Subscribe via RSS Feed
Εκτυπώστε το Εκτυπώστε το

Ακροδεξιά και ηθικολογία: κατ’ επάγγελμα δολοφονική βαρβαρότητα



Κάθε φορά που διαπράττονται (πραγματικά) «ειδεχθή εγκλήματα», δίδεται η ευκαιρία σε κάθε λογής (και πάλι, κυριολεκτικά) «ειδεχθείς ανθρώπους» να εκφράσουν τον (υποτιθέμενο) αποτροπιασμό τους. Δεν θα μπορούσε από αυτόν τον κανόνα να ξεφύγει το μακελειό που προκάλεσε ο Νορβηγός φασίστας Άντερς Μπέχρινγκ Μπρέιβικ (ο τελικός απολογισμός είναι 77 νεκροί -ο ορισμός της φρικώδους πράξης).

Προσέξτε ωστόσο…

Μεγαλοδημοσιογράφοι γλοιώδεις υπηρέτες των αφεντικών τους, ανάλγητοι φραγκοφονιάδες που δεν διστάζουν, για να εισπράξουν την αργυρώνητη αμοιβή τους, να καταγγέλλουν κάθε απεργό ως επικίνδυνο για το «κοινωνικό σύνολο και την εθνική οικονομία», ξαφνικά αποκτούν «ηθική συνείδηση»: επιτέλους, μπορούν να φρικιάσουν μπροστά στο «ειδεχθές έγκλημα» και να «αποδείξουν» με αυτόν τον τρόπο ότι ακόμα διαθέτουν κάποιου είδους «ηθική συνείδηση». Ωστόσο, οι κοινότοπες περιγραφές τους δεν αποκαλύπτουν απλά έλλειμμα φαντασίας, αλλά έλλειμμα οποιασδήποτε ηθικής: «ψυχρός δολοφόνος», «δέσμιος μισαλλόδοξων απόψεων», «ανθρωπόμορφο τέρας που πυροβολούσε επί μιάμιση ώρα ανελέητα». Οι άνθρωποι βρίσκονται, απλά, σε διατεταγμένη αποστολή: οι «ανθρωπιστικές» κορώνες έχουν σκοπό να καταπνίξουν οποιαδήποτε προσπάθεια να αναλυθούν τα γεγονότα στην Νορβηγία, να αναζητηθούν οι βαθύτερες αιτίες.

Και… ασφαλώς, μαζί με τα παραπάνω «καλόπαιδα» των ΜΜΕ και οι πολιτικοί ηγέτες, το ίδιο (και ακόμα παραπάνω) «συγκλονισμένοι» από τα γεγονότα στη Νορβηγία. Ο κατ’ επάγγελμα κενολόγος Κάρολος Παπούλιας (ποιόν άλλο ρόλο έχει ο πρόεδρος της ελληνικής Δημοκρατίας;) μας δίνει το απόλυτο όριο της υποκριτικής και αποπροσανατολιστικής «ηθικολογίας»:

«Είμαστε όλοι συγκλονισμένοι από την εθνική τραγωδία που βιώνει η Νορβηγία. Αλληλεγγύη προς τον νορβηγικό λαό και αποτροπιασμός για την αποκρουστική φονική επίθεση, που μας θυμίζει πόσο σκοτάδι μπορεί να κρύβει η ανθρώπινη φύση [sic!] και πού μπορεί να οδηγήσει η διαπαιδαγώγηση στο μίσος».[1]

Από κοντά και ο ΓΑΠ, με το γνωστό του… γλαφυρό ύφος:

«Είμαι συγκλονισμένος από τη βομβιστική επίθεση που έπληξε το κέντρο του Όσλο, και τις μαζικές δολοφονίες στο νησί Ουτόγια, που στοίχισαν τις ζωές αθώων και άφησαν πίσω τους πολλούς τραυματίες».[2]

Τώρα…

…τολμούν και έχουν το θράσος να ομιλούν περί «ανθρώπινης φύσης», αυτοί που έχουν πλήρη συνείδηση ότι υπογράφοντας νόμους και νομοσχέδια που περικόπτουν μισθούς και συντάξεις, που κλείνουν νοσοκομεία και περιορίζουν δραστικά τις κοινωνικές δαπάνες για την υγεία, ωθούν εκατομμύρια εργαζόμενους στην εξαθλίωση και κάποιους τους σπρώχνουν στον θάνατο (είτε γιατί δεν έχουν τα χρήματα για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά κάποια ασθένεια είτε γιατί η ανέχεια τους οδηγεί στην αυτοχειρία).

Ομιλούν περί «ανθρώπινης φύσης» αυτοί που στέλνουν στρατεύματα σε Αφγανιστάν και Λιβύη, που παραχωρούν τις βάσεις της χώρας για να γίνονται βομβαρδισμοί που ισοπεδώνουν ολόκληρες χώρες, στέλνοντας στον θάνατο χιλιάδες άμαχους. «Συγκλονίζονται» αυτοί που απαγορεύουν τον απόπλου των πλοίων για τη Γάζα και συμπαρατάσσονται με τους σιωνιστές μακελάρηδες, μπροστά στους οποίους ωχριά ο Μπρέιβικ.

Αυτοί δηλαδή, που σε τελική ανάλυση, είναι οι κυρίως υπεύθυνοι για να δημιουργηθούν οι συνθήκες που «γεννούν» φασίστες σαν τον Άντερς Μπέχρινγκ Μπρέιβικ, αυτοί «συγκλονίζονται» μετά από τις πράξεις του:

Αιδώς Αργείοι! Αιδώς Αχρείοι!

 

Η «ειρηνική, φιλήσυχη» Νορβηγία

Η «ειρηνική και φιλήσυχη» Νορβηγία, η Νορβηγία της «ανοικτής κοινωνίας», βρίσκεται μονάχα στη φαντασιακή, προπαγανδιστική κατασκευή του δυτικού ιμπεριαλισμού.

