Απεργία πείνας, Νομική, κράτος έκτακτου ανάγκης και η αριστερά του savoir vivre
Η απεργία πείνας (α.π.) που ξεκίνησε στις 25 Γενάρη στη Νομική και τα γνωστά επακόλουθα δείχνουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι η χώρα βρίσκεται κάτω από ένα καθεστώς εκτάκτου ανάγκης. Ο σφοδρός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε από την πρώτη στιγμή η α.π., μια κατεξοχήν παθητική μορφή αντίστασης, που θέτει σε κίνδυνο μόνο τις ζωές όσων συμμετέχουν σ’ αυτή, αγγίζει πλέον τα όρια της ίδιας της αστικής δημοκρατίας και των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα οποία αμφισβητούνται ανοιχτά από το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας.
Δεν θα μιλήσουμε εδώ για τις ελεεινές συκοφαντίες και τους τόνους λάσπης που έπεσαν όλες αυτές της μέρες από το σύνολο και κάθε μορφής ΜΜΕ. Όμως δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστος ο πρωτοφανής γκεμπελισμός τους. Κανάλια όπως το MEGA αφιέρωσαν επί 4 μέρες το σύνολο του κεντρικού τους δελτίου ειδήσεων σε αυτό το θέμα και τα υπόλοιπα τουλάχιστον το μισό. Από την πρωινή ζώνη μέχρι τα άγρια μεσάνυχτα έπαιζε η ίδια κασέτα με διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Η λάσπη αυτή τη φορά ξεπέρασε κάθε όριο. Και τι δεν ακούστηκε για τους απεργούς πείνας. Ότι είναι σε διατεταγμένη υπηρεσία, ότι είναι φορείς λοιμωδών ασθενειών, ότι είναι εισβολείς, ότι καθοδηγούνται από το ΣΥΡΙΖΑ, ότι έχουν σχέδιο για νέα δεκεμβριανά, ότι αποτελούν κίνδυνο για την ασφάλεια της χώρας κ.ο.κ. Όμως για όλα αυτά έχουν ήδη ειπωθεί αρκετά.Το τελεσίγραφο της κυβέρνησης από την 3η μέρα της απεργίας να εκκενωθεί η Νομική μέσα σε 24 ώρες μέχρι την άρση του ασύλου την επομένη (Πέμπτη 27/1) και την επίδειξη πυγμής κατά τις ώρες που ακολούθησαν μέχρι να επιβάλει τη θέλησή της, δείχνουν ότι ο νόμος και την τάξη αποτελεί στρατηγική επιλογή για το καθεστώς. Κι άλλες φορές είχε απειληθεί το άσυλο, και τις δύο μόνο που καταλύθηκε αυτό έγινε με αντίπαλο μόνο τον αναρχικό χώρο και ύστερα από πολύωρες συγκρούσεις με την αστυνομία. Τώρα ο πολιτικός αντίπαλος ήταν και η αριστερά και χωρίς να έχει προηγηθεί η παραμικρή σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής. Το άσυλο καταλύθηκε κατά παράβαση του ίδιου το νόμου που το προστατεύει, από τη στιγμή που δεν στοιχειοθετείται κανενός είδους “κακουργηματική πράξη” στο εσωτερικό του. Εκτός κι αν θεωρήσει κανείς ότι η α.π. αποτελεί πλέον κακούργημα ή ότι οι συμπαραστάτες των απεργών υπέπεσαν δια της “οργανωμένης μεταφοράς” τους από την Κρήτη στο έγκλημα της παράνομης μετακίνησης ή παροχής κατοικίας “λαθρομεταναστών” που σύμφωνα με νόμο (Ν. 3772/09, άρθρο 48) που ψηφίστηκε στις 24/6/09 θεωρείται κακούργημα και δουλεμπορία (!!!). Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο εισαγγελέας εκτός από τον πρύτανη εγκαλεί 7 μέλη της Επιτροπής Αλληλεγγύης ως ύποπτα για προώθηση και διακίνηση μεταναστών. Η αριστερά καθηλωμένη σε λογικές προηγούμενων δεκαετιών για ακόμα μια φορά δεν μπόρεσε να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης. Όχι τόσο γιατί δεν εκτμήθηκε από πριν ο τρόπος που θα αντιδρούσε η κυβέρνηση και σύσσωμο το καθεστώς, αλλά το κυριότερο γιατί συνεχίζει να μην -ή κάνει ότι δεν- καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται
“Ευκαιρία για αλλαγή ατζέντας”
και “ενεργοποίηση ρατσιστικών
και ακροδεξιών αντανακλαστικών”;
Η κοινοβουλευτική αριστερά ακόμα κι αν δεν κράτησε ενιαία στάση, στο βάθος συμφωνούσε στο σύνολό της ότι η α.π. στο χώρο της Νομικής έγινε η “αφορμή για να επιβάλει η κυβέρνηση και η ακροδεξιά αλλαγή της ατζέντας”. Ακόμα και τμήματα τηςεξωκοινοβουλευτικής αριστεράς (Ρινάλντι, Πέτρος Παπακωνσταντίνου) συμμερίζονται αυτή την άποψη. Αντί λοιπόν το κέντρο να είναι το μνημόνιο, η τρόικα, το κίνημα “δεν πληρώνω” και τα πορίσματα για το σκάνδαλο της Siemens, αυτό μετατοπίζεται στο “μεταναστευτικό” και στο άσυλο. Όχι μόνο η κυβέρνηση αλλά και η άκρα δεξιά μετά από καιρό “παίζουν ξανά στο δικό τους γήπεδο”, ενώ η αριστερά αναγκάζεται να απολογείται για τις “ανευθυνότητας” ενός τμήματός της που ανοίγει “μειοψηφικά ζητήματα” που μάλιστα δεν χαίρουν καμιάς λαϊκής αποδοχής.
Σε ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του ΚΚΕ διαβάζουμε: «Αυτοί που οδήγησαν τους μετανάστες στο υπό ανακαίνιση παλιό κτήριο της Νομικής, με αυτή την ενέργεια δεν υπηρετούν τα δίκαια αιτήματα των μεταναστών – προσφύγων, αλλά τους εκθέτουν περισσότερο στη συκοφάντηση και στις απειλές αντιδραστικών κομμάτων και μηχανισμών, στην κρατική καταστολή και στους εκβιασμούς των κυκλωμάτων που τους εκμεταλλεύονται». Στο ίδιο μήκος και η ανακοίνωση της ΚΝΕ: «το καλοστημένο σχέδιο που στήθηκε στη Νομική από εχθρούς και δήθεν φίλους των μεταναστών και είχε ως αποτέλεσμα την καλλιέργεια συντηρητικών και ρατσιστικών αντανακλαστικών και την υπονόμευση του πανεπιστημιακού ασύλου». Ο Ριζοσπάστης από τη δεύτερη μέρα έγραφε για «τυχοδιωκτικό παιχνίδι που αξιοποιεί τους μετανάστες για να ενταθεί η κρατική καταστολή», και ότι «αυτοί που οδήγησαν τους μετανάστες στο υπό ανακαίνιση κτίριο της Νομική… συμβάλλουν αντικειμενικά σε τυχοδιωκτικά παιχνίδια σε βάρος των μεταναστών και του ασύλου». (ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Σελ.15, Τετάρτη 26 /1/ 2011)
Ο Συνασπισμός παρόλο που στελέχη της νεολαίας του στήριζαν ανοιχτά τη Νομική, υιοθέτησε την ίδια άποψη περί αλλαγής ατζέντας. Ο Τσίπρας στις 26/01/2011 δήλωνε ότι «η α.π. των μεταναστών μέσα στη Νομική Σχολή της Αθήνας, έχει δώσει αφορμή σε ακραίους κύκλους να ξεδιπλώσουν μια επίθεση συκοφαντίας απέναντι σε όσους συμπαραστέκονται στα αιτήματά τους. Έδωσε την ευκαιρία στην κυβέρνηση να αλλάξει καθώς την συμφέρει την πολιτική ατζέντα. Έδωσε μάλιστα την ευκαιρία σε ορισμένους να βάλουν για μια ακόμη φορά στο στόχαστρο ακόμη και το ακαδημαϊκό άσυλο». Σίγουρα στις δηλώσεις του Τσίπρα και στις ανακοινώσεις του ΚΚΕ υπάρχει μια ουσιαστική διαφορά. Ο Τσίπρας πουθενά δεν μιλάει για “καλοστημένο σχέδιο” όπως το ΚΚΕ. Ωστόσο είναι ξεκάθαρος. Η επιλογή της νομικής είναι λάθος και δίνει πάτημα σε “ακραίους κύκλους” και στην κυβέρνηση να επιτεθούν στους μετανάστες και να βάλουν στο στόχαστρο το άσυλο. Εδώ υπάρχει απόλυτη συμφωνία με το ΚΚΕ.
