Και η εκπαίδευση στα μέτρα του ΔΝΤ!
Η επίθεση στην εργαζόμενη πλειοψηφία από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Δ.Ν.Τ. μας γυρίζει 100 χρόνια πίσω. Από την δημοσιοποίηση του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης τον Δεκέμβρη του 2009 έως και την υπερψήφιση της νέας αντιασφαλιστικής μεταρρύθμισης, μέσα σε λιγότερο από 8 μήνες, προωθήθηκε από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το μεγαλύτερο ξεθεμελίωμα εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων που είχε ζήσει μεταπολεμικά ο κόσμος της εργασίας.
Πρώτο θύμα το κοινωνικό κράτος: Στους όρους του Μνημονίου περιγράφεται ρητά το «λιγότερο κράτος», με απολύσεις από τον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, κατάργηση της σταθερής εργασίας, αθρόες ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων υποδομών, δραστικές περικοπές των κοινωνικών παροχών (παιδεία, υγεία, ασφάλιση, πρόνοια κ.λπ.). Δεν είναι τυχαία η επίθεση στον «σπάταλο» και «αντιπαραγωγικό» δημόσιο τομέα. Οι δημόσιοι υπάλληλοι παρουσιάστηκαν ως «προνομιούχοι» (γιατί έχουν σταθερή εργασία), απολαμβάνοντες «απαράδεκτα προνόμια» και «τεμπέληδες» προκειμένου να νομιμοποιηθεί η περικοπή μισθών και δικαιωμάτων.
Το έργο συνεχίζει να εκτυλίσσεται με τον προαποφασισμένο χειρισμό των αποτελεσμάτων της «ηλεκτρονικής απογραφής». Η σύνδεση της απογραφής με την υπαγωγή στη λεγόμενη Ενιαία Αρχή Πληρωμών, αποτελεί τη βάση για νέες περικοπές εισοδημάτων στο όνομα ενός ψευδεπίγραφου ενιαίου μισθολογίου, με βάση την αρχή της «εξίσωσης προς τα κάτω» μισθών και δικαιωμάτων. Η μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση μέσω του «Καλλικράτη» αποτελεί μια πολύ σημαντική τομή σε αυτή την κατεύθυνση αναδιάρθρωσης του Κράτους: δημιουργείται μια συγκεντρωτική διοίκηση που θα προσαρμόζεται καλύτερα στις επιταγές του κεφαλαίου, χιλιάδες συμβασιούχοι θα βρεθούν στην ανεργία, δημόσιες λειτουργίες θα ιδιωτικοποιηθούν, οι κοινωνικές υπηρεσίες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα υπολειτουργούν ή θα κλείσουν.
Το «επικαιροποιημένο Μνημόνιο» επιταχύνει αυτή την πολιτική. Δείχνει ότι τίποτα δεν συγκρατεί την όρεξη τρόικας και κυβέρνησης να κτυπήσουν κι άλλο το λαϊκό εισόδημα, να κατεδαφίσουν κατακτήσεις, να «απελευθερώσουν» την αγορά εργασίας οδηγώντας τη χώρα στη βαθιά ύφεση. Στο «Σπιράλ θανάτου» όπως χαρακτήρισε το Σπίγκελ -το περιοδικό των γερμανών καπιταλιστών- την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Σύντομος απολογισμός του κινήματος
