Το λυκόφως των εθνικών ιδεολογημάτων της Αριστεράς
Η ελληνική Αριστερά είναι πατριωτική (στην μεγάλη της πλειοψηφία), το δηλώνει και είναι υπερήφανη γι’ αυτό. Η Τρόικα και το μνημόνιο έδωσαν την ευκαιρία για μια ζωηρή αναζωογόνηση των εθνικών αντανακλαστικών της πλειοψηφίας της Αριστεράς. Τα «συμφέροντα του λαού και της χώρας» επιβάλλουν την υπεράσπιση της «εθνικής ανεξαρτησίας» απέναντι σε μια αστική τάξη που είναι υποχείριο του ιμπεριαλισμού -για την ακρίβεια, οι Έλληνες καπιταλιστές είναι έτοιμοι να ξεπουλήσουν όλα τα «εθνικά συμφέροντα» στις «ηγεμονικές δυνάμεις του ιμπεριαλισμού». Άλλοτε ξεπουλιούνται «στους Αμερικάνους», άλλοτε «στους Γερμανούς», άλλοτε «στους Γάλλους», ενίοτε σε όλους μαζί. Το περίεργο είναι που υφίσταται ακόμα ελληνικός καπιταλισμός -ή μήπως δεν υπάρχει, πρόκειται για απλό αντικατοπτρισμό;
Τα εθνικά ιδεολογήματα δεν αποτελούν, ασφαλώς, αποκλειστικότητα της ελληνικής Αριστεράς. Με την κυριαρχία του «σοβιετικού μαρξισμού» στην Αριστερά, ο πατριωτισμός επανήλθε στο ιδεολογικό οπλοστάσιο των ΚΚ. Από την ίδρυσή του μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930 το ΚΚΕ είχε διεθνιστικές θέσεις για όλα τα «εθνικά ζητήματα»: για το Μακεδονικό, για τις εθνικές μειονότητες εντός των ελληνικών συνόρων, και γενικότερα για τους «εθνικούς πολέμους» του 1912-1921 τους οποίους χαρακτήριζε ως ιμπεριαλιστικούς και αρπαχτικούς. Τις θέσεις αυτές τις διαδέχθηκαν η «υπεράσπιση της πατρίδας» του Νίκου Ζαχαριάδη, οι συμμαχίες με τις «δημοκρατικές δυνάμεις» (που φυσικά δεν εμπόδισαν τη δικτατορία του Μεταξά), η πολιτική της «εθνικής ενότητας» του ΕΑΜ που οδήγησε στη συντριβή ενός κινήματος που αγκάλιαζε τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Αλλά όλα αυτά συνέβαιναν και στην υπόλοιπη ευρωπαϊκή (και όχι μόνο) Αριστερά. Το γαλλικό ΚΚ θεωρούσε τη Γαλλία εξαρτημένη(!) από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό υπερασπιζόμενο τα «δικαιώματα» της Γαλλίας στην Αλγερία τη δεκαετία του 1950. Η αρνητική:
«[…] στάση του κόμματος αυτού απέναντι στο αίτημα της ανεξαρτησίας της Αλγερίας και στην ίδια την αλγερινή επανάσταση, με […] φαιδρά επιχειρήματα του τύπου “η ανεξαρτησία της Αλγερίας είναι αντίθετη προς τα συμφέροντα των λαών της Αλγερίας και της Γαλλίας γιατί …πίσω από την εξέγερση καιροφυλακτούν οι Αμερικανοί με στόχο να αλώσουν τη χώρα”».[1]
Η παράδοση λοιπόν του πατριωτισμού έχει μακρά (και θλιβερή) ιστορία στη ρεφορμιστική Αριστερά. Στη μεταπολίτευση του 1974 θυμάμαι (ομολογώ με κάποια ανατριχίλα) δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτών της Αριστεράς να διαδηλώνουν με θέρμη υπέρ του Μακαρίου στην πλατεία Συντάγματος. Ναι, διαδηλωτές της Αριστεράς, υπέρ ενός ανθρώπου που ήταν Χίτης (δηλαδή φασίστας) στην κατοχή και που ήταν ο κατ’ εξοχήν υπεύθυνος για αιματηρές πολιτικές εθνοκάθαρσης ενάντια στους Τουρκοκύπριους τις δεκαετίες του 1960 και 1970 που τελικά οδήγησαν στην τουρκική εισβολή του 1974.[2]
Τα βασικά ιδεολογήματα της πατριωτικής Αριστεράς στη μεταπολίτευση ήταν η «εξαρτημένη» φύση του ελληνικού καπιταλισμού από τον ιμπεριαλισμό που τον οδηγούσε στα πρόθυρα (όταν δεν τα υπερέβαινε) της εθνικής μειοδοσίας. Η επικύρωση της «εθνοπροδοτικής» στάσης των ελλήνων καπιταλιστών προερχόταν από τα «αδιαμφισβήτητα δεδομένα» της περιοχής: Η Τουρκία ήταν το «χαϊδεμένο παιδί του ιμπεριαλισμού», γιατί η «στρατηγική της σημασία» ήταν «πολύ μεγαλύτερη της Ελλάδας». Γι’ αυτό το λόγο «οι Αμερικάνοι» υποστήριζαν όλες τις «άδικες και παράλογες» διεκδικήσεις «των Τούρκων». Το αποτέλεσμα ήταν η Τουρκία να είναι επιθετική και να διεκδικεί, με τις πλάτες «των Αμερικάνων», ελληνικά εδάφη και δίκαια σε Αιγαίο και Κύπρο. Η ελληνική άρχουσα τάξη, είτε «αμερικανόδουλη» είτε «ευρωπαιόδουλη» (τότε δεν υπήρχε το «γερμανόδουλη»), ήταν υποχωρητική στις απαιτήσεις του ιμπεριαλισμού και επομένως ουσιαστικά μόνο η πατριωτική Αριστερά υπερασπιζόταν τα «εθνικά δίκαια».
Αξίζει να σημειωθεί ότι και η Αριστερά από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, στην Τουρκία, είχε καταλήξει σε ανάλογα συμπεράσματα: η Τουρκική άρχουσα τάξη ήταν «εξαρτημένη», η Ελλάδα ήταν το «χαϊδεμένο παιδί του ιμπεριαλισμού». Το γεγονός ότι η πλειοψηφία της Αριστεράς και στις δυο χώρες καταλήγει στα ίδια εθνικά ιδεολογήματα με ακριβώς την ίδια επιχειρηματολογία (μόνο που είναι συμμετρικά αντίστροφη) αποκαλύπτει τη «ψευδή συνείδηση» αυτών των ιδεολογημάτων. Παρ’ όλ’ αυτά, για να είμαστε δίκαιοι, η Τουρκική Αριστερά κράτησε περισσότερο διεθνιστική στάση στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων του μειονοτήτων της Τουρκίας απ’ ότι η Ελληνική για αντίστοιχα ζητήματα στο εσωτερικό της Ελλάδας.