Η Νορβηγία συμμετέχει με στρατεύματα στην κατοχή του Αφγανιστάν και στους βομβαρδισμούς της Λιβύης (ενώ συμμετείχε μέχρι το 2006 και στην κατοχή του Ιράκ). Συμμετέχει ενεργά στην καταστροφή χωρών του μουσουλμανικού κόσμου για να ελέγχουν οι δυτικοί καπιταλιστές τα πετρέλαια του αραβικού κόσμου. Η καταστροφή που προκαλεί ο δυτικός ιμπεριαλισμός (συμπεριλαμβανομένου και του νορβηγικού) είναι ανείπωτη:

Στο Αφγανιστάν μόνο το 14% των τοκετών γίνονται με τη βοήθεια γιατρού. Το προσδόκιμο ζωής μιας γυναίκας στη Νορβηγία είναι 83 χρόνια ενώ στο Αφγανιστάν μόλις 45.[3] Τουλάχιστον 109.000 άνθρωποι, από τους οποίους οι 66.000 άμαχοι, σκοτώθηκαν στο Ιράκ από την εισβολή του δυτικού συνασπισμού τον Μάρτιο του 2003 και έως τα τέλη του 2009.

Σε όλες τις περιπτώσεις των μαζικών δολοφονιών αμάχων από τους δυτικούς ιμπεριαλιστές στις μουσουλμανικές χώρες η απάντηση των δυτικών κυβερνήσεων ήταν η ίδια:

«Παράπλευρες απώλειες» -δηλαδή ο υποτιθέμενος στόχος των δυτικών είναι οι «πανανθρώπινες αξίες» (η «ελεύθερη αγορά», η ελεύθερη ασυδοσία των αφεντικών, ο κοινοβουλευτικός κρετινισμός) οι οποίες δικαιολογούν την «παράπλευρη» απώλεια αθώων.

Αυτού του είδους η δικαιολόγηση μαζικών δολοφονιών είναι ακριβώς η ίδια με τη δικαιολόγηση των πράξεών του από τον ίδιο τον Μπρέιβικ:

«Οι πράξεις μου ήταν απεχθείς, αλλά απαραίτητες»

[…]

Ένας άνθρωπος που έχει άποψη ισούται με 100.000 ανθρώπους που έχουν μόνο ενδιαφέροντα».

Ο δυτικός καπιταλισμός δημιουργεί και την ιδεολογία και τις συνθήκες για να υπάρξουν δολοφόνοι-φασίστες του είδους του Μπρέιβικ. Δεν είναι ούτε η πρώτη φορά ούτε ασφαλώς και η τελευταία. Πριν από κάποιους μήνες αποκαλύφθηκε η δράση αμερικάνων φαντάρων στο Αφγανιστάν, που είχαν δημιουργήσει την αυτοαποκαλούμενη «Δολοφονική Ομάδα» (η διαβόητη «Kill Team»), που εκτελούσε εν ψυχρώ άοπλους Αφγανούς πολίτες.[4] Πτώματα δεμένα μεταξύ τους, κομμένα κεφάλια, χέρια και πόδια, «αναμνηστικές» πόζες με χαμόγελα από ένστολους οι οποίοι φωτογραφίζονται περήφανοι δίπλα σε Αφγανούς τους οποίους σκότωσαν. Επίσης, οι στρατιώτες μόνταραν αποτρόπαια βίντεο, «ντύνοντας» εικόνες από δολοφονίες αμάχων με μουσική χέβι μέταλ, κάποια από αυτά με μουσική του συγκροτήματος «Αποκαλύπτικα» από τη Φινλανδία.

Ο νορβηγικός καπιταλισμός δεν είναι λοιπόν καθόλου «αθώος», αντίθετα, μαζί με τους συμμάχους του στο δυτικό στρατόπεδο, είναι ενεργητικά ένοχος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Η αρπαχτικότατα και η βαρβαρότητα δεν περιορίζεται απλά στις εξωτερικές σχέσεις της Νορβηγίας. Εδώ και πολλά χρόνια , οι δυνάμεις του ρατσισμού και του φασισμού ανθούν στη σκανδιναβική χώρα. Τα κρούσματα είναι πολλά ακόμα και σε καθημερινό επίπεδο. Είναι συνηθισμένο, για παράδειγμα, πελάτες εταιρειών ταξί να ζητούν «λευκούς οδηγούς».[5] Κάθε τόσο η νορβηγική αστυνομία διεξάγει τρομοκρατικές-προληπτικές συλλήψεις ενάντια σε μουσουλμάνους της χώρας με τη δικαιολογία ότι «προετοίμαζαν τρομοκρατικές επιθέσεις στη χώρα για λογαριασμό της Αλ Κάιντα».[6] Οι νόμοι για τη νομιμοποίηση μεταναστών γίνονται διαρκώς αυστηρότεροι με το πέρασμα του χρόνου. Το 2000, ο αρχηγός της αστυνομίας είχε ζητήσει -με το πρόσχημα της «υπέρ-αντιπροσώπευσης των προσφύγων στις εγκληματολογικές στατιστικές»- να τίθενται υπό κράτηση όσοι από τους αιτούντες άσυλο δεν διαθέτουν ταξιδιωτικά έγγραφα, μια πρακτική που καταργήθηκε στη Νορβηγία το 1996 μετά την αυτοκτονία ενός άνδρα ενώ βρισκόταν υπό κράτηση.[7] Πέρσι στο Buskerud της Νορβηγίας σε στρατόπεδο κράτησης μεταναστών, κατά τη διάρκεια μιας εξέγερσης, καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά το στρατόπεδο από μετανάστες που είχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου τους:

«Σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης, το στοιχείο που πυροδότησε την εξέγερση ήταν οι άσχημες συνθήκες διαβίωσης: έλλειψη φαγητού, ψυχιατρικής φροντίδας, ζεστού νερού στο ντους, … και μάλιστα πολλά άτομα κρατούνταν εκεί από το 2006! Όλα ξεκίνησαν χθες το πρωί, όταν οι κρατούμενοι άρχισαν να καταστρέφουν εξοπλισμό και να ανάβουν φωτιές».[8]

 

Η ακροδεξιά στη Νορβηγία ως πρότυπο

Παρά τη μυθολογία περί «ανεκτικής και ανοικτής κοινωνίας», στη Νορβηγία ανθεί η ακροδεξιά (Κόμμα της Προόδου ) που κατέχει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.[9] Ο Μπρέιβικ ανήκει στη νορβηγική ακροδεξιά, δηλώνει Χριστιανός, πολιτικά συντηρητικός, έχει μίσος για το Ισλάμ και για την «άνοδο του πολιτιστικού Μαρξισμού/της πολυπολιτισμικότητας».[10]

