώρο της ακροδεξιάς.
Κυβέρνηση αστάθειας σε περιβάλλον κρίσης
Η θητεία για την κυβέρνηση υπό τον Λουκά Παπαδήμο, παρά την ευρύτατη κοινοβουλευτική στήριξη, κάθε άλλο παρά θα είναι εύκολη. Θα είναι μια δημοκρατικά απονομιμοποιημένη κυβέρνηση που θα ταλανίζεται από εσωτερικές κρίσεις ενώ ταυτόχρονα θα αντιμετωπίζει διαρκώς ογκούμενο κίνημα αντίστασης από τον κόσμο της εργασίας.
Η κυβέρνηση Παπαδήμου ελπίζει, τσακίζοντας τις αντιστάσεις των εργαζομένων, να επιλύσει τα προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού. Το κατά πόσο όντος θα μπορέσει να τσακίσει τις εργατικές αντιστάσεις είναι ένα ζήτημα που θα κριθεί την αμέσως προσεχή περίοδο. Αλλά ακόμα και αν το επιτύχει, τα προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού είναι τέτοιας έκτασης που θα δημιουργούν διαρκώς πολιτικές κρίσεις και επομένως θα δημιουργούνται διαρκώς οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του μαζικού κινήματος. Απαριθμίζοντας μερικά από τα πιο σοβαρά προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού:
- Το ύψος του ελληνικού χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι το τέταρτο μεγαλύτερο στον κόσμο μεταξύ 133 κρατών και αναμένεται να περάσει στην 3η θέση στα προσεχή χρόνια με βάση τις προβλέψεις της Ε.Ε.. Το ύψος των ασφαλίστρων των ελληνικών ομολόγων είναι το υψηλότερο στον κόσμο. Οι πιθανότητες πτώχευσης της Ελλάδας με βάση τα CDS αγγίζουν το 100%.
- Η συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ είναι δραματική και φέρνει τον ελληνικό καπιταλισμό στην τρίτη χειρότερη θέση στον κόσμο μεταξύ 215 κρατών ως προς τα ποσοστά ανάπτυξης. Η αθροιστική συρρίκνωση του ΑΕΠ της Ελλάδας μεταξύ 2010-2013 είναι πιθανό να είναι η μεγαλύτερη διεθνώς.
- Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, άλλοτε κορμός της ελληνικής οικονομίας, είναι αποδεκατισμένο από τη διεθνή τραπεζική κρίση και από την κρίση χρέους της Ελλάδας. Οι ελληνικές τράπεζες λειτουργούν χάρη στην υποστήριξη απ” την ΕΚΤ και τις εγγυήσεις του κράτους. Μετά το κούρεμα κατά 50% η θέση τους θα επιδεινωθεί θεαματικά.
- Ανεργία στην Ελλάδα: 40η χειρότερη θέση στον κόσμο μεταξύ 200 κρατών.[6]
Η εφαρμογή της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου (ο λόγος που υπάρχει η κυβέρνηση Παπαδήμου) θα επιδεινώσει αυτά τα προβλήματα μιας και η συμφωνία προβλέπει διαρκή λιτότητα για τουλάχιστον 15 χρόνια (!) πράγμα που μεταφράζεται σε μόνιμα χαμηλούς έως αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης για τον ελληνικό καπιταλισμό. Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα είναι αρνητική το 2011 (-5,5% του ΑΕΠ), ενώ η ύφεση θα συνεχιστεί και το 2012 με -2,8% και η «ανάκαμψη» θα επανέλθει (αν επέλθει) το 2013 με τον… «ιλιγγιώδη» ρυθμό του +0,7% (!!) του ΑΕΠ.[7] Και όλα αυτά βεβαίως, σε μια ευρωζώνη που βρίσκεται ουσιαστικά σε οικονομική στασιμότητα (η ΕΚΤ προβλέπει «ανάπτυξη» 0,8% το 2012, από 1,6% το 2011). Σε αυτό το περιβάλλον, τα προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού δεν μπορεί παρά να επιδεινώνονται. Επιπλέον, είναι ορατή η πιθανότητα να περάσουν σε «ξένα» χέρια τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου (όπως, μεγάλες τράπεζες που κάποτε ήταν το καμάρι του ελληνικού καπιταλισμού). Διάβαζε για περισσότερες λεπτομέρειες τη δημοσίευσή μας Το δημοψήφισμα, το ευρώ και μια άρχουσα τάξη σε κατάσταση νευρικής κρίσης.