Στην Κύπρο και το Αιγαίο βρίσκονταν λοιπόν οι «αποδείξεις» των ιδεολογημάτων της ελληνικής πατριωτικής Αριστεράς μετά τη μεταπολίτευση. Οι χιλιάδες των Ελληνοκυπρίων προσφύγων, τα τουρκικά στρατεύματα στην κατεχόμενη βόρεια Κύπρο, οι πτήσεις της τουρκικής αεροπορίας στο Αιγαίο αποστόμωναν (ή τουλάχιστον θα έπρεπε) όσους τολμούσαν να αμφισβητήσουν αυτές τις «αναμφισβήτητες αλήθειες».
Αλλά…
…ακόμα και τα πιο στέρεα ιδεολογήματα χρειάζονται αναπροσαρμογή στο χρόνο -διαφορετικά θα αποκαλυφθεί γυμνό το ουσιαστικό τους ψεύδος. Τις δεκαετίες που ακολούθησαν τη μεταπολίτευση είχαμε τις φρικώδεις πολιτικές του ελληνικού κράτους για τους μετανάστες από την Αλβανία αρχικά και μετά απέναντι σε όλους τους μετανάστες, τον οικονομικό αποκλεισμό της Δημοκρατίας της Μακεδονίας γιατί τολμούσε να αυτοπροσδιορίζεται εθνικά χωρίς να ερωτά την Αθήνα, τους εκβιασμούς απέναντι στην Αλβανία με πρόσχημα την εκεί ελληνική μειονότητα, την επέλαση του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια, τη συμμετοχή της Ελλάδας (με τις βάσεις που υπάρχουν στην χώρα αλλά και με τη συμμετοχή πολεμικού στόλου) στους βομβαρδισμούς Σερβίας, Ιράκ, Αφγανιστάν και αργότερα σε «ειρηνευτικές» αποστολές σε Κόσσοβο και Αφγανιστάν.
Όλα αυτά (και πολλά περισσότερα) επέβαλλαν τον εκσυγχρονισμό των εθνικών ιδεολογημάτων της Αριστεράς. Πλέον ακόμα και το ΚΚΕ θεωρεί την Ελλάδα ιμπεριαλιστική χώρα -έστω «μεσαίου επιπέδου» (οι θέσεις του ΚΚΕ είναι ασφαλώς εξαιρετικά συγχυσμένες[3]). Ασφαλώς υπάρχουν ακόμα υπερπατριώτες αριστεροί που ακόμα βρίσκονται στην εποχή όπου, δήθεν, όλοι οι γείτονες της Ελλάδας είναι «υποχείρια του ιμπεριαλισμού» και συνωμοτούν ενάντια στα εθνικά δίκαια της «χώρας μας». Ωστόσο τέτοιες απόψεις τείνουν όλο και περισσότερο να γίνονται μειοψηφικές μέσα στην Αριστερά.
Ωστόσο τα σοβαρότερα πλήγματα ενάντια στα εθνικά ιδεολογήματα της Αριστεράς τα δέχθηκαν τα δυο «κάστρα» του ελληνικού εθνικισμού: η Κύπρος αφ’ ενός και οι θέσεις για την Τουρκία αφ’ ετέρου.
Νότια Κύπρος: η αποκάλυψη της αλήθειας
Στα χρόνια που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή του 1974 η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη κατόρθωσε να σταθεροποιήσει και να επεκτείνει την κυριαρχία της.
Χάρις στην υποστήριξη από την ελληνική άρχουσα τάξη, την Ε.Ε. αλλά και τις ΗΠΑ, η ελληνοκυπριακή νότια Κύπρος παρέμεινε η μόνη διεθνώς αναγνωρισμένη «νόμιμη κυβέρνηση» πράγμα που επέτρεψε στους Ελληνοκύπριους καπιταλιστές να διαχειριστούν για τα δικά τους και μόνο συμφέροντα τα χρήματα της οικονομικής βοήθειας που λάμβανε η Κύπρος ως σύνολο, αλλά και τη στρατηγική θέση του νησιού στην ανατολική Μεσόγειο. Η οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε το 1974, αλλά και η πολιτική ανεπάρκεια (έως ανυπαρξία) της Αριστεράς (εκτός αν θεωρηθεί ως Αριστερά το ΑΚΕΛ…) επέτρεψε στην ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη να αδρανοποιήσει τις αντιστάσεις της ελληνοκυπριακής εργατικής τάξης. Σοβαρό ρόλο σε αυτό έπαιξαν οι εθνικοπατριωτικές θέσεις της ελληνικής όσο και της ελληνοκυπριακής Αριστεράς.
Έχοντας εξασφαλισμένη την ταξική της θέση η ελληνοκυπριακή αστική τάξη μετέτρεψε το νότιο τμήμα της Κύπρου σε παράδεισο ξεπλύματος μαύρου χρήματος με of shore εταιρείες και απ’ ευθείας συναλλαγές της διεφθαρμένης πολιτικής ηγεσίας του κρατιδίου με κάθε είδους δικτάτορες. Πρόσφατη είναι η περίπτωση των χρημάτων της οικογένειας του Μιλόσεβιτς που ξέπλενε ο πρώην πρόεδρος του ελληνοκυπριακού κρατιδίου Τάσσος Παπαδόπουλος.[4]
Από δήθεν θύμα (στον εικονικό κόσμο της ελληνικής πατριωτικής Αριστεράς), η άρχουσα τάξη της Κύπρου μετατράπηκε στον πιο πιστό σύμμαχο του ιμπεριαλισμού στην περιοχή. Αρχικά η πατριωτική ελληνική Αριστερά μπορούσε να ισχυρίζεται ότι αυτό επιβεβαίωνε τη λογική της: το νότιο και το βόρειο τμήμα του νησιού είχαν υποδουλωθεί στα σατανικά σχέδια του ιμπεριαλισμού.
Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου έγινε εμφανές ότι υπήρχαν ελλείποντα στοιχεία στη λογική της «εξάρτησης» και της «καταπίεσης των ελληνοκυπρίων». Δεν μπορεί να στηριχθεί πλέον μια λογική «καταπιεσμένων εθνικών δικαίων των ελληνοκυπρίων». Η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη έχει, εδώ και δεκαετίες, επιλέξει για το Κυπριακό την πολιτική του «η μη λύση είναι η λύση!». Με απλά λόγια, ούτε επιθυμεί ούτε επιδιώκει οποιοδήποτε συμβιβασμό με τους Τουρκοκύπριους. Αυτό που επιθυμεί είναι η διατήρηση του status quo όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά το 1974 γιατί αυτό τη συμφέρει ταξικά. Πριν το 1974 η ελληνοκυπριακή αστική τάξη επεδίωκε την εθνοκάθαρση των Τουρκοκυπρίων με βίαιες μεθόδους. Όταν αυτό κατέρρευσε με την εισβολή της Τουρκίας, η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη άλλαξε τακτική. Πλέον είχε απομείνει με ένα (επιτέλους -γι’ αυτήν…) ομογενές εθνικά κρατίδιο που απολάμβανε τα οικονομικά οφέλη της θέσης του νησιού χάρις στη διεθνή διπλωματική υποστήριξη. Η επιλογή αυτή μέχρι τώρα έχει αποδειχθεί η κότα με τα χρυσά αυγά για τους ελληνοκύπριους αστούς.
