Το κέντρο ανήκει στους Έλληνες!
Η πολιτική του φόβου και του μίσους και οι μετανάστες στην Αθήνα
Του Δημήτρη Ψαρρά
Δεν έχει περάσει ούτε ένας χρόνος από τη στιγμή που δυο εξέχοντες πολιτικοί άνδρες αντάλλασσαν βαρυσήμαντες επιστολές για το ζήτημα του κέντρου της Αθήνας, ενόψει των δημοτικών εκλογών του περασμένου Οκτωβρίου.
«Κύριε Δήμαρχε», έγραφε ο Γιώργος Καρατζαφέρης προς τον Νικήτα Κακλαμάνη στις 30 Ιουνίου του 2010, «η Αθήνα υποφέρει από την ανεξέλεγκτη μετανάστευση, από την γκετοποίηση ορισμένων γειτονιών της, από το παρεμπόριο, από τις συνεχείς πορείες και διαδηλώσεις στο κέντρο, από την αύξηση της παραβατικότητας και της εγκληματικότητας». Οι διαπιστώσεις του αρχηγού του ΛΑΟΣ συνοδεύονταν από συγκεκριμένες προτάσεις: «Επιβάλλεται πληρέστερη αστυνόμευση και πρέπει ν’ αναληφθούν πρωτοβουλίες πιέσεως προς την κεντρική διοίκηση. Ομοίως πρέπει άμεσα και καταλυτικά ν’ απεγκλωβίσουμε τους φορολογούμενους καταστηματάρχες από τη μάστιγα του παρεμπορίου. Να μεταφερθεί το ΟΚΑΝΑ σε προσφορότερο χώρο και να δοθεί έμφαση στη μάχη κατά των Ναρκωτικών. Ν’ απελευθερωθούν τα κτίρια από τους παράνομους καταληψίες. Να επιμείνουμε σε οικιστικές αναπλάσεις που θα αναδείξουν ένα άλλο αστικό περιβάλλον. Να αναδείξουμε τα προβλήματα από τις διαρκώς αυξανόμενες διαδηλώσεις που αναστατώνουν, στην κυριολεξία ρημάζουν, το εμπορικό κέντρο. Να δοθεί ένα τέλος στις αυθαιρεσίες, απ’ όπου και αν προέρχονται, όπως συμβαίνει με την Αγορά της Κυψέλης, την βίλα της Αμαλίας κ.α. Ριζική αντιμετώπιση του ‘Κράτους των Εξαρχείων’. Επίσης, η εικόνα των λαθρομεταναστών στα φανάρια και όχι μόνο δεν παραποιούν [sic] τιμή για την πρωτεύουσα των πολιτισμών. Και στην περίπτωση αυτή πρέπει να ληφθούν αποτελεσματικές πρωτοβουλίες».
Το κερασάκι στην τούρτα ήταν η πρόκληση Καρατζαφέρη προς Κακλαμάνη, αν εφαρμόζει το νέο νόμο για την ιθαγένεια και τα πολιτικά δικαιώματα των μεταναστών: «Τέλος, θα ήθελα να γνωρίζω εάν προτίθεστε να συμπεριλάβετε ‘νομιμοποιημένους’ λαθρομετανάστες κάνοντας χρήση των διατάξεων του σχετικού νόμου του κ. Ραγκούση». Εννοούσε φυσικά «να συμπεριλάβετε στο ψηφοδέλτιο».
Η απάντηση Κακλαμάνη ήταν απολύτως ικανοποιητική για τον αρχηγό του ΛΑΟΣ. Όχι μόνο αποδεχόταν όλες τις υποδείξεις, αλλά διεκδικούσε την τιμή να είναι ο πρώτος που είχε θέσει αυτή την ατζέντα, το 1997, στο συνέδριο της Πολιτικής Ανοιξης, υπενθυμίζοντας με περηφάνια ότι τότε είχε χαρακτηριστεί από πρωτοσέλιδα εφημερίδων ως «Νικήτας, ο Λεπέν της Ελλάδας». Για το ζήτημα του νόμου για τη μετανάστευση, ο Κακλαμάνης υπενθύμιζε ότι ως πρόεδρος της ΚΕΔΚΕ πρωτοστάτησε να αποσυρθεί, να αλλάξουν τα άρθρα του και σε καμιά περίπτωση να μην εφαρμοστεί στις εκλογές! Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη σημερινή μας συζήτηση ήταν η τοποθέτησή του για τον ΟΚΑΝΑ: «Σου υπενθυμίζω», έγραφε ο τότε δήμαρχος, «ότι όλες οι μονάδες του ΟΚΑΝΑ στο κέντρο της Αθήνας φέρουν υπογραφές υπουργείο Υγείας του ΠΑΣΟΚ. Αντίθετα επί των δικών μου ημερών στο υπουργείο Υγείας, αντίστοιχες μονάδες εγκαταστάθηκαν σε πόλεις της επαρχίας (Πάτρα, Θεσσαλονίκη, Κατερίνη, κ.α.) εντός των Νοσοκομείων».