Πέραν όλων των παραπάνω, η νέα κυβέρνηση Παπαδήμου κινδυνεύει να αυτογελοιοποιηθεί ως προς το διακηρυγμένο στόχο της: τη «διάσωση της χώρας» μέσω της παραμονής στο ευρώ και την ευρωζώνη. Η νέα κυβέρνηση κινδυνεύει να βρεθεί να επιδιώκει ένα στόχο χωρίς να υπάρχει ευρώ και ευρωζώνη (τουλάχιστον όπως τα ξέρουμε σήμερα). Ήδη Μέρκελ και Σαρκοζί επεξεργάζονται σχέδια για μια Ευρωπαϊκή Ένωση «δύο ταχυτήτων»,[8] ενώ το κόμμα της Μέρκελ, το CDU, προωθεί σχέδιο ψηφίσματος για έξοδο χωρών από το ευρώ.[9] Ενδεικτικό του γενικότερου μπάχαλου που υπάρχει στην Ε.Ε. σήμερα είναι ότι ο Ζαν-Πιερ Βεσπερινί, μέλος του γαλλικού Συμβούλιο Οικονομικών Αναλύσεων (CAE) το οποίο επέχει ρόλο ειδικού συμβούλου στον εκάστοτε Γάλλο πρωθυπουργό προτείνει τη διχοτόμηση του ευρώ σε ένα «ευρώ του Βορρά» και ένα «ευρώ του Νότου», ωστόσο ο Βεσπερινί θεωρεί ότι «η Γαλλία σε καμιά περίπτωση δεν θα έπρεπε να υιοθετήσει το ευρώ του Βορρά».[10] Ανεξάρτητα του τι θα γίνει στο τέλος, είναι προφανές ότι το μέλλον της Ε.Ε. κάθε άλλο παρά ευοίωνο είναι ενώ πολλά κράτη-μέλη θα ήθελαν την Ελλάδα στην έξοδο από την Ε.Ε. ανεξάρτητα του τι θα πράξει η ελληνική κυβέρνηση.
Μια αδύναμη κυβέρνηση
συσσωρευμένων προβλημάτων
Τα προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού και της νέας κυβέρνησης Παπαδήμου οξύνονται και από την ογκούμενη κοινωνική αναταραχή που η νέα κυβέρνηση ελάχιστα θα μπορέσει να περιορίσει. Τα μέτρα που πρέπει να λάβει η κυβέρνηση στα πλαίσια της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου είναι κοινωνικά απεχθή και μάλιστα σε συνθήκες όπου ήδη οι εργαζόμενοι έχουν υποστεί δραματική μείωση των αποδοχών τους. Αυτός ο συνδυασμός καθιστά βέβαιο ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου δεν θα έχει «περίοδο ανοχής».
Τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού προσπαθούν να παρουσιάσουν την κυβέρνηση Παπαδήμου απλά ως «διεκπεραιωτική» για την εφαρμογή της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου, για να «σωθεί η χώρα». Στην πραγματικότητα, η νέα κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη για την καταβολή ακόμη και της 6ης δόσης των 8 δισεκατομμυρίων ευρώ, να προχωρήσει άμεσα στα εξής μέτρα:
- Να κάνει νέες περικοπές σε συντάξεις, προνοιακά και κοινωνικά επιδόματα, φαρμακευτικές δαπάνες, λειτουργικά έξοδα των νοσοκομείων, αναδιάρθρωση (διάβαζε κλεισίματα και απολύσεις) του δημοσίου και της τοπικής αυτοδιοίκησης.
- Η Ελλάδα υποχρεούται να μεταβιβάσει την κυριότητα στο πανίσχυρο Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας (που δίδει δικαίωμα και ρευστοποίησης) των μετοχών τραπεζών, λιμένων, αεροδρομίων, εταιρειών ύδρευσης, αυτοκινητόδρομων, ΕΛΤΑ, 4 κρατικών κτιρίων, Εγνατίας Οδού και του χώρου αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Καβάλα.
