Υποθετικό σενάριο χρεοκοπίας
Αναδημοσιεύουμε ένα σενάριο χρεοκοπίας της Ελλάδας (και τις διεθνείς επιπτώσεις του) από την «Σοφοκλέους 10» γιατί έχει ενδιαφέρον το (ρεαλιστικότατο) αυτό σενάριο. Υπάρχει και ένα, εντελώς ουτοπικό, (μετα)κεϊνσιανό happy end. Και αυτό έχει το ενδιαφέρον του: ακόμα και οι απολογητές του συστήματος χρειάζονται την ουτοπία τους…
Aformi
Οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν μία σίγουρη μέθοδο για να προβλέπουν το μέλλον – το δημιουργούν χειραγωγώντας το, με μοναδικό σκοπό την κερδοφορία τους. Τι γίνεται όμως εάν χάσουν, λόγω της απληστίας τους, τον έλεγχο του παιχνιδιού; Στο κείμενο αναλύεται τι θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση που μία ανεπτυγμένη χώρα δήλωνε στάση πληρωμών, με στόχο να αποφευχθούν τα οδυνηρά επακόλουθα της χρεοκοπίας – σε παγκόσμια κλίμακα. Κατά την άποψη μας, την οποία αναφέρουμε στο τέλος, μπορούμε να φτάσουμε σε ένα αίσιο αποτέλεσμα, χωρίς να προηγηθεί ένας εξαιρετικά καταστροφικός δρόμος.
“Πάντοτε υπάρχουν λύσεις, ακόμη και όταν μία χώρα ευρίσκεται στο χείλος της καταστροφής – υπερχρεωμένη, εξευτελισμένη, υποχείριο των δανειστών ή των «εταίρων» της και «καταρρακωμένη». Αρκεί να υπάρξει, έστω και την ύστατη στιγμή, μία επαρκής, έντιμη πολιτική ηγεσία, η οποία να μπορέσει να ανακτήσει την πλήρη εμπιστοσύνη των Πολιτών – υποχρεώνοντας τους Θεσμούς, καθώς επίσης όλες τις υπόλοιπες εξουσίες, να λειτουργήσουν σωστά και με ανιδιοτέλεια, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου” (άρθρο).
Στο υποθετικό μας σενάριο τώρα, η Ελλάδα συνεχίζει την πολιτική λιτότητας που της επιβλήθηκε, παρά το ότι το ΑΕΠ της περιορίζεται συνεχώς, φτάνοντας τα 210 δις €. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού, σε σχέση με το μειωμένο ΑΕΠ, δεν μπορεί να περιορισθεί κάτω από το 10%, κυρίως λόγω των τοκογλυφικών τόκων (21 δις € έλλειμμα, εκ των οποίων τα 16 δις € είναι μόνο οι τόκοι), με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να ξεπερνάει τα 360 δις € – δηλαδή το 170% του ΑΕΠ.
Το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, παρά τη μείωση των εισαγωγών και την κάποια αύξηση των εξαγωγών, παραμένει επικίνδυνα αρνητικό. Οι δαπάνες δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν, όχι μόνο γιατί η κυβέρνηση, καλώς ή κακώς, δεν μπορεί να εφαρμόσει αυτά που δυστυχώς υπέγραψε, αλλά επίσης επειδή η ανεργία, η οποία πλησιάζει το 20% του πληθυσμού, κοστίζει όλο και περισσότερο.
Τα έσοδα του κράτους συρρικνώνονται με γεωμετρικό ρυθμό, αφού η κατανάλωση περιορίζεται διαρκώς, η βιομηχανική παραγωγή επίσης, οι επιχειρήσεις χρεοκοπούν η μία μετά την άλλη, οι απολύσεις προσωπικού είναι καθημερινές, ενώ όλο και λιγότεροι Πολίτες είναι πρόθυμοι να πληρώνουν φόρους – είτε από οικονομική αδυναμία, είτε από φόβο, από πανικό καλύτερα για το μέλλον τους. Οι πλατείες των πολιτών γεμίζουν καθημερινά, παρά το ότι δεν φαίνεται να έχουν συγκεκριμένα αιτήματα ή κάποια πολιτική κατεύθυνση – δεν γνωρίζουν δηλαδή τι ακριβώς επιδιώκουν ή πως θα το επιτύχουν, αλλά μάλλον διαμαρτύρονται για το σκοτεινό μέλλον που προβλέπουν, χωρίς σαφείς προτάσεις.
Οι τράπεζες βρίσκονται σε κατάσταση απόλυτης απόγνωσης, αφού τα δάνεια σε φανερή καθυστέρηση, περί τα 60 δις €, ξεπερνούν το 25% των συνολικών, η ΕΚΤ δεν δέχεται σαν εγγύηση τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου, η διατραπεζική αγορά έχει «στερέψει» προ πολλού και οι καταθέσεις των ιδιωτών μειώνονται μέρα με την ημέρα – είτε «δραπετεύοντας» στο εξωτερικό, είτε χρησιμοποιούμενες για λόγους επιβίωσης. Φυσικά οι μέτοχοι τους, ιδιαίτερα οι μεγαλύτεροι, δεν διανοούνται πλέον να αυξήσουν τα ίδια κεφάλαια τους, έτσι ώστε να διατηρηθεί «αλώβητη» η κεφαλαιακή τους επάρκεια. Συνηθισμένοι από πολλά χρόνια στη (θεμιτή ή μη) βοήθεια της Πολιτείας, δεν φαίνεται να έχουν καμία διάθεση ανάληψης ρίσκου, σε συνθήκες «ελεγχόμενης» χρεοκοπίας.
Στην πραγματική αγορά, κανείς δεν πληρώνει πλέον κανέναν, οι επενδύσεις έχουν σταματήσει εντελώς, οι διαμαρτυρημένες επιταγές αυξάνονται καθημερινά και τα δικαστήρια ασφυκτιούν από την πληθώρα των μηνύσεων. Παράλληλα, για τις όποιες εισαγωγές εμπορευμάτων, καυσίμων ή πρώτων υλών, οι ξένοι απαιτούν μετρητά (cash), ενώ η επιχειρηματικότητα πλησιάζει επικίνδυνα στο ναδίρ. Εκτός αυτού, κάποιες υποχρεώσεις του δημοσίου πληρώνονται με μεγάλη καθυστέρηση (μισθοί, συντάξεις κλπ.), ενώ κάποιες άλλες καθόλου (προμηθευτές, ασφαλιστικά ταμεία, κρατικές επιχειρήσεις κλπ.).
Δημιουργούνται λοιπόν μεγάλα προβλήματα στην ηλεκτροδότηση, η θέρμανση είναι περιορισμένη έως μηδενική, οι δρόμοι μένουν χωρίς επισκευές, τα τρόφιμα σπανίζουν, τα super markets προσλαμβάνουν φύλακες, προβλέποντας επιδρομές πεινασμένων, πολλά πρατήρια βενζίνης κλείνουν, ενώ όλο και περισσότερα αυτοκίνητα παύουν να κινούνται.
Ολόκληρη η αγορά ακινήτων καταρρέει απότομα και ξαφνικά, έχοντας διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα τεχνητά σταθερή (οι τιμές των ακινήτων ακολουθούν συνήθως την εξέλιξη των μισθών), τα καταστήματα κλείνουν μαζικά, πολλά διαμερίσματα μένουν κενά, ένας μεγάλος αριθμός εγκαταλειμμένων επαγγελματικών χώρων ερειπώνεται, η εγκληματικότητα αυξάνεται ραγδαία, οι εξαθλιωμένοι λαθρομετανάστες λιμοκτονούν στους δρόμους της πρωτεύουσας και οι πλούσιες συνοικίες υψώνουν έντρομες «προστατευτικά τείχη» – «πράσινες ζώνες», με τη βοήθεια πολυάριθμων ιδιωτικών αστυνομικών, οι οποίοι περιπολούν νυχθημερόν στους δρόμους.
Οι εισαγωγές φαρμάκων σταματούν απότομα, πολλά νοσοκομεία αδυνατούν να ανταπεξέλθουν με τα έξοδα τους, οι βαριά άρρωστοι πεθαίνουν, τα σχολεία κλείνουν και οι δήμοι καταρρέουν ο ένας μετά τον άλλο – αφήνοντας τα σκουπίδια στους δρόμους, τις πόλεις σκοτεινές και το προσωπικό τους απλήρωτο. Χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι χάνουν τη δουλειά τους, χωρίς καμία προοπτική για εύρεση νέας θέσης απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα – στον οποίο οι απολύσεις είναι επίσης καθημερινές.
Στις πλούσιες συνοικίες της Αθήνας συναντάει κανείς πλέον εκατοντάδες φτωχούς, εξαθλιωμένους και πεινασμένους πολίτες οι οποίοι, με το άδειο βλέμμα του χρόνια άνεργου, ψάχνουν απεγνωσμένα στα σκουπίδια, βυθίζοντας το κεφάλι και τα χέρια τους στις βρώμικες πλαστικές σακούλες, για να βρουν ένα κομμάτι ξερό ψωμί, σαπισμένα λαχανικά, κόκαλα ή άλλα υπολείμματα τροφών. Η ανώτερη «τάξη» της μεγαλύτερης πόλης της Ελλάδας είναι ακόμη πλούσια, με αποτέλεσμα οι τενεκέδες των σκουπιδιών της να είναι γεμάτοι – επιτρέποντας στην πληθώρα των φτωχών να αναζητούν εκεί έναν τρόπο παραμονής τους στη ζωή.
Το χρηματιστήριο αδυνατεί να ανακάμψει, με συνολικές ζημίες κεφαλαιοποίησης άνω των 200 δις € και με τις τιμές των εισηγμένων σε εξευτελιστικά επίπεδα – γεγονός που δυσκολεύει ακόμη και την ιδιωτικοποίηση (εκποίηση) των δημοσίων επιχειρήσεων, σε τιμές ευκαιρίας. Τα θεωρητικά επιτόκια δανεισμού της χώρας (spreads), όπως και τα ασφαλιστήρια πιστωτικού κινδύνου (CDS), κυμαίνονται σε επίπεδα ρεκόρ (τεκμηριώνοντας ουσιαστικά τη μη διαχειρισιμότητα του χρέους), η κυβέρνηση χάνει όλο και περισσότερο τον έλεγχο, ενώ η αντιπολίτευση δεν φαίνεται να έχει το θάρρος να αναλάβει το πλοίο που βυθίζεται – εύλογα ενδεχομένως.