Η ΔηΑρι του Κουβέλη συμφωνεί επίσης με την ίδια άποψη, μόνο που δεν περιορίζεται σ’ αυτό. “Η εγκατάσταση των μεταναστών στο κτίριο της Νομικής Σχολής είναι μια εντελώς αδιέξοδη και ανώφελη ενέργεια, η οποία το μόνο που καταφέρνει είναι να εγείρει συντηρητικά ανακλαστικά και να επαναφέρει με αρνητικό τρόπο το θέμα του ασύλου”. (25/1) Στην ίδια ανακοίνωση η ΔηΑρι φρόντισε όχι μόνο να ρίξει τη χολή της σε όσους στήριξαν την πρωτοβουλία της νομικής αλλά σε ένα ρεσιτάλ υποκρισίας και καθεστωτικής συμπεριφοράς τους κατατάσσει στην άλλη όψη του ίδιου νομίσματος με τους φασίστες του Α. Παντελεήμονα: “Η έλλειψη μεταναστευτικής πολιτικής της χώρας δεν μπορεί να υποκαθίσταται από επιλογές μεμονωμένων ομάδων ή προσώπων, όπως συνέβη στη Νομική Σχολή σήμερα από καταληψίες μετανάστες και στενόμυαλους «συμπαραστάτες» τους και χθες στον Άγιο Παντελεήμονα από αυτόκλητους ακροδεξιούς «σωτήρες».”
Από πού να αρχίσει κανείς και που να τελειώσει μ’ αυτές τις δηλώσεις. Ας ξεκινήσουμε από τα “συντηρητικά και ρατσιστικά αντανακλαστικά” που οι “στενόμυαλοι” και ενδεχομένως βαλτοί πρωταγωνιστές της Νομικής φρόντισαν να “εγείρουν”. Ρωτάμε λοιπόν τους αρθρογράφους των copy paste ανακοινώσεων της κοινοβουλευτικής -και ενδεχομένως καθεστωτικής- αριστεράς. Τα ρατσιστικά αντανακλαστικά που προφανώς υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία και πολύ περισσότερο στα προπαγανδιστικά επιτελεία της άρχουσας τάξης δεν μας ενοχλούν ακριβώς που υπάρχουν, άλλα μόνο όταν… “εγείρονται”; Επομένως τι βγαίνει απ’ όλη αυτή την βαθυστόχαστη σκέψη; Να αποφεύγουμε οτιδήποτε προκαλεί τα αντιδραστικά αντανακλαστικά. Το αν αυτή την στιγμή οι 2 στους 3 μετανάστες αδυνατούν είτε να ξεκινήσουν τη διαδικασία νομιμοποίησής τους είτε να ανανεώσουν τις άδεις εργασίας και παραμονής, αυτό μπορεί να ενοχλεί τα αριστερά αντανακλαστικά, αλλά προς θεού μην το ανοίξουμε τώρα γιατί θα εγείρουμε τα συντηρητικά και τα ρατσιστικά αντανακλαστικά. Και πότε δηλαδή θα είναι η κατάλληλη στιγμή να ανοιχτεί το όλο θέμα; Όταν εσείς θα είστε έτοιμοι, ή όταν θα έχει αποβάλει η ελληνική κοινωνία το ρατσισμό από μέσα της. Μέχρι τότε τι θα γίνει; Θα παραμένουν οι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες κλεισμένοι στα γκέτο τους και στην παρανομία, να κρύβονται μην τους πάρει κανένας ρατσισταράς είδηση και του εγερθούν τα βρωμερά του αντανακλαστικά;
Είναι προφανές ότι η αριστερά μας δεν θέλει να ασχοληθεί με το θέμα γιατί απλούστατα δεν αντέχει να έρθει σε σύγκρουση με τη κοινή γνώμη που δυστυχώς έχει καταπιεί στην πλειοψηφία της το ρατσιστικό δηλητήριο. Μπορούμε να δούμε γιατί συμβαίνει αυτό, αλλά εν πάει περιπτώσει δεν οφείλεται στην α.π. των 300 μεταναστών, ούτε στην “αφέλεια των συμπαραστατών” τους. Αν εκδηλώθηκε ένας ρατσισμός αυτός προφανώς υπάρχει από πριν και αν η αριστερά θέλει να γίνει πρωταγωνιστής “προοδευτικών λύσεων” όπως άλλωστε ισχυρίζεται δεν θα μπορέσει να αποφύγει να συγκρουστεί μαζί του. Γιατί, τι να κάνουμε, προοδευτικές λύσεις με ρατσισμό αγκαλιά δεν γίνεται.
Πονηροί και αβανταδόροι
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο στις πονηρές αυτές σκέψεις. Και δεν πρόκειται απλώς για οπορτουνισμό. Η αριστερά αυτού του είδους νομίζει ότι υπάρχουν ζητήματα αβανταδόρικα και μη αβανταδόρικα. Για παράδειγμα η ενασχόληση με το μνημόνιο, την τρόικα και το κίνημα “δεν πληρώνω” διόδια ή εισιτήρια στις αστικές συγκοινωνίες είναι αβανταδόρικα. Ενώ τα ζητήματα μετανάστευσης, ασφάλειας, εγκληματικότητας κ.ο.κ. είναι ζητήματα που αντικειμενικά δουλεύουν για την συντήρηση και την άκρα δεξιά. Αυτές οι τακτοποιήσεις είναι σκέτες ανοησίες. Κανένα ζήτημα από μόνο του δεν προκαλεί τα μεν ή τα δε αντανακλαστικά. Η κρίση, ο πόλεμος, η ανεργία, η φτώχεια, η μετανάστευση και γενικώς όλα τα δεινά του συστήματος διεγείρουν όλα τα είδη των αντανακλαστικών. Πρόσφατα διαβάζουμε σε διάφορες επίσης περισπούδαστες αριστερές αναλύσεις ότι η κρίση επίσης εξιτάρει συντηρητικά και φοβικά αντανακλαστικά. Ο πόλεμος στο Ιράκ και το Αφγανιστάν από τις αρχές της χιλιετίας εξίταρε τα ισλαμοφοβικά αντανακλαστικά, ενώ πριν μερικές δεκαετίες η ύπαρξη της ΕΣΣΔ και ο ψυχρός πόλεμος εξίταρε τα συντηρητικά αντανακλαστικά στις ΗΠΑ. Όμως να ‘ταν μόνο αυτά; Σάμπως μια απεργία δεν εξιτάρει τα αντανακλαστικά όσων θίγονται από αυτήν ή και των υπολοίπων που ενδεχομένως πλήττονται παραπλεύρως όπως οι χρήστες ας πούμε των αστικών συγκοινωνιών; Η θεωρία να μην εγείρουμε τα αντανακλαστικά των αντιπάλων μας ή των εν δυνάμει οπαδών τους δεν ωφελεί σε τίποτα ούτε την αριστερά ούτε τους καταπιεσμένους. Κάθε φορά που οι από κάτω επιχειρούν να διεκδικήσουν τα δίκια τους είναι επόμενο να ξεσηκώνονται όσοι θίγονται τα συμφέροντα τους, συμφέροντα άλλωστε που στηρίζονται ακριβώς στην καταπίεση των θυμάτων τους.