Το αποτέλεσμα της ανταλλαγής αυτών των επιστολών ήταν όπως γνωρίζουμε όλοι η τελική συμφωνία των δύο και η παραμονή του ΛΑΟΣ στο ψηφοδέλτιο Κακλαμάνη.
Ο λόγος που σας τα θύμισα όλα αυτά, είναι για να τα συγκρίνουμε με όσα λέγονται σήμερα από υπεύθυνα χείλη του δήμου και της κυβέρνησης. Τι διαφορετικό εισφέρουν στη συγκεκριμένη συζήτηση οι προτάσεις του σημερινού δημάρχου και των αρμόδιων υπουργών από εκείνες που συγκρότησαν τη συμμαχία Καρατζαφέρη-Κακλαμάνη; Από εκεί που μόνο ο Νικήτας διεκδικούσε τον τίτλο, τώρα έχουμε γεμίσει υποψήφιους Λεπέν.
Γνωρίζουμε όλοι τον αντίλογο. Ότι στο κέντρο η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο, ότι οι ίδιοι οι κάτοικοι έχουν ξεσηκωθεί, ότι η ασφάλειά τους διακυβεύεται κάθε μέρα και η περιουσία τους εξανεμίζεται. Και ότι ο μόνος τρόπος να μη χαρίσουμε τους κατοίκους στο ΛΑΟΣ και στη Χρυσή Αυγή είναι να διαμορφώσουμε εμείς (δηλαδή οι μη ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις) το δικό μας πρόγραμμα για το μεταναστευτικό, που θα είναι ηπιότερο.
Λυπάμαι, αλλά αυτή η θέση που έχει κυριαρχήσει στα μέσα ενημέρωσης αλλά και στη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών σχηματισμών, μοιάζει πολύ με την τοποθέτηση μιας εμβληματικής φιγούρας του γαλλικού φασισμού, του Robert Brasillach, ο οποίος είχε κάνει σημαία του τον «μετριοπαθή αντισημιτισμό». Σε ένα απόσπασμα που μας θύμισε πρόσφατα ο Ζίζεκ, ο Γάλλος φασίστας διανοούμενος – ο οποίος εκτελέστηκε το 1945 ως συνεργάτης των Γερμανών- έλεγε τα ακόλουθα: «Επιτρέπουμε στους εαυτούς μας το δικαίωμα να χειροκροτούμε στις ταινίες του τον Τσάρλι Τσάπλιν, έναν μισό Εβραίο. Να θαυμάζουμε τον Προυστ, έναν μισό Εβραίο. Να χειροκροτούμε τον Γιεχούντι Μενουχίν, έναν Εβραίο. Δεν θέλουμε να τους σκοτώσουμε όλους, δεν θέλουμε να οργανώσουμε πογκρόμ. Αλλά σκεφτόμαστε ότι ο καλύτερος τρόπος για να εμποδίσουμε τις πάντοτε απρόβλεπτες πράξεις του ενστικτώδους αντισημιτισμού είναι να οργανώσουμε έναν συνετό αντισημιτισμό».
Αυτό λοιπόν είναι που μας προτείνουν οι συνετές δημοκρατικές δυνάμεις σήμερα. Προκειμένου να οργανώνει πογκρόμ η Χρυσή Αυγή, καλύτερα να κάνουν η ΕΛΑΣ και η Δημοτική Αστυνομία τις δικές τους “ήπιες” επιχειρήσεις-σκούπα.