Είναι γεγονός ότι το κίνημα δεν κατάφερε έως τώρα να ανατρέψει την πρώτη φάση της αντιλαϊκής επίθεσης. Η κορύφωση έγινε στις 5 του Μάη, όταν εκατοντάδες χιλιάδες απεργοί διαδηλωτές, κατέκλυσαν τους δρόμους της Αθήνας και όλων των μεγάλων πόλεων. Ένα τεράστιο οργισμένο ποτάμι διαδήλωσε αποφασιστικά, δεν αρκέστηκε στην απλή διαμαρτυρία αλλά θέλησε να περικυκλώσει τη βουλή και να αποτρέψει την ψήφιση της επαίσχυντης συμφωνίας του Μνημονίου. Όμως, η 5 Μάη δεν είχε την αναγκαία συνέχεια. Υπήρξε αδυναμία της λαϊκής και κοινωνικής οργής να βρει πολιτική διέξοδο και πολιτικές απαντήσεις στα κυβερνητικά διλήμματα (Μνημόνιο ή χρεοκοπία) και σαφής ανεπάρκεια της Αριστεράς να συγκροτήσει και να προβάλλει ένα συνεκτικό πρόγραμμα αντεπίθεσης με προτάσεις όπως την μονομερή άρνηση αποπληρωμής του χρέους (στάση πληρωμών), εθνικοποίηση των τραπεζών, φορολογία του κεφαλαίου, έξοδο από την ευρωζώνη, την προστασία του λαϊκού εισοδήματος, προτάσεις που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν προωθητικά δίνοντας αίσθηση προοπτικής στους αγώνες. Παράλληλα, η ηττοπαθής αντίληψη της κομματικής περιχαράκωσης και των κομματικών παρελάσεων του ΠΑΜΕ, και ο έλεγχος των ηγεσιών των μεγάλων συνδικάτων από «συμμαχίες προθύμων» να δώσουν στήριξη σε κυβερνητικές επιλογές, συνέβαλαν, καθένα με τη βαρύτητά του, στη μέχρι στιγμής αδυναμία του κινήματος. Η τακτική της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, έδωσε χέρι βοήθειας στην κυβέρνηση. Η εκρηκτική κοινωνική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη βάση των εργαζομένων, ανάγκασε τη συνδικαλιστική ηγεσία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, να καλέσει για πρώτη φορά στην ιστορία της 7 Γενικές Απεργίες απ’ τις αρχές του χρόνου μέχρι σήμερα (η ΑΔΕΔΥ δύο περισσότερες). Όμως όχι μόνο δεν θέλησε να σχεδιάσει μια πορεία κινητοποιήσεων με προοπτική κλιμάκωσης που θα μπορούσαν να εμπνεύσει, αλλά αντίθετα, περιόρισε τις κινητοποιήσεις στο χαρακτήρα της διαμαρτυρίας. Ιδιαίτερα μετά τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις της 5ης και 20ης Μάη, η ηγεσία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ έχει μεγάλες ευθύνες για την αποκλιμάκωση του κινήματος.
Βρισκόμαστε πλέον στο φθινόπωρο, όπου η κυβέρνηση επιχειρεί την εφαρμογή του μνημονίου κατά κλάδο. Η κυβέρνηση του Γ.Α.Π. επιτίθεται με όλες τις δυνάμεις, συνεχίζοντας χωρίς ανάπαυλα την τακτική «σοκ και δέος». Η οργή των εργαζόμενων είναι τεράστια. Πολλοί χώροι θυμίζουν καζάνι που βράζει βουβά. Θα είναι θερμό το φθινόπωρο και καυτός αυτός ο χειμώνας; Το κρίσιμο για όλους ερώτημα θα απαντηθεί το αμέσως επόμενο διάστημα.
Το μέτωπο της Παιδείας
-Το Μνημόνιο στην εκπαίδευση
Η αρχή της σχολικής χρονιάς βρήκε τα σχολεία αντιμέτωπα με απίστευτα χαμηλό αριθμό διορισμών (2850 συνολικά), ενώ υπήρχαν 11.500 συνταξιοδοτήσεις εκπαιδευτικών. Το Υπουργείο Παιδείας, υπερβαίνοντας ακόμη και το μνημόνιο, (όπου κι εκεί ακόμη προβλέπεται ότι στην υγεία και στην παιδεία για κάθε έναν που θα αποχωρεί θα προσλαμβάνεται ένας), προσέλαβε 1.800 περίπου καθηγητές και 1.200 περίπου δασκάλους!
