Ο θεός των κολασμένων. Η λατρεία του “Διαβόλου” στα ορυχεία της Βολιβίας
Δεκαπενταύγουστος…
…άγιες μέρες…
…μνημόνια και η Παναγία!
Καιρός λοιπόν να θυμηθούμε κάποιες άλλες θρησκευτικές τελετές που, αντίθετα με την Παναγία των ορθόδοξων, σηματοδοτούν κουλτούρες αντίστασης. Ο Κώστας Κ μας περιγράφει τη λατρεία του διαβόλου στα ορυχεία της Βολιβίας.
Το Potosí (Ποτοσί) είναι μια πόλη που βρίσκεται επάνω στις Άνδεις, σε υψόμετρο 4.090 μέτρων και είναι η πρωτεύουσα μίας εκ των επαρχιών – διοικητικών διαμερισμάτων της Βολιβίας. Η πόλη απλώνεται κάτω από το Cerro Rico (Κέρο Ρίκο = Πλούσιος Λόφος), ένα βουνό το οποίο μέσα σε διάστημα τριών αιώνων έχει χάσει πολλά μέτρα από το αρχικό του ύψος, εξαιτίας μίας από τις πιο εντατικές εξορύξεις μετάλλων: ασημιού παλιότερα, κασσίτερου σήμερα. Μέσα στις στοές αυτών των ορυχείων έχει αναπτυχθεί μια από τις πιο βέβηλες θρησκευτικές πίστεις με τα τελετουργικά της και τις δοξασίες της. Η λατρεία του διαβόλου. Τα ορυχεία του Ποτοσί είναι τα ιερά του και οι εργάτες (ιθαγενείς που μιλάνε ακόμα τις γλώσσες [Κέτσουα] και [Αϊμάρα]) είναι οι πιστοί του.
Το Ποτοσί, που σήμερα έχει περίπου 170 χιλιάδες κατοίκους υπήρξε κάποτε μία από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου. Στις αρχές του 17ου αιώνα (δηλαδή ελάχιστες μόλις δεκαετίας μετά την ίδρυσή του, το 1546) ο πληθυσμός του έφτανε ίσως και τις 200 χιλιάδες, δηλαδή ήταν μεγαλύτερο από το Παρίσι ή το Λονδίνο αυτής της περιόδου. Η αιτία αυτής της πληθυσμιακής ανάπτυξης ήταν το ασήμι που ανακαλύφθηκε στο βουνό, το οποίο γι” αυτόν ακριβώς το λόγο ονομάστηκε Κέρο Ρίκο.
Σύμφωνα με έναν μύθο, που αναμφίβολα κατασκευάστηκε μετά την ισπανική κατάκτηση, ο Ίνκα αυτοκράτορας Huayna Capac (Ουάινα Καπάκ) (1493–1525) είχε έρθει στην περιοχή και είχε θαυμάσει την ομορφιά του Sumac Orco (Σουμάκ Όρκο = Όμορφος Λόφος, το σημερινό Κέρο Ρίκο). Κατάλαβε ότι το βουνό έκρυβε πολύτιμα μέταλλα και προσπάθησε να τα εξορύξει. Όμως όταν οι εργάτες άρχισαν να σκάβουν, μια φωνή βγήκε μέσα από τους θάμνους, βροντερή σαν κεραυνός, που έλεγε: “Δεν είναι για σας. Ο θεός φυλάει τα πλούτη αυτά για κείνους που “ρχονται από πολύ μακρυά”. Και από τότε το βουνό αυτό ονομάζεται Ποτοσί, λέξη που στη γλώσσα Αϊμάρα σημαίνει “βροντερός”.
Στην πραγματικότητα οι θησαυροί του Ποτοσί ανακαλύφθηκαν μερικές δεκαετίες αργότερα. Σύμφωνα μια αφήγηση που και πάλι μοιάζει περισσότερο με θρύλο παρά με ιστορία, το 1544 ο Ντιέγκο Ουάλπα (Diego Hualpa), ένας φτωχός Ινδιάνος, είχε χάσει ένα λάμα και το αναζητούσε στις πλαγιές του βουνού μέχρι που έπεσε η νύχτα. Για να μην παγώσει άναψε μια μεγάλη φωτιά, που από τη λάμψη της φωτίστηκε μια μεγάλη φλέβα ασημιού, ενός από τα πλουσιότερα κοιτάσματα αυτού του μετάλλου στον “Νέο Κόσμο”.
Η πόλη του Ποτοσί
Το ασήμι μεταμόρφωσε την περιοχή. Τον Απρίλιο του 1545 ιδρύθηκε η πόλη του Ποτοσί, όπου για περισσότερο από τρεις αιώνες, παρήχθησαν και στάλθηκαν από εκεί στις ευρωπαϊκές αγορές, χιλιάδες τόνοι ασημιού. Το Ποτοσί έγινε μια από τις πλουσιότερες πόλεις του κόσμου. Ο Ισπανός μονάρχης την ανακήρυξε αμέσως αυτοκρατορική πόλη. Ιστορίες που μοιάζουν με παραμύθια, αφηγούνται ότι το ασήμι έρεε κυριολεκτικά στους δρόμους της. Λέγεται ότι σε μια θρησκευτική γιορτή, οι πέτρινες πλάκες των δρόμων απ” όπου θα περνούσε η λιτανεία, αφαιρέθηκαν και αντικαταστάθηκαν από ασημένιες. Μέσα στις εκκλησίες της και στα σαλόνια της το ασήμι ήταν το βασικό διακοσμητικό υλικό.
Στις αρχές του 17ου αιώνα υπήρχαν στην πόλη 86 εκκλησίες, 36 χαρτοπαικτικές λέσχες και 14 σχολές χορού, θέατρα, αρένες ταυρομαχιών και ιππόδρομοι. Στα νυχτερινά όργια της αριστοκρατίας κυκλοφορούσαν 120 πόρνες πολυτελείας. Από την Ασία και την Ευρώπη μεταφέρονταν στις αγορές του Ποτοσί διάφορα είδη πολυτελείας (ακριβά υφάσματα, πολύτιμοι λίθοι, μπαχαρικά). Ο πλούτος του ήταν παροιμιώδεις. Σύμφωνα με μία εκδοχή, το σύμβολο του δολαρίου αποτελεί εξέλιξη των αρχικών PTSI, το σήμα του νομισματοκοπείου (Casa de la Moneda) της πόλης. Ακόμα και σήμερα η φράση στα ισπανικά “αξίζει ένα Ποτοσί” σημαίνει ότι κάτι είναι πανάκριβο (σαν να λέμε κοστίζει μια περιουσία).