Οι Έλληνες είναι βυθισμένοι στο χάος – απαισιόδοξοι, κατηφείς, ανασφαλείς, τρομαγμένοι, χωρίς καμία ελπίδα για το παρόν και το μέλλον. Οι αγορές στοιχηματίζουν ασύστολα στη χρεοκοπία της χώρας, διαρρέοντας σενάρια στάσης πληρωμών, ενώ οι προσβολές εκ μέρους των Ευρωπαίων «εταίρων», ειδικά των Γερμανικών και Βρετανικών ΜΜΕ, ενδυναμώνουν ακόμη περισσότερο τα παιχνίδια των κερδοσκόπων – ενώ αυξάνουν τις υφεσιακές πιέσεις στην Ελλάδα, αφού εκτρέφουν την απαισιοδοξία: το μεγαλύτερο εχθρό της προσπάθειας για την έξοδο από την κρίση.
Οι διάφορες δόσεις της «Τρόικας», παρά το ότι κινδυνεύουν να σταματήσουν εντελώς, φτάνουν μόνο για την εξυπηρέτηση των ξένων δανειστών – όχι όμως για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων, τα οποία απαιτούν περί τα 2 δις € πρόσθετο μηνιαίο δανεισμό. Η Ευρώπη, αντί να βοηθήσει τον ίδιο της τον εαυτό σε αυτήν την πρώτη της «δοκιμασία», δεν φαίνεται ικανή να διαχειριστεί το τεράστιο εσωτερικό της πρόβλημα – απειλώντας ανόητα την Ελλάδα με κυρώσεις, χωρίς να κατανοεί πως δεν πρέπει ποτέ να απειλείς κανέναν, εάν δεν μπορείς να κάνεις πράξη τις απειλές σου, χωρίς ο ίδιος να ζημιωθείς περισσότερο.
Λίγο αργότερα, η κατάσταση παύει πια να ελέγχεται και η κυβέρνηση αναγκάζεται να ανακοινώσει επίσημα, μία Παρασκευή βράδυ, πως η χώρα αδυνατεί να πληρώσει τις μηνιαίες υποχρεώσεις της – κάτι που ενθουσιάζει τους κατόχους των CDS, οι οποίοι προσβλέπουν σε μεγάλα κέρδη από την κρίση χρέους (πολιτικής) της Ευρωζώνης.
Δηλώνει λοιπόν στάση πληρωμών, χωρίς την έξοδο της χώρας από τη ζώνη του Ευρώ, αφού κανένας δεν την υποχρεώνει. Γνωρίζει άλλωστε ότι, εάν υιοθετήσει τη δραχμή, η υποτίμηση που αμέσως μετά θα ακολουθήσει, θα υπερδιπλασιάσει το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας, ιδιωτικό και δημόσιο – σε ιλιγγιώδη επίπεδα, τα οποία θα ξεπερνούσαν ακόμη και το 500% του ΑΕΠ της, από 265% σήμερα (η ΕΕ ευτυχώς δεν επιμένει στη δραχμή, γνωρίζοντας τον τεράστιο κίνδυνο διάλυσης της, από μία τέτοια ενέργεια).
Παράλληλα, θέτει τις τράπεζες άμεσα σε ολιγοήμερο καθεστώς διακοπών (Bank Holidays), επειδή θέλει να αποφύγει την επιδρομή των καταθετών (Bank run), η οποία θα ακολουθούσε νομοτελειακά, κατά τη διεθνή εμπειρία – έχοντας αποφασίσει τη δέσμευση των καταθέσεων μετά το άνοιγμα των τραπεζών, έτσι ώστε να μην επιτρέπεται σε κανέναν η ανάληψη υψηλότερων ποσών, από τα απολύτως απαραίτητα (περί τα 400 € μηνιαία), για τη διαβίωση του. Φυσικά «κατάσχονται» και οι θυρίδες, με την έννοια ότι οι ιδιοκτήτες τους επιτρέπεται να τις ανοίγουν μόνο υπό την παρουσία εισαγγελέα.
Η αρχική σκέψη της επιστροφής στη δραχμή, η οποία θα απαιτούσε επίσης το ολιγοήμερο κλείσιμο των τραπεζών και την «κατάσχεση» των καταθέσεων σε ευρώ (των θυρίδων επίσης), έτσι ώστε να οδηγηθούν στην ΕΚΤ για την «εξόφληση» της ποσότητας χρήματος που έχει διατεθεί στην Ελλάδα, κρίθηκε πολύ επικίνδυνη – ακόμη και αν υπήρχε η νομική «ευχέρεια» εφαρμογής της.
Οι καταθέτες θα προσπαθούσαν να πάρουν όλα τους τα χρήματα από τις τράπεζες όταν άνοιγαν ξανά, έστω σε δραχμές,προβλέποντας πως η αρχική υποτίμηση της τάξης του 30-50% θα ξεπερνούσε σύντομα το 80% – με καταστροφικά αποτελέσματα για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Εκτός αυτού, δεν θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν όλες οι ποσότητες των ευρωχαρτονομισμάτων, αφού εκείνοι οι Έλληνες, οι οποίοι διατηρούν μετρητά εκτός τραπεζών (στα σπίτια τους), δεν θα ήταν πρόθυμοι να τα επιστρέψουν, παρά τη νομική τους υποχρέωση (θα τα παρακρατούσαν δηλαδή παράνομα και λαθραία). Επομένως, θα δεσμευόταν οι καταθέσεις σε ευρώ της ΤτΕ στην ΕΚΤ, οπότε η Ελλάδα θα χρεωνόταν ακόμη περισσότερο.
Πρόβλημα θα ήταν επίσης και η ισοτιμία μεταξύ δραχμής και ευρώ, η οποία θα καθοριζόταν ελεύθερα από την κυβέρνηση –ειδικά όσον αφορά τα χρέη των ιδιωτών προς τις τράπεζες, αφού θα έπρεπε να εξοφλούνται με δραχμές, σε κάποια σταθερή ισοτιμία με το ευρώ. Η απόφαση του καθορισμού της ισοτιμίας, παρά το ότι θα ήταν στην ελεύθερη επιλογή της κυβέρνησης (όπως και η έξοδος της χώρας από την Ευρωζώνη, μετά από διαπραγματεύσεις που θα προϋπέθεταν μεγάλη διαγραφή χρεών), θα έπρεπε επίσης να προβλέψει το ύψος του μελλοντικού πληθωρισμού, όπως και πολλά άλλα – κάτι εξαιρετικά δύσκολο στην εφαρμογή του.
Τέλος, υπήρχε φυσικά ο φόβος της απότομης λαϊκής εξέγερσης, επειδή όταν απειλείται η ατομική ιδιοκτησία, ολόκληρος ο πληθυσμός (τόσο περισσότερο προσκολλημένος στα περιουσιακά αγαθά του, όσο πιο λίγα κατέχει) βγαίνει μαζικά στους δρόμους, καταστρέφοντας ότι βρεθεί μπροστά του – ειδικά τους χώρους που «κατοικούνται» από την πολιτική εξουσία. Έτσι λοιπόν η κυβέρνηση προτίμησε τελικά το δρόμο της στάσης πληρωμών, παραμένοντας εντός της ζώνης του Ευρώ – ενώ παράλληλα με τις τράπεζες, κλείνει για λίγο χρονικό διάστημα και το χρηματιστήριο.
Λίγο πριν από την επίσημη ανακοίνωση της στάσης πληρωμών τώρα, το Κοινοβούλιο «περιχαρακώνεται» από το στρατό,για την προστασία των βουλευτών, χωρίς ευτυχώς να μεσολαβήσει κάποιο πραξικόπημα, ενώ μεγάλες αστυνομικές δυνάμεις τοποθετούνται στα σπίτια πολιτικών και δημοσιογράφων, καθώς επίσης σε όλα τα κέντρα εξουσίας (Δικαστήρια, ΜΜΕ κλπ.), με αποστολή την προστασία τους από την οργή του πλήθους.
Τέλος, ο πρωθυπουργός εξαγγέλλει τηλεοπτικά τις οδυνηρές αποφάσεις του, από κάποια χώρα του εξωτερικού – στην οποία έχει καταφύγει αφενός μεν για να προστατευτεί, αφετέρου για να διαπραγματευθεί με τη διεθνή κοινότητα το μέλλον της χώρας του. Έντρομοι οι ελάχιστοι διορατικοί ηγέτες προσπαθούν να τον αποτρέψουν, έστω και την τελευταία στιγμή, προβλέποντας το μέγεθος της παγκόσμιας καταστροφής. Δυστυχώς η Γερμανίδα καγκελάριος, συνεπικουρούμενη από την Ολλανδία, τη Φιλανδία και την Αυστρία, αδυνατεί να κατανοήσει την κρισιμότητα της κατάστασης – επιμένοντας στη στείρα άρνηση της.
Το διάγγελμα του πρωθυπουργού ολοκληρώνεται, η οικονομική ζωή της Ελλάδας απονεκρώνεται, τα δημόσια έσοδα μηδενίζονται, οι κάτοικοι μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους, σε συνθήκες σοκ και ανεξέλεγκτου πανικού, οπότε ολόκληρο το σύστημα καταρρέει. Ευτυχώς η Ελλάδα, ακόμη μία φορά τυχερή, δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα στα σύνορα της και οι Πολίτες της δεν εισβάλουν στα καταστήματα, κατά το πρόσφατο παράδειγμα των Βρετανών, με στόχο τη λεηλασία τους ή την πρόκληση ζημιών.
Επίσης ευτυχώς, η κυβέρνηση δεν έχει προβεί σε αθρόες αποκρατικοποιήσεις, σε τιμές εξευτελιστικές, επιτρέποντας τη λεηλασία της χώρας από τους ξένους εισβολείς – λόγω καθυστερήσεων, οι οποίες οφείλονται αφενός μεν στην αντίδραση των συνδικάτων, αφετέρου στον κρατικό μηχανισμό, ο οποίος αντιστέκεται σθεναρά, με τη «χρήση» της λευκής απεργίας (καταστροφικές ενέργειες σε αναπτυξιακές οικονομικές συνθήκες, αλλά εξαιρετικά ωφέλιμες σε εθνικά κρίσιμες περιόδους).