- Έως το τέλος Δεκεμβρίου πρέπει να ψηφιστεί ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2012.
- Να δημοσιοποιηθούν όλα τα μέτρα του μεσοπρόθεσμου έως το 2014.
- Μεταφορά σε καθεστώς εφεδρείας περίπου 15.000 προσωπικού φορέων και άλλων 15.000 σε καθεστώς πρόωρης συνταξιοδότησης.
- Η νέα κυβέρνηση πρέπει να συναινέσει και να εξευρεθεί ο ακριβής τρόπος με τον οποίο η τρόικα επιτόπια, στην Ελλάδα, θα εποπτεύει την εφαρμογή των συμφωνιών.[11]
Γίνεται από τα παραπάνω αμέσως αντιληπτό το γεγονός ότι με την κυβέρνηση Παπαδήμου πλέον έπεσαν οι μάσκες! Το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου μετέχει της κυβέρνησης και μοιράζεται εξ’ ίσου τη φθορά της.
Η ΝΔ δεν μπορεί πλέον να ενδύεται τη λεοντή του «αντιμνημονιακού» κόμματος. Τώρα θα συνυπογράψει την πλέον επώδυνη φάση των μνημονίων. Οι συνεχόμενες κολοτούμπες του Σαμαρά το μόνο που έχουν κατορθώσει είναι να γελοιοποιήσουν τη ΝΔ και τον ίδιο προσωπικά. Πριν τη συμμετοχή στην κυβέρνηση του Παπαδήμου η ΝΔ προηγείτο μεν του ΠΑΣΟΚ στις δημοσκοπήσεις αλλά όχι στο βαθμό που θα έπρεπε (για να διατηρηθεί η δικομματική εναλλαγή στην κυβέρνηση) με δεδομένη τη ραγδαία φθορά του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, είχε την ελπίδα ότι, έστω και αργά, παραμένοντας εκτός κυβερνητικών ευθυνών θα μπορούσε να αποκτήσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία μέσω των επερχόμενων εκλογών. Σήμερα έχει πλέον χαθεί οποιαδήποτε τέτοια προοπτική. Μπορεί τα υπουργεία που έχουν πάρει τα στελέχη της ΝΔ (Υπουργός Εξωτερικών: Σταύρος Δήμας, Υπουργός Εθνικής Άμυνας: Δημήτρης Αβραμόπουλος) να μην έχουν άμεση σχέση με τα οικονομικά αλλά η ΝΔ είναι πλέον μέλος της κυβέρνησης των μνημονίων με υψηλότατου επιπέδου στελέχη. Ο ευτελισμός της πολιτικής τακτικής του Σαμαρά έχει οδηγήσει την ΝΔ σε ανάλογη του ΠΑΣΟΚ πολυδιάσπαση στο εσωτερικό της.