Από τα μέσα Αυγούστου κινητοποιήθηκαν οι επιτροπές διοριστέων – αδιόριστων και πραγματοποιήθηκε η πρώτη μαχητική συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το Υπουργείο Παιδείας στις 26 Αυγούστου. Το υπουργείο Παιδείας επιχείρησε να καλύψει τα χιλιάδες κενά με εξαγγελίες για τμήματα 27άρια για την Πρωτοβάθμια και 30άρια τμήματα στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, συμπτύξεις, μετακινήσεις μαθητών, υποχρεωτικές υπερωρίες, υποχρεωτικές μετακινήσεις εκπαιδευτικών κ.λπ.. Παρά τη μεγάλη έκταση της προπαγάνδας πάνω σε αυτά τα ζητήματα, (τεμπέληδες εκπαιδευτικοί αποσπασμένοι που βγάζουν φωτοτυπίες στα υπουργεία, σχολεία με ελάχιστους μαθητές που πρέπει να καταργηθούν, τεμπέληδες καθηγητές που περισσεύουν κ.λπ.) η πραγματική απόδοση του «συμμαζέματος» ήταν ελάχιστη. Έτσι, αναδείχτηκε ξανά γυμνή η αλήθεια: στόχος είναι η μείωση των δαπανών και η αύξηση της ελαστικής εργασίας στην εκπαίδευση. Ανακοινώθηκε από τα τέλη Αυγούστου η πρόσληψη μεγάλου αριθμού ελαστικά εργαζόμενων: 10.800 ωρομίσθιοι και 15.500 αναπληρωτές. Προεκλογικά, είχε πει η Υπουργός ότι θα καταργήσει τους ωρομίσθιους γιατί είναι απαράδεκτος θεσμός και για τους μαθητές και για τους εργαζόμενους. Όχι μόνο δεν τους κατάργησε αλλά μετέτρεψε και τους αναπληρωτές σε ωρομίσθιους με το νέο θεσμό των ΑΜΩ (Αναπληρωτές Μειωμένου Ωραρίου)!
Βρισκόμαστε στον Οκτώβρη και στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση ακόμη δεν έχουν έρθει ειδικότητες για τα ολοήμερα σχολεία. Τα πολυσυζητημένα 800 «Ολοήμερα πειράματα» απέτυχαν να λειτουργήσουν σε πλήρες ωράριο γιατί δεν έχουν ακόμη τις ειδικότητες που εξαγγέλθηκαν.
Στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση η διοίκηση αρνείται να πιστοποιήσει τα κενά σε γυμνάσια και λύκεια και προχωρά σε αθρόα μεταφορά εκπαιδευτικών προς την πρωτοβάθμια. Με προφορικές εντολές της διοίκησης αυξάνεται το ωράριο των μεταφερόμενων καθηγητών. Ότι υπήρξε ως υποστηρικτική κι αντισταθμιστική αγωγή στραγγαλίζεται. Καταργούνται τμήματα ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ και οι μαθητές υποχρεώνονται να «μεταναστεύσουν» σε άλλες συνοικίες για να βρουν το αντίστοιχο σχολείο.
Η μεγάλη περικοπή των χρημάτων των σχολικών επιτροπών που έγινε την περασμένη άνοιξη, έχει δημιουργήσει συνθήκες ασφυξίας σε πολλά σχολεία που βρίσκονται χωρίς χρήματα από την έναρξη της σχολικής χρονιάς.
Χιλιάδες παιδιά εξακολουθούν να μένουν χωρίς θέση σε νηπιαγωγεία και παιδικούς σταθμούς.
Όμως όλα αυτά είναι μόνο η αρχή. Το Υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση έχουν κι άλλα «καλύτερα» σχέδια!
Α. Οι εξαγγελίες για το «νέο σχολείο»
-τα 800 σχολεία
ενιαίου αναμορφωμένου προγράμματος
Το λεγόμενο «Νέο Σχολείο» είναι το πλαίσιο αλλαγών στη δομή και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης. Το πλαίσιο αυτό δένεται τόσο με εξυπηρέτηση των κατευθύνσεων του Δ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΕΣΠΑ) όσο και με τις γενικότερες αλλαγές που προωθούνται στην οικονομία και στις εργασιακές σχέσεις. Παρ΄ όλη την υπερκατανάλωση εύηχων λέξεων οι κατευθύνσεις του Υπουργείου Παιδείας είναι φανερές. Προαναγγέλλεται νέο «Πρόγραμμα Σπουδών» για όλο το φάσμα της σχολικής εκπαίδευσης, με χαρακτηριστικά: «ανοιχτό και ευέλικτο», «συνοπτικό», «διαθεματικό» και «παιδαγωγικά διαφοροποιούμενο». Ουσιαστικά προαναγγέλλεται η αντικατάσταση των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών από ένα μίνιμουμ «μετρήσιμων εκπαιδευτικών στόχων»(επεξεργασίας ΟΟΣΑ). Πρόκειται για τα πρώτα βήματα για το σπάσιμο του ενιαίου των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και την προσαρμογή του σχολείου στη λογική των δεξιοτήτων.