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΗΜΕΡΑ
Σε γενικές γραμμές, η κατάσταση μοιάζει με μία «κατσαρόλα», η οποία έβραζε με κλειστό το καπάκι της, για δύο σχεδόν χρόνια.Ο συγκεντρωμένος ατμός, με το που ανοίγει μία μικρή ρωγμή στο καπάκι, τινάζεται ορμητικός προς τα έξω, καταστρέφοντας τα πάντα – ένα συμβάν που δεν είναι καθόλου λογικό να προκαλείται.
Στις χρηματοπιστωτικές αγορές ολόκληρου του πλανήτη, μετά την ανακοίνωση της στάσης πληρωμών της Ελλάδας, επικρατεί το απόλυτο χάος. Η ενδεχόμενη «διαγραφή» πιστώσεων που ξεπερνούν τα 500 δις € (εξωτερικό χρέος ιδιωτικού και δημόσιου τομέα), στις σύγχρονες καπιταλιστικές συνθήκες μόχλευσης και δανεισμού, είναι ένα «συμβάν» (credit event)που είναι αδύνατον να το αφομοιώσει το σύστημα – όσο και αν πολλοί ισχυρίζονται σκόπιμα το αντίθετο. Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί είναι επιβοηθητικός στην κατανόηση του μεγέθους του προβλήματος:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εικόνα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, σε τρις $ το 2010
Δείκτες | Ποσά | Ποσοστό επί ΑΕΠ |
Παγκόσμιο ΑΕΠ | 63,00 | 100% |
Διακινούμενος όγκος μετοχών και ομολόγων | 87,00 | 138% |
Εξωχρηματιστηριακά παράγωγα | 601,00 | 954% |
Όγκος διαπραγματεύσεων συναλλαγμάτων | 955,00 | 1.515% |
Πηγή: IMF, BIS
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σύμφωνα με τον Πίνακα Ι, ο όγκος όλων των μετοχών και των ομολόγων που διαπραγματεύονται διεθνώς, είναι το 138% του παγκοσμίου ΑΕΠ – ενώ τα «μοχλευμένα» παράγωγα είναι σχεδόν δεκαπλάσια του παγκοσμίου ΑΕΠ. Εάν δε σε αυτά τα μεγέθη προσθέσουμε όλα τα υπόλοιπα «στοιχήματα» ή όπλα μαζικής καταστροφής του σύγχρονου καπιταλισμού-καζίνο, όπως τα CDS, καθώς επίσης τη «μόχλευση» των τραπεζών, οι οποίες επιτρέπεται να δανείζουν ακόμη και το 50πλάσιο των καταθέσεων τους, τότε θα καταλήξουμε σε μεγέθη που είναι μάλλον αδύνατον να ελεγχθούν.
Επανερχόμενοι στο υποθετικό μας σενάριο, όταν η Ελλάδα δηλώνει στάση πληρωμών, θέτοντας σε κίνδυνο πιστώσεις που ξεπερνούν ονομαστικά τα 500 δις €, ουσιαστικά δημιουργεί ένα κενό στο σύστημα, το οποίο πιθανόν υπερβαίνει τα 5 τρις € – ένα μέγεθος ίσο με το διπλάσιο του ετήσιου γερμανικού ΑΕΠ ή με το 10% του παγκόσμιου (απέναντι στο ποσό αυτό, η χρεοκοπία της Lehmann Brothers θα μπορούσε προφανώς να χαρακτηρισθεί αμελητέα).
Η «δήλωση» λοιπόν της Ελλάδας ανοίγει τους ασκούς του Αιόλου, αφού αναγκάζει στη συνέχεια πολλές άλλες τράπεζες να χρεοκοπήσουν – αρχικά σε όλη την Ευρωζώνη, παρά την κρυφή προετοιμασία των Γερμανών (Plan B), για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Οι τράπεζες αυτές παρασύρουν μαζί τους και άλλες τράπεζες, καθώς επίσης επενδυτικές εταιρείες, επιχειρήσεις, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικά κλπ. Η ύφεση μαίνεται παγκοσμίως και η ΕΚΤ, έχοντας η ίδια μεγάλα προβλήματα, αδυνατεί να ανταπεξέλθει με την καταιγίδα – οπότε η αλυσιδωτή αντίδραση παίρνει το δρόμο της, βυθίζοντας ολόκληρο τον πλανήτη σε μία κρίση άνευ προηγουμένου (η διατραπεζική αγορά νεκρώνει, κανείς δεν εμπιστεύεται κανέναν, τα χρήματα χάνουν την αξία τους, οι μετοχές καταρρέουν, οι εξαγωγές σταματούν, οι εισαγωγές επίσης κλπ.).
Μάταια τώρα προσπαθεί η ΕΚΤ να ελέγξει την κατάσταση, από κοινού με τη Fed, με την Τράπεζα της Αγγλίας, με την Τράπεζα της Ιαπωνίας, με την Τράπεζα των Τραπεζών κλπ. – αφού η ευαίσθητη δομή του χρηματοπιστωτικού συστήματος καταστρέφεται, όταν παύει να υπάρχει εμπιστοσύνη. Παράλληλα η Γερμανία κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει – υποσχόμενη ποσά που ξεπερνούν κατά δεκάδες φορές το δάνειο που κάποτε αρνήθηκε στην Ελλάδα, πριν ακόμη εισβάλλει το ΔΝΤ. Δυστυχώς χωρίς αποτέλεσμα, αφού στις αγορές η ποσότητα των χρημάτων που απαιτούνται για την εξυγίανση ενός κράτους (ή μίας επιχείρησης), είναι ανάλογη με την επιλογή της σωστής χρονικής στιγμής (timing) – η οποία έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Από την άλλη πλευρά, χιλιάδες Ιταλοί καταθέτες (η Ιταλία είναι η πιο επικίνδυνη χώρα της Ευρωζώνης, λόγω χρέους και μεγέθους – κίνδυνος για το οποίο δεν μπορεί να προετοιμαστεί η Γερμανία, όσο και αν το θέλει), εισβάλουν μαζικά στις τράπεζες τους - με στόχο να προστατεύσουν τα χρήματα τους από τυχόν, ανάλογη με την Ελλάδα, κατάληξη της χώρας τους. Παράλληλα, όλοι σχεδόν οι Ιταλοί πουλούν τις μετοχές τους, γνωρίζοντας ότι οι τιμές τους θα εκμηδενισθούν. Το ίδιο συμβαίνει και στην Πορτογαλία, στο Βέλγιο, στην Ιρλανδία στην Ισπανία, στις Η.Π.Α., στη Γερμανία και αλλού, οι κυβερνήσεις των οποίωναναγκάζονται να σταματήσουν τη λειτουργία τόσο των τραπεζών, όσο και των χρηματιστηρίων τους – ολοκληρώνοντας τον απόλυτο πανικό.
Ελάχιστο χρονικό διάστημα αργότερα, αφού οι ειδήσεις κυκλοφορούν πλέον αστραπιαία με τη βοήθεια του διαδικτύου, η μία χώρα μετά την άλλη αντιμετωπίζουν εάν όχι χειρότερα, τουλάχιστον τα ίδια προβλήματα με την Ελλάδα – ακόμη και οι υπερδυνάμεις. Οι μετοχές καταρρέουν, οι τιμές των πρώτων υλών επίσης (πετρέλαιο κλπ.), τα νομίσματα παραπαίουν, ενώ τα πολύτιμα μέταλλα, ειδικά ο χρυσός και το ασήμι, «απογειώνονται» – κυρίως λόγω της δυνατότητας τους να χρησιμοποιούνται σαν ανταλλακτικά μέσα, στη θέση των χαρτονομισμάτων. Φυσικά αυξάνουν γεωμετρικά και οι τιμές των τροφίμων, μεταξύ άλλων σαν επακόλουθο του υπερπληθωρισμού.
Τέλος χιλιάδες άνεργοι, ιδίως νέοι, μεταναστεύουν στο εξωτερικό, τα σύνορα μένουν ακάλυπτα, η λαθρομετανάστευση ξεπερνάει κάθε προηγούμενο, ενώ στις πλούσιες χώρες της Ευρώπης, ειδικά στη Γερμανία, εισβάλλει ένα πλήθος πεινασμένων κάθε φυλής, το οποίο έχει περάσει μέσα από τη χώρα μας, την Ιταλία και την Ισπανία, αναζητώντας νέα πατρίδα. Η κατάσταση ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, ενώ μάταια προσπαθεί η «πολιτισμένη» Ευρώπη να αναχαιτίσει την τρομακτική απειλή.
Η ΗΜΕΡΑ ΜΕΤΑ
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ο λαός συνέρχεται από το πρώτο σοκ, ξεπερνάει τους φόβους του (αφού δεν έχει πλέον να χάσει τίποτα) και βγαίνει οργισμένος στους δρόμους – επαναστατώντας και επιθυμώντας με μανία να τιμωρήσει τους ενόχους. Το ίδιο συμβαίνει λίγο αργότερα και στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στη Γαλλία «προληπτικά», στη Γερμανία, στη Μ. Βρετανία, στις Η.Π.Α., καθώς επίσης σε πολλές άλλες χώρες του πλανήτη – με αποτέλεσμα να εκδιώκονται όλα τα κόμματα και οι σαθρές, ανίκανες ή διεφθαρμένες πολιτικές ηγεσίες του παρελθόντος.
Το απόλυτο χάος, σε συνδυασμό με την αναρχία, είναι πλέον γεγονός, ενώ το θέμα της διάλυσης της Ευρωζώνης ένα εντελώς «δευτερεύον» ζήτημα - δηλαδή, καθόλου σημαντικό για το μέλλον της Ευρώπης ή του πλανήτη, ο οποίος φαίνεται να απειλείται με την επιστροφή στο παρελθόν, σαν αποτέλεσμα της πρώτης αυτής «λαϊκής» εξέγερσης, σε παγκόσμια κλίμακα.