Για τρεις αιώνες συνέρρεε στο Ποτοσί ένα πλήθος από επισκόπους και πόρνες, αριστοκράτες και τυχοδιώκτες, χρηματιστές και χρυσοθήρες, άξεστους στρατιωτικούς και εκλεπτυσμένους διανοούμενους και καλλιτέχνες, οι οποίοι δημιούργησαν μια δική τους κουλτούρα, συνδυάζοντας τα αισθητικά χαρακτηριστικά του ισπανικού μπαρόκ με τις ντόπιες πολιτιστικές παραδόσεις. Και όλα αυτά κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της Ιεράς Εξέτασης. Το Ποτοσί έγινε ένα καλλιτεχνικό κέντρο, με τους δικούς του καλλιτέχνες. Ο πιο γνωστός από αυτούς είναι ο Melchor Pérez Holguín (ο “Ελ Γκρέκο του Ποτοσί”, όπως είναι επίσης γνωστός). Στους πίνακές του οι θρησκευτικές και αισθητικές φόρμες του μπαρόκ συναντιούνται με ειδωλολατρικές αντιλήψεις, ώστε να αποδοθεί η πνευματική και ψυχολογική ατμόσφαιρα της ευγνωμοσύνης των κατοίκων του Ποτοσί, προς τις θεϊκές δυνάμεις για τα αγαθά και τις απολαύσεις που τους πρόσφεραν απλόχερα, κάθε μέρα και κάθε νύχτα. Η πιο χαρακτηριστική θεϊκή μορφή των έργων του Melchor Pérez Holguín είναι η Παναγία. Πρόκειται όμως για μια Παναγία η οποία συχνά προσφέρει ακάλυπτο το ένα της στήθος προς τον θεατή. Ένας σαφής συμβολισμός της αφθονίας υλικών αγαθών αλλά και σεξουαλικών απολαύσεων που εγγυάται η λατρεία της Παρθένου Μαρίας στους κατοίκους του Ποτοσί. Ένα άλλο ζωγραφικό θέμα που αναπαρήχθει από πολλούς καλλιτέχνες του Ποτοσί (σε πιο αρχαϊκές καλλιτεχνικές φόρμες), είναι η “Παρθένος του Βουνού”. Στους πίνακες αυτούς το σώμα της Παναγίας είναι ο λόφος του Κέρο Ρίκο από τον οποίο παράγονταν ο πλούτος της πόλης. Από πάνω της ο Θεός και ο Χριστός την ευλογούν ή της φοράνε στο κεφάλι αυτοκρατορικό στέμμα, επιβραβεύοντάς την για τον πλούτο που προσφέρει στους χριστιανούς. Στα πόδια της (στα πόδια του Κέρο Ρίκο ταυτοχρόνως) γονατίζουν ευλαβικά ο πάπας και ο Ισπανός μονάρχης, ευχαριστώντας την Παναγία (και ταυτόχρονα το βουνό) για τον πλούτο τον οποίο τους προσφέρει, την πηγή της παγκόσμιας δύναμής τους (την οποία συμβολίζει μια σφαίρα που βρίσκεται ανάμεσά τους).
Όμως αυτές οι εικόνες μιας διαρκούς λαμπρής γιορτής που περιλάμβανε πανάκριβα όργια και εξίσου πανάκριβες θρησκευτικές λιτανείες και αυτοκρατορικές γιορτές, είχαν και την σκοτεινή τους πλευρά: τη βία εναντίον των ιθαγενών πληθυσμών.
Ανθρωποθυσίες
Οι Άνδεις ήταν το κέντρο της αυτοκρατορίας των Ίνκας, η οποία δημιουργήθηκε εκατό περίπου χρόνια πριν από την έλευση των Ισπανών και συνένωσε με την βία κάτω από ένα ενιαίο σύστημα εκμετάλλευσης περισσότερα από δέκα εκατομμύρια Ινδιάνους διαφόρων σκόρπιων αγροτικών κοινοτήτων. Η αριστοκρατία των Ίνκας εφάρμοσε διάφορες μεθόδους για να εξαναγκάσει αυτές τις αγροτικές κοινότητες να της παραχωρούν μέρος των προϊόντων που παρήγαγαν και να δουλεύουν δωρεάν κάποιες ημέρες του χρόνου για να κατασκευαστούν τα μεγάλα έργα της αυτοκρατορίας (αυτό το σύστημα άμισθης εργασίας ονομαζόταν mita). Απείθαρχοι αγροτικοί πληθυσμοί κατεστάλησαν με σκληρότητα, ή υποχρεώθηκαν σε αναγκαστική μετακίνηση, ώστε να παραχωρηθούν τα εδάφη που κατείχαν σε πιο πειθαρχημένους πληθυσμούς. Η διαρκής τρομοκρατία ήταν η βασική μέθοδος πειθάρχησης των αγροτών της ινκαϊκής αυτοκρατορίας και οι ανθρωποθυσίες ήταν ο θεσμοθετημένος τρόπος για να υπενθυμίζουν στους αγρότες την τρομοκρατία. Μπορεί οι αριθμοί των ανθρώπινων θυμάτων των ανθρωποθυσιών των ΄Ινκας να μην συγκρίνονται με τους αριθμούς των θυσιών στους Μάγιας ή ακόμα περισσότερο με τις εκατόμβες των θυμάτων στις εφιαλτικές γιορτές των Αζτέκων, εντούτοις όμως ήταν σημαντικοί. Άνθρωποι θυσιάζονταν σε ετήσιες τελετουργίες αλλά και σε έκτακτες καταστάσεις, οι οποίες συμπεριλάμβαναν την ασθένεια του αυτοκράτορα ή την άνοδο στο θρόνο ενός νέου αυτοκράτορα, την ανομβρία, τους σεισμούς, τις εκλείψεις της σελήνης και του ήλιου… Τα θύματα ήταν κυρίως μικρά παιδιά και κοπέλες. Οι επαρχίες ήταν υποχρεωμένες να παραδίδουν σε ετήσια βάση, εκτός από τα προϊόντα με τα οποία συντηρούνταν η ινκαϊκή αριστοκρατία, μικρά παιδιά και κοπέλες για τις θυσίες.
Πρόκειται για όψεις του ζόφου, όμως στην πραγματικότητα, για τους Ινδιάνους χωρικούς των Άνδεων το κοινωνικό σύστημα των Ίνκας ήταν μια μορφή επίγειου παραδείσου εάν συγκριθεί με αυτό που ακολούθησε μετά την Ισπανική κατάκτηση. Ή, εν πάση περιπτώσει, το αποικιακό κοινωνικό σύστημα που εγκαθιδρύθηκε μετά την κατάκτηση της Αμερικής από του Ευρωπαίους, αποτελούσε σίγουρα μια μορφή επίγειας Κόλασης για τους Ινδιάνους. Ευρωπαίοι αριστοκράτες, ιερείς και έμποροι διψασμένοι για χρυσάφι και γη, έπεσαν επάνω στους ινδιάνικους πληθυσμούς και τους εξόντωσαν. Μέσα σε τρεις αιώνες, από τα δέκα εκατομμύρια του πληθυσμού των Άνδεων επιβίωσε μόνο ένα εκατομμύριο. Αλλά πριν τους εξοντώσουν, τους εκμεταλλεύτηκαν με τον πιο σκληρό τρόπο. Για την ακρίβεια τους εξόντωσαν εφαρμόζοντας τα πιο απάνθρωπα συστήματα εκμετάλλευσης.
Μετά τις μαζικές σφαγές με τις οποίες ερήμωσαν τις ινδιάνικες πόλεις αμέσως μετά την συντριβή των αυτοκρατοριών των Αζτέκων και των Ίνκας, οι κατακτητές άρπαξαν τη γη των Ινδιάνων υποχρεώνοντάς τους να δουλεύουν σαν δούλοι. Σε συνθήκες δουλικής εργασίας στα κτήματα των κατακτητών, οι Ινδιάνοι πέθαιναν κατά χιλιάδες από την εξοντωτική εργασία και την πείνα. Όμως οι κατακτητές, περισσότερο από τη γη, αυτό που αναζητούσαν ήταν το χρυσάφι και το ασήμι, γιατί αυτά μπορούσαν να αποφέρουν πολύ γρήγορο πλουτισμό. Οι φορείς του υποτιθέμενου ανώτερου ευρωπαϊκού πολιτισμού με τις υποτιθέμενες υψηλές πνευματικές αξίες, “λαχταρούσαν το χρυσάφι σαν λιμασμένοι χοίροι”, όπως αναφέρει ένας Αζτέκος χρονικογράφος εκείνης της εποχής. Και για κακή τύχη των Ινδιάνων, τα βουνά των Άνδεων ήταν γεμάτα από αυτά τα μεταλλεύματα.
Η πραγματική Κόλαση
Το ασήμι του Ποτοσί ανακαλύφθηκε έντεκα χρόνια μετά την συντριβή της ινκαϊκής αυτοκρατορίας και το βουνό Κέρο Ρίκο έγινε η πραγματική Κόλαση για εκατομμύρια Ινδιάνους και – αργότερα – μαύρους σκλάβους από την Αφρική. Το ίδιο συνέβη και στα πολλά άλλα ορυχεία ασημιού και χρυσού που ανακαλύφθηκαν στον “Νέο Κόσμο”, με τα οποία τροφοδοτήθηκε η οικονομική ανάπτυξη των ιδιοκτητριών τάξεων στην Ευρώπη. Το Ποτοσί όμως έγινε τόπος στον οποίο πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη εξόντωση Ινδιάνων. Μέσα σε τρεις αιώνες, μόνο στο Ποτοσί, βρήκαν το θάνατο οκτώ εκατομμύρια Ινδιάνοι και Αφρικανοί σκλάβοι. Για τους ιθαγενείς το Κέρο Ρίκο έχει μείνει γνωστό, ως το Βουνό που Τρώει Άντρες.