Αν ο ένας πόλος της πολιτικής σταθερότητας του ελληνικού καπιταλισμού, η ΝΔ, παραπαίει πολιτικά, ο έτερος πόλος, το ΠΑΣΟΚ, βρίσκεται σε διαδικασία που εγκυμονεί τη διάλυσή του. Η νέα κυβέρνηση Παπαδήμου μοιάζει, και είναι, συνέχεια των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Ο νέος πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος ήταν οικονομικός σύμβουλος του Γιώργου Παπανδρέου, υποστήριξε το σύνολο της μνημονιακής πολιτικής. Πέρσι είχε δηλώσει «εντυπωσιασμένος» από «τις προσπάθειες της κυβέρνησης [του ΠΑΣΟΚ] για τη δημοσιονομική προσαρμογή».[12] Στηρίζοντας την τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε κάνει την εκπληκτική «πρόβλεψη» ότι «η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει σε τροχιά ανάπτυξης εντός του 2011»!![13]
Στην πλειοψηφία αλλά και σε όλα τα κρίσιμα υπουργεία (Οικονομικών, Ανάπτυξης-Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Υγείας, Δημόσιας Τάξης) βρίσκονται στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Οι αντιπρόεδροι της νέας κυβέρνησης είναι οι Θεόδωρος Πάγκαλος και Ευάγγελος Βενιζέλος. Τρεις είναι οι λόγοι αυτής της έκθεσης του ΠΑΣΟΚ:
Α) Η σύνθεση της νέας κυβέρνησης προήλθε με βάση (χοντρικά) τη σχετική δύναμη στην παρούσα βουλή, στην οποία το ΠΑΣΟΚ διατηρεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Β) Ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται σε βαθύτατη κοινωνικοοικονομική κρίση με άμεσο τον κίνδυνο να βρεθεί εκτός ευρώ με τους χειρότερους δυνατούς όρους. Επομένως, η κρισιμότητα των συνθηκών επιβάλουν στο χειρισμό της κρίσης να βρίσκονται τα υψηλότερα δυνατά στελέχη των διαχειριστών του συστήματος. Το ΠΑΣΟΚ διαχειρίζεται τις τύχες του ελληνικού καπιταλισμού από την αρχή της κρίσης. Τα κυβερνητικά στελέχη του έχουν διαπραγματευτεί τις κρίσιμες συμφωνίες με τους «εταίρους» στην Ε.Ε.. Οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και την Ε.Ε. είναι ραγδαίες, δεν υπάρχει χρόνος για πειραματισμούς. Αυτοί που είχαν την ευθύνη την προηγούμενη περίοδο θα πρέπει να συνεχίσουν να είναι επικεφαλής στη νέα συναινετική φάση των αστικών κομμάτων.
Γ) Μοιάζει να είναι δευτερεύον, αλλά παρ’ όλα αυτά σημαντικό. Τα κυβερνητικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ γνωρίζουν πολύ καλά ότι αν τα πράγματα «στραβώσουν» πολύ, μπορεί να βρεθούν αντιμέτωπα και με ποινικές ευθύνες. Η παραμονή τους στα κυβερνητικά πόστα είναι ένας τρόπος να προστατεύσουν εαυτούς και αλλήλους. Υπενθυμίζουμε ότι στο σκάνδαλο διάσωσης της Proton Bank και του ιδιοκτήτη της Λαυρέντη Λαυρεντιάδη από τον Βενιζέλο, ο τελευταίος για να προστατεύσει τον εαυτό του από μελλοντικές ποινικές ευθύνες, δημιούργησε νέα νομοθεσία που τον απαλλάσσει αναδρομικά![14]
Όλα τα προηγούμενα σημαίνουν ότι θα είναι το ΠΑΣΟΚ που θα υποστεί και τη συγκριτικά μεγαλύτερη φθορά από τη νέα συναινετική κυβέρνηση του αστικού πολιτικού κόσμου. Αν το ΠΑΣΟΚ πριν τη νέα κυβέρνηση παρουσίαζε εκλογικά ποσοστά κάτω του 20%, σήμερα, με δεδομένα τα σκληρά μέτρα που θα πάρει η νέα κυβέρνηση, προβάλλει η εκλογική του εκμηδένιση. Η ηγεσία του κόμματος (ΓΑΠ, Βενιζέλος, Πάγκαλος, Λοβέρδος, Διαμαντοπούλου, Ραγκούσης) χρησιμοποίησαν την οικονομική κρίση για να μεταλλάξουν το ΠΑΣΟΚ από σοσιαλδημοκρατικό κόμμα σε δεξιό νεοφιλελεύθερο που συνεργάζεται αρμονικά με την ακροδεξιά. Οι δελφίνοι του κόμματος κινδυνεύουν να κληρονομήσουν ένα εκμηδενισμένο εκλογικά και κοινωνικά κόμμα, να μετατραπεί το ΠΑΣΟΚ σε κομμάτια και θρύψαλα αντίστοιχα των γελοίων κεντρώων κομμάτων της δεκαετίας του 1960, πριν ο Γεώργιος Παπανδρέου (ο γενάρχης της δυναστείας των Παπανδρέου) κατορθώσει να μετατρέψει την Ένωση Κέντρου σε κόμμα εξουσίας. Όλοι πλέον οι δελφίνοι και οι υποδελφίνοι, από τον Βενιζέλο μέχρι τον Λοβέρδο, είναι λαομίσητοι και χωρίς κοινωνικές αναφορές πλην του μεγάλου κεφαλαίου, με αποτέλεσμα αν ηγηθούν είτε του ΠΑΣΟΚ είτε οποιασδήποτε μετάλλαξής του να υποστούν εκλογικό εξευτελισμό.