Στη συνέχεια όμως οι Έλληνες, αφού έχουν πλέον εκτονωθεί καταστρέφοντας και τιμωρώντας, συνειδητοποιούν ότι δεν έφτασε το τέλος του κόσμου. Άλλωστε και η αχάριστη Γερμανία, ενθυμούνται, διαθέτοντας μία πραγματικά χαρισματική ηγεσία, είχε αναδιαρθρώσει τα χρέη της το 1953, παρά το ότι αποτελούσαν μόλις το 40% του ΑΕΠ της – με τη διαγραφή μεγάλου μέρους τους, καθώς επίσης με μακροπρόθεσμες δόσεις αποπληρωμής για το υπόλοιπο, οι οποίες δεν ξεπερνούσαν το 4% των «ελλειμματικών» τότε εξαγωγών της (η ουσιαστική αιτιολογία του δήθεν γερμανικού θαύματος, σε συνδυασμό με το σχέδιο Marshall που «δώρισαν» στη χώρα οι Η.Π.Α., λόγω της σπουδαιότητας της για τον ψυχρό πόλεμο). Έτσι λοιπόν οι Έλληνες, μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα, εκλέγουν μία εντελώς νέα πολιτική ηγεσία, επιλέγοντας ένα πολίτευμαπου επιτρέπει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στη διαχείριση του κράτους (Άμεση Δημοκρατία).
Παράλληλα, ηρεμούν και αποφασίζουν να καταναλώνουν μόνο όσα παράγουν – επειδή δεν μπορούν πλέον να χρηματοδοτούν ένα ελλειμματικό ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, εφόσον δεν τους δανείζει κανείς. Αρχίζουν λοιπόν να επενδύουν, να εργάζονται εντατικά και να παράγουν, αξιοποιώντας σωστά τον τεράστιο πλούτο της χώρας τους (Ναυτιλία, Τουρισμός, Γεωργία).
Από την άλλη πλευρά, το δημόσιο υποχρεώνεται να ξοδεύει όσα εισπράττει και τίποτα περισσότερο, αφού επίσης δεν το δανείζει κανείς – οπότε παύουν να υπάρχουν ελλείμματα (ζημίες) στους ετήσιους προϋπολογισμούς του. Ταυτόχρονα, σταματάει εντελώς η διαπλοκή και η διαφθορά, από τον φόβο της επανάληψης της τιμωρίας εκ μέρους των Πολιτών – οι οποίοι πλέονσυμμετέχουν ενεργά στη διαχείριση του κράτους τους, ψηφίζοντας με ανιδιοτέλεια.
Ανάλογα αντιδρούν και οι Πολίτες όλων των άλλων χωρών, με αποτέλεσμα να επανέρχεται η λογική και η ηρεμία στον κόσμο – ενώ το βιοτικό επίπεδο κάθε χώρας ισορροπεί με την απόδοση της πραγματικής οικονομίας της.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Λίγο αργότερα, ο πρώτος παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος φτάνει στο τέλος του, χωρίς ευτυχώς να εξελιχθεί σε στρατιωτικό – αφού η ανθρωπότητα έχει πλέον ωριμάσει. Ειδικά η ΕΕ, κατανοώντας τους πολλαπλούς μελλοντικούς κινδύνους, στους οποίους είναι εκτεθειμένη (στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στην Ευρώπη έμενε το 25% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ σύντομα η «συμμετοχή» της θα μειωθεί κάτω από το 5%), τοποθετεί την δημιουργία τωνΗνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης σε πρώτη προτεραιότητα, αφήνοντας κατά μέρος τους εθνικιστικούς εγωισμούς – υποχρεώνοντας τη Γερμανία να επιλέξει μεταξύ της ισότιμης συμμετοχής ή του εξοστρακισμού της.
Η Γερμανία συμμετέχει ισότιμα, συμφωνώντας παράλληλα για την εξόφληση των αποζημιώσεων που οφείλει στην Ελλάδα, καθώς επίσης για την «προοδευτική φορολόγηση» των κρατών, με στόχο την αναδιανομή των πλεονασμάτων-ελλειμμάτων εντός Ευρωζώνης – αφού γνωρίζει πολύ καλά το βαρύ τίμημα της απομόνωσης (από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο). Όλοι οι υπεύθυνοι της κρίσης τιμωρούνται και το χρηματοπιστωτικό σύστημα αναδιαρθρώνεται εξ ολοκλήρου.
Η μόχλευση απαγορεύεται, τα παράγωγα επίσης, οι τράπεζες υποχρεώνονται να δανείζουν μόνο τις καταθέσεις τους, κάποιες κλείνουν ή κρατικοποιούνται, διαχωρίζονται σε εμπορικές-επενδυτικές (Glass-Steagall), φορολογούνται ισότιμα και τα πολύ μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (too big to fail) τεμαχίζονται. Περαιτέρω, η φοροαποφυγή των πολυεθνικών «διώκεται» (καταργούνται οι off shore εταιρείες, ελέγχεται η υπερτιμολόγηση κλπ.), οι συναλλαγματικές μάχες σταματούν με τη συνδρομή ενός καινούργιου «Bretton Woods» βασισμένου σε ένα καλάθι νομισμάτων με τη συμμετοχή του χρυσού, το ΔΝΤ επαναπροσδιορίζεται, η Παγκόσμια Τράπεζα επίσης και τα τοκογλυφικά χρέη «αναδιαρθρώνονται».
Ειδικότερα, τα χρέη των κρατών προσαρμόζονται στις δυνατότητες αποπληρωμής τους (στην Ελλάδα διαγράφεται το 70% των οφειλών, αφού το δημόσιο χρέος της θα έχει ενδιάμεσα ξεπεράσει τα 450 δις €, λόγω του κόστους της στάσης πληρωμών), ενώ ανάλογα ρυθμίζονται και τα χρέη των πολιτών.
Τέλος, η δημιουργία θέσεων εργασίας αποτελεί διεθνή προτεραιότητα, παράλληλα με το Κράτος Δικαίου, ενώ η ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση αναθεωρείται. Ταυτόχρονα, η Πολιτική αναλαμβάνει ξανά τα ηνία, στηριζόμενη σε εντελώς διαφορετικές βάσεις και σε ένα νέο πολίτευμα – το οποίο επιτρέπει την ενεργό συμμετοχή των Πολιτών.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 11. Σεπτεμβρίου 2011
Category: Άρθρα για την οικονομία
Στην εισαγωγή αναφέρεται:
έχει ενδιαφέρον το (ρεαλιστικότατο) αυτό σενάριο. Υπάρχει και ένα, εντελώς ουτοπικό, (μετα)κεϊνσιανό happy end. Και αυτό έχει το ενδιαφέρον του: ακόμα και οι απολογητές του συστήματος χρειάζονται την ουτοπία τους…
Όμως, ακόμα πιο ουτοπικό είναι το happy end αυτών που θεωρούν ότι θα ανατρέψουν το σύστημα με την έξοδο της χώρας από το ευρώ και την Ε.Ε. αναζητώντας περήφανους εθνικούς δρόμους. Έχετε ακούσει τον Π. Λαφαζάνη και όχι μόνο να εκθειάζει αυτές τις πολιτικές λύσεις που ήδη εδώ και και καιρό υποδεικνύει η ακροδεξιά στην Ε.Ε. αλλά και πρόσφατα αποκτούν όλο και περισσότερα ερείσματα και από άλλες πολιτικές δυνάμεις.
Αν λοιπόν το (μετα)κεϊνσιανό happy end προβλέπει ότι:
Αν είναι λίγο αργότερα, ο πρώτος παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος φτάνει στο τέλος του, χωρίς ευτυχώς να εξελιχθεί σε στρατιωτικό – αφού η ανθρωπότητα έχει πλέον ωριμάσει. , στο «εθνικοπατριωτικό» happy end ο πόλεμος αποφεύγεται να αναφερθεί, αλλά είναι η πιο πιθανή εκδοχή.
Μακάρι να μην βρεθούμε στην θέση να δούμε την ψευτουπερηφάνεια των «εθνικοπατριωτών» μας να συντρίβεται όταν θα κάνουν περιπολίες πάνω από την Αθήνα τα αεροπλάνα του Ερτογάν…
Είναι και αυτό ένα από τα πιθανά σενάρια εξέλιξης,αν και με λίγες πιθανότητες εφαρμογής.Πιστεύει κανείς ότι η ελληνική και ευρωπαϊκή αστική τάξη θα εγκαταλείψει αμαχητί τα προνόμιά της και αλτρουιστικά σκεπτόμενη θα υιοθετήσει ένα διαφορετικό οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο;Και θα «μας χαρίσει» ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης το οποίο θα επιτρέπει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών;Ένα κλικ πριν από μια δημοκρατία εργατικών και λαϊκών συμβουλίων;
Πιό πιθανό θεωρώ π.χ. ένα σενάριο περιφερειακών πολέμων με στόχο την αναδιανομή αγορών-πρώτων υλών,την εκτόνωση-χειραγώγηση της λαϊκής οργής και την καταστροφή πάγιων-εγκατεστημένων κεφαλαίων που θα έδινε τεχνητές αναπνοές στο καπιταλιστικό σύστημα.
Από τον επίλογο του κειμένου απουσιάζει η κοινωνική τάξη που θα εφαρμόσει τα θετικά μέτρα,όπως και η μέθοδος που θα αφαιρέσει την εξουσία από το αστικό μπλοκ.Επανάσταση; Εκλογές; Κάτι άλλο;
Πάντως το κείμενο αξίζει γιατί τουλάχιστον μας προετοιμάζει για τα χειρότερα που έπονται τα επόμενα 2(;) χρόνια..
Υποθετικό σενάριο μαλακου ευρώ ελλάδας.
Κυκλοφορεί το πρώτο μαλακο ευρώ σε χώρα της ΟΝΕ.