Μέχρι το 2006, ο Μπρέβικ πλήρωνε εισφορές μέλους στο ακροδεξιό Κόμμα της Προόδου. Το κόμμα ανέφερε σε ανακοινωθέν του πως ο Μπρέιβικ:

«Ανήκε στον κομματικό μηχανισμό του από το 1999 έως ότου διαγράφηκε, στη διάρκεια του 2006, ασχολούμενος με τα θέματα της νεολαίας κατά την τριετία 2002-2004».[11]

Ο λόγος που στη Νορβηγία εμφανίζονται οι πλέον σκληροί εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού φασισμού έχει να κάνει με το γεγονός ότι εδώ και δεκαετίες η Σκανδιναβική ακροδεξιά έχει μετατραπεί σε ένα από τα πρότυπα της αναγέννησης των ακροδεξιών ιδεών για ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Το κατ’ εξοχήν κόμμα-εκπρόσωπος της ακροδεξιάς στην Ελλάδα, το ΛΑΟΣ, ακολουθεί ένα πρόγραμμα παρόμοιο με αυτό της Σκανδιναβικής ακροδεξιάς. Μέχρι σήμερα διάφοροι πολιτικοί αναλυτές υποστήριζαν (όπως ακριβώς και για το ΛΑΟΣ στην Ελλάδα) ότι η Σκανδιναβική ακροδεξιά «δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζεται φασιστική» γιατί δεν έχει σχέση με τη φασιστική ιδεολογία, αλλά μοιάζει να είναι «πιο οικεία σε έναν μέτριο συντηρητισμό, και αν μελετηθεί στην ίδια βάση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κόμματα, δύσκολα θα κατατάσσονταν στην ριζοσπαστική δεξιά».[12] Με απλά λόγια:

Δεν πρέπει να ανησυχούμε, πρόκειται απλά για ακροδεξιά, δηλαδή, άλλο ένα πολιτικό ρεύμα στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα.

Τα δραματικά γεγονότα των τελευταίων ημερών στη Νορβηγία αποκαλύπτουν πόσο ρηχές ήσαν αυτές οι πολιτικές «αναλύσεις». Αξίζει για το λόγο αυτό να κάνουμε μια αναφορά στην ακροδεξιά της Νορβηγίας και την επιρροή της στην ακροδεξιά της υπόλοιπης Ευρώπης.

Κατ’ αρχήν, πράγματι, δεν θα πρέπει να ταυτίζουμε την ακροδεξιά με το φασισμό. Ωστόσο το γεγονός αυτό κάθε άλλο παρά σημαίνει ότι η ακροδεξιά είναι λιγότερο επικίνδυνη από το φασισμό για τους εργαζόμενους. Κατ’ αρχάς αποτελεί τον πολιτικό χώρο στον οποίο εκκολάπτεται ο ίδιος ο φασισμός. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι η ακροδεξιά και ο φασισμός μοιράζονται κοινές πολιτικές ιδέες και στόχους: σωβινισμό, σεξισμό, εξύμνηση του ηγέτη-φύρερ, ρατσισμό, μίσος για την εργατική τάξη, περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων μέσω της εξύμνησης των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους -«νόμος και τάξη». Αυτός είναι ο λόγος (η αιματοσυγγενική σχέση με τον φασισμό) που η ακροδεξιά υπήρξε ο κατ’ εξοχήν στυλοβάτης δικτατορικών καθεστώτων -στην Ελλάδα υποστήριξε τη χούντα 1967-1974, στη Χιλή τη δικτατορία του Πινοσέτ 1973-1990.

Ωστόσο, ο φασισμός έχει διακριτά χαρακτηριστικά από την ακροδεξιά. Ο φασισμός αναπτύχθηκε τις δεκαετίες του 1920 και 1930 ως απάντηση των πιο αντιδραστικών δυνάμεων στην οικονομική κρίση και τις τότε συνθήκες της ταξικής πάλης. Τότε είχαμε την ανάπτυξη του μεγαλύτερου κύματος εργατικών αγώνων μέχρι σήμερα, όχι μόνο διεκδίκησης κάποιων «αμυντικών» οικονομικών αιτημάτων αλλά και πολιτικών διεκδικήσεων. Το πολιτικό πρόγραμμα για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό ήταν στην άμεση πολιτική ατζέντα της εργατικής τάξης κάτω και από την επίδραση των ιδεών της (τότε πρόσφατης) Ρωσικής Επανάστασης. Αυτό ήταν εμφανές σε ολόκληρο τον κόσμο, πολύ περισσότερο στην Ευρώπη: στην κόκκινη διετία της Ιταλίας (1919-1920), στην Γερμανία μέχρι την άνοδο του Χίτλερ το 1933, στην Γαλλία του 1936, στην Ισπανική Επανάσταση το 1936. Για να μπορέσει ο φασισμός να επιβάλει τη θέση του στην άρχουσα τάξη ως το αντίπαλο δέος στο επαναστατικό εργατικό κίνημα έπρεπε να αναπτύξει ένα μαζικό κόμμα που να μπορεί να αντιμετωπίσει με τη βία το εργατικό κίνημα στους δρόμους (οι μελανοχίτωνες του Μουσολίνι, τα διαβόητα Τάγματα Εφόδου [Sturmabteilung] του ναζιστικού κόμματος).

Σε αντίθεση, λοιπόν, με το φασισμό τα ακροδεξιά κόμματα είναι συνήθως αρχηγικά κοινοβουλευτικά κόμματα με μηδενική παρέμβαση στο μαζικό κίνημα (αλλά όχι λιγότερο επικίνδυνα όπως αναφέραμε παραπάνω).

Σήμερα οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές από αυτές του μεσοπολέμου. Σήμερα δεν υπάρχει η πίεση των επαναστατικών αγώνων της εργατικής τάξης. Το αντίθετο μάλιστα. Η πτώση των «κομμουνιστικών καθεστώτων» (των χωρών του κρατικού καπιταλισμού) επέφερε μια υποχώρηση των σοσιαλιστικών και επαναστατικών ιδεών μιας και αυτά τα καθεστώτα είχαν (δυστυχώς) ταυτιστεί με το σοσιαλισμό.