Η κατεύθυνση των προγραμμάτων δεξιοτήτων, δεν είναι νέα ιδέα. Πρόκειται για μια «παλιά», «δοκιμασμένη» και αποτυχημένη νεοφιλελεύθερη εκπαιδευτική συνταγή της δεκαετίας του ’70 που εφαρμόστηκε στην Αγγλία. Το κίνημα του «βιομηχανικού σχολείου» και της «επιστροφής στα βασικά» (όπως αποκλήθηκε τότε από τους επικριτές του) προσπάθησε να περιγράψει ποιες είναι οι δεξιότητες που πρέπει να έχουν οι μελλοντικοί εργαζόμενοι και να τις διδάξει στα σχολεία. Ο όρος «δεξιότητα» δεν έχει ξεκάθαρο περιεχόμενο. Τι σημαίνει δεξιότητα και πώς αυτή μπορεί να απομονωθεί και εκπαιδευθεί ξεχωριστά από την συνολική προσωπικότητα δεν είναι σαφές. Είναι γεγονός όμως ότι η λογική των δεξιοτήτων, τη δεκαετία του ’80, ήταν στη βάση των προγραμμάτων κατάρτισης στην Αγγλία. (Η ικανότητα επικοινωνίας, το «πώς να μιλάς στο τηλέφωνο», να είσαι ψύχραιμος όταν δεν σε προσλαμβάνουν, κ.ά. ήταν στο ρεπερτόριο των περιβόητων δεξιοτήτων κατάρτισης.)
Η προσθετική αντίληψη για τη γνώση, συσσωρεύει γνωστικά αντικείμενα αμφίβολης αναγκαιότητας αδιαφορώντας για την εξάντληση της παιδικής ηλικίας και για το νέο κύκλο ανισοτήτων και μορφωτικών ελλειμμάτων που δημιουργεί. Η αντίληψη αυτή είναι παρούσα στα «Ωρολόγια Προγράμματα των 800 Δημοτικών Σχολείων με ενιαίο αναμορφωμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα».
Τα Δημοτικά Σχολεία «ενιαίου αναμορφωμένου εκπαιδευτικού προγράμματος» υιοθετούν εξοντωτικούς ρυθμούς για τη μάθηση. Η έβδομη ώρα – ιδιαίτερα σε καθημερινή βάση σε όλες τις τάξεις – είναι παιδαγωγικά ανώφελη και υπονομεύει και τις υπόλοιπες. Παράλληλα η διαμόρφωση του προγράμματος στη βάση 11 ξεχωριστών διδακτικών αντικειμένων για τις δύο πρώτες τάξεις, 13 για τις δύο μεσαίες και 15 για τις δύο τελευταίες δεν βοηθά τα παιδιά να ελέγξουν και να συνειδητοποιήσουν τη γνώση που τους προσφέρεται. Παράλληλα οι επικοινωνιακοί μύθοι με τους οποίους συνοδεύεται το εγχείρημα αποδεικνύουν τη γύμνια τους.
Το σύνθημα «η τσάντα στο σχολείο» μόνο ανέκδοτο αποτελεί . Με το καθημερινό 7ωρο δεν θα μειωθεί ο όγκος της κατ’ οίκον εργασίας για τους μαθητές. Η δουλειά στο σπίτι θα αυξηθεί, τόσο γιατί προστίθενται νέα μαθήματα (π.χ. αγγλικά από την α΄ τάξη), όσο και γιατί δεν διασφαλίζεται η μελέτη στην προαιρετική ζώνη (2μ.μ.–4μ.μ.).
Όποιος πιστεύει, ότι το λεγόμενο Νέο Σχολείο, είναι μια ακόμη ταύτιση με αυτά που συμβαίνουν στην Ευρώπη κάνει λάθος. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ (Education at a glance 2009) ο μέσος όρος διδακτικών ωρών ανά εβδομάδα στην Ευρώπη των 19 είναι 27,5 ώρες για τους μαθητές από 7 έως 8 και σχεδόν 29 ώρες για παιδιά από 9 έως 11. Το αγαπημένο πρότυπο της κυβέρνησης, η Φινλανδία, απέχει ακόμη περισσότερο από το 35ωρο που φορτώνεται στους μαθητές της χώρας μας. Εκεί 21,3 και 24 ώρες την εβδομάδα αρκούν για τα παιδιά 7 έως 8 ετών και τα παιδιά 9 έως 11 αντίστοιχα. Τα «νέα» 800 πειράματα δουλεύουν με 35ωρα για το μαθητή-πειραματόζωο!