Δεν πρόκειται λοιπόν για κάποιο ζήτημα τακτικής, που τάχατες θα πρέπει να βρούμε μια πιο κατάλληλη στιγμή για να αναδείξουμε το ένα ή το άλλο ζήτημα. Τα ζητήματα έρχονται από μόνα τους. Υπάρχουν είτε τα αναδεικνύουμε είτε όχι. Ο πόλεμος, η κρίση, η ανεργία, η εγκληματικότητα, οι μετανάστες όλα υπάρχουν δίπλα μας, είτε τα βλέπουμε είτε κάνουμε την πάπια. Ακόμα κι αυτά που η αριστερά νόμιζε ότι είναι του χεριού της όπως λ.χ. η ανεργία βλέπουμε με έκπληξη να χρησιμοποιείται κι αυτό εναντίον μας. Ο άνεργος αντί να είναι μια τρανή απόδειξη για την χρεοκοπία του συστήματος γίνεται κι αυτός ένα εμπόδιο στην ανάπτυξη των αγώνων. Το ίδιο και οι πρωτοφανείς περικοπές των μισθών. Από μόνες τους δεν προκαλούν καμία αυθόρμητη ανάπτυξη των αγώνων ούτε φυσικά στρέφουν τον κόσμο στην αριστερά. Απεναντίας ο άνεργος και ο φτωχός έλληνας εργαζόμενος ή συνταξιούχος μπορεί κάλλιστα να στραφεί εναντίον του μετανάστη που του “κλέβει” τις δουλειές, τη θέση στο λεωφορείο, ή τη σειρά στην ουρά των εξωτερικών ιατρειών ή του ΙΚΑ. Δεν φτάνει που κουβαλάει κι αρρώστιες και μας χαλάει και την αισθητική. Είναι και μουσουλμάνος.
Κανένα ζήτημα δεν είναι από μόνο του γήπεδο της αριστεράς ή του συστήματος. Και αν η αριστερά επιθυμεί πράγματι να αλλάξει το συσχετισμό θα πρέπει να κόψει τις πονηριές και να ασχοληθεί με ότι διαμορφώνει τη συνείδηση και τον πραγματικό συσχετισμό ανάμεσα στις τάξεις, ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά, ανάμεσα στο κράτος και το κίνημα.
Επίσης η αριστερά θα πρέπει να ξεχάσει ότι σε κάποια ζητήματα έχει την ηγεμονία και σε κάποια άλλα δεν την έχει. Η ιδεολογική ηγεμονία είναι μια και δεν αφορά μερικές δεκάδες διαφορετικά ζητηματάκια. Και την ηγεμονία συνεχίζει να την έχει η άρχουσα τάξη. Η αριστερά κάποτε νόμιζε ότι είχε την αποκλειστικότητα στον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα. Ήρθε το ΠΑΣΟΚ και σε λίγα χρόνια της πήρε την μπουκιά από το στόμα. Και τώρα έρχεται η ακροδεξιά να πάρει για ακόμα μια φορά την αποκλειστικότητα και σε αυτό το ζήτημα πουλώντας πατριωτισμό και εθνικό τσαμπουκά με τα καφάσια.
Στην πραγματικότητα η ιδεολογική ηγεμονία κερδίζεται στα πιο οριακά ζητήματα και όχι στα εύκολα όπως φαντάζεται η τεμπέλικη λιγόψυχη αριστερά μας. Κερδίζεται στην πάλη ενάντια στον εθνικισμό, το ρατσισμό, τον μιλιταρισμό και τον ιμπεριαλισμό της ίδιας “μας” της χώρας. Το να πείσεις κάποιον να σηκώσει μια μπάρα και να μην πληρώσει το 2ευρω μπορεί να σε κάνει “πλειοψηφία”, μέχρι να στην πάρει ο Γκλέτσος, αλλά τι να το κάνεις αν αυτός που σηκώνει τη μπάρα βρίζει από το πρωί μέχρι το βράδυ τους μετανάστες και τους θέλει ή σκλάβους ή μαντρωμένους μέχρι να τους στείλει από κει που ‘ρθαν. Όποιος ανέχεται το ρατσιστικό απαρτχάιντ, όποιος δεν θεωρεί ότι οι μετανάστες πρέπει να έχουν δικαιώματα αυτός δεν πρόκειται να κερδιθεί ποτέ από την αριστερά, ακόμα και αν σιχτιρίζει νυχθημερόν το μνημόνιο, την τρόικα και όλη την Ε.Ε.
Κακό που μας βρήκε πάλι
Η αντίδραση της αριστεράς ήταν ανάλογη των Δεκεμβριανών του 2008. Κάθε φορά που το μαχαίρι μπαίνει στο κόκαλο, κάθε φορά που οι αντιστάσεις τείνουν να ξεφύγουν από την πεπατημένη, κάθε φορά που το παιχνίδι γίνεται απρόβλεπτο η υπάρχουσα αριστερά χέζεται απάνω της και ψάχνει τραπέζι να χωθεί από κάτω. Την ίδια αντίδραση έχει και όταν τα πράγμα γενικώς βγαίνουν εκτός ελέγχου. Και πάλι η αριστερά μας χάνει τον προσανατολισμό της. Όταν ξέσπασε η κρίση χρέους από τέλη του 2009 και όλοι συνειδητοποιούσαν ότι ο ελληνικός καπιταλισμός είναι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, η αριστερά ισχυριζόταν ότι όλα αυτά είναι μυθοπλασίες και “αξιοποιούνται” για να πάρουν τα κεκτημένα πίσω. Όταν μετά από μήνες συμβιβάστηκε με την ιδέα ότι πράγματι βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα νέο 1929, αντί να προσανατολιστεί στη νέα περίοδο συνειδητοποιώντας ότι δεν υφίσταται πλέον κανένα κοινωνικό συμβόλαιο, ότι το κράτος θα γίνει εντελώς επιθετικό, ότι οι παλιοί συνδικαλιστικοί αγώνες δεν θα έχουν καμία τύχη κ.ο.κ. άρχισε να αντιλαμβάνεται την κρίση σαν μια διαταραχή όχι τόσο τους συστήματος όσο των δικών της συνηθειών. Η κρίση από πρόβλημα του συστήματος έγινε πρόβλημα της αριστεράς. Μη μπορώντας να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες αλλάζοντας άρδην τις παλιές της συνήθειες, η αριστερά άρχισε να νοσταλγεί τις παλιές καλές εποχές. Η σκέψη της αντί να προσανατολιστεί στο πώς θα εκμεταλλευτεί την κρίση για να γκρεμίσει το σύστημα, αναλώθηκε σε ακίνδυνες προτασούλες για το πως θα ξαναπάρει μπρος η αγορά, πως θα αναδιοργανωθεί η Ε.Ε., πως θα δοθούν δάνεια, πως θα εκδοθεί ένα ευρωομόλογο για να σωθεί το ελληνικό κράτος από τη χρεοκοπία. Ακόμα και τις περικοπές των μισθών τις θεωρούσε ένα ακόμα πρόβλημα για την αγορά μιας και θα πέσει ακόμα περισσότερο η ζήτηση και η ελληνική οικονομία θα μπει στο φαύλο κύκλο της ύφεσης. Αντί να χαίρεται που το σύστημα έχει πάθει μπλακ άουτ έδειχνε περισσότερο να στεναχωριέται και να αγωνιά να βρει μια λύση για να επιστρέψουμε σε μια πιο νορμάλ κατάσταση που θα μπορεί και η ίδια να συνεχίσει απρόσκοπτα την αιώνια και αέναη προσπάθεια της να αλλάξουν οι συσχετισμοί, να ωριμάσουν οι συνθήκες και να πάμε στο σοσιαλισμό στην 5η παρουσία.
