Subscribe via RSS Feed
Εκτυπώστε το Εκτυπώστε το

Η επιστροφή της επανάστασης



Το άρθρο αυτό είναι βασισμένο σε άρθρο του David McNally, που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της αμερικάνικης εφημερίδας «Socialist Worker».

 

Πολλοί από τους μεγάλους αγώνες του παρελθόντος μας έρχονται στο μυαλό και μόνο από τη χρονιά τους: Το 1917 και η Ρώσικη Επανάσταση. Το 1968 και ο γαλλικός Μάης. Το 1989 και οι επαναστάσεις ενάντια στο σταλινισμό στην Ανατολική Ευρώπη. Το 1979 και η ανατροπή του Σάχη στο Ιράν. Το 2011 είναι σχεδόν δύο μηνών, αλλά μοιάζει ήδη πως θα το θυμόμαστε ως τη χρονιά της μεγάλης εξέγερσης σε όλο τον αραβικό κόσμο.

Δύο δικτάτορες έχουν ανατραπεί ήδη: ο Ζιν Ελ Αμπιντίν Μπεν Άλι εγκατέλειψε την Τυνησία μετά από 23 χρόνια αυταρχικής διακυβέρνησης και ο Χόσνι Μουμπάρακ την Αίγυπτο μετά από 33 χρόνια. Στη Λιβύη αυτές τις μέρες παρακολουθούμε την εξέγερση ενός ακόμα λαού, εμπνευσμένου από τις επιτυχίες των προηγούμενων. Πιθανόν, όταν θα διαβάζετε αυτό το τεύχος, ο Μουαμάρ Καντάφι να είναι ο τρίτος κατά σειρά δικτάτορας που ανατρέπεται. Η εξέγερση όμως εξαπλώνεται σαν πυρκαγιά στα αραβικά κράτη. Στην Ιορδανία, την Αλγερία, την Υεμένη, το Μπαχρέιν και αλλού, οι υπόλοιποι τύραννοι αντιμετωπίζουν την πιο σοβαρή αμφισβήτηση εδώ και δεκαετίες.

Οι δυτικοί πολιτικοί ηγέτες τώρα ισχυρίζονται πως είναι χαρούμενοι που ο Μπεν Άλι και ο Χόσνι Μουμπάρακ έφυγαν και μονότονα σε κάθε νέα εξέγερση ζητάνε «ομαλή μετάβαση» με «αναίμακτη διαδικασία» και αρκετά όψιμα θυμήθηκαν να προειδοποιούν ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες. Αλλά οι ΗΠΑ, η ΕΕ και οι άλλες δυτικές δυνάμεις στήριζαν τους δικτάτορες 100% μέχρι πρόσφατα και αποθέωναν αυτά τα καθεστώτα, παρά το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στην πλούσια ελίτ και τη φτωχή πλειοψηφία, ως οικονομικές «ιστορίες επιτυχίας» και ως μοντέλα σταθερότητας.

Κανείς δεν μπορεί να ξέρει το αποτέλεσμα αυτών των αγώνων που εξελίσσονται σήμερα, αλλά γνωρίζουμε αυτό: Η εξέγερση ενάντια στους τυράννους έβαλε τη λέξη «επανάσταση» στα χείλη των ανθρώπων παντού και άλλαξε το πολιτικό τοπίο στη Μέση Ανατολή και σε όλο τον κόσμο.