Συμπερασματικά:
Η κρίση του ελληνικού καπιταλισμού διαρκώς επιδεινώνεται την ίδια στιγμή που οι πολιτικοί του διαχειριστές βρίσκονται σε αναντιστοιχία με την κοινωνική τους βάση. Η νέα κυβέρνηση Παπαδήμου έχει τεράστιο πρόβλημα νομιμοποίησης παρά την ευρεία πολιτική στήριξη των αστικών κομμάτων και των ΜΜΕ. Δεν είναι μόνο μια μη δημοκρατική κυβέρνηση αφού σχηματίστηκε χωρίς εκλογές από κόμματα που η σημερινή εκλογική τους επιρροή είναι κατά πολύ μικρότερη της συμμετοχής τους στη νέα κυβέρνηση. Είναι επιπλέον μια κυβέρνηση που δημιουργήθηκε κάτω από την πίεση των καπιταλιστών, των «αγορών», παρακάμπτοντας κάθε δημοκρατική διαδικασία. Το δημοψήφισμα που πρότεινε ο ΓΑΠ απορρίφθηκε (τόσο από την ελληνική άρχουσα τάξη, όσο και από την ηγεσία της Ε.Ε.) κατά κύριο λόγο γιατί έστω και με στρεβλό τρόπο θα ζητούσε τη γνώμη των πολιτών, πράγμα που στις σημερινές συνθήκες οι καπιταλιστές το θεωρούν εξαιρετικά επικίνδυνο. Οι κάλπες εγκυμονούν κινδύνους, γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγονται…
Τα παραπάνω συνηγορούν σε ένα απλό συμπέρασμα:
Η κυβέρνηση Παπαδήμου είναι μια εξαιρετικά ευάλωτη κυβέρνηση, και εξ’ αυτού, μια αδύναμη κυβέρνηση.
Πρώτον, η κυβέρνηση Παπαδήμου θα κινηθεί σε ένα διαρκώς επιδεινούμενο διεθνές περιβάλλον, οικονομικά και πολιτικά, με μεγάλους κινδύνους για τα συμφέροντα του ελληνικού καπιταλισμού. Οι αποφάσεις που θα κληθεί να πάρει θα δεσμεύουν τον ελληνικό καπιταλισμό για τις επόμενες δεκαετίες και γι’ αυτό δεν θα είναι εύκολες και προφανείς. Το αποτέλεσμα θα είναι διχογνωμίες και αμφιταλαντεύσεις μεταξύ των κομμάτων που την αποτελούν.
Δεύτερον, σε συνθήκες ογκούμενης λαϊκής δυσαρέσκειας, θα φθαρούν όλα μαζί τα αστικά πολιτικά κόμματα, πράγμα που αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο για την πολιτικοκοινωνική σταθερότητα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Αντιμέτωπα με την λαϊκή δυσαρέσκεια τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού θα προσπαθούν να φορτώσουν το ένα στο άλλο τις ευθύνες της βάρβαρης νεοφιλελεύθερης πολιτικής που θα εφαρμόσουν.