Κάθε τι μη κανονικό η αριστερά μας το εσωτερικοποιεί με τρόμο και πανικό. Τρέμει τις αντιδράσεις του αντιπάλου. Το είδαμε αυτό το Δεκέμβρη. Το βλέπουμε σε κάθε τι που αγγίζει τα όρια της αστικής νομιμότητας. Το βλέπουμε τώρα ακόμα και με αφορμή την πλέον παθητική μορφή αγώνα που είναι η α.π.. Όμως ακόμα κι αυτό προκάλεσε τον τρόμο καταρχήν στο ίδιο το καθεστώς και κατ’ επέκταση στην αριστερά. Γιατί άραγε; Τι ακριβώς φοβήθηκαν όλοι αυτοί και αντέδρασαν με τόση σφοδρότητα; Μα τι άλλο, από την πιθανότητα να βγει ένα εκρηκτικό πρόβλημα στην επιφάνεια. Και όταν λέμε πρόβλημα δεν εννοούμε φυσικά το “μεταναστευτικό”. Αυτό είναι το πρόβλημα των ρατσιστών και όσων θέλουν να είναι αυτοί καλά και οι υπόλοιποι να πάνε να πνιγούνε. Ο φόβος τους είναι μην τυχόν και οι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες που ζουν στο ελεεινό καθεστώς εκμετάλλευσης, ανέχειας, αφάνειας, κάτω από τις διαρκείς προσβολές του κράτους, από την αστυνομία και την οποιαδήποτε υπηρεσία του μέχρι τον κάθε ηλίθιο που τους προσβάλει στο δρόμο, στο λεωφορείο ή την γειτονιά, διεκδικήσουν ενεργητικά το δίκιο τους. Δεν υπάρχει περίπτωση η ελληνική κοινωνία να αποφύγει την εξέγερση αυτών των ανθρώπων. Και μάλιστα τώρα που οι χώρες τους ζουν πρωτόγνωρα επαναστατικά γεγονότα. Όσο σφίγγει ο πολιτικός κλοιός του κράτους και του ρατσισμού γύρω τους και όσο η κρίση έρχεται για να τους αποτελειώσει κοινωνικά, μια μαζική αντίδρασή τους είναι απλώς ζήτημα χρόνου για να εκδηλωθεί. Η α.π. ίσως να έδινε την αφορμή. Αυτό ακριβώς ήθελε να προλάβει η κυβέρνηση και όλος ο καθεστωτικός συρφετός που στοιχήθηκε πίσω της.
Η αριστερά για ακόμα μια φορά μπροστά στα δύσκολα δεν κατάφερε να πάρει τη σωστή θέση. Έμεινε στη μέση προσπαθώντας να γυρίζει το ρολόι πίσω. Στις δηλώσεις της φαίνεται ξεκάθαρα η ευχή της. Καλύτερα να μην είχε γίνει τίποτα απ’ όλα αυτά. Και αφού έγινε παρά τη θέλησή της, τουλάχιστον να δηλώσει όσο πιο γρήγορα γίνεται ότι δεν έχει καμία σχέση. Όταν ξεσπάσει η αντίδραση να μην αρπάξει κι αυτή κανένα αδέσποτο βόλι. Είναι απολύτως ειλικρινής όταν μέμφεται τους συμπαραστάτες ακόμα και τους ίδιους τους απεργούς πείνας, ότι προκαλούν τα συντηρητικά και ρατσιστικά αντανακλαστικά. Και καλά κάνουν. Καιρός είναι. Αρκετές αναπάντητες προκλήσεις έχουν δεχτεί οι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που ζουν στη χώρα από το κράτος και όλους όσους επιμένουν να τους συμπεριφέρονται σαν να είναι υποδιαίστερα και κατώτερα όντα. Αρκετές επιθέσεις έχουν δεχτεί από τις φασιστικές συμμορίες που δρουν υπό την επίσημη κάλυψη του κράτους. Αρκετά έχει ακούσει και η αριστερά κάθε φορά που τολμάει να τους υπερασπιστεί. Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσει λοιπόν αυτή η αριστερά είναι μέχρι πότε θα συνεχίσει να δέχεται τις προκλήσεις των ρατσιστών και θα σκύβει το κεφάλι ή θα αλλάζει θέμα, και όχι να εγκαλεί μαζί με το κράτος τους απεργούς πείνας ότι δήθεν προκαλούν τα συντηρητικά και ρατσιστικά αντανακλαστικά. Και θα το πούμε για ακόμα μια φορά γιατί μπορεί κανείς να μην το κατάλαβε. Καλά κάνουν και τα προκαλούν!!!
“Εκθέτουν τους μετανάστες σε κίνδυνο”;
Αυτό κι αν είναι επιχείρημα. Πρέπει κανείς να ζει σε άλλη χώρα για να ισχυρίζεται ότι όσοι στήριξαν τη Νομική “εκθέτουν τους μετανάστες σε κίνδυνο”. Από τι κίνδυνο μιλάτε κύριοι; Έχετε αντιληφθεί ότι οι απεργοί πείνας καταρχήν εκθέτουν τον εαυτό τους στο μεγαλύτερο κίνδυνο που υπάρχει που είναι η ίδια τους η ζωή; Είναι προφανές ότι η φιλήσυχη αριστερά μας είτε δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει α.π. είτε ζει στον κόσμο της. Μιλάει για κινδύνους σε ανθρώπους που τα παίζουν όλα για όλα. Καθόλου τυχαίο. Μέχρι εκεί μπορούν να σκεφτούν όσοι δεν ρισκάρουν τίποτα. Είναι φυσικό να μην μπορούν να καταλάβουν γιατί το κάνει κάποιος άλλος.