Β. Αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας:
ο Δούρειος Ίππος για την ανατροπή
των σταθερών του Δημόσιου χαρακτήρα
Το Υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να εισάγει την «αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας» (Ν.3848/2010). Το ζητούμενο είναι ο προσδιορισμός των λεγόμενων «δεικτών ποιότητας» για την ποιότητα της σχολικής εκπαίδευσης». Η πρακτική αυτή είναι προϊόν μιας τεχνοκρατικής και ακραίας οικονομίστικης αντίληψης για την εκπαίδευση. Κάτω από την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού, σχεδιάζεται και υλοποιείται μια εκπαιδευτική πολιτική σε πανευρωπαϊκό επίπεδο που επιδιώκει να «βιομηχανοποιήσει» το σχολείο προσδίδοντάς του τα βασικά χαρακτηριστικά μιας ανταγωνιστικής επιχείρησης. Οι επιδόσεις των υποκειμένων και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων αξιολογούνται με μονάδες μέτρησης παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Η λογική αυτή οδηγεί στην εφαρμογή μοντέλων αξιολόγησης και ελέγχου με «πιστοποιητικά ποιότητας», σύμφωνα με τα πρότυπα της βιομηχανίας και του εμπορίου. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ορισμένων σχολείων της Μ. Βρετανίας, που χρησιμοποιούν το διεθνές εμποροβιομηχανικό πρότυπο ISO 9000 ως πιστοποιητικό ποιότητας για την ικανοποίηση των μαθητών και των γονέων που αντιμετωπίζονται ως «καταναλωτές»-«πελάτες».
Σύμφωνα λοιπόν με το Υπουργείο Παιδείας «η σχολική μονάδα είναι ο βασικός φορέας βελτίωσης της παρεχόμενης εκπαίδευσης καθώς και ότι οι εκπαιδευτικοί, οι μαθητές και οι γονείς με τις δράσεις τους είναι υπεύθυνοι για την αποτελεσματικότερη οργάνωση της διοίκησης και της διαχείρισης της σχολικής μονάδας». Τι σημαίνει αυτό; Ότι, στην πραγματικότητα το κράτος, η κυβέρνηση και οι αντίστοιχοι φορείς που ασκούν εκπαιδευτική πολιτική μεταθέτουν τις ευθύνες τους. Η αναζήτηση των ευθυνών και των όρων βελτίωσης κυρίως και πρωτίστως στη σχολική μονάδα, δηλαδή στους εκπαιδευτικούς, μαθητές, γονείς επιδιώκει να αθωώσει την κρατική και κυβερνητική εκπαιδευτική πολιτική. Να μεταθέσει την ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση των σχολείων στους εκπαιδευτικούς, και τους γονείς, ενοχοποιώντας τους για αδράνεια και «έλλειψη επιχειρηματικού πνεύματος», έτσι ώστε να μείνει στο απυρόβλητο η κρατική πολιτική και, κυρίως, να προωθήσει τη μετακύλιση των ευθυνών αλλά και των δαπανών των δημόσιων σχολείων κατευθείαν στους «πελάτες» (δηλαδή στους γονείς).
Απαραίτητο συμπλήρωμα για αυτό είναι να επιβάλλει στα στελέχη εκπαίδευσης, την εκσυγχρονισμένη εκδοχή του management, που αντιλαμβάνεται το σχολείο σαν προβληματική επιχείρηση που οφείλει να αναζητήσει χρηματικές πηγές, εισφορές από τους γονείς, δωρεές, ευεργέτες, φιλανθρωπίες κ.λπ..
Γ. «Αποκέντρωση»:
Ο Καλλικράτης απειλεί την εκπαίδευση
Το υπουργείο Παιδείας «οραματίζεται ένα σχολείο ανοιχτό στην κοινωνία, σε αρμονική σύνδεση με τη Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης» και «η νέα διοικητική δομή της Χώρας, αποτελεί τη βάση για μια νέα σχέση παιδείας και τοπικής κοινωνίας, με μεταφορά νέων αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο του Συντάγματος»
Αποκέντρωση λοιπόν. Το αποκεντρωμένο σχολείο πρέπει -όπως αναφέρεται και στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ- να δίνει ρόλο στους περιφερειακούς και τοπικούς φορείς. Τι σημαίνουν όλα αυτά;
Το πρώτο βήμα της πολιτικής της αποκέντρωσης της εκπαίδευσης έχει ήδη γίνει. Ήταν η παράδοση των παιδικών σταθμών στους δήμους. Το αποτέλεσμα είναι ότι η πλειοψηφία των Δήμων επιβάρυναν τους εργαζομένους γονείς, με αυξήσεις στα δίδακτρα ή τροφεία και άλλες έκτακτες εισφορές. Επιπλέον, οι παιδικοί σταθμοί μετατράπηκαν σε πεδία εφαρμογής των ελαστικών μορφών εργασίας.