Και λοιπόν; Ποια είναι η λύση; Πώς θα βγούμε από τον φαύλο κύκλο, στον οποίο φαίνεται πως μας έχουν καταδικάσει;
Νομίζω ότι το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να κατανοήσουμε ότι αυτό που εμφανίζεται ως πρόβλημα υποβάθμισης του κέντρου, εγκληματικότητας αλλοδαπών, εξάπλωσης ναρκωτικών, υγειονομικής εξαθλίωσης, βρόμας, σκουπιδιών, κλπ, δεν έχει φυλετικό, θρησκευτικό ή πολιτισμικό υπόβαθρο. Με την εκδίωξη, την απέλαση ή την εξόντωση των μεταναστών δεν πρόκειται ο άστεγος Ελληνας να αποκτήσει σπίτι, ούτε ο άνεργος δουλειά, ούτε ο τοξικοεξαρτημένος να θεραπευθεί μόλις η εμπορία ναρκωτικών επιτραπεί αυστηρά σε Έλληνες το γένος. Γιατί αυτό που συμβαίνει στο κέντρο της Αθήνας είναι η οργανωμένη συγκέντρωση των απόκληρων, των θυμάτων -όχι της κρίσης- αλλά της επιθετικής πολιτικής του κεφαλαίου απέναντι στην εργασία σε πλανητική κλίμακα.
Η απάντηση σε όλα αυτά είναι η διεκδίκηση μιας άλλης πόλης τώρα. Όχι με την εκδίωξη των κατοίκων, αλλά με τη δημιουργία ανθρώπινων συνθηκών ζωής σ΄ όλη την έκτασή της. Τη δημιουργία ελεύθερων χώρων, την απόδοση στους κατοίκους της χρήσης εγκαταλειμμένων ακινήτων, την αποκεντρωμένη οικονομική βοήθεια, περίθαλψη και αρωγή. Όχι στους καθαρόαιμους Έλληνες, αλλά σε όλους. Και φυσικά την άμεση ικανοποίηση των στοιχειωδών δικαιωμάτων των αλλοδαπών κατοίκων της Αθήνας, στον τομέα της εκπαίδευσης, της υγείας και της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας καθενός, συμπεριλαμβανόμενης της θρησκευτικής ιδιαιτερότητας.
Στην είσοδο του Θεάτρου Ολύμπια που στεγάζει τη Λυρική Σκηνή, στην οδό Ακαδημίας, έχει στηθεί ένας υπερμεγέθης κουμπαράς με μια τεράστια επιγραφή: “Εθνική Λυρική Σκηνή: Υπέρ των Ελλήνων Αστέγων”. Έτσι όποιος φίλος της όπερας τυγχάνει και φιλάνθρωπος, γνωρίζει ότι ο οβολός του δεν θα πάει στους αλλοδαπούς. Αλλά, αναρωτιέμαι, όταν οι υπεύθυνοι της Λυρικής απευθυνθούν στους αστέγους για να τους δώσουν το προϊόν του εράνου, θα τους ζητούν και πιστοποιητικό εθνικής γνησιότητας;
Πριν από λίγο καιρό διχάστηκε η κοινωνία με την υπόθεση των μεταναστών της Υπατείας. Στέκομαι σε μια λεπτομέρεια. Η μεταστέγαση των μεταναστών από τη Νομική Σχολή δεν ήταν δυνατή μέχρι που βρέθηκε το συγκεκριμένο κτίριο. Κανένας δημόσιος φορέας ή ο Δήμος δεν έδειξε διάθεση να ανοίξει τις πόρτες των ποικίλων εγκαταστάσεων και ακινήτων τους στους 300 ικέτες. Αλλά αυτό είναι το πρόβλημα. Όταν η πολιτική εξουσία ανέχεται το κλείσιμο μιας παιδικής χαράς για να μη συγκεντρώνονται οι αλλοδαποί, τότε η λύση είναι να τους συγκεντρώσουμε κάπου αλλού.