Οι εικόνες από τους δρόμους του Καΐρου, της Τύνιδας, της Βεγγάζης, της Τρίπολης και αλλού είναι συγκλονιστικές και θυμίζουν τα λόγια του Λέον Τρότσκι για τη Ρώσικη επανάσταση: «Το πιο αδιαμφισβήτητο χαρακτηριστικό μιας επανάστασης είναι η άμεση παρέμβαση των μαζών στα ιστορικά γεγονότα. Σε φυσιολογικές εποχές, το κράτος –είτε μοναρχικό είτε δημοκρατικό– υψώνεται πάνω από το έθνος και την ιστορία γράφουν οι ειδικοί σε αυτή τη δουλειά –βασιλιάδες, υπουργοί, γραφειοκράτες, κοινοβουλευτικοί, δημοσιογράφοι. Αλλά σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές, που οι μάζες δεν ανέχονται πια την παλιά τάξη, σπάνε τα φράγματα που τις κρατούσαν έξω από την πολιτική αρένα, σαρώνουν τους παραδοσιακούς αντιπροσώπους και δημιουργούν με τη δική τους παρέμβαση τις αρχικές βάσεις για ένα νέο καθεστώς».

Τα πρώτα στάδια μιας τέτοιας επανάστασης ξεδιπλώνονται σήμερα και έχουν πολλά να διδάξουν τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, που έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί από τις αποτυχίες και τα αδιέξοδα του καπιταλισμού και αποκτούν σήμερα την ελπίδα ότι ο αγώνας από τα κάτω –είτε στους δρόμους της Τύνιδας και του Καΐρου, είτε της Αθήνας, του Παρισιού και του Λονδίνου– έχει τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο προς το καλύτερο.

Σύμφωνα με τις αναλύσεις σχεδόν όλων των κυρίαρχων μίντια, οι εξεγέρσεις στην Αίγυπτο και την Τυνησία «ήρθαν απ’ το πουθενά». Τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια.

Οι αγώνες σε αυτές τις χώρες και αλλού στον αραβικό κόσμο έβραζαν για χρόνια. Όπως είπε ο Αιγύπτιος δημοσιογράφος και ακτιβιστής Χοσάμ Ελ Χαμαλαουί σε μια συνέντευξη στο Αλ Τζαζίρα: «Η εξέγερση πλανιόταν στην ατμόσφαιρα τα τελευταία χρόνια. Οι επαναστάσεις δεν συμβαίνουν ουρανοκατέβατα».

Στην Τυνησία, το κύμα κινητοποιήσεων, που έδιωξε τον Μπεν Άλι, έχει τις ρίζες του σε μια τραγική δράση. Όταν η αστυνομία επιτέθηκε και κατάσχεσε τον πάγκο του, ο Μοχάμεντ Μπουαζίζι, ένας πτυχιούχος κάτοικος της Σίντι Μπουζίντ που επιβίωνε ως πλανόδιος πωλητής, αυτοπυρπολήθηκε. Αλλά αυτό έγινε σύμβολο για εκατομμύρια ανθρώπους, που ένιωθαν πως οι ζωές τους γίνονταν ανυπόφορες από ένα σύστημα τεράστιων οικονομικών ανισοτήτων και αδίστακτης καταπίεσης.

Το υπόβαθρο της διογκούμενης φτώχειας, που χειροτέρεψε από την παγκόσμια οικονομική κρίση, είναι το ίδιο σημαντικό με τη διαφθορά των καθεστώτων στην Τύνιδα και το Κάιρο, για να κατανοήσουμε τα γεγονότα. Συγκεκριμένα, οι αυξημένες τιμές στα τρόφιμα –που έχουν κάνει πολλά άλματα τα τελευταία χρόνια όχι εξαιτίας κάποιας παγκόσμιας έλλειψης, αλλά εξαιτίας της κερδοσκοπίας στις πλούσιες χώρες– ήταν η αφορμή για εξέγερση στην Αίγυπτο το 2008 και ξανά σήμερα.

Αλλά, όταν ήρθαν οι εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο, εξαπλώθηκαν με απίστευτη ταχύτητα. Το ίδιο και τα πολιτικά ζητήματα που ανέδειξαν –η οργή για την ανεργία και τις τιμές των τροφίμων γρήγορα επεκτάθηκε σε θυμό για τη στέρηση των πολιτικών ελευθεριών. Στην Τυνησία, το σύνθημα των διαδηλωτών ήταν: «Ψωμί, νερό και όχι Μπεν Άλι».