Η άρχουσα τάξη της νότιας Κύπρου έχει πλέον αποκτήσει τέτοια αυτοπεποίθηση ώστε να συμπλέει αυτόβουλα και για τα συμφέροντά της με τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις της περιοχής και ερχόμενη σε σύγκρουση με αραβικές χώρες με τις οποίες είχε δήθεν «φιλικές σχέσεις». Όπως είναι γνωστό, η κυβέρνηση της νότιας Κύπρου απαγόρευσε τον ελλιμενισμό και τον απόπλου των πλοίων του Στόλου της Ελευθερίας από λιμάνια της νότιας Κύπρου με προορισμό τη Γάζα.[5] Επιπλέον οι κυπριακές αρχές απαγόρευσαν σε ευρωπαίους ευρωβουλευτές, που είχαν φτάσει στην Κύπρο αεροπορικώς, να πάρουν κάποιο κυπριακό σκάφος και να προσεγγίσουν τα πλοία του Στόλου της Ελευθερίας.
Αλλά όλα τα παραπάνω δεν ήσαν αρκετά για την ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη: το κράτος της νότιας Κύπρου, συμπλέοντας πλήρως με τους σιωνιστές, τους αθώωσε από τη σφαγή που έγινε:
«Το Ισραήλ δεν παραβίασε τους κανόνες του FIR Λευκωσίας, κατά το φονικό ρεσάλτο των καταδρομέων του στο στολίσκο με την ανθρωπιστική βοήθεια, υποστήριξε χθες η Κύπρος.
Όπως μετέδωσε το ΑΠΕ, ο γενικός διευθυντής του κυπριακού υπουργείου Εξωτερικών, Νίκος Αιμιλίου, διευκρίνισε ότι «τα ελικόπτερα βρίσκονταν εντός του FIR Λευκωσίας, αλλά πέταξαν κάτω από συγκεκριμένο ύψος και δεν παραβίασαν τους διεθνείς κανόνες αεροπλοΐας. Όταν τα ελικόπτερα ίπτανται σε χαμηλό ύψος δεν χρειάζεται άδεια από το κράτος το οποίο ελέγχει το FIR». Ο κ. Αιμιλίου είπε ότι ο πρέσβης του Ισραήλ επέμεινε ότι οι Ισραηλινοί καταδρομείς βρίσκονταν σε αυτοάμυνα».[6]
Η αθώωση των σιωνιστών από το καθεστώς της νότιας Κύπρου είναι το αποτέλεσμα μιας νέας τυχοδιωκτικής και πολεμοκάπηλης πολιτικής που εκκολάπτεται το τελευταίο διάστημα από την πλευρά της ελληνοκυπριακής (και ελληνικής) άρχουσας τάξης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις:
«[…] στη λεκάνη του Λεβάντ, μεταξύ Κύπρου – Ισραήλ και Συρίας υπάρχουν, κατ’ εκτίμηση, 122 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου.
[…]
Αν οι εκτιμήσεις του USGS για αποθέματα 122 τρις κυβ. ποδών είναι σωστές, η εμπορική αξία του φυσικού αερίου στη λεκάνη του Λεβάντ ανέρχεται στα 600 δις δολάρια. Και το μερίδιο της Κύπρου (αν επιβεβαιωθούν τα 10 τρις) θα είναι 50 δις δολάρια, δηλαδή πέντε φορές περισσότερο από το δημόσιο της χρέος».[7]
Οι άρχουσες τάξεις Κύπρου και Ισραήλ συμφώνησαν να συνεκμεταλλευτούν τα κοιτάσματα που τους αναλογούν (για την ακρίβεια όσα οι ίδιες θεωρούν ότι τους αναλογούν). Αυτό εξηγεί τον ξαφνικό έρωτα μεταξύ των δυο αστικών τάξεων.
Όπως είναι αναμενόμενο, η ανακάλυψη ενός «θησαυρού» για τις άρχουσες τάξεις της περιοχής κινδυνεύει να εξελιχθεί σε κατάρα για τους λαούς της περιοχής. Με ανοικτά όλα τα μέτωπα αναμεταξύ τους οι χώρες της περιοχής βρήκαν την ευκαιρία να βγάλουν τα μαχαίρια:
«Η λεκάνη του Λεβάντ περιστοιχίζεται από κράτη που έχουν μεταξύ τους σοβαρά προβλήματα. Η Κύπρος έχει οριοθετήσει την ΑΟΖ [Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη] της με την Αίγυπτο και με το Ισραήλ. Όμως το Ισραήλ βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τον Λίβανο, ο οποίος δε συμφωνεί με τη γραμμή που χάραξε ο Ισραήλ για την οριοθέτηση των συνόρων των ΑΟΖ των δύο χωρών και ζήτησε επίσημα από τον ΟΗΕ να εμποδίσει το Ισραήλ να συνεχίσει τις έρευνες. Ταυτόχρονα, το Ιράν ανακοίνωσε ότι θα κάνει τρισδιάστατες γεωλογικές έρευνες στην ΑΟΖ του Λιβάνου, οπόταν τα κοιτάσματα μπορεί να αποτελέσουν αφορμή για κρίση στις σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και των γειτονικών κρατών, περιλαμβανομένου του Ιράν.
[…]
Για τον ίδιο λόγο η Συρία δεν προσέρχεται σε διαπραγματεύσεις με την Κύπρο. Επίσης, οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ είναι τεταμένες, ενώ η Τουρκία χαρακτήρισε τη συμφωνία Ισραήλ – Κύπρου για την οριοθέτηση της ΑΟΖ «άκυρη». Η Τουρκία διευκρίνισε ότι δεν έχει διεκδικήσεις ως κράτος στην περιοχή που υπάρχουν τα κοιτάσματα, αλλά επικαλείται τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων στον φυσικό πλούτο όλης της Κύπρου».[8]
Σύμφωνα με την Καθημερινή:
«Διπλωματικές πηγές εκτιμούν ότι η Άγκυρα θα αξιοποιήσει τις σχέσεις της με τον Λίβανο και τη Χεζμπολάχ για να ασκήσει πιέσεις στο Ισραήλ για τη συμφωνία με την Κύπρο. Ηδη η Χεζμπολάχ έχει αναφέρει ότι ορισμένα από τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που πρόκειται να εκμεταλλευθεί το Ισραήλ βρίσκονται εντός των χωρικών υδάτων του Λιβάνου και έχει διαμηνύσει ότι θα υπερασπιστεί με κάθε μέσο τον φυσικό πλούτο της χώρας».[9]
Σε μια περιοχή ήδη εύφλεκτη οι άρχουσες τάξεις Ελλάδας-Κύπρου σε πλήρη συνεργασία με το Ισραήλ ρίχνουν λάδι στη φωτιά:
«Η στενή και διαρκής συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου επιβεβαιώθηκαν και πάλι χθες, στη συνάντηση που είχε ο πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Δημ. Χριστόφια.