Όσα σχεδιάζονται για στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως κι αν τα ονομάζει ή τα φαντάζεται ο κ. Σαββόπουλος, το μόνο αποτέλεσμα που μπορεί να έχουν είναι να μεταφερθεί το πρόβλημα σε άλλο χώρο, χωρίς να δοθεί πραγματική λύση. Απλά δεν θα είναι πια ορατό. Γιατί το κέντρο της Αθήνας δεν το υποβάθμισαν οι μετανάστες. Το υποβάθμισαν εκείνοι που το εγκατέλειψαν πριν από χρόνια για τα βόρεια και τα νότια προάστια. Αντίθετα από την Αθήνα, στο Παρίσι, π.χ., οι μετανάστες έχουν κατακλύσει τα προάστια της γαλλικής πρωτεύουσας. Αλλά εμπόδισε αυτό την τρομερή έκρηξη του 2005 και τη βία που επακολούθησε σε πολλές πόλεις της Γαλλίας;
Λένε κάποιοι ότι το πράγμα έχει φτάσει στο απροχώρητο με την εγκληματικότητα. Αλλά ακριβώς πριν από 20 χρόνια είχαμε ακριβώς τον ίδιο πανικό, με το πρώτο κύμα μεταναστών από την Αλβανία. Τα ίδια πρωτοσέλιδα, οι ίδιες κραυγές για τον εθνικό κίνδυνο και την προσωπική ασφάλεια καθενός μας. Το κωμικοτραγικό είναι ότι τότε, οι ίδιοι που σήμερα κατανοούν ότι με τη συντριπτική πλειοψηφία των Αλβανών συμβιώνουμε μια χαρά και περιορίζουν τις κραυγές τους κατά των μεταναστών και των προσφύγων σε όσους προέρχονται από την Αφρική ή την Ασία, έλεγαν τότε ότι “με τους Πακιστανούς δεν έχουμε πρόβλημα, γιατί είναι φιλήσυχοι, πρόβλημα έχουμε με τους Αλβανούς που είναι εγκληματίες”.
Δεν είναι η πολιτισμική διαφορά που βρίσκεται στον πυρήνα του προβλήματος. Και όσοι αρέσκονται να απαριθμούν τις μαφίες με τον εθνοτικό προσδιορισμό τους συνηθίζουν να ξεχνούν την κυρίαρχη, την ελληνική, ενώ δυσκολεύονται όταν συμπεριλαμβάνουν στον υπολογισμό τους και αλλοδαπούς με πλήρη δικαιώματα, προερχόμενους δηλαδή από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όσο για το επιχείρημα ότι καλά είναι όλα αυτά, αλλά απαιτούν κονδύλια που δεν υπάρχουν σε εποχές κρίσης, η απάντηση είναι μία: ας δοθούν αυτά που προορίζονται για στρατόπεδα και φράχτες. Και εν πάση περιπτώσει, αν πρέπει υποχρεωτικά ο Ακτωρ να πάρει κάποιες εργολαβίες, ας του δοθούν αναθέσεις για χρήσιμα έργα στην πόλη και την περιφέρεια.
Θα τελειώσω με μια αιρετική παρατήρηση. Με βάση όσα είπα πιο πάνω, θεωρώ λάθος να τίθεται ως πρώτος στόχος μιας άλλης μεταναστευτικής πολιτικής η ακύρωση του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ. Φυσικά θεωρώ σωστό να τίθεται και αυτό το αίτημα μαζί με άλλα και γνωρίζω ότι η πραγματική διάθεση πολλών, ίσως των περισσοτέρων προσφύγων και μεταναστών είναι να μεταβούν σε κάποιες άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αλλά πρέπει να μας προβληματίσει το γεγονός ότι στο στόχο αυτό συμπίπτει όλο το πολιτικό φάσμα, από το ξενοφοβικό ΛΑΟΣ μέχρι το ΚΚΕ, το οποίο -πάντως- στις τελευταίες του διακηρύξεις για το μεταναστευτικό δείχνει να έχει προχωρήσει πολύ.
Η μονοδιάστατη επιμονή στο Δουβλίνο ΙΙ κρύβει την παγίδα να συμφωνήσουμε πως οι μετανάστες είναι περαστικοί και ότι κατά συνέπεια οι άθλιες συνθήκες ζωής τους είναι προσωρινές, επομένως δεν έγινε και τίποτα σπουδαίο. Επίσης αυτή η επιμονή είναι και ένα άλλοθι για την κυβέρνηση, ότι τάχα δεν ευθύνεται αυτή, αλλά οι Ευρωπαίοι εταίροι που δεν ανοίγουν τα σύνορά τους. Φυσικά φταίνε και οι ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν σιωπηρά αναθέσει στην Ελλάδα το ρόλο του συνοριοφύλακα, αλλά αυτό δεν μας δίνει το δικαίωμα ούτε να δημιουργούμε ειδικά γκέτο ούτε να επιδοκιμάζουμε σιωπηλά τα πογκρόμ ναζιστικής έμπνευσης στο κέντρο της Αθήνας.
* Το κείμενο αποτελεί παρέμβαση στην εκδήλωση της αντιφασιστικής πρωτοβουλίας «Ποτέ Ξανά» για το κέντρο της Αθήνας (26.5.2011).
Category: Χωρίς κατηγορία