Σύμφωνα με μία επίσημη έκθεση του 1603 στο Ποτοσί εργάζονταν 58.800 Ινδιάνοι, απ” τους οποίους οι 43.200 ήταν ελεύθεροι μεροκαματιάρηδες, οι 10.500 ήταν mingas (συμβασιούχοι) και οι 5.100 ήταν mitayos. Πολλοί Ινδιάνοι, των οποίων η γη είχε περιέλθει στα χέρια των Ισπανών αποίκων, για να επιβιώσουν αναζητούσαν δουλειά στα ορυχεία του θανάτου. Άλλοι πάλι που συνέχιζαν να παραμένουν στις αγροτικές τους κοινότητες, ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν μια δυσβάστακτη φορολογία προς το Ισπανικό Στέμμα και προς τους Ισπανούς γαιοκτήμονες και επειδή συνήθως δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις εγκατέλειπαν τις κοινότητές τους για να δουλέψουν στο Κέρο Ρίκο. Οι μιτάγιος βρισκόταν στη χειρότερη κατάσταση.
Οι Ισπανοί είχαν διατηρήσει αρκετές από τις δομές λειτουργίας της ινκαϊκής αυτοκρατορίας, αναπροσαρμόζοντάς τες, σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Το σύστημα μίτα ήταν μια από αυτές. Στην ινκαϊκή κοινωνία οι αγροτικές κοινότητες ήταν υποχρεωμένες να προσφέρουν μια ορισμένη ποσότητα απλήρωτης εργασίας προς το κράτος. Με αυτόν τον τρόπο έγιναν οι πολυτελείς ναοί και τα παλάτια της ινκαϊκής αριστοκρατίας, αλλά με αυτόν επίσης τον τρόπο έγιναν και τα εκτεταμένα αρδευτικά έργα στις απότομες κορυφές των Άνδεων και κατασκευάστηκαν επάνω στα βράχια πολλές χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα καλλιεργήσιμης γης, που επέτρεψαν όχι μόνο την επιβίωση των ορεινών αγροτικών πληθυσμών αλλά και την αύξησή τους. Κατασκευάστηκαν επίσης δρόμοι πολλών χιλιομέτρων που ένωσαν απομονωμένες περιοχές συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του εμπορίου και των βιοτεχνιών (κυρίως της υφαντουργίας). Οι Ισπανοί διατήρησαν το σύστημα της μίτα, όχι για να αναπτύξουν την τοπική οικονομία, αλλά για να λεηλατήσουν την περιοχή εξοντώνοντας τον πληθυσμό. Οι αγροτικές κοινότητες ήταν πια αναγκασμένες να προμηθεύουν τους κατακτητές με εργάτες – σκλάβους για τα ορυχεία (σε ποσοστό έναν για κάθε επτά κατοίκους κάθε χωριού). Αυτοί ήταν οι μιτάγιος των ορυχείων. Έκαναν τις πιο σκληρές δουλειές και γι” αυτό είχαν και τη μεγαλύτερη θνησιμότητα. Όταν μάλιστα ανακαλύφθηκε μία νέα μέθοδος απόσπασης του μεταλλεύματος από το πέτρωμα με την χρήση υδραργύρου, η θνησιμότητα αυξήθηκε ακόμα περισσότερο (από τις αναθυμιάσεις του υδραργύρου). Υπολογίζεται ότι η διάρκεια ζωής των εργατών – σκλάβων στα ορυχεία του Ποτοσί ήταν οι έξι μήνες. Σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες της εποχής εκείνης, πάρα πολλοί Ινδιάνοι προτιμούσαν να αυτοκτονήσουν, σκοτώνοντας συνήθως και ολόκληρη την οικογένειά τους, για να γλυτώσουν από αυτήν την χωρίς τέλος Κόλαση.
Με αυτόν τον τρόπο οι κατακτητές αποδεκάτιζαν συστηματικά τον Ινδιάνικο πληθυσμό με πολύ γρήγορους ρυθμούς, τόσο γρήγορους που σύντομα άρχισαν να έχουν έλλειψη εργατικών χεριών στις αγροτικές καλλιέργειες και στα ορυχεία. Γι” αυτό και ζήτησαν από τον Ισπανό μονάρχη να επιτρέψει την εισαγωγή σκλάβων από την Αφρική. Μια νέα Κόλαση άρχιζε για μια άλλη Ήπειρο…
Στο Ποτοσί ο ρυθμός “εισαγωγής” Αφρικανών σκλάβων ήταν αυτή την εποχή, 1.000 με 1.500 για κάθε χρόνο. Ο συνολικός αριθμός των Αφρικανών που άφησαν τα κόκαλά τους στον Πλούσιο Λόφο, εκτιμάται γύρω σε 30.000. Πολλοί από τους Αφρικανούς δούλευαν στο νομισματοκοπείο της πόλης (την Casa de la Moneda), ως acémilas humanas (ανθρώπινα μουλάρια). Κάθε φορά που πέθαιναν τέσσερα μουλάρια (γιατί η δουλειά ήταν εξοντωτική ακόμα και για τα αυτά τα ανθεκτικά ζώα, τα οποία στο Ποτοσί ζούσαν κι αυτά μόνο μερικούς μήνες) αντικαθιστούνταν από είκοσι Αφρικανούς σκλάβους.
Με αυτό τον τρόπο εξορύχτηκαν χιλιάδες τόνοι ασημιού και στάλθηκαν στην Ισπανία. Ο Εντουάρντο Γκαλεάνο αναφέρει ότι ανάμεσα στα 1503 και στα 1660 στάλθηκαν στην Ισπανία δεκαέξι εκατομμύρια κιλά ασημιού, που αντιπροσώπευε το τριπλάσιο των ευρωπαϊκών αποθεμάτων. Το περισσότερο προερχόταν από το Ποτοσί. Μέσα σε τρεις αιώνες στάλθηκαν από το Ποτοσί στην Ευρώπη (με νόμιμο ή παράνομο τρόπο) περισσότεροι από 45.000 τόνοι ασημιού.
Η σωτηρία της ψυχής
Ο πλούτος αυτός, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς, ότι χρησιμοποιήθηκε για την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης. Αυτό εν μέρει μόνο είναι σωστό. Στην πραγματικότητα χρησιμοποιήθηκε κατ” αρχάς, για να δώσει ανάσα ζωής στην χρεοκοπημένη ισπανική φεουδαρχική αριστοκρατία, για να χρηματοδοτηθεί η επέκταση της Ιεράς Εξέτασης, για να μπορέσουν οι Ισπανοί μονάρχες να αναδειχτούν στο προπύργιο της αντίδρασης στην ευρωπαϊκή Ήπειρο και να ανακόψουν την ορμή της Μεταρρύθμισης…
Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ισπανία αναδείχτηκε στο κέντρο του πιο σκοταδιστικού καθολικισμού, στον πραγματικό υποστηρικτή των παπικών συμφερόντων σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αλλά όχι μόνο στην Ευρώπη.