Η Νάντια Μαρζούκι του Middle East Research and Information Project περιέγραψε την εξέγερση της Τυνησίας ως «μια οργανική συγχώνευση διάφορων τάσεων δυσαρέσκειας», που απλώνεται από τους ανέργους και τους φτωχούς κατοίκους του νότου της χώρας, ως τους φοιτητές, τους δικηγόρους και τους επαγγελματίες στις πόλεις. Με «κάθε ομάδα να εκφράζει διαφορετικές δυσαρέσκειες και να χρησιμοποιεί τη δική της συμβολική φρασεολογία, αλλά όλες ενωμένες σε έναν γενικευμένο στόχο», κατέληξε η Μαρζούκι.

Όταν ο Μπεν Άλι ανατράπηκε, οι πολιτικές διαφορές ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις –που έχουν τη ρίζα τους στη διαφορά κοινωνικής τάξης– αναδείχθηκαν με τη μορφή διαμάχης για το τι πρέπει να γίνει στη συνέχεια. Αλλά το σχεδόν ομόφωνο μίσος ενάντια στον Μπεν Άλι έδωσε στην εξέγερση το φαινομενικά καθολικό της χαρακτήρα.

Παρόμοια στην Αίγυπτο, όπου η ανατροπή του Μπεν Άλι στην Τυνησία ήταν ο καταλύτης για έναν ξεσηκωμό που προετοιμαζόταν για χρόνια, η αποφασιστικότητα να δουν τον Μουμπάρακ να πέφτει, υπήρξε η καρδιά των μαζικών διαδηλώσεων. Αντίστοιχα στη Λιβύη με τον Καντάφι. Αυτό μετέτρεψε τους δρόμους του Καΐρου και άλλων πόλεων σε αυτό που ο Ρώσος επαναστάτης Λένιν αποκαλούσε «πανηγύρι των καταπιεσμένων» –όπως επιβεβαιώνουν και οι εικόνες του αγώνα που έχουν κάνει το γύρω του κόσμου μέσω ίντερνετ.

Στην Τυνησία, το καθεστώτος του Μπεν Άλι αναγνώρισε την απειλή που αντιπροσώπευαν οι κινητοποιήσεις και πρόσφερε παραχωρήσεις, αλλά πολύ αργά. Στην Αίγυπτο επίσης, ο Μουμπάρακ διέλυσε την κυβέρνηση και προσπάθησε να τοποθετήσει νέα πρόσωπα, που δεν είχαν σημαδευτεί από τη σχέση τους με το καθεστώς. Αλλά αντί αυτό να ικανοποιήσει τους διαδηλωτές, τους ενθάρρυνε να συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις. Αυτός είναι άλλος ένας «αντίλαλος» των μεγάλων αγώνων του παρελθόντος –η προσφορά μεταρρυθμίσεων από την παλιά τάξη μπορεί να εμπνεύσει στις μάζες των ανθρώπων την αυτοπεποίθηση να παλέψουν για την επανάσταση.

Όταν ο Μπεν Άλι το έσκασε για τη Σαουδική Αραβία, η ελίτ της χώρας προσπάθησε να επιβάλει μια «κυβέρνηση ενότητας», που περιλάμβανε προσωπικότητες της αντιπολίτευσης, αλλά άφηνε την εξουσία στα χέρια των αξιωματούχων του παλιού κόμματος του δικτάτορα. Αυτό οδήγησε σε ένα νέο στάδιο τον αγώνα, με τους φτωχούς της υπαίθρου να οργανώνουν ένα καραβάνι προς την πρωτεύουσα Τύνιδα, για να απαιτήσουν τον αποκλεισμό των ανθρώπων του Μπεν Άλι από την κυβέρνηση.