Όμως δεν είναι μόνο αυτό. Όταν η αριστερά μας μιλάει για κινδύνους εννοεί τους κινδύνους που αφορούν την ίδια και πάνω απ’ όλα την ησυχία της. Η α.π. ενώ βάζει σε κίνδυνο μόνο αυτούς που την κάνουν, την ίδια στιγμή προκαλεί κρύο ιδρώτα στην ελληνική αριστερά. Γιατί άραγε; Μα γιατί την αναγκάζει να πάρει θέση. Και η αλήθεια είναι ότι παίρνοντας μια οποιαδήποτε θέση μπαίνει ταυτόχρονα σε νέες περιπέτειες. Αν δεν υποστηρίξει με την ψυχή της όπως οφείλει την απεργία θα δεχτεί αμέσως την κατακραυγή ενός μεγάλου μέρους του κόσμου της, αλλά και των ίδιων των μεταναστών που θα αντιληφθούν ότι αυτή η αριστερά είναι ανίκανη να μείνει συνεπής στα λόγια της. Αν από την άλλη υποστηρίξει τότε θα προκαλέσει την οργή του καθεστωτικού μπλοκ του νόμου, της τάξης και του ρατσισμού. Τελικά παίρνει ως συνήθως μιαενδιάμεση θέση προσπαθώντας να τα έχει με όλους καλά. Ναι μεν τα δικαιώματα των μεταναστών, αλλά όχι και έτσι, όχι στο άσυλο. “Γιατί θα προκληθεί η αντίδραση και οι ακραίοι κύκλοι”. Κάθε φορά λοιπόν που οι καταπιεσμένοι θα αντιδρούν θα πρέπει να το κάνουν με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να μην προκαλούν τα αντανακλαστικά των ακραίων κύκλων και άκουσον άκουσον τα ρατσιστικά αντανακλαστικά. Αυτές τις περισπούδαστες μπουρδολογίες μπορεί να τις λεει μονάχα όποιος δεν θέλει να δώσει καμία μάχη, παρά μόνο όταν δεν έχει κανέναν αντίπαλο μπροστά του. Αν αυτή είναι η φιλοσοφία της αριστεράς, τότε χρειαζόμαστε επειγόντως μια άλλη αριστερά που τουλάχιστον δεν θα δαγκώνει τη γλώσσα της όταν είναι να επί ξεκάθαρα τα πράγματα και με το όνομά τους. Και πάνω απ’ όλα μια αριστερά που μόλις όταν οι καταπιεσμένοι αποφασίζουν να αντιδράσουν, αντί να την πιάνει τρέμουλο, θα τους υποστηρίζει άνευ όρων και προϋποθέσεων, χωρίς να παραδίδει μαθήματα savoir vivre.
“Λάθος τόπος; Γιατί όχι στα γραφεία της Ε.Ε.; “
Η επιλογή της Νομικής “Έδωσε την ευκαιρία σε ορισμένους να βάλουν για μια ακόμη φορά στο στόχαστρο ακόμη και το ακαδημαϊκό άσυλο”. Η φράση αυτή είναι ο κοινός παρανομαστής όλης της επίσημης αριστεράς ανεξάρτητα αν τα λόγια εδώ ανήκουν στον πρόεδρο του Συνασπισμού. Πρέπει να θυμίσει κανείς στην αριστερά αλλά και σε κάθε ενδιαφερόμενο ότι τα δικαιώματα έχουν κάποια αξία όταν μπορεί κανείς να τα χρησιμοποιήσει και όχι σαν να νεκρά άρθρα σε κάποιο νόμο. Πριν λοιπόν αρχίσει κανείς να παριστάνει τον στρατηγό λέγοντας ότι δεν ήταν η κατάλληλη ώρα και ότι έτσι δώσαμε πάτημα στον αντίπαλο να μας επιτεθεί, να ξεκαθαρίσει αν το πανεπιστημιακό άσυλο συμπεριλαμβάνει τον οποιοδήποτε θέλει να το χρησιμοποιήσει για να διαμαρτυρηθεί για τις συνθήκες διαβίωσής του, για πολιτικές διακρίσεις ή οποιαδήποτε άλλη μορφή καταπίεσης που υφίσταται από την πολιτεία χωρίς να γίνεται έρμαιο της καταστολής. Η αριστερά πρέπει να πάρει μια ξεκάθαρη και χωρίς υπεκφυγές θέση. Όσο δεν το κάνει και αερολογεί σε ζητήματα τακτικής, είναι αυτή που ρίχνει νερό στο μύλο του ρατσισμού και της αντίδρασης αποθρασύνοντας εντελώς τους κύκλους εκείνους που θέλουν να θάψουν μια και καλή το πανεπιστημιακό άσυλο και τα υπόλοιπα δημοκρατικά δικαιώματα.
Όμως δεν είναι μόνο αυτό. Η αριστερά θέλει το πανεπιστημιακό άσυλο, αλλά μπροστά στις απειλές περί κατάργησής του, είναι έτοιμη να δεχτεί ορισμένους περιορισμούς. Ο Κουβέλης έχει ήδη πει το ναι. Άσυλο μόνο για τη στενή ακαδημαϊκή κοινότητα χωρίς δικαίωμα να το χρησιμοποιούν εξωπανεπιστημιακά στοιχεία. Το ΚΚΕ και Ο ΣΥΝ δεν το λένε στα ίσα αλλά όταν τίθεται επί του πρακτέου το όλο ζήτημα, προτιμούν να ικανοποιήσουν τα ρατσιστικά αντανακλαστικά και να ξαποστείλουν τους μετανάστες παρά να υπερασπιστούν έμπρακτα την ουσιαστική πλευρά του πανεπιστημιακού ασύλου. Και μιας και σ’ αυτή την αριστερά η κουβέντα για τους συσχετισμούς είναι πολύ ενδιαφέρουσα, φανταζόμαστε ότι κατανοούν ότι ύστερα από την άρση ασύλου και την εκδίωξη των απεργών πείνας από τη Νομική έχει ήδη δοθεί μια νέα ερμηνεία γύρω από τη χωρητικότητα του ασύλου. Είναι προφανές ότι οι μετανάστες δεν χωράνε ούτε στη χώρα, αλλά ούτε και στο πανεπιστημιακό άσυλο. Έγινε αυτό ακριβώς που απαιτούσαν οι καρατζαφέρηδες. Η αριστερά τους πήρε σχεδόν στο σπίτι της. Οι μετανάστες δεν μπορούν να χρησιμοποιούν δημόσιους χώρους για να διαμαρτύρονται. Αν αυτό δεν είναι απαρτχάιντ τότε πως αλλιώς λέγεται;
Η αριστερά κάνοντας επίδειξη αυτισμού επιμένει ακόμα και σήμερα ότι στόχος είναι το άσυλο. Στην πραγματικότητα ο στόχος δεν είναι το άσυλο αλλά οι μετανάστες. Αυτοί είναι που δεν πρέπει να χρησιμοποιούν το άσυλο αλλά και οποιοδήποτε αστικό ή πολιτικό δικαίωμα έχουν οι έλληνες πολίτες της χώρας. Έτσι θα εμπεδωθεί το σύστημα των διακρίσεων. Αυτό είναι πολύ σοβαρότερο ζήτημα από το ίδιο το άσυλο. Η αριστερά προτιμά να υποχωρήσει σ’ αυτό τον εκβιασμό, προκειμένου να σωθεί το άσυλο. Μόνο που το άσυλο δεν είναι πια αυτό που ήταν πριν τις 27 Γενάρη. Είναι πια ζήτημα χρόνου αυτό να ξεκαθαριστεί και στον ίδιο το νόμο για το πανεπιστημιακό άσυλο.