Οι Ισπανοί κατακτητές εξολόθρευσαν εκατομμύρια Ινδιάνους, ενδιαφέρονταν όμως για την σωτηρία της ψυχής τους. Οι ορδές των στρατιωτικών, των αριστοκρατών και των τυχοδιωκτών έπρεπε απαραιτήτως να συνοδεύονται από ορδές μοναχών, οι οποίοι επιδίδονταν (μεταξύ των οικονομικών τους δραστηριοτήτων, δηλαδή την εκμετάλλευση των Ινδιάνων) και στο έργο του προσηλυτισμού. Η μέθοδος ήταν απλή και σίγουρη. Όταν οι κατακτητές έμπαιναν μέσα σε ένα ινδιάνικο χωριό, ο απεσταλμένος του Θεού τους διάβαζε στα ισπανικά ή στα λατινικά μια έκκληση να ασπαστούν την αληθινή θρησκεία του Χριστιανισμού και τους προειδοποιούσε, ότι αν δεν το έκαναν, θα τους σκότωναν όλους. Όταν οι στρατιώτες του Στέμματος βασάνιζαν τους Ινδιάνους για να τους δώσουν χρυσάφι, οι ιερείς και οι μοναχοί παρίσταντο στα βασανιστήρια, τείνοντας προς τον βασανιζόμενο ένα σταυρό και προσπαθώντας να του αποσπάσουν μια ομολογία πίστης. Δεν έπρεπε να πεθάνει χωρίς να έχει ασπαστεί τον Χριστιανισμό γιατί θα πήγαινε στην Κόλαση.
Η Ιερά Εξέταση γνώρισε λαμπρές μέρες στις Ισπανικές αποικίες. Έστησε ένα ολόκληρο δίκτυο χαφιέδων και δικαστηρίων, για να εξαλείψει κάθε ίχνος των θρησκευτικών πεποιθήσεων και της κουλτούρας των Ινδιάνων. Όποιος καταγγέλλονταν ότι είχε ασκήσει μια ¨ειδωλολατρική” τελετουργία, ή είχε κηδέψει έναν συγγενή του με τα ινδιάνικα έθιμα, κινδύνευε να καεί στην πυρά, μια μορφή χριστιανικών ανθρωποθυσιών που αντικατέστησε και επεξέτεινε τις ανθρωποθυσίες της ινκαϊκής κοινωνίας. Προσπαθούσαν, είτε με τη βία, είτε με “λογικά” επιχειρήματα να πείσουν τους Ινδιάνους ότι οι θεοί που λάτρευαν ήταν ο Διάβολος, το απόλυτο Κακό και ότι μόνο ο Χριστιανισμός, το απόλυτο Καλό, παρέχει ένα σίγουρο δρόμο για να πάει κανείς στον Παράδεισο, ύστερα από μία ζωή γεμάτη πόνο.
Το πρώτο πρόβλημα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι ζηλωτές του Χριστιανισμού, ήταν ότι για τους Ινδιάνους, οι οντότητες του ο υπερφυσικού τους κόσμου δεν διχάζονταν μεταξύ του απόλυτου κακού και του απόλυτου καλού. Η ίδια θεϊκή οντότητα μπορούσε ταυτοχρόνως να είναι και καλή και κακή, να είναι άλλες φορές καλή κι άλλες φορές κακή, να είναι για άλλους καλή και για άλλους κακή… Οι θρησκευτικές τους πρακτικές αποσκοπούσαν στο να εξευμενίσουν έναν θεό ή μια θεά, ώστε να τους ευεργετήσει και να μην προκαλέσει κακό. Άρα ο Χριστός και η Παναγία ήταν καλοί, υπό από ορισμένες προϋποθέσεις και για κάποιους.
Το δεύτερο πρόβλημα ήταν ότι οι Ινδιάνοι δεν είχαν επί της ουσίας καμιά αντίρρηση να αποδεχτούν τις οντότητες του χριστιανικού υπερφυσικού κόσμου, γιατί στις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις δεν υπήρχε η έννοια του αληθινού και του ψεύτικου θεού. Για τους Ινδιάνους, ο Χριστός, η Παναγία και οι άγιοι, ήταν είτε κάποιοι νέοι θεοί, άγνωστοι μέχρι τότε, είτε μορφές που έπαιρναν οι θεότητες του ινδιάνικου θρησκευτικού συστήματος (χαρακτηριστική είναι η ταύτιση της Παναγίας με την Πατσαμάμα, την Θεότητα της γης της ινκαϊκής θρησκείας). Έτσι οι Ινδιάνοι αποδεχόμενοι τα θεϊκά πρόσωπα της χριστιανικής θρησκείας, δεν παραιτούνταν από την δική τους θρησκεία.
Καλύτερα στην Κόλαση, παρά στον Παράδεισο
Το τρίτο πρόβλημα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι ιεραπόστολοι στην προσπάθειά τους να διαδώσουν τον Χριστιανισμό ήταν πιο σοβαρό. Όταν κατάφερναν να “πείσουν” τους Ινδιάνους ότι η αποδοχή του Χριστιανισμού θα τους οδηγούσε στον Παράδεισο μετά τον θάνατό τους, οι Ινδιάνοι φοβούνταν ότι τα βασανιστήρια της επίγειας ζωής που τα προκάλεσε η κυριαρχία του Χριστιανισμού, θα συνεχίζονταν και μετά τον θάνατό τους στον Παράδεισο, όπου βέβαια θα ήταν μαζί με τους Χριστιανούς. “Καλύτερα στην Κόλαση, παρά στον Παράδεισο μαζί με τους Χριστιανούς” έλεγαν μεταξύ τους.
Ήταν μια απελπισμένη πνευματική αντίσταση απέναντι στην Κόλαση που τους επέβαλαν οι κατακτητές. Οι κολασμένοι των ισπανικών αποικιών, οι Ινδιάνοι και οι Αφρικανοί σκλάβοι, διέστρεψαν τα δόγματα της χριστιανικής θρησκείας που τους τα επέβαλλαν οι κατακτητές με την απειλή του θανάτου, τα ανέμειξαν με θρησκευτικές παραδόσεις της ινδιάνικης και της αφρικανικής κουλτούρας και διαμόρφωσαν μ” αυτό τον τρόπο ένα πλήθος από νέες θρησκευτικές κουλτούρες που εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, αναγκάζοντας τον καθολικισμό να αποδεχτεί, έστω και σιωπηρά, πολλά στοιχεία τους, προκειμένου να επιβιώσει. Το κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των επιμέρους θρησκευτικών συστημάτων, από το Μεξικό μέχρι τη Γη του Πυρός, είναι ότι συνδυάζουν στοιχεία παρηγοριάς, ακόμα και παθητικής αποδοχής της αθλιότητας της ζωής, με την αντίσταση στην αθλιότητα και την εκμετάλλευση.
Σε όλες αυτές τις κουλτούρες των καταπιεσμένων ο Διάβολος (με διάφορες μορφές) κατέχει μια κεντρική θέση. Δεν είναι όμως ο Διάβολος της επίσημης χριστιανικής θρησκείας, όπως και η Παναγία δεν είναι η Παρθένος Θεομήτωρ του Βατικανού. Οι σχέσεις επίσης μεταξύ αυτών των δύο υπερφυσικών οντοτήτων δεν είναι πάντοτε απόλυτα εχθρικές.
Μέσα στις στοές των ορυχείων, που σήμερα πια είναι ορυχεία κασσίτερου, καθώς από τον 19ο αιώνα τα ορυχεία αργύρου είχαν εξαντληθεί, αναπτύχθηκε και διαδόθηκε από εκεί και σε άλλα ορυχεία της Βολιβίας και στις περιοχές γύρω από το Ποτοσί, ένα από αυτά τα θρησκευτικά συστήματα που κεντρική τους μορφή είναι ο Διάβολος. Μέσα σε κάθε στοά και σε κάθε επίπεδο, σε κόγχες λαξευμένες στο βράχο και σε κεντρικά σημεία όπου κάθονται οι εργάτες για να ξεκουραστούν, υπάρχει ένα άγαλμα αυτής της δαιμονικής μορφής που στο Ποτοσί ονομάζεται, “El Tio”. Το όνομά του στα ισπανικά σημαίνει “θείος” και υποδηλώνει μια σχέση όχι μόνο σεβασμού αλλά και προστασίας και είναι πιθανόν η λέξη να αποτελεί μια παραφθορά της ισπανικής λέξης “Dios”, δηλαδή Θεός.