Ο Salem Ben Yahia, σκηνοθέτης και πρώην πολιτικός κρατούμενος στην Τυνησία, εξέφραζε σίγουρα και τους διαδηλωτές στο Κάιρο, όταν είπε στον «Γκάρντιαν»: «Δεν θέλουμε να εκμεταλλευτεί κανείς την επανάστασή μας. Διώξαμε ένα δικτάτορα από την πόρτα και τώρα επιστρέφει από το παράθυρο… Η αστυνομία έχει ξανα-αρχίσει ήδη να μας πυροβολάει και να μας δέρνει, για να σταματήσουμε να διαδηλώνουμε, αλλά επιστρέφουμε και πάλι σαν κύμα».

Αυτή η δυναμική φωτίζει ένα μάθημα που όλα τα μεγάλα κοινωνικά κινήματα του παρελθόντος διδάχτηκαν: Ο αγώνας για ελευθερία και δημοκρατία δεν μπορεί να αφεθεί στα χέρια αυτών που βρίσκονται στην κορυφή. Ο καπιταλισμός υποτίθεται ότι προάγει τη δημοκρατία, σύμφωνα με τους υπερασπιστές του, αλλά οι επιχειρηματικές και πολιτικές ελίτ στις ΗΠΑ, ΕΕ και στις άλλες χώρες είναι απολύτως πρόθυμες να ανεχτούν τη δικτατορία, εφόσον τα συμφέροντά τους εξυπηρετούνται καλύτερα με αυτό τον τρόπο. Η κατάκτηση της πραγματικής δημοκρατίας –στην Τυνησία ή την Αίγυπτο– εξαρτάται πάνω απ’ όλα από τους αγώνες των από κάτω.

Όπως σε κάθε προηγούμενη κοινωνική έκρηξη που συντάραξε την παλιά τάξη, ένα κρίσιμο ζήτημα εμφανίστηκε στην Τυνησία και την Αίγυπτο: Πώς αντιμετωπίζουμε την ένοπλη δύναμη του κράτους, που χρησιμοποιεί η άρχουσα τάξη για να διατηρήσει την εξουσία της;
Το καθεστώς του Μπεν Άλι στηριζόταν σε ένα τεράστιο μηχανισμό ασφαλείας –είχε περίπου 150.000 αστυνομικούς για έναν πληθυσμό 10.6 εκατομμυρίων– και ο δικτάτορας έδωσε την εντολή σε αυτές τις δυνάμεις να καταστείλουν τις πρώτες διαδηλώσε με οποιοδήποτε μέσο. Αλλά αντί να τρομοκρατηθούν, οι διαδηλωτές έγιναν πιο αποφασιστικοί. Συγκρούστηκαν με την αστυνομία και στάθηκαν απέναντι στο στρατό, όταν εμφανίστηκε.

Τα νέα από τις διαδηλώσεις στην Τύνιδα και αλλού έδιναν μια εικόνα κοινή σε κάθε επανάσταση: τους διαδηλωτές να προσπαθούν να συζητήσουν με τους απλούς στρατιώτες και να τους πείσουν να μην πυροβολήσουν.

Όταν η εξέγερση απλώθηκε στην Αίγυπτο, οι ίδιες σκηνές επαναλήφθηκαν. Η αστυνομία του Μουμπάρακ επιτέθηκε στους διαδηλωτές με τη συνηθισμένη της αγριότητα, αλλά αποκρούστηκε –και τελικά υποχρεώθηκε να αποχωρήσει από τους δρόμους για μέρες.

Ο στρατός της Αιγύπτου είναι οπλισμένος ως τα δόντια από τους Ευρωπαίους και Αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Τα τανκς, με τα οποία προμήθευσαν τον πιο σημαντικό Άραβα σύμμαχο τους για να ενισχύσουν την ιμπεριαλιστική κυριαρχία τους στη Μέση Ανατολή, τώρα ήταν κυκλωμένα από μια θάλασσα διαδηλωτών, που καλούσαν τους φτωχοπληρωμένους Αιγύπτιους στρατιώτες να ενωθούν με το επαναστατικό κίνημα.

