Η «καταστροφική επιτυχία» του ΝΑΤΟ
Του ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ *
Μέχρι τον Δεκαπενταύγουστο, μόνο ένας τρελός θα μπορούσε να προβλέψει ότι προτού τελειώσει ο μήνας ο Μουαμάρ Καντάφι θα ήταν φυγάς και το καθεστώς του θα κατέρρεε. Πέντε μήνες μετά την έναρξη των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών, οι αντάρτες ήταν πάντα αποτελματωμένοι στην Μπρέγκα, στο ανατολικό μέτωπο, και στη Μισράτα, στο δυτικό, ενώ η πρωτεύουσα Τρίπολη
βρισκόταν υπό τον απόλυτο έλεγχο του συνταγματάρχη. Ακόμη χειρότερα, η έδρα των αντικαθεστωτικών, Βεγγάζη, βρισκόταν στα πρόθυρα εμφύλιας σύρραξης και η άτυπη κυβέρνησή τους, το Προσωρινό Εθνικό Συμβούλιο (ΠΕΣ), υπό διάλυση, ύστερα από τη μυστηριώδη δολοφονία του στρατιωτικού αρχηγού της εξέγερσης, στρατηγού Αμπντουλφατάχ Γιούνις. Οι υποψίες για τη δολοφονία του Γιούνις, ηγετικής μορφής της επανάστασης του 1969, έπεσαν στον αντιπρόεδρο του ΠΕΣ, Αλι αλ Ισάουι, ο οποίος, τη μοιραία μέρα, είχε φέρει εσπευσμένα τον στρατηγό από το μέτωπο των επιχειρήσεων στη Βεγγάζη για «διαβουλεύσεις».
Μέσα σε μία μόλις εβδομάδα, ήρθαν τα πάνω κάτω. Την προπερασμένη Τρίτη, οι αντάρτες που κατέβαιναν από τα όρη Ναφούζα, κατέλαβαν το Γκαριάν, στα νότια της Τρίπολης. Την Πέμπτη, ανακατέλαβαν τη στρατηγικής σημασίας πόλη Ζαουίγια, στα δυτικά της. Το Σάββατο, αντάρτες έφυγαν με φουσκωτά από τη Μισράτα, στα ανατολικά, ενώ οι ιμάμηδες καλούσαν τον πληθυσμό της πρωτεύουσας να ξεσηκωθεί. Χαράματα Κυριακής, η τρίχρωμη σημαία της αντιπολίτευσης κυμάτιζε στην Πράσινη Πλατεία της Τρίπολης και δύο μέρες αργότερα έπεφτε το τεράστιο στρατιωτικό συγκρότημα Μπαμπ αλ Αζίζια. Καταιγιστικός ο ρυθμός των εξελίξεων και εύλογα τα ερωτήματα: πώς έπεσε τόσο εύκολα ένα καθεστώς 42 χρόνων, που είχε απέναντί του μια κατά γενική ομολογία αξιοθρήνητη, στρατιωτικά, και, σπαρασσόμενη από εσωτερικές έριδες, πολιτικά, αντιπολίτευση; Είναι όντως βιώσιμη η επιτυχία των ανταρτών και των ξένων υποστηρικτών τους ή μήπως κινδυνεύει η Τρίπολη να εξελιχθεί, αν όχι σε νέα Βαγδάτη, τουλάχιστον σε κάτι που να θυμίζει Βηρυτό;
Στο πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι απλή: Ο Καντάφι υπέκυψε στη συντριπτικά υπέρτερη στρατιωτική μηχανή του ΝΑΤΟ, που θα τον είχε ανατρέψει πολύ νωρίτερα αν δεν πάσχιζε, ύστερα από την εμπειρία του Ιράκ, να τελειώσει τον πόλεμο με μηδενικές απώλειες και χωρίς να ερεθίσει την αραβική κοινή γνώμη (κάτι που, για την ώρα, επετεύχθη). Το ΝΑΤΟ ανέκοψε την αντεπίθεση των Κανταφικών δυνάμεων, οι οποίες, κατά την έναρξη των βομβαρδισμών, τον Μάρτιο, είχαν φτάσει στις πύλες της Βεγγάζης. Από εκείνη τη στιγμή, η «επανάσταση της 17ης Φεβρουαρίου» είχε απαχθεί από τις ξένες δυνάμεις και η αντιπολίτευση λειτουργούσε ως δύναμη πεζικού του ΝΑΤΟ, κάτι σαν τη Βόρεια Συμμαχία στο Αφγανιστάν. Περίπου 7.500 βομβαρδισμοί αεροπλάνων του ΝΑΤΟ διέλυσαν βάσεις, επικοινωνιακά κέντρα, αποθήκες πυρομαχικών και τεθωρακισμένα του Καντάφι, ανοίγοντας δρόμο στους αντάρτες, ενώ αμερικανικά μη επανδρωμένα αεροπλάνα κατέγραφαν επί 24ώρου βάσεως τις κινήσεις του εχθρού.