Ο κορμός του ειδώλου του “El Tio”, που μπορεί να έχει και μέγεθος μεγαλύτερου του ανθρώπινου σώματος, συνήθως όμως είναι μικρότερο, κατασκευάζεται από μέταλλο, το υλικό δηλαδή το οποίο αναζητούν οι εργάτες των ορυχείων, ενώ τα χέρια και τα πόδια κατασκευάζονται από τη λάσπη των ορυχείων. Στο κεφάλι του έχει κέρατα, αφτιά ζώου και τα μάτια του διάπλατα ανοιχτά, κατασκευάζονται από λαμπυρίζοντα κομμάτια μετάλλου ή από κομμάτια από τις λάμπες που έχουν οι εργάτες στα κράνη τους. Το στόμα του είναι πάντοτε ανοιχτό και ξεπροβάλλουν δύο σειρές δοντιών σαρκοβόρου ζώου, τα οποία κατασκευάζονται από κομμάτια γυαλιού ή από κρύσταλλο. Το πρόσωπο άλλοτε μοιάζει με ανθρώπινο και άλλοτε με μορφή ταύρου. Η μορφή παριστάνεται πάντοτε καθιστή με τα χέρια σε στάση αποδοχής και κάποιες φορές με γαμψά νύχια, τα οποία μάλιστα βάφονται με διακριτό χρώμα. Τις περισσότερες φορές φοράει μπότες στα πόδια και μία μπέρτα στους ώμους. Το κεφάλι ή και ολόκληρο το σώμα είναι στολισμένο με πολύχρωμες σερπαντίνες. Ανάμεσα στα ανοιχτά του πόδια προβάλει πάντα ένα μεγάλο πέος σε στύση.
Όλα λοιπόν τα χαρακτηριστικά της μορφής του “El Tio” δηλώνουν καθαρά την ακόρεστη απληστία του: να δει και να ακούσει, να καταβροχθίσει και να πιει, να πάρει, να συνουσιαστεί. Οι εργάτες των ορυχείων του προσφέρουν αλκοόλ, φύλα κόκας, τσιγάρα (τα οποία τα τοποθετούν αναμμένα στο στόμα του), γλυκά, ακόμα και εικόνες από πορνοπεριοδικά. Αν δεν γίνουν αυτές οι προσφορές, τότε ο “El Tio” θα χορτάσει την απληστία του με ανθρώπινες ζωές. Με τις προσφορές αυτές τον εξευμενίζουν, ώστε να τους προσφέρει καλή τύχη, να μην γίνονται εργατικά ατυχήματα και να βρίσκουν πάντοτε μετάλλευμα.
El Tio και τελετές
Συνήθως οι προσφορές αυτές γίνονται στα πλαίσια δύο τελετών: των τελετών Ch’allas (Τσάγιας) και των τελετών K’araku (Καράκου).
Οι τελετές Τσάγιας γίνονται δύο φορές την εβδομάδα, κάθε Τρίτη και Παρασκευή. Οι εργάτες προσφέρουν στο είδωλο φύλα κόκας, τσιγάρα και αλκοόλ και κάθονται μαζί με το είδωλο, μασώντας φύλλα κόκας, καπνίζοντας πίνοντας και συζητώντας. Κάθε Τρίτη της Αποκριάς καθώς και τον Αύγουστο γίνονται οι πιο σημαντικές τελετές Τσάγιας, στις οποίες στολίζουν το είδωλο με φανταχτερά στολίδια (σερπαντίνες).
Οι τελετές Καράκου πραγματοποιούνται από τους yatiri (γιατίρι, μία επιβίωση του θεσμού του ιερέα της κοινότητας της προκολομβιανής εποχής), μετά τις τελετές τσάγια της Αποκριάς και του Αυγούστου ή ύστερα από ένα θανατηφόρο ατύχημα στα ορυχεία. Οι τελετές αυτές γίνονται στις εισόδους των ορυχείων και περιλαμβάνουν την θυσία λάμα. Με το αίμα αυτών των ζώων, το οποίο συλλέγεται, αλείφουν την είσοδο του ορυχείου, τα μηχανήματα στο εσωτερικό, τις στοές και τις φλέβες του μεταλλεύματος. Η καρδιά του λάμα θάβεται στα πόδια του ειδώλου, πολλές φορές μαζί με αποξηραμένα έμβρυα λάμα. Στη συνέχεια οι εργάτες φεύγουν για ν” αφήσουν τον “Tio” να απολαύσει το γεύμα του, ενώ οι ίδιοι καταναλώνουν το κρέας του λάμα στην επιφάνεια. Εάν κάποτε παραστεί ανάγκη να σκάψουν στο σημείο όπου έχουν θάψει αυτές τις προσφορές, θα πρέπει να γίνει πιο πριν ειδική τελετή. Διαφορετικά ο “Tio” θα θυμώσει και θα προκαλέσει ατύχημα.
Σε όλες αυτές τις τελετουργίες, καθώς και στις διηγήσεις για τον “Tio”, είναι σαφείς οι επιβιώσεις της προκολομβιανής θρησκευτικής παράδοσης. Η ίδια η μορφή του “Tio” αποτελεί από αυτή την άποψη επιβίωση της μορφής του πνεύματος Supay (Σουπάι) της μυθολογίας των Ίνκας και των Αϊμάρα, στους οποίους ο Σουπάι ήταν ο άρχοντας – θεός του κάτω κόσμου (Uca Pacha). Ένας μύθος των Uru Uru (Ινδιάνοι αγρότες που ζούσαν στην περιοχή της σημερινής επαρχίας Oruro, στα βόρεια της επαρχίας του Ποτοσί), μας βοηθάει να καταλάβουμε τη σχέση της μορφής του “Tio” με τις προκολομβιανές θρησκείες των Άνδεων:
Ο Huari [Ουάρι], το πνεύμα των Λόφων, είχε ερωτευτεί την Ñusta [Νιούστα], την κόρη του Ήλιου (του θεού Ίντι των Ίνκας), τον οποίο λάτρευαν οι Uru Uru. Προσπάθησε να την αρπάξει χρησιμοποιώντας τους ηφαιστειακούς καπνούς και την ηφαιστειακή φωτιά, όμως ο Ήλιος πρόλαβε και την έκρυψε μέσα σε μια σπηλιά. Τότε ο Ουάρι θύμωσε και αποφάσισε να εκδικηθεί τον Ήλιο εξαπολύοντας κεραυνούς εναντίον του και εναντίον της κοινωνικής ιεραρχίας που θεμελιώνονταν στην λατρεία του Ήλιου. Ταυτόχρονα άρχισε να διαδίδει μια νέα θρησκεία μεταξύ των ανθρώπων, στην οποία τα υλικά αγαθά ήταν πιο σημαντικά από τις πνευματικές αρετές και η δουλειά στα ορυχεία πιο σημαντική από την αγροτική εργασία. Οι άνθρωποι στην αρχή αντιστάθηκαν, αλλά όταν ο Ουάρι τους έδειξε χρυσάφι και ασήμι οι αντιστάσεις τους κάμφθηκαν και εγκατέλειψαν την παλιά τους θρησκεία και τους κοινωνικούς κανόνες τους οποίους επέβαλε. Άρχισαν να πίνουν αλκοόλ, το τσίκι, ένα άγνωστο μέχρι τότε ποτό και να επιδίδονται σε ολονύχτιες διασκεδάσεις με ποτό. Σε αυτή την κατάσταση μέθης, ο Ουάρι έστειλε εναντίον τους τέσσερις πληγές: φίδια, σαύρες, φρύνους και μυρμήγκια. Τα όντα αυτά, με τη βοήθεια μαγισσών κυρίευσαν τους ανθρώπους, μεταβάλλοντας τους σε απαθή όντα, σιωπηλά και χωρίς αγάπη μεταξύ τους. Σε αυτή την κατάσταση έχασαν όλα τα αγαθά τους, τα οποία τους τα πήραν οι γείτονες και οι συγγενείς τους. Ο κόσμος θα καταστρέφονταν εξαιτίας του μίσους που επικρατούσε μεταξύ των ανθρώπων. Όμως η Νιούστα αποφάσισε να σώσει τους ανθρώπους και ύστερα από μία σφοδρή καταιγίδα, εμφανίστηκε επάνω σε ένα ουράνιο τόξο, μαζί με όλους τους ιερείς και τους αρχηγούς που είχαν φύγει όταν οι άνθρωποι είχαν εγκαταλείψει τη λατρεία του Ήλιου. Έτσι οι άνθρωποι άρχισαν να επιστρέφουν στην παλιά τους θρησκεία και να ξανακαλλιεργούν τη γη η οποία είχε ξαναβρεί τη γονιμότητά της. Επίσης επιβλήθηκε ξανά η γλώσσα Κέτσουα. Ο Ουάρι όμως δεν είχε νικηθεί ακόμα, γιατί εξακολουθούσαν να υπάρχουν οι πληγές που είχε στείλει. Τότε ένα τεράστιο φίδι επιτέθηκε στους ανθρώπους κατεβαίνοντας από τα βουνά του Νότου, καταβροχθίζοντας τα κοπάδια και τα χωράφια. Από τα άλλα τρία σημεία του ορίζοντα κινήθηκαν και τα άλλα τρία υπερφυσικά όντα εναντίον των ανθρώπων. Οι άνθρωποι εγκατέλειψαν έντρομοι τη γη τους για να γλιτώσουν, αλλά τότε κάποιος φώναξε την Νιούστα, η οποία παρενέβη και τότε ένα τεράστιο μαχαίρι έκοψε στα δύο το φίδι και εξολόθρευσε και τις άλλες τρεις πληγές.