[…]
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει προτεραιότητες στον ενεργειακό τομέα για τα επόμενα χρόνια. Τα βασικά ζητήματα είναι η χρηματοδότηση αγωγών μεταφοράς ενέργειας, η διασφάλιση εναλλακτικών πηγών ενεργειακής τροφοδοσίας και η αύξηση της ενεργειακής ασφάλειας. Ελλάδα και Κύπρος συντονίζουν τον βηματισμό τους, με βάση και τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται στην ευρύτερη περιοχή από τις αλλαγές στον ενεργειακό χάρτη.
“Όπως σε όλα τα θέματα, έτσι και στα θέματα ενεργειακής πολιτικής ή στα θέματα οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών, βρισκόμαστε σε συνεχή συντονισμό μεταξύ μας”, επισήμανε ο κ. Παπανδρέου».[10]
Μια προηγούμενη περίοδο, θα μπορούσε η πατριωτική Αριστερά να ισχυριστεί ότι είναι «δικαίωμα της Κύπρου να εκμεταλλευτεί τον φυσικό πλούτο του νησιού». Σήμερα ωστόσο είναι προφανές ότι όποιο μέρος της Αριστεράς επικαλεστεί το παραπάνω «επιχείρημα» κινδυνεύει να βρεθεί σε συμφωνία με:
Α) Τον αποκλεισμό των Τουρκοκυπρίων που έχει επιβάλλει το καθεστώς της νότιας Κύπρου με τη συνεργασία του ιμπεριαλισμού.
Β) Να θεωρήσει ως «αντικειμενική» τη διακρατική συμφωνία Κύπρου-Ισραήλ που αμφισβητείται από τις αραβικές χώρες και την Τουρκία.
Να λοιπόν ποιο είναι το πρόβλημα της πατριωτικής Αριστεράς σήμερα: τα ιδεολογήματα των «εθνικών δικαίων» είναι ολοένα και πιο δύσκολο να διαχωριστούν τόσο από τις επιδιώξεις του ιμπεριαλισμού (και μάλιστα του πιο πιστού μαντρόσκυλού του -του Ισραήλ) όσο και από τις επιδιώξεις του ελληνικού και ελληνοκυπριακού καπιταλισμού.
Το Κυπριακό βάλτωμα
Το κυπριακό σήμερα βρίσκεται σε αδιέξοδο πρωτίστως λόγω της αδιαλλαξίας της ελληνοκυπριακής και ελληνικής πλευράς. Στη βάση αυτής της αδιαλλαξίας βρίσκεται η πεποίθηση των ελληνοκυπρίων καπιταλιστών ότι το σημερινό καθεστώς τους ευνοεί.
Διάφορες «ψύχραιμες» φωνές σε Κύπρο και Ελλάδα κάθε τόσο «κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου» ότι αυτή η κατάσταση δεν είναι διατηρήσιμη. Ε.Ε. και ΗΠΑ, ασκούν πιέσεις κατά καιρούς για κάποιου είδους συμβιβασμό στα πλαίσια μιας ιμπεριαλιστικής ειρήνης στην περιοχή που θα ενέπλεκε και τους δυο πιο πιστούς σύμμαχους του ιμπεριαλισμού στην περιοχή -Ελλάδα και Τουρκία. Μέχρι σήμερα, καμιά πίεση επί των Ελληνοκυπρίων αστών δεν έχει αποδώσει: παραμένουν αδιάλλακτοι στο «η μη λύση είναι η λύση!». Ζητούν από τους Τουρκοκύπριους «όλα ή τίποτα». Είτε πλήρη υποταγή σε μια ελληνοκρατούμενη Κύπρο είτε διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος διπλωματικής και οικονομικής απομόνωσης του Τουρκοκυπριακού κράτους. Η άρχουσα τάξη της νότιας Κύπρου μπορεί και το επιτυγχάνει αυτό για δυο λόγους. Πρώτον χάρις στο σιγοντάρισμα της ελληνικής άρχουσας τάξης. Και δεύτερον εκμεταλλευόμενη τις ενδο-ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Ούτε η Γαλλία ούτε η Γερμανία θέλουν την είσοδο της Τουρκίας στην Ε.Ε. πράγμα που δίνει τη δυνατότητα στους Ελληνοκύπριους να ακολουθούν παρελκυστική πολιτική στις διαπραγματεύσεις για την «επίλυση του Κυπριακού».
Δυστυχώς (με ευθύνη της Αριστεράς ως τελικό αποτέλεσμα των εθνικών ιδεολογημάτων της) το εργατικό κίνημα στη νότια Κύπρο έχει εγκλωβιστεί στις πολιτικές της άρχουσας τάξης ως προς την «επίλυση του Κυπριακού». Σε αντίθεση με την άκρα του τάφου σιωπή που υπάρχει για το εργατικό κίνημα της νότιας Κύπρου το εργατικό κίνημα στο Τουρκοκυπριακό κράτος είναι ζωντανό και γεμάτο ενέργεια.
Η απεργία της 28ης Ιανουαρίου κατά των οικονομικών μέτρων που επέβαλαν η τουρκοκυπριακή κυβέρνηση και η Τουρκία (ο κύριος χρηματοδότης του Τουρκοκυπριακού κράτους) ήταν ογκώδης και προκάλεσε την οργή του Ταγίπ Ερντογάν που «ζήτησε την παραπομπή στη Δικαιοσύνη[!] των διαδηλωτών, που προσέβαλαν όπως είπε, την Τουρκία». Από την πλευρά των διαδηλωτών ο Αμπτουλάχ Κορκμαζχάν, στέλεχος του κόμματος «Ενωμένη Κύπρος» δήλωσε:
«Είμαστε αποφασισμένοι για νέες κινητοποιήσεις, νέες δραστηριότητες ώστε να καταλάβουν ότι η Κύπρος ανήκει στο λαό της, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Θέλουμε με αυτές τις κινητοποιήσεις να δείξουμε ότι επιθυμούμε να κυβερνούμε εμείς τον τόπο μας».[11]
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν σε Κύπρο-Ελλάδα επαρκείς δυνάμεις της Αριστεράς που να μπορούν να βοηθήσουν το κίνημα στη βόρεια Κύπρο με τρόπο διεθνιστικό και ανατρεπτικό. Αντίθετα, την κατάσταση στην βόρεια Κύπρο προσπάθησε να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση της νότιας Κύπρου πράγμα που μόνο στη δυσφήμιση του κινήματος των Τουρκοκυπρίων εργαζομένων μπορεί να οδηγήσει:
«Εν τω μεταξύ, το ΑΚΕΛ προσβλέπει ότι ο λαϊκός ξεσηκωμός των Τουρκοκυπρίων θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για συγκρότηση ενός ισχυρού κοινού μετώπου πάλης και αγώνα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων με στόχο την επίλυση του Κυπριακού και την επανένωση της Κύπρου και του λαού της.