Έτσι η νέα ακροδεξιά δεν συμμερίζεται τον «κρατικισμό» του φασισμού του μεσοπολέμου. Τότε, με την κρίση του 1929, οι πολιτικοί διαχειριστές («δημοκράτες» ή φασίστες) των καπιταλιστών κατευθύνονταν προς την κρατική παρέμβαση ως απάντηση στις πιέσεις της οικονομικής κρίσης αλλά και των διεκδικήσεων των εργαζομένων. Ωστόσο για τους φασίστες ο επιδιωκόμενος στόχος ήταν να καταργήσουν όλα τα εργατικά δικαιώματα, να απαγορεύσουν την αυτόνομη λειτουργία των συνδικάτων και τελικά να παραδώσουν χειροπόδαρα δεμένη την εργατική τάξη στην καπιταλιστική εκμετάλλευση.[13]

Ο ίδιος στόχος, grosso modo, εξυπηρετείται και από το πρόγραμμα της ακροδεξιάς, πράγμα που μπορούμε να δούμε ανάγλυφα στην εξέλιξη τη νορβηγικής ακροδεξιάς ήδη από τα πρώτα βήματά της τη δεκαετία του 1970.

Τότε, η κρίση του 1973-74 σήμανε την αρχή του τέλους των «χρυσών χρόνων» του καπιταλισμού -της συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Η οικονομική κρίση έφερε και το τέλος της κεϋνσιανής περιόδου. Δηλαδή, της άμεσης κρατικής παρέμβασης στην οικονομία μέσω μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων και την επιδίωξη «ταξικής ειρήνης» με την ενσωμάτωση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 (Βρετανία -Θάτσερ) και τη δεκαετία του 1980 (ΗΠΑ -Ρέιγκαν) ο νεοφιλελευθερισμός γίνεται η σημαία του κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα. Στην ημερήσια διάταξη μπαίνουν οι ιδιωτικοποιήσεις, οι φοροαπαλλαγές για το κεφάλαιο, το χτύπημα των συνδικάτων («των εργατικών ρετιρέ»), η κατεδάφιση του «κράτους πρόνοιας».

 

Το Κόμμα Προόδου

Σε αυτό το κλήμα, η Σκανδιναβική ακροδεξιά βρέθηκε στην πρωτοπορία των επιθέσεων κατά του «κράτους πρόνοιας» που είχε μακρά παράδοση δεκαετιών στις Σκανδιναβικές χώρες:

«Το Κόμμα Προόδου (Fremskrittspartiet – FrP) στη Νορβηγία, ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 1973 από τον Anders Lange, περισσότερο ως κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στην υψηλή φορολογία, τις επιχορηγήσεις και τον κρατικό παρεμβατισμό παρά ως τυπικό πολιτικό κόμμα».[14]

Εξ’ αρχής ήταν καθαρά αρχηγικό κόμμα, τηρώντας έτσι τις παραδόσεις της ακροδεξιάς:

«Το όνομά του αρχικά ήταν : Το κόμμα του Anders Lange για τη σημαντική μείωση των φόρων, των τιμών και της κυβερνητικής παρέμβασης (Anders Langes Parti til sterk nedsettelse av skatter, avgifter og offentlige inngrep, ALP). Στις εκλογές της ίδιας χρονιάς [1973] έλαβε το 5% των ψήφων και τέσσερις έδρες στο εθνικό κοινοβούλιο».[15]

Το κόμμα θα μετατραπεί στον κατ’ εξοχήν εκπρόσωπο του νεοφιλελευθερισμού υπερασπίζοντας θέσεις υπέρ «της ελεύθερης αγοράς». Ο ιστορικός ηγέτης του κόμματος, Carl Ivar Hagen, έχει χαρακτηρίσει «τεμπέληδες» όσους ζουν από τα κοινωνικά επιδόματα και διεφθαρμένους αυτούς που επιχορηγούνται από το κράτος.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 μετατρέπεται στο τρίτο μεγαλύτερο κόμμα με ποσοστό 13%.

Η εκλογική επιτυχία του κόμματος μεταφράζεται και σε ουσιαστική συμμετοχή, μαζί με τις υπόλοιπες συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, σε κυβερνήσεις συνασπισμού. Μετά τις εκλογές του 2001 η κυβέρνηση που σχηματίζεται (από Χριστιανούς Δημοκράτες, το Συντηρητικό Κόμμα και τους Φιλελεύθερους) εξαρτάται από τη στήριξη του Κόμματος Προόδου. Για να εξασφαλίσει αυτή τη στήριξη, ο συνασπισμός των τριών κομμάτων συμπεριέλαβε στην πολιτική του μειώσεις φόρων και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων. Επιπλέον, μέλη του Κόμματος Προόδου ανέλαβαν την προεδρία στις διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές οικονομικών.

Κεντρικό ζήτημα στις θέσεις του Κόμματος Προόδου αποτελεί η μετανάστευση. Ήδη από το μανιφέστο του 1977 ζητείται ο περιορισμός της μετανάστευσης «για να εξασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας». Αντιδρά στην επιδότηση στέγασης και τις επιχορηγήσεις για την εκμάθηση της μητρικής γλώσσας των μεταναστών θεωρώντας ότι αποτελούν «διακρίσεις εις βάρος των Νορβηγών». Παράλληλα υπογραμμίζει ότι «μόνο Νορβηγοί πολίτες έχουν το δικαίωμα να κατοικούν στη Νορβηγία». Υποστηρίζει την άποψη πως μια κοινωνία χωρίς εθνικές μειονότητες είναι «η ιδανική κοινωνία» αιτιολογώντας την άποψη αυτή με το σκεπτικό ότι στις «πολύ-πολιτισμικές κοινωνίες οι συγκρούσεις προκύπτουν πολύ εύκολα».[16]

Κεντρική θέση στην πολιτική του Κόμματος Προόδου κατέχει ο αντι-ισλαμικός ρατσισμός. Ο Hagen στο θρησκευτικό φεστιβάλ του Levende Ord τον Ιούλιο του 2004 μεταξύ άλλων υποστήριξε πως:

«Πρέπει να γίνει προσπάθεια προσηλυτισμού στον Χριστιανισμό όλων των Μουσουλμάνων που κατοικούν στη χώρα».[17]

