Συμβάσεις ορισμένου χρόνου (εντελώς: μιας μέρας)
Αλήθεια πόσες φορές μπορεί να προσληφθεί και να απολυθείς κανείς μέσα σ’ ένα χρόνο; Για τους περισσότερους εργαζόμενους ο αριθμός αυτός περιορίζεται ίσως στα δάχτυλα του ενός χεριού. Για μια ξεχωριστή κατηγορία εργαζομένων όμως, που καταδικάστηκε να βρίσκεται στον πάτο της εργατικής πυραμίδας, αυτός ο αριθμός μπορεί να φτάνει και τις 200 φορές ετησίως. Και ποιος θα φανταζόταν ότι αυτό μπορεί να συμβαίνει σ’ έναν φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στον Οργανισμό Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος (ΟΔΙΕ); Κι όμως μαζί με τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων ή για την ακρίβεια στη σκιά της, συνυπάρχει η επιτομή της επισφαλούς εργασίας: οι συμβάσεις μιας μέρας. Οι 800 «ευκαιριακά απασχολούμενοι» (όπως ορίζονται από τον Εσωτερικό Κανονισμό του οργανισμού) εργαζόμενοι στον ΟΔΙΕ, προσλαμβάνονται κάθε μεσημέρι και απολύονται κάθε βράδυ με συμβάσεις μιας μέρας, αγωνιώντας και ελπίζοντας για την επόμενη μέρα.
Πολύ πριν εισέλθει το ΔΝΤ στη ζωή μας, πολύ πριν οι εγχώριοι θασιώτες του νεοφιλελευθερισμού καταστήσουν την ανασφάλεια συστατικό στοιχεία των εργασιακών σχέσεων, η ελληνική χούντα με το νόμο 598/1968 επανέφερε δουλοκτητικές μορφές εργασίας θεσπίζοντας την «ευκαιριακή απασχόληση» και τις συμβάσεις μιας μέρας και στο δημόσιο τομέα. Το μοντέλο αυτό επιβιώνει έως σήμερα στον ΟΔΙΕ (και μέχρι προσφάτως στον ΟΠΑΠ) προσφέροντας ζωντανά υποδείγματα σε όσους επιδιώκουν (και είναι πολλοί) την απαξίωση της μισθωτής εργασίας και την εξατομίκευση της διαπραγμάτευσης.
Και βέβαια όταν εργάζεσαι για μια μέρα, ακόμα αν αυτό συμβαίνει σχεδόν κάθε μέρα επί 20 ή 30 χρόνια, δεν δικαιούσαι επιδόματα, άδειες μητρότητας ή ασθένειας, ούτε καν αποζημίωση. Οι αμοιβές σου κυμαίνονται κατά μέσο όρο στα 25- 30 ευρώ ημερησίως και μηνιαίως σχεδόν δεν αγγίζουν το επίδομα ανεργίας. Ενώ για να θεμελιώσεις συνταξιοδοτικό δικαίωμα δεν αρκούν ούτε -οι κατά κοινή ομολογία- ιδιαίτερα αυστηρές προϋποθέσεις της πρόσφατης μεταρρύθμισης Λοβέρδου. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι κάποιος που εργάζεται επί 25 χρόνια στον ΟΔΙΕ έχει συγκεντρώσει μόλις 3500 ένσημα και με αυτούς τους ρυθμούς η ένταξη στα κατώτερα όρια του ΙΚΑ απαιτεί 45 χρόνια δουλειάς.
Ο Χρήστος Νικολιτσόπουλος, εργατολόγος και νομικός σύμβουλος των συμβασιούχων του ΟΔΙΕ χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη μορφή απασχόλησης ως «τη χειρότερη δυνατή και την πλέον επαχθή που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το εργατικό δίκαιο και αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία» και αναρωτιέται «πως είναι δυνατόν να νοείται ως έκτακτη απασχόληση, μια απασχόληση που μπορεί να διαρκεί έως και 20 χρόνια».
Παρόμοιες αιτιάσεις φαίνεται ότι είχε και ο ΑΣΕΠ, στον οποίο προσέφυγαν 700 συμβασιούχοι του ΟΔΙΕ μετά το ΠΔ 164/2004 του τότε υπουργού Εσωτερικών Παυλόπουλου που αφορούσε τους συμβασιούχους. Ο φορέας τότε με την 1071/18-10-2005 απόφαση του έκρινε ότι οι αιτούντες πληρούν τις προϋποθέσεις για να μετατραπούν οι συμβάσεις τους σε αορίστου χρόνου και κάλεσε το ΔΣ του ΟΔΙΕ να προσκομίσει την κατάσταση με τα στοιχεία των εργαζομένων. Αντ’ αυτού όμως ο ΟΔΙΕ έστειλε έγγραφο με τις αντιρρήσεις του. Ο ΑΣΕΠ επανήλθε απορρίπτοντας τις ενστάσεις του ΟΔΙΕ και εμμένοντας στην αρχική του απόφαση για αποστολή των στοιχείων του. Οι διοικήσεις του ΟΔΙΕ δεν ανταποκρίθηκαν ποτέ σ’ αυτή την υποχρέωση και 3 διευθύνοντες σύμβουλοι παραπέμφθηκαν στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών για παράβαση καθήκοντος, σε μια υπόθεση που πρόκειται να εκδικαστεί τον προσεχή Οκτώβριο. Οι εργαζόμενοι από την άλλη έχουν καταθέσει ομαδικά αγωγές και το Σεπτέμβριο η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου πρόκειται να συζητήσει εκ νέου το θέμα τους. Η νέα διοίκηση του οργανισμού έχει κι αυτή με τη σειρά της αναγνωρίσει το δίκαιο των αιτημάτων και έχει δεσμευτεί για την αποκατάσταση της νομιμότητας. Το κρίσιμό βήμα όμως της μετάβασης από τα ευχολόγια στις πράξεις δεν έχει ακόμα γίνει.