Οπως έγραψε ο Ρίτσαρντ Νόρτον–Τέιλορ στον Guardian, δυνάμεις των ανταρτών εκπαιδεύονταν από άνδρες των βρετανικών ειδικών δυνάμεων SAS (εν ενεργεία και απόστρατους, που εργάζονται σήμερα σε ιδιωτικές εταιρείες) και από συναδέλφους τους άλλων χωρών, κυρίως από τη Γαλλία, το Κατάρ και την Ιορδανία. Την παρουσία Γάλλων «συμβούλων» και «εκπαιδευτών» αναγνώρισε ο υπουργός Εξωτερικών, Αλέν Ζιπέ. Η Washington Post ανέφερε ότι κλιμάκια της CIA δραστηριοποιήθηκαν στην ίδια κατεύθυνση, αξιοποιώντας τους διαύλους που απέκτησαν όταν συνεργάζονταν με την κυβέρνηση Καντάφι εναντίον του κοινού εχθρού, των ισλαμιστών. Βρετανοί και Αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην καθοριστική μάχη της Μισράτα, στο πλευρό της αντιπολίτευσης.
Τη σφραγίδα του ΝΑΤΟ είχε και η «επιχείρηση γοργόνα» για την άλωση της Τρίπολης. Οπως αποκάλυψε το Associated Press, στρατιωτικοί από τις χώρες του ΝΑΤΟ και το Κατάρ άρχισαν να μαζεύουν προ τριμήνου στη Βεγγάζη ομάδες αντικαθεστωτικών από την Τρίπολη, τη Ζιντάν και τη Ζαουίγια, όπου έτυχαν εντατικής εκπαίδευσης προτού σταλούν πίσω στις πόλεις τους, για να σχηματίσουν ένοπλους, συνωμοτικούς πυρήνες.
Οι Δυτικοί επέλεξαν τα όρη Ναφούζα ως καταλληλότερο σημείο εκκίνησης για τη μάχη της Τρίπολης και ενίσχυσαν τις βάσεις των ανταρτών με φορτία (κυρίως γαλλικών) όπλων και στρατιωτικούς συμβούλους. Οταν δόθηκε το σύνθημα της τελικής εφόδου, καταιγιστικοί βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ διέλυσαν βασικά αμυντικά οχυρά των κανταφικών, όπως τη βάση της 32ης Μεραρχίας, που διηύθυνε ο γιος του συνταγματάρχη, Χαμίς.
Υπό το πρίσμα των παραπάνω, δεν ξενίζει η απροσδόκητα χαμηλή αντίσταση που συνάντησαν οι μαχητές της αντιπολίτευσης στη μάχη της Τρίπολης. Αν δεν είχε αποδυναμωθεί τόσο πολύ ο εχθρός τους, θα τους ήταν εντελώς αδιανόητο να επιβληθούν. Οπως χαρακτηριστικά ομολόγησε ο στρατιωτικός εκπρόσωπος της αντιπολίτευσης, Φαντλάλα Χαρούν, σε διεθνές πρακτορείο ειδήσεων, την αποφασιστική νύχτα της 21ης προς 22 Αυγούστου, όταν οι μαχητές της αντιπολίτευσης έφτασαν στην Πράσινη Πλατεία, μόλις 150 ένοπλοι ξεσηκώθηκαν μέσα στην Τρίπολη, ενώ άλλοι 200 έφτασαν από τη Μισράτα. Αριθμοί που μάλλον δεν παραπέμπουν σε λαϊκή εξέγερση, σε μια πόλη δύο εκατομμυρίων κατοίκων.
Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής (28-8-2011)
Category: Χωρίς κατηγορία
άλλο να είσαι ενάντια στην επέμβαση του νατο και αλλο να καταλήγεις όπως ο Παπακωνσταντίνου σε απόψεις που λίγο πολύ λένε ότι δεν έγινε καμια εξέγερση στη Λιβύη. Ως περιστασιακός πολεμικός ανταποκριτής ο Παπακωνσταντίνου θα έπρεπε να γνωρίζει τη σημασία της μάχης στο έδαφος, τη σημασία των οπλισμένων (ανρθώπων) μαχητών που διαθέτει κανείς. τίποτα δεν εμπόδιζε τους «μαχητές του Καντάφι» να δώσουν τη μάχη της Τρίπολης και των πόλεων λυσσασμένα σπίτι το σπίτι. Εκτός από ένα πράγμα που δεν αρέσει στον Παπακωνσταντίνου φαίνεται: Το γεγονός ότι εκτός από μισθοφόρους δεν υπήρχαν «μαχητές του καντάφι» να δώσουν αυτή τη μάχη γιατί ο λαός της Λιβύης εξεγέρθηκε ενάντια στο καθεστώς (που ο παπακωνσταντίνου φάινεται να το θεωρεί ότι είχε και λίγο σοσιαλισμό μέσα του)…
Ο λαός της Λιβύης αγωνίζεται για στοιχειώδη δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα, αναγκαίο σκαλοπάτι για τον πραγματικό Σοσιαλισμό.
Η οπισθοδρομική αριστερά όμως έχει πολλά πρόσωπα και ρίζες ακόμη.