Έτσι ο Ουάρι νικήθηκε από την Νιούστα, η οποία, στην μυθολογία των Άνδεων είναι μια μορφή της Pachamama (της θεάς της γης). Η Νιούστα είναι μια νεαρή παρθένα που συμβολίζει τη γη η οποία δεν έχει ακόμα γονιμοποιηθεί. Έτσι ως Πατσαμάμα, είναι γυναίκα του Ήλιου (του θεού Ίντι), ενώ ως Νιούστα, είναι κόρη του. Γι” αυτό και μετά την κατάκτηση, δεν ήταν δύσκολο να αποδοθούν οι δύο αυτές μορφές της Μητέρας του Κόσμου (αυτό σημαίνει Pachamama) στην Παναγία (η “Παρθένος του Βουνού” για παράδειγμα αποτελεί τη χριστιανική εκδοχή της Νιούστα).
Ο Τίο είναι, όπως και ο Ουάρι, απ” τον οποίο πιθανόν κατάγεται, ο άρχοντας των μετάλλων, ο πραγματικός ιδιοκτήτης των ορυχείων. Τρέφεται με το αίμα και τις σάρκες των εργατών (το Βουνό που Τρώει Άντρες) και γι” αυτό όταν οι εργάτες παραμελούν να κάνουν τις τελετές Τσάγιας και Καράκου ο Τίο προκαλεί εργατικά ατυχήματα. Όπως υποστηρίζουν οι μεταλλωρύχοι, προτιμάει τη σάρκα και το αίμα των νέων εργατών. Επίσης, εάν τον παραμελήσουν, θα σταματήσει να τους προσφέρει το μετάλλευμα που διαθέτει και οι εργάτες θα μείνουν άνεργοι. Οι τελετές και οι προσφορές αποσκοπούν λοιπόν στο να τον εξευμενίσουν για να μην τους κάνει κακό και να τον προτρέψουν να τους βοηθήσει. Στις τελετές αυτές συνηθίζουν να ραντίζουν με αλκοόλ το έδαφος κάτω από το πέος του ειδώλου, επειδή με αυτόν τον τρόπο ο Τίο θα γονιμοποιήσει την Πατσαμάμα, για να δημιουργηθούν καινούριες φλέβες μεταλλεύματος. Επίσης εάν κάποιος εργάτης έχει πρόβλημα σεξουαλικής ανικανότητας (αρκετά συχνό μεταξύ των μεταλλωρύχων, εξαιτίας του συνεχούς φόβου και του άγχους από την μεγάλη συχνότητα εργατικών ατυχημάτων και γενικότερα τη φύση της δουλειάς τους) απευθύνεται στον Τίο ζητώντας του τη βοήθειά του.
Πιστοί και καλοί χριστιανοί
Όταν οι εργάτες απευθύνονται στον Τίο και του κάνουν προσφορές, δεν πρέπει να γονατίζουν. Επίσης δεν πρέπει μέσα στο ορυχείο να αναφέρουν τα ονόματα των θεϊκών προσώπων της χριστιανικής θρησκείας, γιατί τότε ο Τίο θα θυμώσει. Η επικράτεια του Τίο αρχίζει από τις εισόδους των ορυχείων. Έξω από αυτά, στην επιφάνεια της γης, θεωρείται επίσης κακό να αναφέρεται το όνομά του. Όπως αναφέρει η κοινωνική ανθρωπολόγος June Nash η οποία έχει μελετήσει τις λαϊκές θρησκείες των Άνδεων, οι μεταλλωρύχοι θεωρούν τους εαυτούς τους πιστούς και καλούς χριστιανούς.
Υποτίθεται ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να μπαίνουν στα ορυχεία και να συναντιούνται με τον Τίο, γιατί αυτό θα φέρει γουρσουζιά. Παρ” όλ” αυτά, κατά την διάρκεια του Πολέμου του Τσάκο (1932-1935, μεταξύ Βολιβίας και Παραγουάης) στα ορυχεία της Βολιβίας δούλευαν γυναίκες, επειδή οι άντρες είχαν επιστρατευτεί. Παρ” όλ” αυτά φαίνεται ότι ο Τίο είναι μια υπερφυσική οντότητα που έχει υπεραναπτυγμένα τα χαρακτηριστικά της αρρενωπότητας και γι” αυτό μόνο οι άντρες μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί του. Γι” αυτό και ο τρόπος που του απευθύνονται, χωρίς να στερείται σεβασμού, είναι παρόμοιος με τον τρόπο με τον οποίο οι εργάτες συνομιλούν μεταξύ τους (πίνουν, καπνίζουν και μασάνε φύλλα κόκας, μαζί με τον Τίο). Ο Τίο είναι η θεότητα του αρσενικού κόσμου των μεταλλωρύχων. Τρέφεται από την δύναμη των αντρών, αλλά και την ενισχύει, όταν του ζητηθεί. Οι συνθήκες ζωής των μεταλλωρύχων μοιάζουν να επιβεβαιώνουν δραματικά αυτή την πεποίθηση. Ο μέσος όρος ζωής τους δεν είναι πολύ πάνω από τα σαράντα χρόνια, καθώς, εκτός από τα συχνά εργατικά ατυχήματα η υγεία τους καταστρέφεται από την εισπνοή του πυριτίου που υπάρχει στην σκόνη των ορυχείων και από το αρσενικό και το κυάνιο που υπάρχει στην υγρασία των τοιχωμάτων των στοών. Αυτό έχει σαν συνέπεια, ότι είναι αρκετά πιθανό για μια γυναίκα, σύζυγο μεταλλωρύχου να μείνει χήρα. Και αυτή η τραγική διάσταση της ζωής τους έχει ενσωματωθεί στη μυθολογία του Τίο.