Το ΚΚΕ πήρε από την πρώτη μέρα μια ξεκάθαρη θέση. Η Νομική δεν είναι απλά λάθος, είναι “καλοστημένο σχέδιο”, είναι δηλαδή μια προβοκάτσια. Έτσι το κόμμα αυτό απαλλάσσεται από την έμπρακτη συμμετοχή του στην υπεράσπιση του ασύλου. Η ΔηΑρι δεν χρειαζόταν καν να μπει σε τέτοιους προβληματισμούς. Ταύτισε τη Νομική κατευθείαν με τους φασίστες του Α. Παντελεήμονα και καθάρισε. Ο ΣΥΝ ενώ αρχικά το έριξε στα μισόλογα στο τέλος κάλεσε ανοιχτά τους μετανάστες; να εγκαταλείψουν τη Νομική και μάλιστα την ώρα που είχε ήδη παρθεί η απόφαση να αρθεί το άσυλο και η Νομική περικυκλωνόταν από τα ΜΑΤ.
Η αριστερά σε ρόλο κυανόκρανου
Το “Σχόλιο του Γραφείου Τύπου του ΣΥΝ, μετά την απόφαση της Συνέλευσης απεργών πείνας στο κτήριο της Νομικής” στις 27/01/2011 το απόγευμα είναι ξεκάθαρο: “… εκτιμούμε πως η αξιοποίηση της πρότασης της Πρυτανείας για την ασφαλή μεταφορά τους σε άλλο χώρο… αποτελεί ηθική τους δικαίωση και αναδεικνύει το μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα, αποσυσχετίζοντάς το από τον χώρο της Νομικής και το πανεπιστημιακό άσυλο. Σεβόμαστε την ελευθερία έκφρασης και γνώμης, ιδιαίτερα όσων επιλέγουν να αγωνίζονται με οριακές μορφές πάλης. Ωστόσο θεωρούμε ότι η σημερινή τους στάση δε βοηθά τον αγώνα τους, παρά δίνει άλλοθι στη κυβέρνηση να επιδιώξει τη κατάργηση του ασύλου. Χρειάζεται μεγαλύτερη υπευθυνότητα από όλους. Καλούμε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση. Καλούμε την κυβέρνηση να μην αντιδράσει σπασμωδικά, ώστε να συνεχιστεί η προσπάθεια εξεύρεσης λύσης, χωρίς τη χρήση βίας και τη παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου”.
Καταρχήν η πρυτανεία δεν πρότεινε απλώς τη μεταφορά, αλλά ήρε το άσυλο. Είναι τόσο δύσκολο να το καταλάβει αυτό κανείς; Κι όμως ο ΣΥΝ δεν το καταλαβαίνει. Και ενώ η απόφαση για άρση του ασύλου έχει ήδη παρθεί, ο συγγραφέας της ανακοίνωσης συνεχίζει να καλεί την κυβέρνηση να μην το παραβιάσει. Δεύτερον εμμέσως πλην σαφώς και παρά τις αβρότητες, καλεί τους απεργούς πείνας να μην “δώσουν άλλοθι στη κυβέρνηση να επιδιώξει τη κατάργηση του ασύλου”. Εδώ επιμένει ο Συν ότι όχι μόνο η πρυτανεία δεν έχει άρει το άσυλο (αυτή βλέπετε φροντίζει μόνο για την… ασφαλή μεταφορά τους), αλλά αν συμβεί αυτό, τότε θα ευθύνονται (δίνοντας το “άλλοθι”), όσοι επιμένουν στις “οριακές μορφές” αγώνα.
Όσο για την έκκληση στα “εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση” αυτό κι αν δείχνει τη φιλοσοφία του συγκεκριμένου κόμματος. Μόνο μια ουδέτερη δύναμη κυανόκρανων μπορεί να προβαίνει σε τέτοιου είδους εκκλήσεις. Είναι προφανές ότι ο ΣΥΝ διαλέγει για τον εαυτό τους το θλιβερό αυτό ρόλο. Δεν ταυτίζεται με κανένα εμπλεκόμενο μέρος. Κατά τα άλλα η νεολαία του συμμετέχει ενεργά στις βραδινές και μεταμεσονύκτιες διαμαρτυρίες πέριξ της νομικής ενώ επώνυμα στελέχη του στις διαπραγματεύσεις για τον απεγκλωβισμό από τη Νομική.
Και το κερασάκι στην τούρτα. Να “αποσυσχετιστεί η Νομική και το άσυλο από το μεταναστευτικό”. Απίστευτο κι όμως αληθινό. Γιατί άραγε;. Ποιον θα διευκολύνει αυτός ο αποσυσχετισμός; Τους μετανάστες μήπως να συνεχίσουν την α.π. ή την αριστερά να χαριεντίζεται και να κοροϊδεύει τα μέλη της για ένα ασυλοποιημένο άσυλο, χωρίς να μπορούν να το χρησιμοποιούν όσοι πραγματικά το έχουν ανάγκη. Κατά βάθος ο αποσυσχετισμός αυτός δεν αφορά ούτε καν αυτό το ξεφτιλισμένο πλέον άσυλο, αλλά την ίδια την αριστερά από τις “οριακές μορφές πάλης” και το κούφιο νόημα που δίνει πλέον στα πράγματα. Μια αριστερά που αντί να δώσει τη μάχη παραδίδει μαθήματα “αποσυσχετισμού, ψυχραιμίας και αυτοσυγκράτησης”. Και όλα αυτό “αποτελεί ηθική δικαίωση”. Όπως άλλωστε κάθε αγώνας. Μπορεί να έχουμε ηττηθεί, ο αντίπαλος να επέβαλε τη θέληση του, να μην κερδίσαμε τίποτα απ’ αυτά που ζητάγαμε, αλλά έχουμε… “δικαιωθεί ηθικά”. Σαν τους χριστιανούς. Θα πάμε και μεις στον παράδεισο. Κάθε φορά σε κάθε απεργία, που δεν ικανοποιείται κανένα αίτημα, σε κάθε φοιτητικό αγώνα που δεν τα καταφέρνει να σταματήσει την ψήφιση ενός νόμου, στη μεγάλη απεργία των δασκάλων, στο διαγωνισμό της “ντροπής”, μπορεί για τον καθένα φυσιολογικό άνθρωπο να είναι μια ήττα για την αριστερά όμως είναι μια ακόμα “ηθική” νίκη. Και όταν αυτή η αριστερά υπέγραφε τη Βάρκιζα τις ίδιες μεταφυσικές ανοησίες έλεγε. Πως αλλιώς θα κρύψει τη συνθηκολόγησή της ή έστω τις ευθύνες της.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Σύριζα με ανακοίνωσή τους την επομένη 28/1: “Η ασφαλής μεταφορά των μεταναστών απεργών πείνας σε άλλο χώρο και η αποδοχή από τις εισαγγελικές αρχές των όρων που οι ίδιοι έθεταν, αποτελεί μια πρώτη δικαίωση των ίδιων αλλά και του κινήματος συμπαράστασης στο δίκαιο αγώνα τους. Είναι απολύτως θετικό το ότι τελικώς δεν επικράτησαν ακραίες φωνές που επιζητούσαν τη σύγκρουση και την κατάλυση του πανεπιστημιακού ασύλου” . Και επειδή ορισμένοι παίζουν με τις λέξεις ας παίξουμε και εμείς. Δηλαδή αν οι απεργοί πείνας εμέναν στην αρχική τους απόφαση να παραμείνουν στη Νομική, και τα ΜΑΤ την εκκένωναν “καταλύοντας το άσυλο”, λες και τώρα δεν καταλύθηκε, αυτό δεν θα ήταν μια “πρώτη και ηθική δικαίωσή τους”; Γιατί σώνει και καλά η δικαίωση συσχετίζεται με την “ασφαλή μεταφορά” των απεργών πείνας; Προσοχή δεν εννοούμε ότι έπρεπε να μείνουν μέσα, αλλά γιατί η αποχώρηση είναι δικαίωση; Ας μας το διευκρινίσει αυτό κάποιος, αν μπορεί, αλλιώς ας κοπεί το δούλεμα γιατί εκτός από τους ακραίους κύκλους κάτι τέτοια προκαλούν και τα αντανακλαστικά ανθρώπων που συμμετέχουν στο κίνημα και εν πάση περιπτώσει έχουν και ορισμένες πνευματικές απαιτήσεις μετά από τόσα χρόνια.