[…]
Η Λευκωσία παρακολουθεί πολύ προσεκτικά την όλη κατάσταση, χωρίς βεβαίως να επεμβαίνει. Την ίδια ώρα αυξάνονται και πληθύνονται οι Τουρκοκύπριοι που καταθέτουν αιτήσεις για να αποκτήσουν την κυπριακή ιθαγένεια και το δικαίωμα εργασίας στις ελεύθερες περιοχές. Με το κυπριακό διαβατήριο άλλωστε μπορούν ελεύθερα να ταξιδεύσουν σε όποιο μέρος του κόσμου επιθυμούν».[12]
Οι Ελληνοκύπριοι αστοί αποκαλύπτουν το όραμά τους: αυτό που επιθυμούν είναι οι Τουρκοκύπριοι να βρεθούν υπό τον απόλυτο έλεγχο των Ελληνοκύπριων αστών ως φτηνό εργατικό δυναμικό σε μια ελληνοκρατούμενη ενιαία Κύπρο. Αυτό που απέτυχε με αιματηρό τρόπο τις δεκαετίες του 1960 και 1970 να επαναληφθεί με «ειρηνικό» και «οικειοθελή» τρόπο στο παρόν. Εκμεταλλευόμενοι τις προνομιακές τους σχέσεις με τον δυτικό ιμπεριαλισμό οι Ελληνοκύπριοι αστοί έχουν το δικαίωμα στο όνειρο…
Ιδού λοιπόν που φτάσαμε: στην πλήρη ανατροπή των ιδεολογημάτων της ελληνικής πατριωτικής Αριστεράς. Το μόνο εθνικό ζήτημα που υπάρχει σήμερα στην Κύπρο είναι αυτό των Τουρκοκυπρίων. Υπάρχει, πράγματι, ζήτημα αναγνώρισης των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων και πάλης ενάντια στον οικονομικό στραγγαλισμό που επιβάλουν οι ελληνοκύπριοι αστοί. Όρος για να υπάρξει ένα ριζοσπαστικό εργατικό κίνημα στην Κύπρο είναι η αναγνώριση της πραγματικότητας που υφίσταται στην Κύπρο: αναγνώριση του δικαιώματος των Τουρκοκυπρίων στην αυτοδιάθεση, το δικαίωμα τους να έχουν ανεξάρτητο κράτος. Αυτό θα αποκαθιστούσε την αναγκαία σχέση εμπιστοσύνης που χρειάζεται για να παλέψουν από κοινού Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εργαζόμενοι ενάντια στον κοινό τους αντίπαλο: τους Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους αστούς και φυσικά ενάντια στις «μητέρες πατρίδες» Ελλάδας-Τουρκίας.
Τουρκία-Ελλάδα
Μια ολόκληρη μεταπολιτευτική γενιά Αριστερών (η μεγάλη πλειοψηφία τουλάχιστον) γαλουχήθηκε με την πεποίθησης μιας «δεδομένης» αλήθειας: η στρατηγική σπουδαιότητα της Τουρκίας την καθιστούσε τον «σπουδαιότερο σύμμαχο του ιμπεριαλισμού στην περιοχή» και «επομένως» η Ελλάδα βρισκόταν σε δυσχερή θέση και δεχόταν πιέσεις για απεμπόληση «εθνικών δικαίων».
Και τα τελευταία κουρέλια αυτού του ιδεολογήματος έχουν πλέον εξανεμισθεί στους πέντε ανέμους. Η Ελλάδα εδώ και χρόνια είναι η πλέον πιστή και σημαντική σύμμαχος των δυτικών ιμπεριαλιστών στην περιοχή και όχι η Τουρκία. Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι οι χώρες απ’ όπου απογειώνονται τα βομβαρδιστικά των δυτικών για να ισοπεδώνουν αραβικές χώρες, όχι η Τουρκία. Το ιδεολόγημα της «σπουδαιότερης χώρας για τον ιμπεριαλισμό» έχει αντιστραφεί πλήρως (τουλάχιστον για αυτήν τη χρονική περίοδο): είναι η Ελλάδα και όχι η Τουρκία.
Η στενή σχέση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ κατακρημνίζει τα ιδεολογήματα της «εξαρτημένης» Ελλάδας που δήθεν «θυσιάζει τα εθνικά δίκαια της χώρας». Η άκαμπτη στάση της ελληνικής κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου στα θέματα του Αιγαίου και της συνέχισης της κούρσας των στρατιωτικών εξοπλισμών παρά τις προτάσεις Ερντογάν για μείωση της έντασης, δεν προκύπτουν από οποιαδήποτε εξάρτηση «από τους Αμερικάνους» αλλά από την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ελλήνων καπιταλιστών. Οι Έλληνες καπιταλιστές επιδιώκουν οικονομικά Ελντοράντο στην Κύπρο, οικονομικά και στρατηγικά πλεονεκτήματα στο Αιγαίο αποκλειστικά για τους Έλληνες καπιταλιστές και μόνο.
Στα πλαίσια ενός επιθετικού και ιμπεριαλιστικού ελληνικού καπιταλισμού δεν απειλούνται μόνο γειτονικές χώρες αλλά και λαοί πολύ πέραν των συνόρων του ελληνικού κράτους:
«Στρατιωτική άσκηση με θέμα τη διαχείριση κρίσεων σε τρίτες χώρες, όχι απαραίτητα στρατιωτικών, διεξάγεται από σήμερα το πρωί στο στρατόπεδο «Κορομηλά», στην Αργυρούπολη του Δήμου Κιλκίς και συμμετέχουν δυνάμεις από μονάδες της 71ης αερομεταφερόμενης ταξιαρχίας.
Όπως προβλέπεται από τη σύσταση της συγκεκριμένης δύναμης, τα είδη των αποστολών τις οποίες μπορεί να εκτελέσει είναι: η πρόληψη κρίσης, ο διαχωρισμός αντιμαχομένων, η σταθεροποίηση, η ανοικοδόμηση και παροχή στρατιωτικών συμβουλών σε τρίτες χώρες, οι επιχειρήσεις εκκένωσης και η παροχή βοήθειας σε ανθρωπιστικές επιχειρήσεις».[13]
Αυτές οι ασκήσεις δεν γίνονται γιατί η Ελλάδα είναι «εξαρτημένη» από τον ιμπεριαλισμό. Γίνονται για το λόγο ότι η Ελλάδα είναι χώρα ιμπεριαλιστική, συμμετέχει στην παγκόσμια δυτική ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Ο ελληνικός καπιταλισμός έχει μεγάλα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα να υπερασπίσει σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο, από τα Βαλκάνια μέχρι την Αίγυπτο και τον αραβικό κόσμο γενικότερα.[14]
«Τα Βαλκάνια είναι η «ευκαιρία» της Ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα είναι από τους μεγαλύτερους επενδυτές στα Βαλκάνια, ενώ οι επίσημοι αριθμοί υποεκτιμούν το μέγεθος των Ελληνικών επενδύσεων στα Βαλκάνια.