Συνήθως μέσα στα ορυχεία η Πατσαμάμα αναφέρεται ως Awiche (Αουίτσε). Έχει την μορφή γριάς και οι μεταλλωρύχοι την χαιρετούν καθώς μπαίνουν στο ορυχείο: “Καλημέρα, γριά. Μην αφήσεις να μου συμβεί τίποτα σήμερα!” και φεύγοντας την ευχαριστούν που δεν έπαθαν κάτι. Επίσης ζητούν από αυτήν να μεσολαβήσει στον Τίο. Μία άλλη θηλυκή οντότητα του μεταφυσικού κόσμου του Τίο είναι η Viuda (Βιούδα, δηλαδή Χήρα). Αυτή είναι νέα και έχει τη μορφή Ινδιάνας της πόλης, με προκλητικό ντύσιμο, που κάνει τους άντρες να χάνουν το μυαλό τους, τους παρασύρει στην κατανάλωση αλκοόλ και τους απομυζά την δύναμή τους και τα χρήματά τους. Θεωρείται γυναίκα του Τίο και είναι αυτή που παρασύρει τους νέους άντρες να υπογράψουν συμβόλαιο με τον Διάβολο, υποσχόμενη εύκολα πλούτη. Γιατί ο Τίο, περισσότερο από πνεύμα του βουνού και των ορυχείων, είναι ο θεός των συμβολαίων πώλησης εργατικής δύναμης.
Ο μύθος των Ορούρο που αναφέραμε το υπαινίσσεται καθαρά. Οι άνθρωποι εξαπατήθηκαν από τον Ουάρι (τον άρχοντα των μετάλλων, πρόγονο του Τίο), όταν αυτός τους έδειξε τα εύκολα πλούτη και πήγαν με τη θέλησή τους να δουλέψουν στα ορυχεία, εγκαταλείποντας τα χωράφια. Έχουμε εδώ ένα πρώτης μορφής συμβόλαιο: πλούτη (χρήμα) αντί εργασίας. Σύμφωνα με τον μύθο των Ορούρο, υπάρχουν δύο απαραίτητες προϋποθέσεις για να γίνει δυνατή η αποδοχή αυτού του συμβολαίου: η απώλεια της γης και η εξαπάτηση.
Οι εργάτες που πηγαίνουν να δουλέψουν στα ορυχεία, είναι σαν να υπογράφουν ένα παρόμοιο συμβόλαιο με τον Τίο, ξέροντας εκ των προτέρων ότι δεν θα είναι αυτοί οι κερδισμένοι. Του παρέχουν την ζωτικότητά τους, για να τους δώσει ως αντάλλαγμα τα πλούτη των οποίων είναι ο ιδιοκτήτης. Οι εργάτες ξέρουν ότι αυτά που τους δίνει ο Τίο δεν αρκούν για να ξεφύγουν από την οικονομική μιζέρια. Γι” αυτό και σύμφωνα με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, αυτά τα πλούτη δεν πρέπει να επενδυθούν, ώστε απ” αυτά να παραχθεί περισσότερος πλούτος, αλλά πρέπει να καταναλωθούν άμεσα. Μία σαφής επίγνωση, ότι ο μισθός του εργάτη αρκεί μόνο για να τον συντηρήσει για να μην πεθάνει από την πείνα.
Πρωταρχική συσσώρευση
Μπορούμε χωρίς δυσκολία να κατανοήσουμε μέσα σε ποιες ιστορικές συνθήκες διαμορφώθηκαν αυτές οι θρησκευτικές αναπαραστάσεις των κοινωνικών σχέσεων. Για τους αγροτικούς πληθυσμούς σε ολόκληρο τον κόσμο, που εξαναγκάστηκαν ήδη από τον 14ο αιώνα και μετά να εγκαταλείπουν τη γη τους και να μετατρέπονται σε φτηνό εργατικό δυναμικό, αυτή η διαδικασία σήμαινε πολλή βία, πόνο και θάνατο. Η λεγόμενη «πρωταρχική συσσώρευση” όπως χαρακτηρίζει ο Μαρξ τις απαρχές και την αφετηρία του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, δεν ήταν μια αυτόματη διαδικασία. Για να πεισθούν οι ακτήμονες πια αγρότες να δουλέψουν στα πρωτοεμφανιζόμενα εργοστάσια, έπρεπε να οδηγηθούν σε αυτά με τη βία, αλλά και με τη βία να αποδεχτούν να πουλάνε την εργατική τους δύναμη έναντι ενός πενιχρού μισθού. Παρ” όλη τη βία όμως, επρόκειτο ήδη για μια ανταλλαγή, για μια μορφή συμβολαίου.
Είδαμε ότι στα ορυχεία του Ποτοσί υπήρχαν ταυτόχρονα όλες αυτές οι μορφές εκμετάλλευσης: Αφρικανοί δούλοι, μιτάγιος (υποχρεωμένοι από το νόμο να παρέχουν για ένα χρονικό διάστημα απλήρωτη εργασία), συμβασιούχοι και ελεύθεροι μεροκαματιάρηδες. Μετά την ανεξαρτησία της Λατινικής Αμερικής, η δουλική εργασία καταργήθηκε. Όμως η γη που είχε απομείνει στις ινδιάνικες κοινότητες πέρασε εξολοκλήρου πια στα χέρια των λατινοαμερικάνων γαιοκτημόνων (μια από τις συνέπειες της ανεξαρτησίας). Έτσι οι Ινδιάνοι έγιναν το πιο φτηνό εργατικό δυναμικό, που με τη θέλησή του πια, χωρίς κανένα νομικό εξαναγκασμό, αναζητούσε να πουλήσει την εργατική του δύναμη για να επιβιώσει. Αυτές οι ιστορικές αλλαγές πραγματοποιήθηκαν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, που δεν επέτρεπε να κυριαρχήσει η ιδεολογία της ισότιμης ανταλλαγής μεταξύ του πεινασμένου ακτήμονα αγρότη και του κεφαλαιοκράτη. Η σχέση αυτή εξακολουθούσε να εμφανίζει γυμνή και σε όλη της την μεγαλοπρέπεια τη βία που περιέχει στον πυρήνα της. Οι αγρότες που μετατρέπονταν σε εργάτες δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν καμιά δικαιοσύνη στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Χωρίς να μπορούν να κατανοήσουν αυτές τις σχέσεις σε βάθος, διαμόρφωναν την αντίληψη, ότι πρόκειται για συμβόλαια με τον Διάβολο, δηλαδή για ανταλλαγές στις οποίες οι ίδιοι είναι εκ των προτέρων οι χαμένοι (εξαναγκασμένοι να τις πραγματοποιήσουν και εξαπατημένοι χωρίς να κατανοούν με πιο τρόπο εξαπατήθηκαν).
Η ταξική πρωτοπορία της Λατινικής Αμερικής
Θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς ότι όλα αυτά αποτελούν πλάνες και προκαταλήψεις καθυστερημένων τμημάτων της εργατικής τάξης, που δεν μπορούν να τους βοηθήσουν να αποκτήσουν ταξική συνείδηση. Όμως οι εργάτες των ορυχείων της Βολιβίας και κυρίως οι εργάτες των ορυχείων του Ποτοσί, αποτέλεσαν για ένα αιώνα την ταξική πρωτοπορία ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής. Τη δεκαετία του 1920 έδωσαν ηρωικούς αγώνες για τη βελτίωση της ζωής τους και το 1923 οι κινητοποιήσεις τους πνίγηκαν στο αίμα. Οι μεταλλωρύχοι τιμούν την επέτειο αυτής της σφαγής ανάβοντας φωτιές τη νύχτα. Στη δεκαετία του 2000 οι εργάτες των ορυχείων (οι οποίοι συνεχίζουν να κάνουν προσφορές στον Τίο) έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις εξεγέρσεις του 2000 και του 2003 και στήριξαν μαζικά τον Μοράλες και σήμερα αγωνίζονται ενάντια στους συμβιβασμούς του Μοράλες. Πριν ακριβώς από ένα χρόνο στην επαρχία του Ποτοσί έγινε απεργία, η κύρια δύναμή της οποίας ήταν οι μεταλλωρύχοι. Επάνω στο Κέρο Ρίκο, το βουνό των ορυχείων, υπάρχει ένα μεγάλο άγαλμα, μνημείο των αγώνων των μεταλλωρύχων. Είναι ένας μεταλλωρύχος με το κράνος στο κεφάλι, το σκαπτικό εργαλείο στο δεξί χέρι και στο υψωμένο αριστερό χέρι το τουφέκι. Επίσης, πρέπει να το αναφέρουμε και αυτό, στα σπίτια των μεταλλωρύχων, φυσικά δεν υπάρχουν οι φιγούρες του Τίο, αλλά των χριστιανών αγίων. Συνήθως μεταξύ αυτών των εικόνων βρίσκεται και η φωτογραφία του Τσε Γκεβάρα.