Η ηγεσία του αιγυπτιακού στρατού αναγνώρισε την απειλή. Οι δυνάμεις τους παρέμεναν στους δρόμους μέχρι και την τελευταία βδομάδα του Γενάρη, αλλά προφανώς με εντολές να μην επιτεθούν. Στο μεταξύ οι στρατιωτικοί αποτελούσαν τμήμα της προσπάθειας να βρεθεί λύση για την «ειρηνική μετάβαση».

Φυσικά, ο αιγυπτιακός στρατός δεν είναι σύμμαχος του αγώνα για δημοκρατία και οι δυνάμεις του μπορεί να κληθούν να καταστείλουν το κίνημα. Αλλά ό,τι κι αν συμβεί στη συνέχεια, οι σκηνές στο Κάιρο και αλλού στα τέλη Γενάρη θύμιζαν αντίστοιχες στη Ρωσία το 1917 και σε κάθε άλλη επανάσταση –όταν οι μάζες βρέθηκαν απέναντι στη βάση του στρατού και την έπεισαν να μη στρέψει τα όπλα στο λαό.

Όσο για την αστυνομία, όταν ηττήθηκε στον πρώτο γύρο οδομαχιών στην Τυνησία και την Αίγυπτο, το καθεστώς τους έδωσε νέες εντολές –να δράσουν τρομοκρατικά, να προκαλέσουν βία, ελπίζοντας να δημιουργήσουν τόσο χάος, που θα αποδυνάμωνε την επανάσταση. Στην Τύνιδα, μετά την αποχώρηση του Μπεν Άλι, αυτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν ομάδες αστυνομικών να κινούνται σε όλη την πόλη, προκαλώντας χάος. Στην Αίγυπτο, μαρτυρίες δείχνουν ότι μεγάλο τμήμα των λεηλασιών και της βίας, που μετέδιδαν αδιάκοπα τα ΜΜΕ, είχε προκληθεί από τις δυνάμεις ασφαλείας.

Αλλά και εδώ το κίνημα από τα κάτω απάντησε. Στην Τυνησία και στην Αίγυπτο οι αγωνιστές οργανώθηκαν σε επιτροπές που έχουν απλωθεί σε όλη τη χώρα, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε πόλη και περιπολούν στους δρόμους και προστατεύουν τους ανθρώπους.

Οι επαναστάσεις μπορούν να ξεκινήσουν με την ανατροπή ενός μισητού δικτάτορα, αλλά δεν τελειώνουν εκεί.

Η πτώση ανθρώπων των ιμπεριαλιστών σαν τον Μπεν Αλί και τον Μπουμάρακ και οι δημοκρατικές αλλαγές, που κατακτήθηκαν μετά από αυτό, πρέπει να πανηγυριστούν, αλλά με τη συναίσθηση ότι νέα ζητήματα θα έρθουν στο προσκήνιο. Αυτά τα ζητήματα θα αποκαλύψουν τις διαφορές ανάμεσα στους αντιπάλους του παλιού καθεστώτος –για το πόσο μακριά πρέπει να πάει η επανάσταση και τι θα γίνει στη συνέχεια.

Στην Τυνησία, η νέα κυβέρνηση υποσχέθηκε να δικάσει τους κλεπτοκράτες γύρω από τον Μπεν Άλι, που λεηλάτησαν τη χώρα, αλλά δεν έχει λύσεις για την απόγνωση ανθρώπων σαν τον Μοχάμεντ Μπουαζίζι, που αναγκάζονται να πεινάνε σε μια χώρα με τεράστιο φυσικό πλούτο. Ο στρατός στην Αίγυπτο μπορεί να υπόσχεται ελεύθερες εκλογές, αλλά δεν θα αμφισβητήσει την εξουσία της υπόλοιπης ελίτ, ούτε πολύ περισσότερο θα ικανοποιήσει τα αιτήματα των απλών Αιγυπτίων για μια καλύτερη ζωή.