Την επόμενη μέρα στελέχη του κόμματος προχώρησαν ακόμη πιο πολύ. Ζήτησαν «να ποινικοποιηθεί η ιδεολογία και η πρακτική του Ισλάμ και να τεθεί εκτός νόμου όπως ο Ναζισμός», συγκρίνοντας το Κοράνι με το «Mein Kampf» του Χίτλερ. Ακόμη δήλωσαν :

«Η θρησκεία [το Ισλάμ] όπως ασκείται είναι απειλή για το κοινωνικό μας σύστημα και τον τρόπο ζωής».[18]

Μια τελευταία αναφορά στην ιδεολογία του κόμματος. Το Κόμμα Προόδου, όπως όλα τα ακροδεξιά κόμματα είναι σεξιστικό και ανδροκρατούμενο (παρά το γεγονός ότι στην ηγεσία του σήμερα βρίσκεται μια γυναίκα, η Siv Jensen). Όπως και στα άλλα Σκανδιναβικά ακροδεξιά κόμματα, η εκλογική του βάση είναι κατά κύριο λόγο άντρες. Γενικά, οι γυναίκες στη Σκανδιναβία τείνουν να ψηφίζουν πιο αριστερά κόμματα σε σχέση με τους άνδρες, με βάση εκλογικές μελέτες. Από την εμφάνιση του κόμματος στη δεκαετία του 1970, σταθερά οι άντρες αποτελούν το 65 με 67% των ψηφοφόρων του ενώ οι γυναίκες 33 με 35%.

Κλείνοντας αυτή την ενότητα, θα αναφερθώ στην ταξική σύνθεση των ψηφοφόρων του. Σε αρκετούς έχει κάνει εντύπωση η (σχετικά) μεγάλη συμμετοχή των ανειδίκευτων εργατών μεταξύ των ψηφοφόρων του κόμματος. Με βάση αυτό κάποιοι πολιτικοί αναλυτές βρήκαν την ευκαιρία να μιλήσουν για «το τέλος της εργατικής τάξης» και άλλα ανάλογα ιδεολογήματα-αερολογίες.

Στην πραγματικότητα, η κυριαρχία της κεντροαριστεράς στην πολιτική ζωή των Σκανδιναβικών χωρών εδώ και δεκαετίες αποδεικνύει ότι η εργατική τάξη ζει και βασιλεύει. Γι’ αυτό άλλωστε το «κράτος πρόνοιας» έχει κτυπηθεί σε αυτές τις χώρες λιγότερο από τις άλλες ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Ωστόσο, η προσχώρηση της σοσιαλδημοκρατίας στον σοσιαλφιλελευθερισμό είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να εκφράσει τα συμφέροντα των πιο αδύναμων κομματιών της εργατικής τάξης, πράγμα που αποπροσανατολίζει (και εκλογικά) ένα μέρος τους.

Σε κάθε περίπτωση όμως, η ταξική σύνθεση όσων ψηφίζουν την ακροδεξιά παραμένει ιστορικά η ίδια. Είναι κατά κύριο λόγο τα μικροαστικά στρώματα που αποτελούν τη μεγάλη δεξαμενή των ψηφοφόρων του Κόμματος Προόδου:[19]

 

Οι ψηφοφόροι του “Κόμματος Προόδου” ανάλογα με την επαγγελματική τους κατάσταση 1973-1997. Ποσοστό επί τοις %.

 

1973 1981 1985 1989 1993 1997
Ανειδίκευτοι εργάτες 31 49 49 42 27 29
Στελέχη δημοσίου τομέα 63 9 9 10 34 16
Στελέχη ιδιωτικού τομέα 27 31 28 22 34
Αυτοαπασχολούμενοι 4 7 9 14 11
Γεωργοί-Αλιείς 4 5 2 3
Άλλοι 6 7 4 5 2 7
Sum % 100 100 100 99 101 100

 

Όπως φαίνεται από τον πίνακα τα μικροαστικά στρώματα αποτελούν σχεδόν το 65% των ψηφοφόρων (αν προσθέσουμε στελέχη δημοσίου τομέα, στελέχη ιδιωτικού τομέα, αυτοαπασχολούμενους και γεωργούς-αλιείς. Οι γεωργοί-αλιείς των Σκανδιναβικών χωρών δεν έχουν, ταξικά, την ίδια θέση με αυτούς των Μεσογειακών χωρών).

 

Η Ευρώπη

του ιμπεριαλισμού και του ρατσισμού

Από τα προηγούμενα, γίνεται καθαρό ότι η περίπτωση του Άντερς Μπέχρινγκ Μπρέιβικ δεν είναι μεμονωμένη, αλλά ο ίδιος αποτελεί γέννημα και θρέμμα της ανάπτυξης της ακροδεξιάς, και αυτό όχι μόνο στις Σκανδιναβικές χώρες, αλλά σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Το θερμοκήπιο που εξέθρεψε τους ακροδεξιούς φασίστες ήταν ο ρατσισμός, με αιχμή του δόρατος τον αντι-ισλαμικό ρατσισμό, αναπόφευκτο ιδεολογικό αποτέλεσμα της ιμπεριαλιστικής επέμβασης σε μουσουλμανικές χώρες.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι αρχικά, πριν αποκαλυφθεί η αλήθεια για την ταυτότητα του μακελάρη της Νορβηγίας, τα στυγερά εγκλήματα αποδόθηκαν σε «φανατικούς ισλαμιστές με σχέσεις με την Αλ Κάιντα».[20] Πολλοί σχολιαστές στο διαδίκτυο επεσήμαναν αυτό το γεγονός, αποδίδοντας το (σωστά) στον αντι-ισλαμικό ρατσισμό των δυτικών κοινωνιών, που αποσιωπά τα εγκλήματα του δυτικού καπιταλισμού την ίδια ώρα που «φρικιά» για τους «ισλαμιστές φονταμενταλιστές». Για τα δυτικά ΜΜΕ ήταν «αδιανόητο» ο στυγερός δολοφόνος να ήταν λευκός, ξανθός και μάλιστα, κάτοικος μιας «ανοικτής δυτικής κοινωνίας όπως η Νορβηγία».