Η στόχευση της επιχείρησης «αποκέντρωση της εκπαίδευσης» δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ιδιωτικοποίηση, η καθήλωση των κρατικών δαπανών και η μετάθεση του κόστους λειτουργίας των σχολικών μονάδων στους δήμους δηλαδή στους δημότες-εργαζόμενους, με την επιβολή τοπικής φορολογίας. Τα «αποκεντρωμένα» σχολεία, θα παραμερίζουν πιο εύκολα τη γενική μόρφωση σε όφελος των δεξιοτήτων που ζητά η αγορά, για να γίνονται πιο προσφιλή στις επιχειρήσεις, εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Στα πλαίσια της αποκέντρωσης ο εκπαιδευτικός καλείται να έχει ένα νέο ρόλο μάνατζερ–διαχειριστή, που θα είναι υποχρεωμένος να αναζητά πηγές χρηματοδότησης.
Η ευρωπαϊκή εμπειρία από τις χώρες εφαρμογής αυτού του μοντέλου, είναι χαρακτηριστικά αρνητική.
Δ. Το Δ.Ν.Τ. στους όρους πρόσληψης
και στις εργασιακές σχέσεις
Με το Ν.3848/2010 το Υπουργείο Παιδείας ανατρέπει δεδομένα που αφορούν αφενός στην «αριθμητική» των προσλήψεων, αφετέρου στους όρους πρόσληψης και στις εργασιακές σχέσεις του διδακτικού προσωπικού.
Το νέο καθεστώς, ουσιαστικά, δυσκολεύει δραματικά την είσοδο των εκπαιδευτικών στη σχολική εκπαίδευση (πιστοποιητικό παιδαγωγικής κατάρτισης, διαγωνισμός χωρίς προκήρυξη θέσεων, διετής δοκιμαστική περίοδος κ.λπ.) για να νομιμοποιήσει την ειλημμένη απόφαση για δραματική μείωση των προσλήψεων για τα επόμενα χρόνια. Η δημόσια εκπαίδευση μόνο τα επόμενα δυο χρόνια θα προσλάβει περίπου 30.000 λιγότερους μόνιμους, αναπληρωτές και ωρομίσθιους (ή αναπληρωτές μειωμένου ωραρίου). Μόνο το νέο σχολικό έτος οι προσλήψεις εκπαιδευτικών είναι μειωμένες κατά 17.000! Τα κενά, καλούνται να καλύψουν οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί με την πρωτοφανή ρύθμιση (περιέχεται στο πολυνομοσχέδιο) για αύξηση του ωραρίου τους (5 ώρες την εβδομάδα υποχρεωτική υπερωρία), με τις μετακινήσεις από βαθμίδα σε βαθμίδα (από τη δευτεροβάθμια στην πρωτοβάθμια) και με την καθιέρωση δεύτερης ειδικότητας του εκπαιδευτικού (π.χ. ένας κοινωνιολόγος που έχει και πτυχίο φιλολογίας να παίρνει ως δεύτερη ανάθεση φιλολογικά μαθήματα).
Η θεσμοθέτηση του Πιστοποιητικού Παιδαγωγικής Κατάρτισης στην πραγματικότητα έρχεται να εξυπηρετήσει την αποσύνδεση του πτυχίου από κάθε επαγγελματικό δικαίωμα. Ουσιαστικά, πολύ γρήγορα, οι πτυχιούχοι των καθηγητικών σχολών θα χωρίζονται σε αυτούς που θα έχουν απλά το πτυχίο μιας σχολής και σ΄ αυτούς που θα έχουν το δικαίωμα να εξασκήσουν το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Παράλληλα είναι σίγουρο ότι πολύ γρήγορα θα ιδιωτικοποιηθεί το κόστος φοίτησης για το Πιστοποιητικό Παιδαγωγικής Κατάρτισης, όπως φαίνεται και από τις προειδοποιητικές βολές διαφόρων φορέων (π.χ. σεμινάρια Παιδαγωγικής Κατάρτισης από την Ένωση Ελλήνων Φυσικών).