Η χώρα δεν δηλώνει πτώχευση. Η χώρα λειτουργεί όπως πρίν συντηρώντας το ολικό έλειμα με νέα μνημόνια. Τό χρέος συνεχίζει να αυξάνεται σε ευρώ και δολάρια. Το ξεπούλημα ολοκληρώνεται. Οι συναλαγές γίνονται όλες σε μαλακό ευρώ. Το μαλακό ευρώ συνεχίζει να αποπληθωρίζεται. Μετά απο χρόνια η ελλάδα είναι μια ανταγωνιστική οικονομία. Με μισθούς Κίνας, ενας φτηνός τουριστικός παράδεισος, με πρωτογεννές πλεόνασμα, … Ο κύκλος αυτός υπολογίζεται σε 30 χρόνια. Τόσο θα χρειαστεί και η μεταφορά της εξουσίας σε αυτό που αποκαλείται ευρώπη. Εμείς τι κάνουμε μέχρι τότε. Οτι κάνει ο καθένας στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Προσπαθεί να δουλέψει, να μορφωθεί, να δεί στην τηλεόραση την επανάσταση κάποιων άλλων …
Συγνώμη που το σενάριο είναι τόσο φιλελεύθερο και δεν έχει καθόλου αμεσοδημοκρατία για να είναι in.
Το πρώτο φετιχ του νεοέλληνα είναι το ευρώ. Το δεύτερο είναι να παραχωρεί την εξουσία (οικονομική, πολιτική, …) σε κάτι όσο το δυνατον μακρύτερα (Ε.Ε.).
Ετσι τώρα όλοι αισθάνονται ευρωπαίοι (δλδ Εθνικιστές) και μικροαστοί (δλδ την βγαζουμε και φέτος σαν καταναλωτές).
Αλλα όποιος βάζει άλλες ιδέες εκτός από τις κεινσιανικές των μεσοπροθέσμων ( το κράτος ειναι τώρα η ΕΕ ), θεωρείται «πατριώτης».
Ας περιμένουμε λοιπόν πότε θα ξεσηκωθεί ο ευρωπαίος εργάτης.
Αυτό περίμενε και ο Κύρκος (μπλιάχ) και δεν κατάλαβε ο,τι υπήρχε «ελληνικός καπιταλισμός» μέχρι που έγινε κομμάτι του.
Νομίζω ότι αυτό το σενάριο χωρίς καθόλου χάπι έντ περιγράφεται σε ένα κείμενο που αλίευσα από το δίκτυο ειδικά στο σημείο που μιλάει για την καταστολή. Βάζω εδώ το σχετικό κομμάτι
Too big to fail is also too big to move on:
η κρίση αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου και η προσπάθεια επιβολής της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης
Η τρέχουσα κρίση εμφανίστηκε αρχικά ως αδυναμία αποπληρωμής στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ, δηλαδή ως σχετική αδυναμία αναπαραγωγής του προλεταριάτου στην πρωτεύουσα του παγκόσμιου καπιταλισμού, αποκαλύπτοντας με τον πιο άμεσο τρόπο ότι το μοντέλο συσσώρευσης έφτασε στα όρια του. Η εξέλιξη της αντίφασης της αναδιαρθρωμένης εκμεταλλευτικής σχέσης οδήγησε σε μια πολύ σημαντική μεταβολή. Το κεφάλαιο, μέσα από τη συνεχή του κινητικότητα και την προσπάθεια βελτιστοποίησης της διαδικασίας άντλησης υπεραξίας, με πολύπλοκες μετρήσεις και μαθηματικά μοντέλα, προσπαθεί εναγωνίως να αποφεύγει, όσο είναι δυνατό, να διαπραγματεύεται με το προλεταριάτο για την τιμή της εργατικής δύναμης. Η εργατική δύναμη κοστολογείται πλέον μόνο ως έξοδο και δε λαμβάνεται υπόψη ως παράγοντας ανάπτυξης του κεφαλαίου, μέσω, για παράδειγμα, της διεύρυνσης της αγοράς. Στον ολοένα και πιο διεθνοποιημένο καπιταλισμό, το κάθε εθνικό ή περιφερειακό προλεταριάτο τείνει να αντιμετωπίζεται με αφηρημένο τρόπο, σαν μέρος του συνολικού παγκόσμιου προλεταριάτου, απολύτως εναλλάξιμο με οποιοδήποτε άλλο μέρος του. Το κεφάλαιο τείνει να συμπιέζει την τιμή της εργατικής δύναμης, τάση η οποία οδηγεί αντικειμενικά, αν και όχι άμεσα, στην ομογενοποίηση της τιμής αυτής διεθνώς. Η παραγωγικότητα τείνει να αποσυνδεθεί πλήρως από το μισθό και η αξιοποίηση του κεφαλαίου τείνει να αποσυνδεθεί από την αναπαραγωγή του προλεταριάτου, ενώ μέσω της εμβάθυνσης της πραγματικής υπαγωγής το κεφάλαιο τείνει να γίνει ο μοναδικός ορίζοντας αυτής της αναπαραγωγής. Από αυτή την αντίφαση παράγεται η αναγκαιότητα της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης για το κεφάλαιο και το όριο των σύγχρονων ταξικών αγώνων.
Ταυτόχρονα, η γενική τάση είναι η σχετική μείωση των θέσεων εργασίας ακόμη και στους τομείς των υπηρεσιών και της πραγματοποίησης της αξίας και η αναπαραγωγή του επισφαλούς/άνεργου προλεταριάτου αφήνεται υπό το βάρος της κρίσης χρέους ολοένα και περισσότερο στην καταστολή. Η ύπαρξη του προλεταριάτου αντιμετωπίζεται ως αναγκαίο κακό. Καθώς το κεφάλαιο όμως είναι αξία σε κίνηση και αναπαράγεται διευρυμένα μέσω της υπεραξίας που μπορεί να αντληθεί μόνο από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, η τάση αυτή είναι ένα αδιέξοδο που σήμερα ορίζεται ως προλεταριακός υπερπληθυσμός σε πλανητικό επίπεδο. Υπολογίζεται ότι περίπου 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι σήμερα δεν είναι δυνατό να αξιοποιηθούν αποδοτικά από το κεφάλαιο. Αυτή η κατάσταση δεν είναι συγκυριακή, το προλεταριάτο ως πόλος της αντιφατικής σχέσης του κεφαλαίου έχει την παράδοξη ιδιότητα πάντα να χρειάζεται και πάντα να περισσεύει, ακριβώς επειδή το προλεταριάτο υπάγεται ως εργατική δύναμη στο κεφάλαιο και ακολουθεί την πορεία της συσσώρευσης του. Η συσσώρευση του κεφαλαίου επιβάλλει τη δυναμική της αύξησης του πληθυσμού (που θα είναι διαθέσιμος ως εργατική δύναμη) αλλά η ίδια η εξέλιξη της συσσώρευσης προς την κρίση οδηγεί στη μετατροπή ενός μέρους αυτού του πληθυσμού σε υπερπληθυσμό από τη σκοπιά του κεφαλαίου[18]. Στις προηγούμενες ιστορικές περιόδους η αναπαραγωγή του κεφαλαίου γινόταν περισσότερο ελεγχόμενα σε τοπικό επίπεδο από τη μορφή έθνος-κράτος. Με τη διαμεσολάβηση αυτής της πολιτικής μορφής επιλύθηκαν προσωρινά οι σημαντικές κρίσεις και ηττήθηκαν οι ιστορικές προλεταριακές επαναστάσεις. Σήμερα η αναδιάρθρωση, μέσα από τη βασική διάσταση της παγκοσμιοποίησης της just in time παραγωγής, έχει οδηγήσει στην έκρηξη της αντίφασης που από τη σκοπιά του κεφαλαίου λέγεται υπερπληθυσμός της γης[19] και έχει οδηγήσει το κεφάλαιο στην υιοθέτηση της κατασταλτικής διαχείρισης αυτής της αναγκαίας αλλά και επικίνδυνης για τη συσσώρευση του εξέλιξης.
Η οικονομική κρίση ορίζει το σημείο στο οποίο το μοντέλο που βασίστηκε στην αναδιάρθρωση και την επιταχυνόμενη περαιτέρω διεθνοποίηση φτάνουν στα όρια τους. Και οι δύο πυλώνες της αναδιάρθρωσης σε δύση και ανατολή που στήριξαν την ανάκαμψη του ποσοστού κέρδους παρήγαγαν την κατάρρευση του. Στο τέλος της περιόδου που διανύουμε το κεφάλαιο απαντάει με την αναγκαστική προσπάθεια επιβολής της νέας φάσης της αναδιάρθρωσης βασιζόμενο, αναγκαστικά, στους ίδιους πυλώνες. Αφενός, επεκτείνει την εργασιακή ανασφάλεια και στους εργαζόμενους που έχουν απομείνει με συμβάσεις αορίστου χρόνου (ακόμη και στους «δημόσιους» υπαλλήλους του κάθε κράτους) και εμβαθύνει τον έλεγχο της κατανάλωσης σταθερού κεφαλαίου. Αφετέρου συνεχίζει την προσπάθεια της διεθνοποίησης, της μέγιστης δυνατής εκμετάλλευσης πληθυσμών και πόρων σε κάθε σημείο του πλανήτη.
Σ’ αυτό το σημείο καμπής στο οποίο αναδείχθηκε η αδυναμία επαρκούς για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου εκμετάλλευσης, υπό το βάρος των διάσπαρτων αλλά εντεινόμενων κοινωνικών αναταραχών, σε πολλές χώρες, τέθηκε, στο εσωτερικό του καπιταλιστικού στρατοπέδου σε ένα οριακό-περιθωριακό επίπεδο, το ζήτημα της αλλαγής πορείας και της εγκατάλειψης του «νεοφιλελεύθερου μοντέλου συσσώρευσης». Ακόμη όμως και η αδυναμία έκφρασης μιας συμπαγούς θέσης από τις φράξιες του κεφαλαίου που έθεσαν το ζήτημα αυτό κάνει εμφανές ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση, τουλάχιστον υπό τη μορφή «στρατηγικής αλλαγής μοντέλου». Η διόγκωση του παγκόσμιου χρέους από τη μία πλευρά[20] και η απελευθέρωση τεράστιων ροών κεφαλαίου από την άλλη είναι οι πολύ ισχυροί παράγοντες που στρέφουν το παγκόσμιο κεφάλαιο προς τη συνέχιση της αναδιάρθρωσης που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970 με μεγαλύτερη ένταση πλέον.