Ωστόσο η αρχική αυτή «παραγνώριση» αποκαλύπτει κάτι πολύ πιο ουσιώδες:

Ο δυτικός καπιταλισμός είναι πάντοτε έτοιμος να δικαιώσει δολοφονικές πράξεις όπως αυτές του Μπρέιβικ ή της «Kill Team» στο Αφγανιστάν. Για τη δυτική προπαγάνδα «δολοφόνοι» είναι πάντοτε όσοι αντιδρούν στο δυτικό ιμπεριαλισμό ενώ οι πράξεις των ιμπεριαλιστικών στρατευμάτων στις κατεχόμενες χώρες (ή των φασιστών στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών) «δικαιώνονται» ως αναπόφευκτη αντίδραση στη βαρβαρότητα των «καθυστερημένων μουσουλμάνων». Τα φώτα της δημοσιότητας σιγά-σιγά θα σβήνουν για τον Μπρέιβικ ενώ θα γίνονται όλο και πιο εκτυφλωτικά για την επόμενη «τρομοκρατική ενέργεια» στο Ισραήλ, για παράδειγμα, με θύματα «αθώους Ισραηλινούς» ή στην αποκάλυψη ενός «νέου πυρήνα ισλαμιστών εξτρεμιστών» σε κάποια δυτική χώρα. Τα ΜΜΕ της Δύσης θα συνεχίσουν να χαρακτηρίζουν τα στρατεύματα κατοχής στο Ιράκ και το Αφγανιστάν «δυνάμεις της διεθνούς κοινότητας» ενώ τις αντιστασιακές δυνάμεις σε αυτές τις χώρες θα τις αναφέρουν ως «οι εξτρεμιστές».

Και, ασφαλώς, θα συνεχιστεί η λειτουργία της καθημερινής ρατσιστικής μηχανής στο εσωτερικό των δυτικών καπιταλιστικών κοινωνιών που προβάλει την «εισβολή των λαθρομεταναστών» οι οποίοι καθημερινά «κλέβουν τις δουλειές» των «γηγενών» Ευρωπαίων. Όλη αυτή η τερατώδης προπαγανδιστική μηχανή λειτουργεί ως δικαίωση των πράξεων φασιστών όπως του Μπρέιβικ, πράγμα που αποκαλύφθηκε όταν ακροδεξιοί πολιτικοί έσπευσαν να δικαιώσουν τον Μπρέιβικ ενώ ακόμα το αίμα των θυμάτων του ήταν ζεστό:

«Σάλο έχουν προκαλέσει στην Ιταλία οι δηλώσεις του βουλευτή της Λέγκας του Βορρά Μάριο Μποργκέζιο, ο οποίος χαιρέτισε τις ακροδεξιές απόψεις του 32χρονου Νορβηγού που σκόρπισε το θάνατο στο Όσλο και το νησί Ουτόγια.

“Αν εξαιρέσεις τη βία, ορισμένες από τις απόψεις που εξέφρασε είναι σωστές. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, είναι άριστες” δήλωσε ο Μποργκέζιο στον ραδιοφωνικό σταθμό Il Sole-24 Ore.

Είπε, επίσης, ότι συμφωνεί με τις ιδέες του Μπρέιβικ κατά του Ισλάμ και υιοθέτησε τις κατηγορίες κατά της Ευρώπης ότι παραδόθηκε αμαχητί στους μουσουλμάνους.

[…]

Ωστόσο, με τις απόψεις του Μπρέιβικ συμφώνησε και ένας γάλλος βουλευτής του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου. Ο Ζακ Κουτελά χαρακτήρισε τον Μπρέιβικ “αντιστασιακό” και “υπερασπιστή της Δύσης”.[21]

Ο ρατσισμός δεν εκπορεύεται αποκλειστικά από την ευρωπαϊκή ακροδεξιά, αλλά αποτελεί κεντρική επιλογή όλων των επίσημων εκπροσώπων του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

«Το μοντέλο της πολυπολιτισμικής κοινωνίας απέτυχε στη Γερμανία, τόνισε η γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ, απευθυνόμενη σε νέους-μέλη του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματός της.

Με τη δήλωσή της ρίχνει… λάδι στη φωτιά καθώς εντείνεται η συζήτηση για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα εκατομμύρια των μεταναστών που αποκαλούν πατρίδα τους τη Γερμανία.

Οι μετανάστες είναι ευπρόσδεκτοι στη χώρα-είπε η Μέρκελ-όμως θα πρέπει να μάθουν τη γλώσσα και να δεχτούν τα πολιτισμικά στοιχεία μας.

Η προηγούμενη προσέγγιση να οικοδομηθεί μια πολυπολιτισμική κοινωνία που επιτρέπει σε ανθρώπους από διαφορετικούς πολιτισμούς «να ζουν ο ένας δίπλα στον άλλον…απέτυχε. Απέτυχε πλήρως», τόνισε».[22]

Η συνεχής ενίσχυση της Frontex (της ευρωπαϊκής αστυνόμευσης των συνόρων για τους μετανάστες) σ’ ένα μόνο πράγμα έχει επιτυχία: τη διαρκή αύξηση του αριθμού των μεταναστών που πνίγονται στη Μεσόγειο ή που δολοφονούνται στα ευρωπαϊκά σύνορα («ατυχήματα» στα ναρκοπέδια).

«Σε ένα χωράφι, που φέρει την πινακίδα «Νεκροταφείο Λαθρομεταναστών – Μουφτεία Έβρου» θάβονται οι παράνομοι μετανάστες που βρίσκουν το θάνατο από πνιγμό στα νερά του Έβρου ή από τις νάρκες, προσπαθώντας να διασχίσουν τα ελληνοτουρκικά σύνορα.

Στις αρχές Αυγούστου, σημειώνει ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», η διεθνής οργάνωση «Καλώς Ήρθατε στην Ευρώπη» (W2EU), παρουσίασε στις ιστοσελίδες της εκτενή αναφορά για «ομαδικό τάφο μεταναστών» στην ελληνοτουρκική μεθόριο. Η οργάνωση αναφέρει πως συνέλεξε τις πληροφορίες από επιτόπια αυτοψία της στο νεκροταφείο, με σκοπό τον εντοπισμό τάφου ενός μετανάστη, ο οποίος σκοτώθηκε στα σύνορα στις 25 Ιουνίου και τον οποίο αναζήτησαν η γυναίκα του και τα παιδιά του, που ήρθαν σε επαφή με την οργάνωση.