Το πώς θα απαντηθούν αυτές οι επόμενες προκλήσεις από το μαζικό κίνημα, που γκρέμισε τους δικτάτορες, θα καθορίσει το μέλλον.

Οι διαδηλώσεις στο δρόμο δεν είναι η μόνη απάντηση για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις. Ήδη το εργατικό κίνημα δείχνει τη δύναμή του –τη δύναμη των εργατικών τάξεων στην Τυνησία, την Αίγυπτο και αλλού να παραλύουν την παραγωγή του πλούτου, στον οποίο στηρίζεται η άρχουσα τάξη. Οι απεργίες, που ακολούθησαν τις εξεγέρσεις σε Τυνησία και Αίγυπτο, δείχνουν τη δυναμική του κινήματος.

Οι εργαζόμενοι στην Τυνησία και την Αίγυπτο αντιμετώπισαν μισητούς δικτάτορες, αλλά χρειάζονται πολύ μεγαλύτερη δύναμη για να αντιμετωπίσουν όλο το σύστημα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Οι διαδηλώσεις, που συγκλόνισαν τους τυράννους, μπορούν να γίνουν τα πρώτα σκαλοπάτια για τους αγώνες του μέλλοντος –η πρώτη γεύση δράσης που μπορεί να δώσει την αυτοπεποίθηση πως ακόμα μεγαλύτερες αλλαγές είναι δυνατές.

Το αποτέλεσμα των αγώνων που συμβαίνουν τώρα, θα καθορίσει τη μορφή της μελλοντικής Τυνησίας, της μελλοντικής Αιγύπτου και ακόμα πιο μακριά. Θα είναι σημαντικό για κάθε άνθρωπο, που παλεύει για την κοινωνική αλλαγή παντού στον κόσμο, να συμμετέχει στις συζητήσεις που θα ανοίξουν –με στόχο να χτίσουμε ένα κίνημα που θα αλλάξει αυτή την κοινωνία, η οποία δεν μπορεί να προσφέρει ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής στους εργάτες, είτε ζουν στην Αθήνα, είτε στο Δέλτα του Νείλου.

Το σοσιαλιστικό όραμα μιας νέας κοινωνίας που θα στηρίζεται στην εξουσία των εργατών –ενός κόσμου όπου οι ανισότητες και οι αδικίες θα εξαφανιστούν για πάντα– δείχνει την εναλλακτική προοπτική από το βυθισμένο στην κρίση καπιταλιστικό σύστημα και πώς αυτό το σύστημα μπορεί να μετασχηματιστεί. Αλλά αυτή η εναλλακτική πρέπει να γίνει τμήμα όλων των αγώνων στην κοινωνία, είτε στην Τυνησία, είτε στην Αίγυπτο, είτε στην Ελλάδα, αν πρόκειται να είναι οδηγός για το μέλλον.

Γι’ αυτό είναι σημαντικό οι επαναστάτες παντού να οργανώνονται και να αυξάνουν τον αριθμό τους ως κομμάτι της οργάνωσης των αγώνων του σήμερα, αλλά και με το βλέμμα στην πάλη για ένα νέο κόσμο.

Το 2011 θα το θυμόμαστε σίγουρα ως τη χρονιά της εξέγερσης του αραβικού κόσμου. Αυτή τη στιγμή είναι μια χρονιά γεμάτη δυνατότητες, την οποία μπορούμε να περιμένουμε με ένα ανανεωμένο αίσθημα αισιοδοξίας, χάρη στους αγώνες των λαών στην Τυνησία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη και σε όλη τη Μέση Ανατολή.

Πηγή: Διεθνιστική Αριστερά

Share

Category: Χωρίς κατηγορία



Τα σχόλια είναι κλειστά.