Αυτοί είναι οι λόγοι που πριν καλά-καλά σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση έχουν ήδη αρχίσει τα όργανα στον κυβερνητικό συνασπισμό. Από την πλευρά της ΝΔ:
«Ο πρόεδρος του κόμματος Αντώνης Σαμαράς τόνισε σε δήλωση μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης πως “οι απόψεις μας για την εφαρμοζόμενη πολιτική ισχύουν, δεν είναι πουκάμισα να αλλάζουν”».[15]
Ο Σαμαράς φρόντισε να πάρει ακόμα πιο ξεκάθαρα αποστάσεις από τη νέα κυβέρνηση Παπαδήμου:
«[…] κατέστησε σαφές ότι δεν θέλησε περισσότερα υπουργεία, πέρα από το Εξωτερικών και Άμυνας. “Δεν θέλησα συγκυβέρνηση και όλοι καταλαβαίνουν γιατί”, υπογράμμισε».[16]
Ώρες ευθύνης για την Αριστερά
Αν ο βασικότερος παράγοντας αστάθειας για το νέο κυβερνητικό συνασπισμό είναι η λαϊκή δυσαρέσκεια, τότε όσο πιο μαζικά και δυναμικά εκφραστεί, τόσο θα επιδεινώνεται η κυβερνητική αστάθεια, τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι πιθανότητες αυτή η κυβέρνηση να γκρεμιστεί. Αν αυτή η κυβέρνηση πέσει κάτω από την πίεση του κινήματος θα προκύψει η δυνατότητα για το κίνημα και την Αριστερά να καθορίσουν ακόμα και ένα νέο κυβερνητικό πρόγραμμα.
Επομένως το πρώτιστο καθήκον της Αριστεράς είναι να οργανώσει μαζικές αντιστάσεις, απεργίες και καταλήψεις. Αυτή η κυβέρνηση είναι πιο αδύναμη και από την προηγούμενη (λόγω συσσωρευμένων αντιθέσεων και αντιφάσεων) επομένως η δυνατότητα να γκρεμιστεί από ένα μαζικό κίνημα είναι μεγάλες. Αυτός είναι ο λόγος που συμμετέχει στην κυβέρνηση Παπαδήμου ο ακροδεξιός υπόνομος: να τρομοκρατήσουν τους εργαζόμενους ανεμίζοντας το φόβητρο της ακροδεξιάς βίας (διάβαζε τη δημοσίευση Το σκιάχτρο).
Δυστυχώς, η Αριστερά παρά τα ανεβασμένα δημοσκοπικά εκλογικά της ποσοστά, είναι κατώτερη των περιστάσεων. Η Αριστερά ακόμα και στο επίπεδο των αμυντικών απεργιακών κινητοποιήσεων είναι πολυδιασπασμένη. Το ΚΚΕ εμμένει πεισματικά στη κομματική του περιχαράκωση ενώ με την κομματική του «περιφρούρηση» προσπαθεί να καλουπώσει το κίνημα (ακόμα και δια της βίας) στα νόμιμα πλαίσια του κοινοβουλευτικού κρετινισμού. Υποτίθεται ότι είναι ενάντια στο ευρώ και την Ε.Ε., αλλά η αποχώρηση από αυτά θα συμβεί όταν το ΚΚΕ θα αποκτήσει την… κοινοβουλευτική αυτοδυναμία! Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εγκλωβισμένος στη «θεσμική αντιπολίτευση» του ΣΥΝ. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συγκροτείται με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς και αντιφατικά την ίδια στιγμή που οι ανάγκες του κινήματος είναι επιτακτικά επείγουσες. Η Αντιεξουσιαστική Κίνηση (ΑΚ), παρά την αναμφίβολη μαζικοποίηση της τα τελευταία χρόνια, αδυνατεί να βρει ένα κοινό βηματισμό με δυνάμεις πέραν του εαυτού της.
Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες, δεν έχουμε καμιά άλλη επιλογή παρά να προχωρήσουμε μπροστά. Να οργανώσουμε ένα ενιαίο μέτωπο υπεράσπισης του κόσμου της εργασίας. Να επιδιώξουμε μέσα από ενιαίους αγώνες όλης της Αριστεράς, συμπεριλαμβανομένων του ΚΚΕ (παρά τις τεράστιες δυσκολίες) και του ΣΥΝ, να κτίσουμε ένα κοινό μέτωπο αγώνων γιατί το βασικό (και εφικτό!) σήμερα είναι η πτώση της κυβέρνησης Παπαδήμου. Και υπάρχουν σε όλους τους πολιτικούς χώρους της Αριστεράς (του ΚΚΕ συμπεριλαμβανομένου) δυνάμεις που απαιτούν την ενότητα της Αριστεράς στο επίπεδο των καθημερινών αγώνων των εργαζομένων.