Δεν γίνεται αμέσως κατανοητό ότι πρόκειται για ομαδικό τάφο. Μετά από προσεκτικότερη εξέταση, μπορεί κανείς να δει τους μεγάλους λάκκους που ανασκάφηκαν από τις μπουλντόζες, και ότι ο καθένας μπορεί να περιέχει ακόμη έως και δέκα πτώματα. Το γεγονός ότι η τοπική αρχή διέταξε την εκταφή του πτώματος και την ταφή του σύμφωνα με το μουσουλμανικό τελετουργικό, δεν αναιρεί το ότι οι νεκροί μετανάστες έχουν ταφεί σε ομαδικό τάφο. Πρόκειται για κατάφωρη ασέβεια προς τους νεκρούς και τους συγγενείς τους. Επίσης η εκταφή των νεκρών ώστε να θαφτούν με έναν αξιοπρεπή τρόπο δεν είναι πλέον εφικτή» αναφέρει στην αναφορά της η W2EU”».[23]

Η δολοφονική αυτή πολιτική αποσιωπά το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα της μετανάστευσης προκαλείται από τις πολεμικές επεμβάσεις του δυτικού ιμπεριαλισμού. Στην Ελλάδα μόνο, από τους 132.524 συλληφθέντες «παράνομους αλλοδαπούς» το 2010, οι Αφγανοί και οι Πακιστανοί αποτελούσαν πάνω από 37.000 άτομα.[24]

Αυτές οι ρατσιστικές πολιτικές έχουν νομιμοποιήσει την ακροδεξιά στην Ευρώπη, όπου πλέον η συμμετοχή ακροδεξιών σε κυβερνήσεις θεωρείται απολύτως φυσιολογική. Η κυβέρνηση του Μπερλουσκόνι στην Ιταλία (στην οποία η συμμετοχή της ακροδεξιάς σε κυβερνήσεις είναι νομιμοποιημένη εδώ και πολλά χρόνια) έχει επανειλημμένα εκδιώξει δια της βίας από την Ιταλία μετανάστες που διώκονται για πολιτικούς λόγους.[25]

Φυσικά η Ιταλία του Μπερλουσκόνι δεν είναι η μόνη σε αυτή την πρακτική. Και η ελληνική κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πρωτοστατεί σε αυτού του είδους τις πολιτικές πρακτικές.[26] Το 2010 απελάθηκαν από την Ελλάδα «102 Σουδανοί υπήκοοι, μολονότι οι τελευταίοι […] μπορούσαν να αιτιολογήσουν αίτημα ασύλου λόγω των γεγονότων στο Νταρφούρ».[27]

Ούτε στην Ελλάδα, φυσικά, είναι τυχαίος ο εναγκαλισμός της ελληνικής ακροδεξιάς, του ΛΑΟΣ, με την κυβέρνηση του ΓΑΠ. Συχνά στα ελληνικά ΜΜΕ το ΛΑΟΣ χαρακτηρίζεται ως «λαϊκιστικό», υπονοώντας ότι για να κερδίσει ψήφους κατά καιρούς υποστηρίζει κάποιου είδους «λαϊκά» αιτήματα. Πρόκειται, εξόφθαλμα, για λάθος που τελικό στόχο έχει να αντιμετωπιστεί «συμπαθητικά» το ΛΑΟΣ. Όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη έτσι και στην Ελλάδα, ο κύριος στόχος των ακροδεξιών είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων του κεφαλαίου ακόμα και αν αυτό τους φέρνει σε αντίθεση με την εκλογική τους βάση. Το ΛΑΟΣ ήταν και είναι ένθερμος υποστηρικτής των μνημονίων. Στην απεργία των ταξί υποστήριζε τον τερματισμό της απεργίας στο όνομα της «εθνικής οικονομίας». Κανένα εμπόδιο δεν τίθεται μπροστά στον κύριο στόχο των ακροδεξιών: την παράδοση γης και ύδατος στο μεγάλο κεφάλαιο. Αυτό το γεγονός νομιμοποιεί το ΛΑΟΣ ως «σοβαρή αστική πολιτική δύναμη», όχι ο ανύπαρκτος «λαϊκισμός» του.

Εν κατακλείδι τελευταίο αλλά όχι έσχατο, όλα τα προηγούμενα, μας υπενθυμίζουν ότι η Αριστερά θα πρέπει να θέσει το ζήτημα της ρήξης με την Ευρωπαϊκή Ένωση σε πρώτη προτεραιότητα. Ακριβώς επειδή η Ε.Ε. έχει μετατραπεί σε προπύργιο του νεοφιλελευθερισμού και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, έχει, για μια ακόμα φορά, μετατραπεί στην περιοχή που εκτρέφει το αυγό του φιδιού. Θα υπενθυμίσουμε, για άλλη μια φορά την προειδοποίηση αυτού του άρθρου: ναι μεν φασισμός και ακροδεξιά δεν ταυτίζονται, ωστόσο η ακροδεξιά αποτελεί τη μήτρα του φασισμού. Αυτό την καθιστά εξ’ ίσου επικίνδυνη με τον φασισμό.

Άγγελος Καλοδούκας

Σημειώσεις

[1] http://news.pathfinder.gr/greece/politics/725197.html

[2] Στο ίδιο.

[15] Στο ίδιο.

 

[16] Στο ίδιο.

 

[17] Στο ίδιο.

 

[18] Στο ίδιο.

 

[19] Στο ίδιο.

 

Share

Category: Χωρίς κατηγορία



Σχόλια (5)

Trackback URL | Comments RSS Feed

  1. Ο/Η markos λέει:

    Ολη η Ευρώπη θα μετατραπεί σε μια αρένα οπου ο εθνικισμός θα αναμετρηθεί με τον Διεθνισμό.
    Φασισμός ή Σοσιαλισμός θα είναι το αποτέλεσμα.
    Φυσικά και δεν έχει νόημα εντος ή εκτος ΕΕ όπως γράφει ο αρθρογράφος. Αυτά μόνο συσκοτίζουν τα κυρίαρχα θέματα που είναι άλλα. Η Νορβηγία είναι τρανό παράδειγμα.