Ακόμα και η λατρεία του Τίο διαπνέεται από την αυξημένη αγωνιστική συνείδηση αυτού του κομματιού της λατινοαμερικάνικης εργατικής τάξης. Κατά τη διάρκεια των τελετών Τσάγιας οι μεταλλωρύχοι συζητάνε, καθισμένοι δίπλα στο άγαλμα του Τίο, τις συνδικαλιστικές τους υποθέσεις. Οι τελετές αυτές αποτελούν μια ευκαιρία για την ενίσχυση της αλληλεγγύης μεταξύ των εργατών. Το άγαλμα του Τίο μέσα σε κάθε ορυχείο είναι μια διαρκής υπενθύμιση, ότι οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής δεν έχουν καμιά δικαιοσύνη. Είναι συμβόλαια με τον Διάβολο.
Ο Μαρξ θεώρησε ότι στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής προσιδιάζει μια εγγενής αδυναμία να κατανοηθούν με τρόπο άμεσο και βιωματικό οι παραγωγικές σχέσεις ως σχέσεις εκμετάλλευσης. Το παραγόμενο προϊόν (το εμπόρευμα) και η διαδικασία παραγωγής του επιβάλλουν την αντίληψη ότι:
«Τα πρόσωπα υπάρχουν εδώ μόνο σαν εκπρόσωποι εμπορευμάτων δηλαδή σαν κάτοχοι εμπορευμάτων [...] οι οικονομικές προσωπίδες που φορούν τα πρόσωπα είναι απλώς οι προσωποποιήσεις των οικονομικών σχέσεων, που σαν φορείς τους έρχονται αντιμέτωπα το ένα [πρόσωπο] με το άλλο».
Οι άνθρωποι στον καπιταλισμό (οι εργάτες και οι καπιταλιστές) ενεργούν και σκέφτονται σαν η παραγωγική τους δραστηριότητα να πηγάζει από το γεγονός ότι είναι κάτοχοι κάποιου εμπορεύματος (χρήμα ή εργατική δύναμη) το οποίο το οποίο μπορούν να ανταλλάξουν με άλλα εμπορεύματα. Η ανταλλαγή αυτή των εμπορευμάτων φαίνεται να είναι όχι μόνο δίκαιη, νόμιμη και λογική, αλλά και απολύτως συμβατή με την ιδιότητα του εμπορεύματος: ένα προϊόν για να είναι εμπόρευμα θα πρέπει να μπορεί να ανταλλαχθεί με άλλα προϊόντα “ίσης αξίας”. Δηλαδή φαίνεται σαν να είναι στη φύση θα λέγαμε του εμπορεύματος να μπορούν να ανταλλαχθούν στη βάση ιδιοτήτων που περιέχουν τα ίδια τα εμπορεύματα (την αξία τους).
Ο Μαρξ ονόμασε αυτό το πλέγμα αντιλήψεων, “φετιχισμό του εμπορεύματος”. Οι ταξικές εκμεταλλευτικές σχέσεις αποκρύπτονται από την πεποίθηση (που διαμορφώνεται από την ίδια τη λειτουργία του καπιταλισμού), ότι πρόκειται για σχέσεις που προκύπτουν από την εγγενή ιδιότητα των εμπορευμάτων.
Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η λατρεία του Τίο και οι πεποιθήσεις που την συνοδεύουν, αποτελούν μία προσπάθεια αντίστασης σε αυτή την εγγενή λογική που παράγεται από την καπιταλιστική παραγωγική διαδικασία, όχι προς την κατεύθυνση της άρνησης του “φετιχισμού του εμπορεύματος” και της κατανόησης των ταξικών σχέσεων, αλλά στρεβλώνοντας τα στοιχεία αυτής της αυτόματης ιδεολογίας και επαναδιατάσσοντας τα στοιχεία που την συγκροτούν. Οι άνθρωποι που προσφέρουν τιμές στον Τίο εξακολουθούν να “φετιχοποιούν” τα εμπορεύματα, αλλά με έναν αντίθετο τρόπο από αυτόν που περιέγραψε ο Μαρξ. Ο Τίο υπάρχει για να αποδεικνύει ότι η σχέση μεταξύ αυτού που κατέχει το (εμπόρευμα) χρήμα και αυτόν που κατέχει το (εμπόρευμα) εργατική δύναμη, είναι συμβόλαιο με τον Διάβολο, δηλαδή μια σχέση άνιση και άδικη για τους εργάτες.
Κώστας Κ
Γκαλεάνο Εντουάρντο, Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής, Θεωρία 1982.
Fevre Henri, Οι Ίνκας, Καρδαμίτσα 1994.
Λας Κάζας Βαρθολομαίος ντε, Η καταστροφή των Ινδιών, Στοχαστής 1982.
Mariátegui José Carlos, Εφτά δοκίμια για την ερμηνεία της περουβιανής πραγματικότητας, Άγρα 2008.
Μαρξ Καρλ, Το κεφάλαιο, τ. 1, Σύγχρονη Εποχή 2002.
Métraux Alfred, Οι Ίνκας. Ιστορία και πολιτισμός, Εναλλακτικές εκδόσεις χχε.
Palmer Bryan D., Οι κουλτούρες της Νύχτας, Σαββάλας 2006.
“El Tío”, http://en.citizendium.org/wiki/El_T%C3%ADo
Nash June, “Devils, Witches, and Sudden Death», Legacy bluegrass,
http://legacy.bluegrass.kctcs.edu/LCC/SOC/White/Nash1.htm
Category: Χωρίς κατηγορία
Καλογραμμένο άρθρο.
Συγχαρητήρια Κώστα.
Ενδιαφέρον άρθρο, εξόχως «εξωτικό».
Θα ήθελα να παρατηρήσω, ότι η θρησκευτικός μετασχηματισμός («καμουφλάζ») όποιας αντίστασης – έκφρασης στην ταξική κλπ. καταπίεση, παρόμοια όπως στις λογής προκαπιταλιστικές αιρέσεις, βουντού στην Καραϊβική κλπ. δεν αναιρεί τον «εκτονωτικό», συμβιβαστικό με τις δοσμένες σχέσεις παραγωγής χαρακτήρα αυτού του μετασχηματισμού. Ο ίδιος ο Μαρξ έχει αναφερθεί επανειλημμένα στον παρηγορητικό ρόλο της θρησκείας («το δάκρυ σ” έναν άκαρδο κόσμο…ο στεναγμός των καταπιεσμένων»…κάπως έτσι), ακριβώς για να τονίσει τον αντιδραστικό («όπιο..») χαρακτήρα των θρησκευτικών δοξασιών γενικά. Άλλωστε, χαρακτηριστικά, οι πιστοί του Tio, καλοί χριστιανοί, δεν εμποδίζονται ουσιαστικά από τους «ιδιοκτήτες» των ορυχείων και μισθωτές των ζωών τους να τιμούν τον γκόμενο της Pachamama με αντιπαροχή ψευδαισθήσεις προστασίας (αντί για διεκδίκηση μέτρων ασφαλείας, μειωμένου ωραρίου κλπ.)
Εν κατακλείδι, περιγράφουμε, αναλύουμε αλλά και απογυμνώνουμε-κατακρημνίζουμε κάθε τι που στέκεται ανάμεσα στην (κατά προσέγγιση) πραγματικότητα και την συνείδηση των καταπιεζομένων, εκτός εάν θεωρούμε αδύνατη (a priori ή de facto, αδιάφορο) αυτήν την συνάντηση._
….γνώσεις που ποτέ δέν θα διδαχθούν…ούτε στά σχολεία ούτε στα πανεπιστήμια…!