Μέσα από την ανάπτυξη των αγώνων να επιδιώξουμε την ανάδυση μιας εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης για τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας. Γιατί αυτό αποτελεί απαίτηση των καιρών και όχι εγκεφαλική ανάγκη κάποιων ανθρώπων της Αριστεράς. Οι εργαζόμενοι αντιμέτωποι με τη συνολική επίθεση των δυνάμεων του κεφαλαίου που θέλουν να γυρίσουν το ρολόι της ιστορίας στον 19ο αιώνα, αναζητούν, απαιτούν μια άλλη αντιπρόταση από την Αριστερά η οποία να είναι πειστική.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν την αναζήτηση της ενότητας της Αριστεράς με κάθε κόστος. Η ενότητα της Αριστεράς με κάθε κόστος έχει τραυματικές ιστορικές εμπειρίες –η ενότητα της Αριστεράς υπό τον (τότε) Συνασπισμό το 1989 οδήγησε στη συγκυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Παρ’ όλα αυτά, θα πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια ευρύτερων συσπειρώσεων δυνάμεων της Αριστεράς -καμιά πολιτική δύναμη δεν επαρκεί από μόνη της. Ταυτόχρονα, θα πρέπει η κάθε συσπείρωση δυνάμεων της Αριστεράς να καταθέσει ένα ξεκάθαρο πολιτικό πρόγραμμα. Μέσα από την όσμωση των διαφορετικών προγραμμάτων, να επέλθει ένας συντονισμός τουλάχιστον σε βασικά ζητήματα που αφορούν την πολιτική κατάσταση σήμερα και την αναγκαία πάλη για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας.
Κατά τη γνώμη μας, αυτό που χρειάζονται σήμερα οι εργαζόμενοι είναι ένα ξεκάθαρο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα που θα έχει τουλάχιστον τα εξής κρίσιμα ζητήματα:
- Διαγραφή του χρέους.
- Εργατικός έλεγχος στους χώρους εργασίας και κατάργηση του επιχειρηματικού απόρρητου.
- Απαγόρευση των απολύσεων, κρατικοποιήσεις χωρίς αποζημίωση στους καπιταλιστές.
- Έξοδος από την Ε.Ε. και το ευρώ.
Ωστόσο, το βασικό σήμερα είναι να χτίσουμε την ενότητα της Αριστεράς στους καθημερινούς αγώνες των εργαζομένων, να ανοίξει ο πολιτικός διάλογος ανάμεσα στις δυνάμεις της Αριστεράς για το πολιτικό και στρατηγικό μας πρόγραμμα. Αυτές είναι οι μεγάλες προκλήσεις στις οποίες καλείται το σύνολο της Αριστεράς να ανταποκριθεί και η οποιαδήποτε καθυστέρηση θα είναι μοιραία.
Άγγελος Καλοδούκας
Σημειώσεις
[4] http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/grpsarianos-kokkini-grammi-gia-psifo-anoxis-na-mi-symmetexei-i-akrodeksia
[6] http://www.xrimanews.gr/oikonomia/19313-na-giati-o-neos-prwthypoyrgos-de-mporei-na-swsei-thn-ellada
[13] Στο ίδιο.
[16] Στο ίδιο.
Category: Χωρίς κατηγορία
πολύ καλό άρθρο.