  2. Ο/Η Xanadu λέει:

    Παρα πολυ καλο κειμενο

  3. Ο/Η Άγγελος Κ λέει:

    Σε ευχαριστώ φίλε Xanadu

  4. Ο/Η Γαβουρ λέει:

    Δεν καταλαβαίνω γιατί συμπεριλαμβάνεις «στελέχη δημοσίου τομέα, στελέχη ιδιωτικού τομέα» όλους στους μικροαστούς-μα αυτοί μαζί με «αυτοαπασχολούμενους και γεωργούς-αλιείς» φαίνεται στα νούμερα να είναι όλη η κοινωνία πλην ανειδίκευτων!

    Η αλήθεια είναι ότι ιστορικά οι Ναζί π.χ. είχαν μεν επιρροή σε μικροαστικά στρώματα (π.χ. αγρότες,επαγγελματίες κλπ), αλλά ήταν και δεύτεροι σε επιρροή στους ανέργους, μετά τους Κομμουνιστές. Επίσης είχαν επιρροή και στους ειδικευμένους εργάτες και τους φοιτητές (30% κατά τόπους από νωρίς στα 1928). Εκεί όπου έχει πρόβλημα ο φασισμός είναι στα κομμάτια της εργ τάξης που υπάρχουν συλλογικότητες-συνδικάτα και ακόμη περισσότερο αν υπάρχουν ελπιδοφόροι αγώνες -οπότε αναγκάζεται να το παίξει και «φιλεργατικός» κατά περίπτωση, για να μην καταβαραθρωθεί εκλογικά.

    Νομίζω δηλ ότι το πράγμα είναι πιο επικίνδυνο κι ότι η «ανοσία» της εργατικής τάξης γενικά στην ακροδεξιά είναι πολύ σχετικό πράγμα -δεν πρέπει να το διαδίδουμε ή να το υπονοούμε.

  5. Ο/Η Άγγελος Καλοδούκας λέει:

    Αγαπητέ φίλε Γαβούρ
    Κατ’ αρχάς, δεν ισχύει ότι τα «στελέχη δημοσίου τομέα, στελέχη ιδιωτικού τομέα, … μαζί με αυτοαπασχολούμενους και γεωργούς-αλιείς» είναι «όλη η κοινωνία πλην ανειδίκευτων». Η σύνθεση του ΑΕΠ της Νορβηγίας είναι (εκτίμηση του 2010):
    Γεωργία: 2.1%
    Βιομηχανία: 40.1%
    Υπηρεσίες: 57.8%
    (https://www.cia.gov/)
    Τα στελέχη δημοσίου τομέα, στελέχη ιδιωτικού τομέα, αυτοαπασχολούμενοι σαφώς και ανήκουν στα μικροαστικά μεσοστρώματα όπως και οι γεωργοί αλιείς των βορειοευρωπαϊκών χωρών.
    Τώρα, σαφώς και δεν υπάρχει «ανοσία» της εργατικής τάξης στην ακροδεξιά. Αλλά, όπως και στη φασιστική δεξιά, τα στελέχη, όπως και η ιδεολογία, είναι κυρίαρχα μικροαστικά. Ένα κόμμα δεν καθορίζεται από ποιοι το ψηφίζουν, αλλά από τα ταξικά συμφέροντα που εκπροσωπεί. Τη ΝΔ ή το ΠΑΣΟΚ το ψηφίζουν σαφώς και εργατικά κομμάτια, αυτό δεν τα μετατρέπει σε κόμματα διαταξικά.
    Η στενή σχέση του φασισμού (των Ναζί στη Γερμανία ή των Φασιστών στην Ιταλία) με τα μεσαία στρώματα είναι δεδομένη στην ιστοριογραφία. Οι φοιτητές που αναφέρεις τη δεκαετία του 1930 προέρχονταν κυρίως από τα ανώτερα ή τα μεσαία στρώματα της αστικής τάξης, η λεγόμενη «χρυσή νεολαία» (η μαζικοποίηση των φοιτητών έγινε στις δυτικές χώρες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο).
    Ο Ian Kershaw στο «Χίτλερ» εκδόσεις scripta, 2000, πράγματι αναφέρει ότι το ένα τέταρτο των ψήφων των ναζί προέρχονταν από την εργατική τάξη. Αλλά ποτέ οι ναζί δεν απέκτησαν ισχυρή βάση στην εργατική τάξη. Οι εργάτες ή οι άνεργοι ψήφιζαν, κατά πλειοψηφία, τα κόμματα της Αριστεράς, το KPD ή το SPD.
    Το ίδιο ίσχυε και για τον ιταλικό φασισμό. Ο Emilio Gentile στο «Φασισμός, ιστορία και ερμηνεία», εκδόσεις Ασίνη 2002 γράφει:
    «Η ανάπτυξη του φασιστικού κινήματος μετά το 1920 υπήρξε ραγδαία: τα μέλη αυξήθηκαν από 20.165, που ήταν τον Δεκέμβριο του 1920, σε 187.588 τον Μάιο του 1921, ξεπερνώντας τα 200.000 δύο μήνες μετά. Ο νέος φασισμός, με αυτή την αριθμητική δύναμη, ήταν πολύ διαφορετικός από το «φασισμό του δεκαεννιά»: ήταν ένα συνονθύλευμα διαφόρων «περιφερειακών φασισμών», συγκεντρωμένων κυρίως στις αγροτικές περιοχές της Κοιλάδας του Πάδου και στην Τοσκάνη, και με λιγοστή παρουσία στο Νότο εκτός από μερικές περιοχές της Πούλιας και της Σικελίας. Εκεί ο φασισμός υποστηριζόταν και χρηματοδοτούνταν από την αγροτική αστική τάξη, ενώ η βιομηχανική αστική τάξη υπήρξε αρχικά πιο διστακτική. Η εργατική τάξη έμεινε κατά ένα μεγάλο μέρος ανεπηρέαστη από τη φασιστική προπαγάνδα, η οποία όμως κατάφερε να κερδίσει αρκετούς οπαδούς μεταξύ των εργατών γης που απέβλεπαν στην απόκτηση ιδιοκτησίας. Κοινωνιολογικά, αυτός ο καινούριος φασισμός ήταν έκφραση της κινητοποίησης των μεσαίων τάξεων, νέων στο μεγαλύτερο μέρος τους, στην πολιτική σκηνή».

Αφήστε μήνυμα