Όταν όμως κινείσαι στις γκρίζες ζώνες της απασχόλησης δε στερείσαι μόνο θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα αλλά την ίδια την ορατότητα σου. Οι εργαζόμενοι στον Ιππόδρομο πολλές φορές έχουν αξιοποιηθεί από τα πολιτικά κόμματα ως δεξαμενή ψήφων, καθώς είναι εντελώς ευάλωτοι απέναντι στην εργοδοσία τους. Τα περιστατικά συνδικαλιστικών διώξεων δεν απουσιάζουν από το μεσαιωνικής εμπνεύσεως εργαστήρι του ΟΔΙΕ. Η Ελένη Καλαμπόκα «ευκαιριακά» εργαζόμενη επί 26 χρόνια στον Ιππόδρομο καταθέτει τη δική της μαρτυρία «Όλοι συμφωνούν ότι είναι απαράδεκτο το καθεστώς αλλά με την αδιαφορία τους το συντηρούν. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει τις δικές της ευθύνες. Δε μας έδειξε την αλληλεγγύη που χρειαζόμασταν. Πολλά μέλη της διοίκησης του ΟΔΙΕ κατά καιρούς υπήρξαν και στελέχη της ΓΣΕΕ παλιότερα. Δεν ήξεραν ότι διοικούσαν έναν οργανισμό που αναπαράγει τέτοιες μορφές εργασίας; Κουράστηκα να αντικρίζω το φόβο στα βλέμματα των συναδέλφων μου και την αβεβαιότητα να μου κλείνει το μάτι στον καθρέφτη»
Η κρίση όμως δεν πέρασε απ’ έξω από τον Ιππόδρομο. Μπήκε μέσα και την πληρώνουν οι συνήθεις ύποπτοι. Το τελευταίο διάστημα επικρατεί μεγάλη αναστάτωση στους εργαζόμενους καθώς όχι μόνο δε βλέπουν τη δικαίωση να πλησιάζει αλλά αντίθετα απειλείται ακόμα κι αυτή η μετέωρη θέση τους. Η διοίκηση με το πρόσχημα του χρέους του Οργανισμού έχει προχωρήσει ήδη σε μειώσεις αποδοχών έως και 40% και εκπονεί πρόγραμμα περικοπών θέσεων εργασίας. Ήδη την 1η εβδομάδα του Αυγούστου κοινοποιήθηκε η απόλυση σε 100 εργαζόμενους, ενώ οι εξαγγελίες αφορούν πολλούς παραπάνω.
Σε συνάντηση που είχε με αντιπροσωπεία του ΕΚΑ ανέφερε ότι οι πρώτες απολύσεις αφορούσαν διπλοθεσίτες, αλλά παραδέχτηκε ότι θα επεκταθούν και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων. Παρέλειψε βέβαια να αναφέρει ότι τα όποια φαινόμενα διαπλοκής και κακοδιοίκησης στον Οργανισμό δε βαραίνουν τους εργαζόμενους, αλλά την ίδια τη διοίκηση και την πολιτική της ηγεσία. «Για την αθλιότητα που υπάρχει στον Ιππόδρομο είναι διαχρονικές οι ευθύνες των διοικήσεων και των κυβερνήσεων. Την κρίση όμως πάλι θα την πληρώσουν οι εργαζόμενοι» μας λέει ο Αλέξανδρος Περάκης από το προεδρείο του ΕΚΑ. Οι εργαζόμενοι υποδέχτηκαν μουδιασμένοι την είδηση και δεν τους μένει άλλο εργαλείο ελέγχου απ’ το να παρατηρούν καθημερινά αν είναι όλοι εκεί ή αν λείπει κάποιος. Μετά το πρώτο σοκ, προσπαθούν να ανασυγκροτήσουν τις δυνάμεις τους και να αντιδράσουν.
Η ιστορία του ιπποδρόμου είναι μια ιστορία τζόγου. Οι εργαζόμενοι παίζουν τα ρέστα τους και προσπαθούν να ανατρέψουν όλα τα προγνωστικά και να κερδίσουν. Την επόμενη μέρα. Το μέλλον τους. Την αξιοπρέπεια τους. Είναι μια ιστορία φόβου, ομηρίας, απογοήτευσης αλλά και αγώνα. Κόντρα στην «ευκαιριακή» δουλειά και την «ευκαιριακή» ζωή, παλεύουν για μια ευκαιρία στη δουλειά και εν τέλει μια ευκαιρία στη ζωή.
Μαρία Λούκα
(δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας)
Category: Χωρίς κατηγορία