Η σημερινή κρίση χρέους, η οποία έχει το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι εξελίσσεται σε ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη και τείνει να γενικευθεί,[21] δεν προέκυψε ξαφνικά, φέρει μέσα της όλη την ιστορία του σύγχρονου μοντέλου συσσώρευσης και είναι επίσης έκφανση της κρίσης υπερσυσσώρευσης. Η καπιταλιστική ιεραρχία μεταξύ των κρατών όρισε το πλαίσιο στο οποίο τα πιο ισχυρά κράτη προώθησαν τη διεθνοποίηση μέσω των διεθνών οργανισμών που ελέγχουν, στρατηγική η οποία είναι πάντα αντιφατική και στην οποία εκφράζονται και οι συγκρούσεις μεταξύ τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα επιβολής της στρατηγικής των ισχυρών πόλων του κεφαλαίου αποτελεί η «κρίση χρέους των αναπτυσσόμενων κρατών» του 1982-85. Από τότε μέχρι σήμερα υπάρχει μια χρονο-γεωγραφική εξέλιξη του συσσωρευμένου χρέους, μια επιταχυνόμενη διόγκωση του και υπερχείλιση του από την περιφέρεια προς το κέντρο. Η διαδικασία αυτή συνδέεται με την εντατικοποίηση της διεθνοποίησης του κεφαλαίου και την ενδυνάμωση των υπερεθνικών καπιταλιστικών οργανισμών, δηλαδή τη δημιουργία μιας «διεθνούς των ισχυρών του κεφαλαίου». Η αντίφαση πια εντοπίζεται στο τεραστίων διαστάσεων χρηματιστικό κεφάλαιο, το οποίο μη έχοντας αλλού να στραφεί επιδιώκει να κερδοσκοπήσει απομυζώντας ακόμη και τα «περιουσιακά στοιχεία» των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών[22]. Μέσα σ’αυτό το πλαίσιο, η κρίση σήμερα τείνει να λάβει πλέον τη μορφή γενικευμένης κρίσης δημόσιου χρέους κρατών και ήδη μετατρέπεται σε νομισματική κρίση, θέτοντας ειδικά στην περίπτωση της Ευρώπης σε κίνδυνο στρατηγικές καπιταλιστικές συμμαχίες[23]. Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης από την πλευρά του κεφαλαίου ορίζει την έναρξη μιας νέας επίθεσης της καπιταλιστικής τάξης στο προλεταριάτο. Αν η κρίση επιλυθεί προσωρινά θα οδηγήσει στη δεύτερη φάση αναδιάρθρωσης του σύγχρονου καπιταλισμού (θεωρώντας την πρώτη φάση αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού το διάστημα από το 1973 μέχρι σήμερα).
Στο σημείο αυτό κρίσης του αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού (η έκβαση της οποίας διακυβεύεται στους τρέχοντες ταξικούς αγώνες), επιβεβαιώνεται ρητά το γεγονός ότι το προλεταριάτο περισσεύει και τείνει να αντιμετωπιστεί ως μια δεξαμενή η οποία θα ανακυκλώνεται και θα ανανεώνεται συνεχώς ανάλογα με τις “just in time” ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής. Δύο είναι τα στοιχεία που την ορίζουν: (Α) Η αγορά εργασίας αλλάζει συνεχώς χαρακτηριστικά, ρευστοποιείται όλο και περισσότερο και η εργασία και η ανεργία είναι δύο καταστάσεις στις οποίες θα εναλλάσσονται ολόκληρες κατηγορίες εργατικού δυναμικού για σύντομα χρονικά διαστήματα. (Β) Η νέα μεταφορά κεφαλαίου στη χρηματιστική σφαίρα, δηλαδή η μεταφορά του προβλήματος στο μέλλον. Στις 9 Μαΐου του 2010, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε συνεργασία με το ΔΝΤ πρόσφερε στις ευρωπαϊκές τράπεζες περίπου 1 τρις δολάρια. Η παροχή αυτή γίνεται μόνο με τον όρο της περαιτέρω ρευστοποίησης της αγοράς εργασίας και επανορίζει την κρίση ως νομισματική κρίση (καταρχήν κρίση του ευρώ).
Η εμβάθυνση της κρίσης δεν θα χαλιναγωγήσει το χρηματιστικό κεφάλαιο. Αντίθετα, όλο και περισσότερο κεφάλαιο θα μεταφέρεται στη χρηματιστική σφαίρα, όλο και περισσότερο το κεφάλαιο θα συγκεντρώνεται και σε αυτή την έκφανση του. Όλο και περισσότερη σπέκουλα θα παράγεται από αυτό το γεγονός, δηλαδή όλο και περισσότερο θα παρακάμπτεται τελικά η διαδικασία παραγωγής υπεραξίας για να παράγεται κέρδος και να αποφεύγεται η, αναγκαία σήμερα πλέον, αλλά ιδιαίτερα επώδυνη, απαξίωση του χρηματιστικού κεφαλαίου. Ο κίνδυνος κρίσης του νομισματικού συστήματος, δηλαδή κρίσης της μετρησιμότητας της αξίας που ενέχει αυτή η εξέλιξη, είναι πραγματικός αλλά δεν οφείλεται σε κάτι άλλο από την υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου η οποία είναι υπεύθυνη και για τα προβλήματα πραγματοποίησης της αξίας. Κάθε προσπάθεια να αποδοθεί δομικά ο κίνδυνος αυτός σε προβλήματα πραγματοποίησης της αξίας, ανεξάρτητα από τη διαδικασία παραγωγής της, έχει απολογητικό χαρακτήρα[24].
Η νομισματική κρίση σύντομα πρόκειται να πάρει τη μορφή της κρίσης εθνικής κυριαρχίας των κρατών (η περίπτωση της Ρουμανίας είναι το πρώτο παράδειγμα) και μέσα από αυτή την εξέλιξη διαφαίνεται η τάση αυτονόμησης της «διεθνούς του κεφαλαίου». Το διεθνές αυτό κύκλωμα κυκλοφορίας κεφαλαίου μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει με αυτή τη μορφή όσο τροφοδοτείται από εθνικές ή/και υπο-εθνικές ζώνες των οποίων η αναπαραγωγή θα απαιτεί ολοένα και περισσότερη καταστολή. Η αυτονόμηση της χρηματιστικής λειτουργίας του κεφαλαίου, είναι τόσο προχωρημένη, που έχει επιτευχθεί σχεδόν πλήρης κινητικότητα και ρευστότητα. Η υπέρμετρη επιτυχία της κατάργησης των φραγμών έχει οδηγήσει σε μια εξωφρενική «μόχλευση»: τα ποσά που διακυβεύονται είναι πάρα πολλές φορές μεγαλύτερα από το παγκόσμιο ΑΕΠ. Η υπέρμετρη επιτυχία του χρηματιστικού κέρδους έχει, αφενός, στρέψει τους παραγωγικούς καπιταλιστές στη χρηματιστική κερδοσκοπία και, αφετέρου, έχει προεξοφλήσει/ δεσμεύσει (σύμφωνα με υπολογισμούς) πάνω από μισό αιώνα παραγωγής κέρδους, δηλαδή, σε τελική ανάλυση υπεραξίας. Η υπέρμετρη επιτυχία της χρηματιστικοποίησης έχει μετατρέψει τη χρηματιστική λειτουργία του κεφαλαίου σε κατ’ εξοχήν εκπρόσωπο του κέρδους γενικά, ακόμα και για τις παραγωγικές επιχειρήσεις.
Η διαφαινόμενη επικράτηση, όμως, της παγκοσμιοποιημένης χρηματιστικοποίησης είναι ταυτόχρονα και η αχίλλειος πτέρνα της. Η κατάσταση που δημιουργεί η επικράτηση αυτή δεν είναι καθόλου σταθερή και βασίζεται τελικά, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στην απόσπαση απόλυτης υπεραξίας, η οποία όμως έχει και απόλυτα όρια. Υπάρχει το ενδεχόμενο η κρίση αυτή, ως όξυνση της ταξικής πάλης, να οδηγήσει σε σοβαρές ενδοκαπιταλιστικές αντιπαραθέσεις, οι οποίες ενδεχομένως να οδηγήσουν ακόμη και στην κατάρρευση του διεθνούς εμπορίου και στην επιστροφή σε εθνικές περιχαρακώσεις και εθνικά νομίσματα. Για να πραγματοποιηθεί όμως ένας τόσο σημαντικός και τόσο μεγάλου μεγέθους μετασχηματισμός, είναι αναγκαία η μαζική απαξίωση κεφαλαίου, η εξάλειψη ενός μεγάλου μέρους του χρηματικού (πάντα υπό επένδυση σε κάποιο αόριστο μέλλον στην παραγωγή) κεφαλαίου, το οποίο μέχρι και σήμερα απαιτεί με στρατιωτικο-αστυνομική πειθώ να αποσπά κέρδη ενώ ταυτόχρονα σνομπάρει την πηγή τους: την παραγωγή υπεραξίας. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί αν, όπως φαίνεται αυτή τη στιγμή λογικό, αποφασιζόταν ότι, προκειμένου να χρεοκοπήσει ένα σημαντικό καπιταλιστικό κράτος (π.χ. Βρετανία) με όλες τις συνέπειες που θα είχε κάτι τέτοιο, θα ήταν προτιμότερο να χάσουν τα κεφάλαια τους οι πιστωτές της. Αυτό το ακραίο σενάριο, που περιλαμβάνει ραγδαία απαξίωση κυρίως χρηματιστικού κεφαλαίου, είναι πιθανό να πάψει να είναι ακραίο σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι η διαγραφόμενη εξέλιξη δεν αποκαθιστά τη διαταραγμένη λειτουργία της παραγωγής αξίας, κάτι που σημαίνει ότι από την αντλούμενη υπεραξία δεν προκύπτει επαρκές ποσοστό κέρδους (έστω και μέσω της δυνατότητας που δίνει η χρηματιστικοποίηση να παράγεται κέρδος έμμεσα, παρακάμπτοντας το σκληρό πεδίο της παραγωγής).
