Απαιτούν δεύτερο κύμα ανατροπής εργασιακών
Αυστηρά χρονοδιαγράμματα για τις επιθετικές δημοσιονομικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα ακολουθήσουν, ζητεί το ΔΝΤ στελέχη του οποίου εκφράζουν την έντονη ανησυχία τους για την εκταμίευση της τέταρτης δόσης τον ερχόμενο Μάρτιο, θεωρώντας το επόμενο δίμηνο κομβικής σημασίας για την επιτυχία του προγράμματος σταθερότητας.
Αργά την Παρασκευή εγκρίθηκε και τυπικά η τρίτη δόση του δανείου (σ.σ.: το ΔΝΤ παρέχει τα 30 δισ. ευρώ από τα 110 δισ. που έχουν εγκρίνει μαζί με την Ε.Ε. προς την Ελλάδα) ύψους περίπου 2,5 δισ. ευρώ, από το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ.
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες φορές, το κλίμα δεν ήταν αρνητικό. Η συνεδρίαση κράτησε μόλις 50 λεπτά και, σύμφωνα με ανώτατο αξιωματούχο του ΔΝΤ με τον οποίο συνομίλησε η «Ε», τη χαρακτήρισε με νόημα «ήσυχη». Η πλειονότητα των αντιπροσωπειών ζήτησε να ενημερωθεί από τον επικεφαλής των ελεγκτών, Πολ Τόμσεν, για το ζήτημα της επιμήκυνσης της αποπληρωμής, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να γίνει «το συντομότερο δυνατόν», πιθανότατα και μέσα στον Ιανουάριο.
Πιο… επιθετικά
Σε ερώτηση της «Ε» για τα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν το επόμενο διάστημα, και τα οποία «κρύβονται» σε πίνακες και σε αμφίσημες διατυπώσεις στην έκθεση των ελεγκτών (σ.σ.: βλέπε σχετικό ρεπορτάζ σε διπλανές στήλες), ο ίδιος αξιωματούχος απάντησε: «Υπήρχαν μέτρα που ξέραμε πως θα ληφθούν και μέτρα που δεν γνωρίζαμε το πώς θα εφαρμοστούν».
Σε ανακοίνωσή του το ΔΝΤ χαρακτήρισε «εντυπωσιακή» τη μέχρι σήμερα συνολική δημοσιονομική προσαρμογή, ωστόσο επισημαίνει πως είναι σημαντικό «να προωθηθούν πιο επιθετικά οι δημοσιονομικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να διασφαλιστεί μια εξυγίανση που θα διαρκέσει».
Το ΔΝΤ, μετά τη δεύτερη εξέταση της απόδοσης της ελληνικής οικονομίας από τους ελεγκτές, τον περασμένο Νοέμβριο, κάνει λόγο για την ανάγκη να υπάρξουν συγκεκριμένες χρονικές προθεσμίες για την προώθηση μεταρρυθμίσεων σε κρατικές μονάδες, στον τομέα της Υγείας, καθώς και σε άλλους τομείς.
Επίσης, θεωρεί ζωτικής σημασίας τις μεταρρυθμίσεις του δεύτερου σταδίου στην αγορά εργασίας, το άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων και την απελευθέρωση της αγοράς στους τομείς του τουρισμού και του λιανικού εμπορίου.
Εύσημα στον Παπανδρέου
Πιο συγκεκριμένα, μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου, ο Μουρίλο Πορτουγκάλ, γενικός διευθυντής και αναπληρωτής πρόεδρος, αφού απέδωσε τα εύσημα στην κυβέρνηση Παπανδρέου για το πρόγραμμα που «συνεχίζει να αποδίδει καλώς», διαπίστωσε σημάδια βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, που υποβοηθείται από τη μείωση του πληθωρισμού, και προέβλεψε ανάκαμψη της οικονομίας μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2011.
«Η συνολική δημοσιονομική προσαρμογή μέχρι σήμερα είναι εντυπωσιακή. Οι οφειλές είναι θέμα που απαιτεί μέριμνα, αλλά η συνεχιζόμενη απόκλιση του προϋπολογισμού θα πρέπει να επιτρέψει την επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου για το τέλος του έτους.
»Η πρόθεση της κυβέρνησης να συνεχίσει την προσπάθεια επίτευξης του αρχικού στόχου του προγράμματος, για το 2011, σημαίνει ότι οι επιπτώσεις του ελλείμματος από πρόσφατες αναθεωρήσεις των δημοσιονομικών δεδομένων θα αντισταθμιστούν πλήρως», ανέφερε ο κ. Πορτουγκάλ.
«Η ενίσχυση της φορολογικής διοίκησης και η διαχείριση των δημόσιων χρηματοοικονομικών παραμένουν σε προτεραιότητα και χρειάζονται συνολικά σχέδια δράσης με συγκεκριμένες χρονικές προθεσμίες για την προώθηση μεταρρυθμίσεων σε κρατικές επιχειρήσεις, στον τομέα της Υγείας καθώς και σε άλλους τομείς».
Τέλος, ο αναπληρωτής πρόεδρος έκανε ειδική μνεία για την κατάσταση των ελληνικών τραπεζών τονίζοντας ότι «οι τράπεζες είχαν πρόσφατα κάποια επιτυχία στην ενίσχυση των κεφαλαίων τους και, αν χρειαστεί, οι αρχές διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για να στηρίξουν τα κεφάλαια και τη ρευστότητα». *
*Η επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για μια σειρά πολλών ετών, αν όχι δεκαετιών, είναι απαραίτητη για τη μείωση του λόγου δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ στο 80% ή στο 60% το 2030, συμπεραίνει μελέτη του τμήματος οικονομικών μελετών της Eurobank.
Η επίτευξη ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 2%-4% του ΑΕΠ μακροπρόσθεσμα θεωρείται απαραίτητη για τη βελτίωση των προσδοκιών των επενδυτών σχετικά με τη φερεγγυότητα της χώρας, ώστε να μπορεί να δανείζεται στις διεθνείς αγορές.
Η μείωση του λόγου δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ στο 80% το 2030 απαιτεί ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 4,9% του ΑΕΠ την περίοδο 2011-2030. Υπενθυμίζεται ότι, στον υπολογισμό, το πρωτογενές αποτέλεσμα προκύπτει αν από τα έσοδα αφαιρεθούν οι δαπάνες εξαιρουμένων των τόκων για την εξυπηρέτηση του χρέους. Δ.ΚΟΝΤ.
Category: Χωρίς κατηγορία