[…]
Οι ελληνικές επενδύσεις κατέχουν σημαντική θέση στις χώρες της Ν.Α. Ευρώπης. Το συνολικό επενδεδυμένο ελληνικό κεφάλαιο (1996-2008) ξεπερνά τα 16,288 δισ. €. Συνυπολογίζοντας δε τις επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί από επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων μέσω των θυγατρικών τους σε τρίτες χώρες, όπως η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Γερμανία κ.α., το πραγματικό μέγεθος των συνολικών ελληνικών επενδύσεων είναι σαφώς μεγαλύτερο. Το 2008, η χώρα μας εκτιμάται ότι κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των ξένων επενδυτών στην Αλβανία, την Π.Γ.Δ.Μ. και τη Σερβία, την τρίτη θέση στη Ρουμανία και την τέταρτη στη Βουλγαρία. Η αξία των ελληνικών επενδύσεων που έχουν υλοποιηθεί στις χώρες των Βαλκανίων, εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 11,888 δισ. €. Σύμφωνα με στοιχεία του Τουρκικού Υπουργείου Οικονομικών η Ελλάδα κατέλαβε την 3η θέση μεταξύ των ξένων επενδυτών τα έτη 2006 και 2007. Oι τομείς που συγκεντρώνουν τις υψηλότερες ελληνικές επενδύσεις είναι: Ο τραπεζικός, οι τηλεπικοινωνίες, η βιομηχανία τροφίμων, η ενέργεια και οι κατασκευές, ενώ σημαντική δραστηριότητα παρατηρείται επίσης στους κλάδους σιδήρου, αλουμινίου, ορυχείων-μαρμάρων και τσιμέντου».[15]
Σημαντική είναι η παρουσία των ελλήνων καπιταλιστών στις Αραβικές χώρες. Έχουν επενδύσεις σε τομείς όπως τηλεπικοινωνίες, μεταφορές, ναυτιλιακές υπηρεσίες, ενέργεια, δημόσια έργα και κατασκευές, τουρισμό. Έλληνες επιχειρηματίες έχουν επενδύσει περίπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ στην Αίγυπτο (η σημαντικότερη αραβική χώρα για τους Έλληνες καπιταλιστές).[16]
Η πραγματικότητα (η επέκταση του ελληνικού κεφαλαίου έξω από τα εθνικά σύνορα) έχει εξαναγκάσει σε προσαρμογή τα εθνικά ιδεολογήματα της ελληνικής Αριστεράς. Η πραγματικότητα είναι… πεισματάρα ακόμα και για την πατριωτική Αριστερά. Η υποχώρηση των εθνικών ιδεολογημάτων είναι εμφανής στο χρόνο. Πριν κάποιες δεκαετίες η Αριστερά διοργάνωνε διαδηλώσεις για τα εθνικά δίκαια στην Κύπρο -σε μερικές διαδηλώσεις υπήρχαν και νεκροί διαδηλωτές. Αυτή η εποχή μοιάζει, ευτυχώς, πλέον μακρινή.
Παρ’ όλα αυτά τα εθνικά ιδεολογήματα κατορθώνουν τα επιβιώνουν στην Αριστερά. Μπορεί να μην είναι πλέον στο απόγειό τους αλλά να βρίσκονται στο λυκόφως, αλλά πρόκειται για ένα διαρκές λυκόφως. Η εθνική ιδεολογία επιμένει στην Αριστερά. Ο λόγος είναι σχετικά απλός: το έσχατο οχυρό της αστικής ιδεολογίας είναι η εθνοκεντρική αντίληψη του κόσμου. Αν και αυτή καταρρεύσει τότε ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για την ταξική και επομένως επαναστατική οπτική του κόσμου. Σε όποιο βαθμό η Αριστερά θα κυριαρχείται από ρεφορμιστικές αντιλήψεις και πολιτικές οι εθνικές «αναγνώσεις» της πραγματικότητας θα έρχονται και θα επανέρχονται διαρκώς.
Άγγελος Καλοδούκας
Σημειώσεις
[1] http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=939&Itemid=29
[2] Διάβαζε τη δημοσίευση μας «Το Κυπριακό ζήτημα».
[3] http://www.kke.gr/2004_7/o_ellhnikos_imperialismos
[4] Διάβαζε:
Ξέπλυμα χρήματος του Μιλόσεβιτς από τον Τάσσο Παπαδόπουλο? Μπάααα…
[5] http://www.aformi.gr/2010/06/%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CE%BC%CF%85%CE%B8%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%B1-%CE%B1/
[6] http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=168687
[7] http://www.makarios.eu/cgibin/hweb?-A=4764&-V=makarios
[8] Στο ίδιο
[9] http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_2_21/12/2010_426360
[10] http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_2_04/02/2011_431307
[11] http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=2&artid=382898&dt=07/02/2011
[12] http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=382966&ct=2&dt=07/02/2011
[13] http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=04/02/2011&id=248008
[14] Διάβαζε:
Η κυβέρνηση των ελλήνων σοσιαλ-ληστών δείχνει ξανά το αποκρουστικό της πρόσωπο.
[15] «Οι Βαλκανικές χώρες, προοπτικές εισόδου κατασκευαστικών εταιριών και απασχόλησης Ελλήνων τεχνικών στην αγορά τους» Α.Π.Θ., Ιανουαρίου 2010.
[16] http://www.isotimia.gr/default.asp?pid=24&ct=13&artid=93275
Category: Εσωτερικά
όντως πάντως σ. Άγγελε και σ. Κώστα, ήδη η «φόρμουλα» του Λένιν ήταν προβληματική, γεγονός που είχε επισημανθεί πχ από την Λούξεμπουργκ. πέραν αυτού όμως, ακόμα και αν την θεωρεί κανείς σωστή, δεν αποτελεί μια θέση ανεξάρτητη από τις συγκεκριμένες συνθήκες. μια τακτική που είναι σωστή κάπου μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή μπορεί να είναι λάθος κάπου αλλού ή μια άλλη στιγμή. εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί η αριστερά της ελλάδας να προβάλλει το δικαίωμα των τ/κ σε χωριστό κράτος τη στιγμή που υπάρχει ένα πραγματικό κίνημα επανένωσης. αν είναι κάτι αντιεθνικιστικό σήμερα για την αριστερά της ελλάδας είναι να αναγνωρίσει το δικαίωμα των κυπρίων ανεξάρτητα από την εθνότητά τους σε χωριστό κράτος.
Σύντροφε ΘΠ
Σίγουρα ο καθένας μπορεί να συμφωνεί ή να διαφωνεί με τις θέσεις του Λένιν πάνω στο ζήτημα της αυτοδιάθεσης των εθνοτήτων. Ωστόσο (και δεν αναφέρομαι σε σένα) το προβληματικό είναι το εξής:
Να είσαι υπέρ του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης για τους Κούρδους για παράδειγμα, αλλά όχι για τους Τουρκοκύπριους. Είναι σαφές ότι η εθνική προκατάληψη υπέρ της «δικής μας πατρίδας» εδώ παίζει ρόλο ανεξάρτητα με τι επιχειρηματολογία χρησιμοποιεί για να δικαιολογήσει τα δυο μέτρα και σταθμά.
Άγγελος
Αγγελε , με το τελευταίο σχόλιό σου ξεκαθάρισες τον προβληματισμό όλων.
Γιάννη, μην περιμένεις να δικαιολογήσω τα εγκλήματα των ελλήνων, δεν σκοπεύω όμως να δεχτώ ότι πατσίζονται με τα εγκλήματα των τούρκων.
Την εισβολή την προκάλεσαν οι γεωστρατηγικές ανάγκες της τουρκίας. Σιγά μη τους έπιασε ο πόνος για τους τ/κ, αν πραγματικά ενδιαφέρονταν για τον κόσμο δεν θα υπήρχε Αττίλας 2, ούτε θα παρέμεναν στο νησί τα πράγματα στάσιμα τόσα χρόνια.