Η εμπλοκή, πάντως, του ΔΝΤ στην «προσπάθεια διάσωσης της Ελλάδας από τη χρεοκοπία», που οδήγησε στη δημιουργία ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης στις 9 Μαΐου 2010, ορίζει την έναρξη της εμβάθυνσης της αναδιάρθρωσης στα ευρωπαϊκά κράτη[25], στα οποία έχουν απομείνει περισσότερες «ανελαστικές» ρυθμίσεις της προηγούμενης περιόδου. Η Ελλάδα αποτελεί το πρώτο βήμα της στρατηγικής που το κεφάλαιο ακολουθεί για να επιβάλλει τη δεύτερη φάση της αναδιάρθρωσης. Το γεγονός ότι μια μειοψηφία του επισφαλούς προλεταριάτου εξεγέρθηκε τον Δεκέμβρη του 2008 κάνει το χώρο και το χρόνο εφαρμογής της έναρξης της παγκόσμιας επίθεσης ιδιαίτερα επικίνδυνο. Ο κίνδυνος φάνηκε άμεσα από την προλεταριακή αντίδραση, που κορυφώθηκε (έως τώρα) στη διαδήλωση της 5ης Μαΐου 2010, η οποία αποτέλεσε μια ένδειξη για το ότι η προσπάθεια επιβολής μιας δεύτερης φάσης αναδιάρθρωσης είναι πιθανό να προκαλέσει αντιδράσεις οι οποίες μπορεί να γενικευθούν σε εξέγερση. Παρά τον κίνδυνο όμως, ο μόνος τρόπος, να συνεχίσει το κεφάλαιο την πορεία του και να επιβραδύνει την επερχόμενη αναγκαστική απαξίωση είναι η επιβολή της δεύτερης αυτής φάσης της αναδιάρθρωσης, η οποία προοιωνίζεται πολύ πιο σκληρή από την πρώτη. Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη και η εμβάθυνση της κρίσης, επίσης.
Η κρίση της μισθωτής εργασίας
Κάθε καπιταλιστική κρίση είναι έκφανση μη αποδοτικής λειτουργίας του νόμου της αξίας[26] και κατάσταση που απαιτείται η βίαιη εκ νέου επιβολή του. Η μη αποτελεσματική λειτουργία του νόμου της αξίας σημαίνει μεταξύ άλλων ότι ο τρόπος μέτρησης της αξίας έχει διαστρεβλωθεί. Σήμερα η πραγματικότητα της κρίσης ως κρίσης χρέους, που τείνει να γίνει νομισματική και η κρίση αξιοπιστίας όλων των περίπλοκων μοντέλων μέτρησης και διαχείρισης κινδύνου επενδύσεων, θέτει το ζήτημα της κρίσης μετρησιμότητας της αξίας, δηλαδή, του χρόνου αφηρημένης εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή των προϊόντων. Η σημερινή κρίση είναι υπαρξιακή κρίση της εργασίας, που εκφράζεται καταρχήν ως «κρίση της σύμβασης εργασίας».
Η «κρίση της σύμβασης εργασίας» θα μετατραπεί σε κρίση της εργασίας συνολικά μέσω της τάσης να απονομιμοποιηθούν οι μισθολογικές διεκδικήσεις[27]. Η συνεχής μείωση των μισθών[28] και η γενίκευση της κατάστασης επισφάλειας ορίζει το πεδίο των αναγκαστικά αμυντικών διεκδικήσεων «διατήρησης του μισθού». Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη μείωση του ποσοστού της διαθέσιμης εργατικής δύναμης που αξιοποιείται παγκόσμια ορίζει το περιεχόμενο της κρίσης της εργασίας ως κρίση αναπαραγωγής του προλεταριάτου και συνεπώς ως κρίση αναπαραγωγής της σχέσης κεφάλαιο. Η αναγκαία εργασία για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης γίνεται μικρότερη σαν τμήμα της εργάσιμης ημέρας αλλά η εργατική δύναμη που δεν έχει πρόσβαση στην εργασία αυξάνεται με ρυθμούς που θέτουν σε κίνδυνο τη διατήρηση του επιπέδου του πληθυσμού στα ανεπτυγμένα κράτη ακόμη και με τη στρατηγική του «μοιράσματος της φτώχειας».
Ο τρόπος κατανομής του προλεταριακού υπερπληθυσμού στον πλανήτη αυτή τη στιγμή κάνει ιδιαίτερα δύσκολο το ενδεχόμενο ενός γενικευμένου παγκοσμίου πολέμου μεταξύ κρατών, ο οποίος θα αποτελούσε την καλύτερη μέθοδο της απαιτούμενης ραγδαίας απαξίωσης κεφαλαίου. Οι δύο όψεις της διεθνοποίησης, δηλαδή, το ξεπέρασμα του έθνους-κράτους ως σχετικά αυτόνομης μονάδας αναπαραγωγής των καπιταλιστικών σχέσεων και η συνεχής μετανάστευση προς όλες τις κατευθύνσεις με επακόλουθο τη διάχυση πολλών ειδών κουλτούρας στο μητροπολιτικό περιβάλλον, καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την επιβολή μιας κλασσικής ενδοταξικής αναμέτρησης στο στυλ του πρώτου ή/και του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου του 20ου αιώνα. Η προσπάθεια επιβολής της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης είναι ο πόλεμος που κήρυξε το παγκόσμιο κεφάλαιο στο παγκόσμιο προλεταριάτο ξεκινώντας από την Ευρώπη. Πρόκειται για «πόλεμο με άλλα μέσα», χαμηλότερης έντασης αλλά με καλύτερη δυνατότητα στόχευσης[29].
Ο πόλεμος αυτός με άλλα μέσα πρόκειται να θέσει σε κρίση την ίδια την ύπαρξη της μισθωτής εργασίας ως τρόπο αναπαραγωγής του προλεταριάτου σε παγκόσμιο επίπεδο, φυσικά με διαφορετική έκφανση στα κράτη ανάλογα με τη θέση τους στην παγκόσμια καπιταλιστική ιεραρχία. Η τάση όμως σύγκλισης των συνθηκών του πολέμου, άρα και του αγώνα, είναι πολύ σημαντική. Στους αγρότες του παγκόσμιου νότου που μετατρέπονται σε εποχιακούς επισφαλείς εργάτες για να επιβιώσουν, στους μετανάστες από τις περιοχές που ο πόλεμος ή οι φυσικές καταστροφές έχουν κάνει αβίωτες τις συνθήκες, στους εργάτες των νέων κέντρων συσσώρευσης που βρέθηκαν κατευθείαν στο αναδιαρθρωμένο μοντέλο των εργασιακών σχέσεων, στους νεόπτωχους επισφαλείς εργαζόμενους των πρώην κέντρων συσσώρευσης, στους κατοίκους των παραγκουπόλεων που ζουν χάρη στη μαύρη οικονομία της ανταλλαγής και του «εγκλήματος», σε όλους ο σύγχρονος καπιταλισμός της κρίσης επιφυλάσσει ακόμη μεγαλύτερη επισφάλεια και δυσκολία αναπαραγωγής, επιφυλάσσει αναγκαστικές συγκρούσεις για την ίδια την αναπαραγωγή τους.
Η απαξίωση κεφαλαίου που θα προκύψει αναγκαστικά από αυτή τη διαδικασία, αν ξεπεραστεί προσωρινά η κρίση και δεν μετατραπεί σε εξεγερτική κρίση, θα έχει σημαντικά αποτελέσματα. Θα διευρυνθεί με ταχύτατους ρυθμούς το τμήμα της τάξης που δεν θα έχει καμία πρόσβαση στην εργασία με αποτέλεσμα να πρέπει να βρει τρόπους αναπαραγωγής έξω από την επίσημη οικονομία. Θα είναι πολύ δύσκολο να διατηρηθεί η μικρή εμπορική ιδιοκτησία με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο το ζήτημα του προλεταριακού υπερπληθυσμού. Θα προκύψουν συγχωνεύσεις των εταιρειών εργολαβιών, με αποτέλεσμα ακόμη μεγαλύτερη μείωση των μισθών των εργαζομένων τους, που αποτελούν δείκτη των χαμηλότερων πραγματικών μισθών.
Επίσης, είναι πολύ πιθανή η γενίκευση τάσεων οργάνωσης της ανακύκλωσης της εργατικής δύναμης με μορφές όπως αυτές της ενοικίασης εργαζομένων σε ό,τι αφορά το κομμάτι της εργατικής δύναμης που είναι ελεύθερο με την αστική έννοια του όρου και της εκμετάλλευσης των φυλακισμένων. Η ενοικίαση εργαζομένων, με την τοποθέτηση ενός ενδιάμεσου φορέα διαχείρισης της δεξαμενής της εργατικής δύναμης, θέτει σε αμφισβήτηση τη σύμβαση εργασίας του εργαζόμενου με τον καπιταλιστή που τον εκμεταλλεύεται, δηλαδή, την ίδια την ελευθερία του προλετάριου να πουλάει την εργατική του δύναμη. Αυτή η μορφή είναι σημαντική γιατί, όντας μια θεσμοθετημένη μορφή «μαύρης εργασίας», δείχνει προς την κατεύθυνση του αδιεξόδου της κατάστασης του ελεύθερου εργάτη η οποία αποτελεί και οριακό σημείο της επερχόμενης κρίσης της εργασίας. Η άλλη όψη αυτής της κρίσης είναι η ολοένα και μεγαλύτερη από τα μέσα του 1980 τάση να εκμεταλλεύεται το κράτος και το ιδιωτικό κεφάλαιο την εργασία των φυλακισμένων. Η τάση αυτή εμφανίζεται κυρίως στις ΗΠΑ, όπου το 1,5% του συνολικού πληθυσμού είναι στη φυλακή. Το 2005 ο αμερικανικός στρατός δημοσιοποίησε το σχέδιο μετατροπής στρατιωτικών μονάδων σε στρατόπεδα εργασίας για φυλακισμένους και τα τελευταία χρόνια το αγροτικό κεφάλαιο αντικαθιστά μικρό μέρος της εργατικής δύναμης των μεταναστών με εργατική δύναμη φυλακισμένων. Στις χώρες της Ευρώπης είναι δύσκολο να εφαρμοστεί κάτι τέτοιο ακόμη αλλά ο σχηματισμός στρατοπέδων συγκέντρωσης για τους μετανάστες θα θέσει κάποια στιγμή αναγκαστικά το ζήτημα της κάλυψης του κόστους ύπαρξης των στρατοπέδων αυτών μέσα στην κρίση χρέους που αντιμετωπίζουν τα κράτη. Έτσι κι αλλιώς, οι περιπτώσεις των εργατών γης στη Μανωλάδα Ηλείας το 2008 δείχνουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Αυτές οι διαπιστώσεις και η προβολή τους στο μέλλον δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια προσπάθεια περιγραφής του λογικού αδιεξόδου στο οποίο βρίσκεται η αντίφαση του κεφαλαίου σήμερα. Το λογικό αδιέξοδο δεν σημαίνει ότι υπάρχει μια αναπόδραστη πορεία για το κεφάλαιο προς την κατάρρευση, ούτε υπάρχει κάποιου είδους όριο στη διευρυμένη αναπαραγωγή κάποιας μορφής καπιταλισμού. Μόνο με την κυοφορούμενη επανάσταση στην ταξική πάλη της σύγχρονης περιόδου μπορεί να ξεπεραστεί ο καπιταλισμός.