Να θυμίσω κατι σχετικά με την μη νόμιμη σημερινή κυβέρνηση:
«Ανώτατος άρχων είναι εκείνος που αποφασίζει για την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης» (Κ. Σμιντ)
Καταλαβαίνουμε πως η αληθινή πολιτική δύναμη βρίσκεται πέρα απο τη νομιμότητα. Όμως η σημερινή κυβέρνηση, αν και πέρα απο τη νομιμότητα, δεν είναι παρά η βιτρίνα της αληθινής δύναμης που κατέχει την εξουσία. Αυτή φυσικά είναι οι δυνάμεις του κεφαλαίου (εταιρείες, τράπεζες)
Και κάτι ακόμα, μη μας ξενίζει η συμμετοχή του ΛΑΟΣ στη κυβέρνηση(που έγινε παρόλο που δεν υπήρχε πρόβλημα κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης της πολιτικής γραμμής… μιας που ΝΔ,ΠΑΣΟΚ συγκέντρωναν έτσι κι αλλοιώς την απαραίτητη δύναμη). Το ίδιο το υπάρχον κοινωνικό σύστημα είναι αυτό που ορίσε την στροφή απο το (νεο)φιλελεύθερο κράτος, στο αυταρχικό/ολοκληρωτικό κράτος(πλεον και τυπικά) που θα δουμε πολύ σύντομα να συνδράμει για το τελικό χτύπημα στίς δυνάμεις της εργασίας. Αυτό το γεγονός αποκαλύπτει ξανά οτι η ιδέα του «ανώτατου άρχοντα» είναι προσχηματισμένη στο όποιο πολιτικό συστημα εκπροσώπευει τα συμφέροντα του καφαλαίου.
Καμμία ανοχή στους φασίστες μέσα και έξω απο τις τράπεζες.
Μπράβο.Πολύ ωραίο άρθρο, και στην τελική πρόταση.
μόνο που η τελική πρόταση, μπορεί να πραγματοποιηθεί λίαν συντόμως και στον αντίποδα των υπολοίπων. νομίζω πως η ριζοσπαστική αριστερά θα έπρεπε να προετοιμάζεται -όπως άλλωστε κάνει και η αστική τάξη- και για το ενδεχόμενο μιας εξόδου, με την παρούσα κυβέρνηση. Το γεγονός ότι η αστική τάξη θέλει πάση θυσία το ευρώ δεν συνεπάγεται ότι θα το πετύχει κι όλας. Το ουσιαστικό στην πολιτική της δεν είναι το νόμισμα αλλά το «πάση θυσία».
παρα πολυ σωστη παρατηρηση Uturunco. Η ΕΕ παει για αυτοδιαλυση, ακόμα κι ο Λαπαβίτσας το κατάλαβε, αλλά αυτο δε σημαινει τιποτα καλό απαραίτητα. Η ιδανικη διατύπωση ειναι «καμια θυσια για το ευρω». Ουτε ευρωλαγνεια ούτε δραχμολαγνεια. Αν μας πει η ΕΕ «θα σας πετάξουμε εξω απο την ΕΕ», θα τους πούμε «θα σας βαλουμε το ευρω εκεί που ξέρετε και θα απαλλοτριωσουμε τον πλουτο σας για τις λαϊκές ανάγκες». Αλλά αν μας πουν οι ντόπιοι «επιστροφή στη δραχμή» δεν θα πανηγυρισουμε, θα πουμε «εργατικός ελεγχος με δραχμη»! Και αν διαλυθει η ΕΕ ή συρρικνωθεί, δε χρειάζεται να θυμησω που οδήγησε η στροφή στην «εθνική αναδίπλωση» τη δεκαετια του ’30. Στη στηριξη του ναζισμου απο το κεφάλαιο και τον Β” ΠΠ. Σωστά, το τελευταίο σημείο για την ΕΕ είναι αδύναμο και θα μπορούσε να επαναδιατυπωθεί, εγώ χάρηκα πολύ με αυτήν τη διατύπωση : «Ωστόσο, το βασικό σήμερα είναι να χτίσουμε την ενότητα της Αριστεράς στους καθημερινούς αγώνες των εργαζομένων, να ανοίξει ο πολιτικός διάλογος ανάμεσα στις δυνάμεις της Αριστεράς για το πολιτικό και στρατηγικό μας πρόγραμμα. Αυτές είναι οι μεγάλες προκλήσεις στις οποίες καλείται το σύνολο της Αριστεράς να ανταποκριθεί και η οποιαδήποτε καθυστέρηση θα είναι μοιραία.». Θα ειναι μοιραία, δεν έχουμε άπειρο χρόνο συντρόφισσες και σύντροφοι…
Η «τελική πρόταση» μάλλον είναι η «ενότητα στους αγώνες».Σωστά.Αυτό όμως δεν προετοιμάζεται με διακηρύξεις. Απ’ό,τι έχει φανεί στην πράξη τουλάχιστον….