Τα ίδια βέβαια ισχύουν και για το ελληνικό κράτος και εμείς και αυτοί θέλαμε την κύπρο κομμάτι του εθνικού κράτους ή τουλάχιστον προτεκτοράτο. Απλά από τους δυο που λιγουρεύονταν το νησί, η μπίλια έκατσε στην τουρκία.
Τον Στίνα κακώς τον ανέφερα, σίγουρα ήταν συνεπής και τεράστιος αγωνιστής τουλάχιστον για τα μέτρα τα δικά μου και αυτών που βλέπω γύρω μου, πιστεύω όμως πως η άποψη του, που βλέπει μονόμπαντα τον διεθνισμό δεν δικαιώθηκε. Από την άλλη, το κκε ευθύνεται για την ήττα, ευθύνεται όμως και για την δημιουργία του κινήματος, αλλά ας το αφήσουμε αυτό, όπως είπα κακώς το έθεσα και δεν προσφέρει τίποτα στην κουβέντα.
Δεν υπάρχει καμιά διαφωνία επί της ουσίας τότε. Προσυπογράφω αυτό που λες: «Τα ίδια βέβαια ισχύουν και για το ελληνικό κράτος και εμείς και αυτοί θέλαμε την κύπρο κομμάτι του εθνικού κράτους ή τουλάχιστον προτεκτοράτο».
Όμως χρειάζεται διευκρίνιση το εξής: «μην περιμένεις να δικαιολογήσω τα εγκλήματα των ελλήνων, δεν σκοπεύω όμως να δεχτώ ότι πατσίζονται με τα εγκλήματα των τούρκων». Αυτό τι σημαίνει; Ότι τα εγκλήματα των Τούρκων είναι μεγαλύτερα;
το προβληματικό (φοβάμαι και για την πατριωτική αριστερά)ΔΕΝ είναι σ. Άγγελε «Να είσαι υπέρ του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης για τους Κούρδους για παράδειγμα, αλλά όχι για τους Τουρκοκύπριους». το προβληματικό είναι πως σε κάθε περίπτωση υποστηρίζουν το «έθνος» τους. αν τύχαινε το κουρδικό εθνικό κίνημα να είναι υπέρ της τουρκίας τότε θα ταν τόσο αντι-κούρδοι όσο σήμερα είναι υπέρ τους. μην το μπλέκεις, δεν είναι φιλο-κούρδοι είναι απλώς αντι-τούρκοι.
οι λογικές της εθνοτικής αυτοδιάθεσης είτε μονής (πλειοψηφικής) είτε διπλής (αποσχιστικής) των δεκαετιών του 1950 και του 1960 έχουν ξεπεραστεί από την ίδια την ιστορία της αντίστασης των Κυπρίων.
οι ε/κ μάζες διακήρυξαν ήδη από το 1972-1974 την επιθυμία τους για ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ενάντια στην ένωση και
οι τ/κ μάζες διακήρυξαν ήδη από το 2002-2004 την επιθυμία τους για ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ κόντρα στο ταξίμ.
σήμερα το διακύβευμα και ο αγώνας είναι κοινός και δικοινοτικός για την ΔΙΖΩΝΙΚΗ ΔΙΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ της ΧΩΡΑΣ ΜΑΣ. αυτόν τον αγώνα πρέπει να στηρίξετε εσείς στην Ελλάδα και την Τουρκία, αλλιώς όχι μόνο δεν βοηθάτε αλλά μας δημιουργείτε προβλήματα.
Η άποψη μου είναι: έξω όλες οι ξένες χώρες απ’ την Κύπρο.
Οι ίδιοι οι Κύπριοι θα ορίσουν το χώρο τους και θα αποφασίσουν για την ταυτότητά τους και την εθνοτική τους καταγωγή.
Το περίεργο είναι με τους δικούς μας της αυτοθεωρούμενης «αντιεθνικιστικής «αριστεράς που σε ένα πλήθος ζητημάτων έχουν ακριβώς τις ίδιες απόψεις με τους Τούρκους ή τους Σλαβομακεδόνες εθνικιστές.
Για τον Ωρίωνα Αλεξάκη
Το περίεργο δεν είναι που άνθρωποι σαν εσένα είναι φασίστες. Λογικό είναι να κατηγορείς τους διεθνιστές ότι «έχουν ακριβώς τις ίδιες απόψεις με τους Τούρκους ή τους Σλαβομακεδόνες εθνικιστές». Αυτά είναι τα «επιχειρήματα» των φασιστόμουτρων σαν του λόγου σου.
Γιάννης Α
http://falies.com/2011/02/17/%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%BE%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B1/
http://falies.com/2011/02/18/%CE%BB%CE%B5%CF%85%CE%BA%CF%89%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CE%B9%CF%87%CF%84%CE%AE-%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B7-%CF%8C%CF%87%CE%B9-%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CF%8C%CF%80%CE%B5%CE%B4%CE%BF/
Εννοώ οτι δεν μπαίνω στη λογική του συμψηφισμού.
«…η ομοσπονδία μπορεί να παρέχει τις απαραίτητες δικλείδες ασφαλείας έτσι ώστε να μην καταπιεστεί η τ/κ κοινότητα ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά από την ε/κ αστική τάξη. περιορισμούς και ποσοστώσεις με χρονοδιαγράμματα μέχρις ώτου εξισωθούν οι 2 οικονομίες και συνενωθούν σε μια, συνταγματική προστασία κοινοτικών δικαιωμάτων κλπ. αντίθετα το τ/κ ξεχωριστό κρατος μετατρέπετε ήδη σε τ/κ αποικία/επαρχία όπου το τουρκικό κεφάλαιο αλωνίζει….»
Μα είναι απίστευτο! Δηλαδή θεωρείται ότι η καταπίεση μιας εθνότητας μπορεί να εμποδιστεί από νομικιστικες προβλέψεις και υπογραφές σε ένα κομμάτι χαρτί! Και όχι από τον συσχετισμό δύναμης μεταξύ καταπιεστή και καταπιεζόμενου! Αυτός είναι αγνός ιδεαλισμός, εύκολος ρομαντικός ρεφορμισμός! Καμία σχέση δεν έχει με το μαρξισμό, ούτε καν με τον υλισμό.
Ο μόνος τρόπος να μην επιβληθεί κάποια καταπίεση στους κατοίκους (και λέω ΟΛΟΥΣ τους κατοίκους, Τ/Κ και «εποίκους») της Βόρειας Κύπρου μετά από κάποια επανένωση είναι να έχουν την αλληλεγγύη της εργατικής τάξης του Νότιου τμήματος. Αλλά πώς να την εξασφαλίσει/προπαγανδίσει αυτήν την αλληλεγγύη μια Αριστερά που αδυνατεί να διακρίνει έστω, τις ιμπεριαλιστικές προθέσεις της άρχουσας τάξης της; Το πολύ που μπορεί να λέει μια τέτοια Αριστερά είναι, όχι μαρξιστικά, μα ειρηνιστικά επιχειρήματα στη βάση «νομικών δικλείδων ασφαλείας». Λες και δεν έχει ακούσει ότι ακόμη και τα Συντάγματα καταπατούνται βάναυσα υπέρ των καπιταλιστών όταν ο συσχετισμός το επιτρέψει. (βλ. τι γίνεται με δικαίωμα σε εργασία, δημόσια παιδεία κλπ σήμερα στην Ελλάδα).