Η καταστολή ως κοινωνική αναπαραγωγή
Αντιμετωπίζουμε τις όλο και πιο προκλητικές και αλαζονικές συμπεριφορές μιας αστυνομίας μόνιμα οπλισμένης κι έτοιμης να βλάψει, και της οποίας η πανταχού παρουσία στιγματίζει το έδαφος. Αυτή η εμπειρία δεν καταχωρήθηκε σε καμμία στατιστική, είμαστε όμως αμέτρητοι εμείς πάνω στους οποίους την εξασκεί -και ακόμα περισσότεροι για τους οποίους υπάρχει ως απειλή. Αμολώντας σκυλιά πάνω σε μεθυσμένους ξενύχτηδες έξω από κάποια γιορτή στη γειτονιά, ψεκάζοντας με χημικά θαμώνες ενός μπαρ επειδή διαμαρτυρήθηκαν για έναν έλεγχο, πλαστικές σφαίρες στο πρόσωπο μετά από μια ήρεμη διαδήλωση, εκκενώσεις καταλήψεων, χειροπέδες σε 14χρονα κορίτσια επειδή ανέβηκαν στο λεωφορείο χωρίς εισιτήριο, ψάξιμο στις τσάντες για ναρκωτικά με σκυλιά μέσα στα λύκεια, ρίξιμο στο έδαφος με λαβή στο μπράτσο για μια λέξη πιο έντονη απ’ τις άλλες, ξυλοδαρμοί και προσαγωγές οδηγών επειδή κόρναραν σε ασφαλίτικο που έκλεινε το δρόμο, εκφοβισμοί και βιαιοπραγίες κάθε είδους, απ’ τις οποίες οι μπάτσοι βγαίνουν πάντα κερδισμένοι – με αποκορύφωμα τις αποζημιώσεις ατυχημάτων που εισπράττουν μετά από ξυλοδαρμούς πολιτών.
(Απόσπασμα από κείμενο του Alessi Dell’Umbria για την αλληλεγγύη στους συλληφθέντες των ταραχών που ξέσπασαν στο Villiers-le-Bel του Παρισιού το Νοέμβρη του 2007, μετά τη δολοφονία δύο νεαρών από μπάτσους, μτφ: rioter.info).
Η δεύτερη φάση της αναδιάρθρωσης, αν επιβληθεί, θα ωθήσει ακόμη περισσότερο τις τάσεις αποσύνδεσης της αξιοποίησης από την κοινωνική αναπαραγωγή και μετατροπή της τελευταίας σε εκφάνσεις καταστολής. Η όψη αυτή συνδέεται με την αποσάθρωση της εργατικής τάξης ως συλλογικού υποκειμένου μέσα από τις αλλαγές στις εργασιακές διαδικασίες.
Το κόστος αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, δηλαδή, η περίθαλψη, η ασφάλιση, η εκπαίδευση, η καταστολή, στην κεϋνσιανή φάση ανάπτυξης του κεφαλαίου περιλαμβανόταν στις κρατικές δαπάνες. Στον αναδιαρθρωμένο καπιταλισμό η στρατηγική ήταν να μειωθούν αυτές οι κρατικές δαπάνες μέσω της ιδιωτικοποίησης αρκετών σχετικών κλάδων. Στην πράξη όμως, κυρίως λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, οι κρατικές δαπάνες για την περίθαλψη αυξήθηκαν σε όλα τα ανεπτυγμένα κράτη (The Economist 29/06/2010). Σήμερα, μέσα στην κρίση χρέους των κρατών, από τις δαπάνες αυτές απονομιμοποιούνται όλες οι υπόλοιπες και θεωρούνται απολύτως αναγκαίες μόνο οι δαπάνες για την καταστολή. Υπάρχει συνεχής μείωση κάθε είδους έμμεσου μισθού ακόμη και προσπάθεια από το κράτος να περιορίσει τα κέρδη των ιδιωτικών εταιριών περίθαλψης και ασφάλισης στις ΗΠΑ[30]. Χαρακτηριστικό παράδειγμα κατασταλτικής διαχείρισης της αναπαραγωγής πλεονάζουσας εργατικής δύναμης είναι η αποστολή από την κυβέρνηση του Ομπάμα 1200 στρατιωτών για να περιπολούν τα αμερικανο-μεξικάνικα σύνορα, καθώς η εισροή εργατών «πρέπει να σταματήσει» μετά την απομάκρυνση των maquilas[31]. Η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης τείνει να αποσυνδεθεί από τη διαδικασία αξιοποίησης του κεφαλαίου.
Ο δημόσιος χώρος καταρχήν στο κέντρο των πόλεων που αποτελεί την χωροταξική έκφραση της ελευθερίας κίνησης του ελεύθερου εργάτη (φορέα του εμπορεύματος εργατικής δύναμης) τείνει να εκλείψει ως επικίνδυνο στοιχείο για ξέσπασμα ξαφνικών ταραχών. Ο αποκλεισμός από την αγορά εργασίας που αντικειμενικά αφορά πρώτα τους νέους, ορίζει τους νέους (και όσο βαθαίνει η κρίση η λογική αυτή αγγίζει τους εφήβους) ως επικίνδυνο υποκείμενο[32]. Ειδικά στην Ελλάδα οι σχετικοί φόβοι της αστικής τάξης γίνονται ολοένα και μεγαλύτεροι: «Επίσης στην κυβέρνηση έχουν πλέον γνώση ότι ο αντισυστημικός κύκλος, ειδικώς στη ζώνη της νεολαίας, τείνει να διευρυνθεί, ξεπερνά κατά πολύ πια τα όρια των Εξαρχείων και όπως όλα δείχνουν, βρίσκει πολλούς πρόθυμους να στρατευθούν και να συμμετάσχουν σε ομάδες και σχήματα άκρως επιθετικά» (εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ 27/6/2010).
Η αύξηση του τμήματος της τάξης που δεν έχει πρόσβαση σε επίσημη απασχόληση μόνιμα ή για πολύ μεγάλα διαστήματα και η διάχυση του φαινομένου και σε μεγαλύτερες ηλικίες θα σημάνει αύξηση της «εγκληματικότητας», με πιο πιθανή απάντηση του κράτους την γκετοποίηση-αποκλεισμό ολόκληρων περιοχών μέσα στους αστικούς πολεοδομικούς σχηματισμούς. Η τάση δημιουργίας gated communities, δηλαδή φυλασσόμενων περιοχών κατοικιών, νησίδων ασφαλείας μέσα σε μια θάλασσα περιοχών κατοικιών χωρίς επαρκείς υποδομές θα γίνει ακόμη πιο ισχυρή. Η κατοικία, για μέρος του πληθυσμού, θα υπαχθεί σταδιακά στη σφαίρα της ανεπίσημης οικονομίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η αύξηση της βίας σε μοριακό επίπεδο και η ανάληψη της επιβολής του νόμου και της τάξης από μικρομαφίες κάθε τύπου, που θα βρίσκονται σε συνεννόηση με το κράτος ή υπό την ανοχή του, θα θέτουν ολοένα και περισσότερο την ύπαρξη του ελεύθερου εργάτη ως τέτοιου σε κρίση.
Για όλους αυτούς τους λόγους η διεκδίκηση της ύπαρξης του μισθού, που ήδη αποτελεί κεντρικό ζήτημα της ταξικής αντιπαράθεσης παγκόσμια, θα αποτελέσει το επόμενο διάστημα το πεδίο στο οποίο η ταξική σύγκρουση θα οξυνθεί. Το ζήτημα αυτό θα δημιουργήσει ρήξεις στο εσωτερικό των αγώνων, οι οποίες στον πολλαπλασιασμό τους θα οδηγήσουν στην αμφισβήτηση του κεφαλαίου, άρα και του προλεταριάτου ως τάξης. Για να δούμε πως προκύπτει η εξέλιξη αυτή πρέπει να μελετήσουμε τους αγώνες της τάξης που συμβαίνουν τώρα και να δούμε τι προεικονίζεται σε αυτούς.
Ολιγον ανιαρο το σεναριο. Ειναι τετριμμενα επηρεασμενο απο τα διαφορα ψευτικα παιχνιδια «στρατηγικης», οπου ολα συμβαινουν κατα πως τα εχει στο μυαλο του ο παικτης δηλαδη με διαδοχικες φασεις οπου η επομενη περιμενει την προηγουμενη να ωριμασει ωστε να δυναται να δικαιολογηθει αρκουντως. Παντως υπαρχει ενα βασικο προαπαιτουμενο στην ολη αλυσιδα των πιθανων γεγονοτων: οτι ο κοσμος συμπεριφερεται σαν τη μαζα των ανθρωποειδων στη «Metropolis» του Φ. Λανγκ. Δηλαδη τι προβλεπει το σεναριο αν ο εξοργισμενος λαος διαολοστειλει τους Τζεφρυ-Μπενυ και Σια σε καποια απο τις αρχικες φασεις της καταρρευσης και μαλιστα προτου εξανδραποδιστει? Δεν γινεται, ετσι, πιο ενδιαφερον το παιχνιδι? Recompile and run!
το απόσπασμα που παραθέτει ο Αντιγραφέας είναι από το κείμενο Η ιστορική παραγωγή της επανάστασης της τρέχουσας περιόδου του Woland στο Blaumachen και αξίζει να διαβαστεί ολόκληρο αν και, κατά την γνώμη μου, κάποιες από τις προκείμενές του είναι λάθος.