Και μέσα σ’ όλα ο Αλαβάνος δήλωνε την επόμενη μέρα ότι «δεν ήταν η πιο εύστοχη πρωτοβουλία η επιλογή της Νομικής για την προβολή των αιτημάτων των μεταναστών», τονίζοντας πως εάν οι απεργοί πείνας καταλάμβαναν τα γραφεία της ΕΕ θα είχαν μαζί τους όλο τον ελληνικό λαό.
Το πρόβλημα με την πρόταση αυτή δεν είναι ότι δεν θα προλάβαιναν να φτάσουν ούτε στο ένα χιλιόμετρο από τα γραφεία της Ε.Ε. Το ουσιαστικό είναι το πολιτικό σκεπτικό του Αλαβάνου. Το “μεταναστευτικό” δεν είναι δικό “μας” πρόβλημα, αλλά της Ε.Ε. Δεν φταιει η καημένη η Ελλαδίτσα, ούτε οι έλληνες είναι ρατσιστές, αλλά η Ε.Ε. που δεν μας αφήνει να τους στείλουμε πακέτο. Τσαλαπατώντας κάθε ορθολογική σκέψη, σκέφτεται ότι αν η αριστερά έπαιζε έτσι θα κέρδιζε “ολόκληρο τον ελληνικό λαό”, ο οποίος τελικά τα πήρε στο κρανίο που αντί να πάνε οι ξυπόλητοι στην Ε.Ε. πήγαν στη Νομική για να κατηγορήσουν την πατρίδα “μας” αντί για τη Μερκελ. Κάπως έτσι θα χτίσει το νέο ΕΑΜ αυτός και το Μέτωπό του, γλύφοντας όχι απλώς τα πατριωτικά αλλά και τα ρατσιστικά αντανακλαστικά που υπάρχουν έντονα στην ελληνική κοινωνία. Ακόμα μια εκδοχή της φυγόμαχης ελληνικής αριστεράς, που φαντασιώνεται μαζικές πλειοψηφίες και “ολόκληρο τον ελληνικό λαό” να την ακολουθεί. Που δεν μπορεί ούτε καν να διανοηθεί ότι πριν από αυτό το θαύμα θα πρέπει να οργανώσει τον κόσμο που είναι μαζί της, ότι θα πρέπει να έρθει σε αντιπαράθεση όχι μόνο με την άρχουσα τάξη και τους μηχανισμούς της αλλά και με όσους τάσσονται στο πλευρό του κυριάρχου μπλοκ εξουσίας. Ότι για να κερδίσουμε τον “λαό” θα πρέπει να συγκρουστούμε με τα αυταπάτες του, με τις προκαταλήψεις, ακόμα και με τις ουκ ολίγες φορές ελεεινές και άθλιες συμπεριφορές του. Και ειδικά όταν αυτές οι συμπεριφορές είναι ανοιχτά ρατσιστικές. Σιγά που ο ρατσισμός κρίνεται στο μέρος που θα γίνει μια α.π.. Ο Αλαβάνος θέλει να γίνει στο γάμο του καραγκιόζη. Όχι για να καταγγελθεί ο ελληνικός ρατσισμός, που προφανώς δεν υπάρχει, αλλά η Ευρώπη. Απίστευτη μυωπία ή απίστευτη υποκρισία; Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Στο σύνολό της αυτή η αριστερά προέρχεται από μια σχολή. Η αστική νομιμότητα είναι το απόλυτο όριό της, και όπου το τοποθετεί κάθε φορά το βαθύ κράτος. Από κει και πέρα υπάρχουν μόνο δικαιολογίες και υπεκφυγές.
Μετά την εκκένωση της Νομικής
Μετά την εκκένωση της Νομικής, όπως ήταν φυσικό έχει ξεσπάσει μια διαμάχη στο εσωτερικό του κινήματος όχι μόνο για την επιλογή του χώρου που ήδη έχουμε αναφερθεί, αλλά για το αν η εκκένωση αποτελεί μια πρώτη δικαίωση ή μια πρώτη ήττα, για το ρόλο των διαμεσολαβητών, για τις αδυναμίες της ίδιας της επιτροπής αλληλεγγύης κ.ο.κ.
Επειδή η μάχη αυτή είναι σε εξέλιξη θα πούμε μόνο περιληπτικά και όσα ίσως θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στα επόμενα βήματα.
Πρώτα απ’ όλα η εκκένωση της Νομικής είναι μια ήττα για το κίνημα και μια νίκη για το κράτος και το μαύρο μέτωπο που το υποστηρίζει. Όλα τα άλλα είναι υπεκφυγές και εκ του πονηρού. Το επιχείρημα ότι θα μπορούσε να είχε γίνει εισβολή και να έχουμε συλλήψεις, κάτι φυσικά που θα έπρεπε να αποφευχθεί, δεν αναιρεί το γεγονός ότι το κίνημα δέχτηκε ήττα. Ότι η κυβέρνηση επέβαλε τη θέλησή της, καθάρισε τη Νομική όπως υποσχέθηκε, δείχνοντας στο ποίμνιό της ότι μπορεί να εγγυηθεί τον νόμο και την τάξη και επιπλέον νομολόγησε χωρίς να νομοθετήσει για τα όρια του ασύλου. Η κλήση, στις 31 Γενάρη, 7 μελών της επιτροπής ως ύποπτων για το κακούργημα της παράνομης διακίνησης μεταναστών αποτελεί επίσης μια απόδειξη ότι την πρωτοβουλία των κινήσεων την έχει η κυβέρνηση με την πλήρη υποστήριξη της ΝΔ, του ΛΑΟΣ και της Μπακογιάννη και γιατί όχι και του ανεκδιήγητου Κουβέλη.