ΑΝ μια κυπριακή αριστερή οργάνωση αναγνωρίζει τις ιμπεριαλιστικές βλέψεις των «αρχόντων» της ΣΗΜΕΡΑ και δεν αναφέρεται στα εγκλήματα του χθες μόνο σαν σε μουσειακές αναφορές που την νοηματοδοτούν, ΤΟΤΕ τι θα πει για το εμπάργκο κατά της βόρειας Κύπρου; Μια πραγματικά διεθνιστική Αριστερά, θα έπρεπε να είναι απολύτως κατά του εμπάργκο, που πλήττει όπως και κάθε εμπάργκο καταναλωτικών αγαθών, ΤΟ ΛΑΟ και όχι τα «καθεστώτα». (βλ εμπάργκο σε Ιράκ επί Σαντάμ)
Αλλά το ότι θα είναι κατά του ΕΜΠΑΡΓΚΟ σημαίνει ότι θα είναι και υπέρ του δικαιώματος των κατοίκων της Βόρειας Κύπρου να έχουν ανεξάρτητο κράτος. Χωρίς εμπάργκο, η Βόρεια Κύπρος συνιστά πολύ πιο βιώσιμο κράτος απ’ότι σήμερα. Και ΤΟΤΕ, όταν θα είναι στοιχειωδώς «ίσοι» με τους Νότιους (βλ επιχειρηματολογία Κώστα Κ, Άγγελου), όταν δεν θα είναι καταδικασμένοι στην ανεργία και την πείνα, θα δούμε ΑΝ θέλουν επανένωση -που θα θέλαμε πολλοί ιδανικά, όπως ο καθείς το καταλαβαίνει αυτό το «ιδανικά».
Το ζήτημα που χτυπά πιο πολύ απ’όλα τους κατοίκους της βόρειας κύπρου είναι το εμπάργκο, η εμπορική/οικονομική απομόνωση. Από αυτό ας ξεκινήσει κανείς να τοποθετείται.
«η αντιεθνικιστική αριστερά σε Κύπρο, (και σε Ελλάδα και Τουρκία αν θέλετε) πρέπει να μιλά με κοινή γλώσσα. έτσι ώστε να μην μας εκμεταλλέονται οι εθνικιστές της άλλης πλευράς.»
μα κάθε ξένος εθνικιστής μπορεί να χρησιμοποιεί επιχειρήματα κάποιου άλλου αντεθνικιστή σε άλλη χώρα. Σε διαφορετικές επικράτειες, με διαφορετικές άρχουσες τάξεις, διαφορετικές πλευρές της αλήθειας τονίζεις. Διάλογο ή πάλη έχει να κάνει η Αριστερά με τους εργαζόμενους ή τους εθνικιστές και τους αναποφάσιστους στη δική της χώρα. Με το παραπάνω σκεπτικό θα έπρεπε να μην λέμε τίποτε για τα εγκλήματα του δικού μας ιμπεριαλισμού/εθνικισμού γιατί…τα ίδια θα έλεγαν «απέναντι» οι ξένοι εθνικιστές! Μα με αυτούς έχει ανοιχτή διαμάχη η «απέναντι» Αριστερά, όχι εμείς. Οι πτέρυγες ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ σε δύο διαφορετικές χώρες, διαφορετικά επιχειρήματα είναι υποχρεωμένες να μετέρχονται.
Και κάτι που δεν κατάλαβα:
«η κραυγή αγωνίας των τ/κ που απειλούνται δημογραφικά με εξαφάνιση »
«οι μετανάστες/έποικοι εκ τουρκίας δεν είναι απλά 20-30 % του πληθυσμού του βορρά. είναι 60% με τεράστια αυξητική τάση.»
ΚΑΙ ΤΙ ΤΟ ΑΠΑΝΘΡΩΠΟ ΕΧΟΥΝ ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΕΠΟΙΚΟΙ που πρέπει να μας κάνει να ανησυχούμε για την αύξηση της αναλογίας τους;
Αν η απάντηση είναι: «αν δεν ομοσπονδιοποιηθεί το νησί άμεσα, σε μερικά χρόνια θα μετατραπεί ντε φάκτο σε τουρκική επαρχία.»
τότε αυτό σημαίνει ότι τόσες χιλιάδες άνθρωποι (η πλειοψηφία στη Βόρεια Κύπρο) θεωρούνται πράκτορες του τουρκικού κράτους! και άρα λογικά επανένωση «δημοκρατική» θα γίνει μόνο με το πέταγμά τους στη θάλασσα (εθνοκάθαρση). Αυτή η άποψη φανερώνει ουσιαστικά βαθιά δυσπιστία για τους λαούς γενικά, θεωρώντας τους πιόνια κυβερνήσεων.
Ουτε που περνά απ’το μυαλό ότι η οικονομική δυσπραγία μπορεί να αποκόψει τον ΚΑΘΕ εργαζόμενο από ΚΑΘΕ «μητέρα-πατρίδα» (και την Τουρκία), ΕΑΝ κατανοεί ότι γι’αυτήν ΔΕΝ ΤΟΥ ΦΤΑΙΕΙ ΚΑΠΟΙΑ ΞΕΝΗ ΔΥΝΑΜΗ ΜΕ ΤΟ ΕΜΠΑΡΓΚΟ ΤΗΣ (δηλ η Νότια Κύπρος με τους διεθνείς συμμάχους της) αλλά η ΔΙΚΗ ΤΟΥ άρχουσα τάξη-»μητέρα-πατρίδα»…
Η φτώχεια δημιουργεί δυσαρέσκεια, αναστατώσεις, εξεγέρσεις. Για να είναι στόχος των εξεγέρσεων των Τ/Κ-»εποίκων» το δικό τους καθεστώς κι όχι οι Ελληνοκύπριοι, για να μην πέσουν θύμα του εθνικισμού, πρέπει η Ε/Κ Αριστερά να αποδείξει ότι μπορεί να επιβάλει την άρση του εμπάργκο και κάθε διάκρισης εναντίον τους.
Στους Ε/Κ εργαζόμενους δεν ξέρω πόση φτώχεια υπάρχει. Αλλά στο βαθμό που τα κοινωνικά προβλήματα οδηγήσουν κι εκεί σε όξυνση της ταξικής πάλης, ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ (δηλ αποκαλύπτοντας την ληστρική και ιμπεριαλιστική φύση και του Ε/Κ καπιταλισμού) η Ε/Κ Αριστερά θα αποδεικνύει ότι το πρόβλημα που πρέπει να λυθεί -και μπορεί από τους Ε/Κ- δεν είναι η «κατοχή της Βόρειας Κύπρου» αλλά ακριβώς ο καπιταλισμός στο Νότο. (Που φέρει και την μεγαλύτερη ευθύνη ΚΑΙ για την διχοτόμηση.)