Πολλοί θεωρούν ότι η στάση του Συνασπισμού έδωσε το πράσινο φως για την άρση του ασύλου την Πέμπτη 27/1. Αυτή η άποψη είναι εντελώς λάθος. Το άσυλο θα έσπαγε ότι κι αν έλεγε ο Συνασπισμός. Αυτό δεν τον απαλλάσσει από τις πολιτικές του ευθύνες, αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος να του φορτώνονται ευθύνες που δεν του αναλογούν. Γιατί αν πράγματι θεωρεί κανείς ότι το άσυλο εξαρτιόταν από την απόφαση του Συνασπισμού τότε μιλάμε για ένα εξαιρετικά αδύναμο κράτος, που όχι μόνο κράτος εκτάκτου ανάγκης δεν είναι, αλλά μάλλον μια οπερέτα από καραγκιόζηδες. Όσοι ισχυρίζονται ότι ο Συν ή η αριστερά έδωσαν το πράσινο φως ζουν κι αυτοί όπως και η αριστερά που καταγγέλλουν στην προηγούμενη εποχή. Κάποτε το κράτος κοίταγε να δει τι λένε τα συνδικάτα, οι σύλλογοι ή τα κόμματα της αριστεράς. Το έκανε γιατί αυτό επέβαλε ο τρόπος διακυβέρνησης στα πλαίσια ενός κοινωνικού συμβόλαιο όπου η αστική τάξη κυβερνούσε με μπόλικες δόσεις κοινωνικής συναίνεσης και ενός ορισμένου συμβιβασμού με τις οργανώσεις της εργατικής τάξης. Τώρα αυτά ανήκουν στο παρελθόν μαζί με το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο και το κράτος πρόνοιας. Το άρχων μπλοκ εξουσίας προσανατολιζόμενο σε άλλου είδους κοινωνικές συμμαχίες δεν ενδιαφέρεται πλέον να τα έχει καλά με τη ρεφορμιστική αριστερά, αλλά με την άκρα δεξιά. Η επένδυση στο νόμο, την τάξη, την ασφάλεια, το ρατσισμό δεν αφορά μόνο τις αναγκαίες προϋποθέσεις ενίσχυσης του κατασταλτικού κράτους, αλλά και μια ανασύνθεση του μπλοκ εξουσίας με κοινωνικά κομμάτια που ενστερνίζονται και ειδικά μέσα στην αβεβαιότητα της κρίσης αυτήν την προοπτική και φυσικά στις αντίστοιχες πολιτικές δυνάμεις που τα εκφράζουν.
Επιπροσθέτως το φόρτωμα όλων των ευθυνών στον Συνασπισμό μπορεί να είναι βολική, για τους ανταγωνιστές του, αλλά είναι επίσης μια πολιτικάντικη κίνηση για να αποφύγουν τις δικές τους ευθύνες. Η υπόλοιπη αριστερά τι ακριβώς έκανεγια να υπερασπιστεί το πανεπιστημιακό άσυλο και τους απεργούς πείνας; Όταν η κυβέρνηση ήδη από την Τετάρτη έδινε 24 ώρες μέχρι να εκκενωθεί η Νομική, τι έκανε η αριστερά και το φοιτητικό κίνημα για να αποτρέψει έμπρακτα μια τέτοια εξέλιξη; Γιατί η φοιτητική αριστερά δεν κάλεσε επειγόντως σε συνελεύσεις; Γιατί δεν προχώρησε σε κατάληψη της Νομικής εκείνες τις κρίσιμες ώρες; Γιατί η ίδια η Επιτροπή Αλληλεγγύης, που είχε άμεση εικόνα του επείγοντος, δεν φρόντισε να βαρέσει συναγερμό από την Τετάρτη, παρά μόνο έκανε αυτή την έκκληση, αφού η Νομική ήταν ήδη περικυκλωμένη από τα ΜΑΤ;
Σίγουρα το πρόβλημα της οργάνωσης αυτής της κινητοποίησης είναι πολύ βαθύτερο. Η επιτροπή Αλληλεγγύης λειτούργησε από την πρώτη στιγμή σε ένα πολύ στενό κύκλο ανθρώπων, από τον καιρό της προετοιμασίας της απεργίας. Ελάχιστοι στο κίνημα γνώριζαν για την υπόθεση. Ακόμα και μέσα στον Συνασπισμό, ενώ συμμετείχε ένα τμήμα στελεχών του και η νεολαία, οι περισσότεροι δεν είχαν ιδέα. Πέρα από 2-3 οργανώσεις στην αριστερά οι υπόλοιποι είχαν μεσάνυχτα, ακόμα και όταν ξεκίναγε η κατάληψη. Από την πρώτη μέρα η πρόσβαση στο χώρο ήταν δύσκολη για όποιον δεν άνηκε στον στενό πυρήνα της διοργάνωσης. Παρά μόνο σε κάποιες πιο ανοιχτές συνελεύσεις που όμως είχαν περιορισμένο αντικείμενο. Και αν χρειαζόταν κάποιο είδος στενότερης οργάνωσης κατά την προετοιμασία αυτό θα μπορούσε να δικαιολογήσει το οργανωτικό κομμάτι της υπόθεσης, αλλά όχι το πολιτικό. Εκεί έπρεπε να υπάρχει μεγάλη δημοσιότητα και ο χώρος της Νομικής να άνοιγε πραγματικά για όσους ήθελαν να συνεισφέρουν. Αυτό ενδεχομένως θα έθετε σε δοκιμασία τους αρχικούς σχεδιασμούς, αλλά θα μεγάλωνε το εύρος της πρωτοβουλίας. Όπως και να χει, όχι μόνο η Επιτροπή αλλά και η μάχιμη αριστερά πιάστηκε στον ύπνο. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί ότι δεν μπόρεσε να αντιδράσει στον σχεδιασμό της κυβέρνησης που με κινήσεις ματ πήρε χωρίς μάχη τη Νομική.
Όπως και να χει η α.π. πρέπει να υποστηριχθεί χωρίς καμία προϋπόθεση ανεξάρτητα από το χώρο στο οποίο γίνεται. Είναι κοινός τόπος ότι το κτήριο της Ηπείρου όχι μόνο δεν είναι ο κατάλληλος χώρος ως προς το μέγεθός του, αλλά ούτε και ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Είτε με νοίκι είτε χωρίς, ένας ιδιωτικός χώρος είναι ακατάλληλοςκαθώς και αναξιοπρεπής για έναν τέτοιο αγώνα. Απαιτείται καταρχήν ένας δημόσιος χώρος που να μην εξαρτάται από το έλεος του κάθε ιδιώτη. Το χώρο αυτό τον δικαιούνται οι απεργοί και η αριστερά και το κίνημα πρέπει να τον διεκδικήσουν. Επίσης οι απειλές κατά της επιτροπής πρέπει να βρουν απέναντι όλη την αριστερά. Αυτό όμως δεν απαιτεί απλώς συμπαράσταση στην επιτροπή αλλά την διεύρυνσή της. Και όταν λέμε διεύρυνση δεν εννοούμε μόνο των ανθρώπων που θα μοιράζουν προκηρύξεις έξω στο πεζοδρόμιο της Ηπείρου και Πατησίων, αλλά πολιτική διεύρυνση επί ίσοις όροις.
Από κει και πέρα, η αριστερά οφείλει να βγάλει τα συμπεράσματα της και δεν χρειάζεται γι’ αυτό να περιμένει τους απεργούς πείνας ποτέ θα τελειώσουν τον αγώνα τους. Σιγά που ο αγώνας είναι εμπόδιο για απολογισμούς. Αυτά τα παρά πόδα και δεν μιλάμε γιατί είμαστε σε μάχη έχουν τελειώσει από την θλιβερή περίοδο της Βάρκιζας και του Ζαχαριάδη. Όποιος συμμετέχει στο κίνημα έχει δικαίωμα να λεει τη γνώμη του. Και η συζήτηση θα βοηθήσει να σχηματιστεί η γενική εικόνα γύρω μας, οι νέες στρατηγικές επιλογές του κράτους εκτάκτου ανάγκης και τα συγκεκριμένα καθήκοντα που μπαίνουν κάθε φορά. Και σήμερα το πρώτο καθήκον είναι να τσακιστεί η ρατσιστική αντίδραση και να υποστηριχθεί με κάθε μέσο ο ηρωικός αγώνας των ταξικών μας αδελφών.
Κ.Μαραγκός
Πηγή: Avantgarde
Category: Απόψεις