Ε. Νέες περικοπές μισθών
με όχημα το «Νέο μισθολόγιο
Ένας από τους βολικότερους αστικούς μύθους για το «διογκωμένο συγκεντρωτικό κράτος με τους άπειρους, προνομιούχους και βαριεστημένους δημοσίους υπαλλήλους», ο αριθμός των οποίων «σχετίζεται αφενός με τα δημοσιονομικά ελλείμματα αφετέρου με τις αναχρονιστικές αγκυλώσεις της κρατικής μηχανής», ενεργοποιήθηκε πρόσφατα. Στη συνείδηση της κοινής γνώμης οι δημόσιοι υπάλληλοι παρουσιάστηκαν για μια ακόμη φορά με αριστοτεχνικό τρόπο σαν «το βαρίδι στα πόδια μιας κοινωνίας και μιας οικονομίας που θέλει να προχωρήσει και δεν μπορεί».
Το γεγονός ότι το αποτέλεσμα της απογραφής των Δημοσίων Υπαλλήλων (768.000 εκ των οποίων οι 160.000 είναι ένστολοι και άλλοι 100.00 είναι συμβασιούχοι, αιρετοί κ.λπ.) δεν συνάδει με την προβολή, όλη την προηγούμενη περίοδο ενός κράτους–μαμούθ 1.000.000 και βάλε δημοσίων υπαλλήλων έχει μικρή σημασία για τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης και ακόμη μικρότερη για τους πολιτικούς εργοδότες τους. Αν ρίξει κανείς μια ματιά μόνο στο ποσοστό που καταλαμβάνει η απασχόληση στο δημόσιο τομέα στο σύνολο της γενικής απασχόλησης θα διαπιστώσει πως το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι μικρότερο από το μέσο όρο του ποσοστού των δημοσίων υπαλλήλων στις χώρες της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με τις επιταγές του μνημονίου, τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση πρέπει να παρουσιάσει έναν καινούριο κρατικό μηχανισμό, οπωσδήποτε, εκτός των άλλων, πιο φθηνό. Το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου το 2009, πριν από την εφαρμογή του προγράμματος σταθερότητας, ήταν 12,5 δισ. ευρώ, από τα οποία περίπου 5 δισ. ευρώ αφορούσαν επιδόματα. Με το πάγωμα των μισθών και τη μείωση δώρων και επιδομάτων, προβλέπεται μείωση της μισθολογικής δαπάνης κατά 1,1 δισ. ευρώ το 2010. Η συνολική μείωση μέχρι και το 2013 προϋπολογίζεται σε 2,7 δισ. Ευρώ. Το όχημα του νέου ψαλιδίσματος των μισθών θα είναι το λεγόμενο νέο μισθολόγιο του οποίου ο κεντρικός άξονας είναι η «εξίσωση των μισθών προς τα κάτω». Ολόκληρες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων να υποστούν σημαντικές περικοπές στις μηνιαίες αποδοχές τους, ενώ μειωμένες θα είναι οι αποδοχές και για τους νεοπροσλαμβανόμενους στο δημόσιο. Πρώτο στη λίστα των σχεδιαζόμενων περικοπών εμφανίζεται το επίδομα εξωδιδακτικής απασχόλησης των εκπαιδευτικών. Από τα αναλυτικά στοιχεία του προϋπολογισμού προκύπτει ότι το υψηλότερο κόστος έχουν τα επιδόματα των στρατιωτικών, αστυνομικών, λιμενικών, πυροσβεστών που ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ, το επίδομα εξωδιδακτικής απασχόλησης εκπαιδευτικών με κόστος 722 εκ. ευρώ. Αυτό δε σημαίνει –όπως παραδέχονται και οι ίδιοι ότι το επίδομα είναι μεγάλο- απλώς οι εκπαιδευτικοί είναι πολλοί!
Βαδίζουμε στο μονόδρομο
της κοινωνικής κόλασης;
Ο «Τροϊκός πόλεμος» είναι αγώνας αντοχής
Η κεντρικότητα της σύγκρουσης έχει υψώσει τον πήχη για το εργατικό κίνημα. Είναι απαραίτητη πλέον η διαμόρφωση εναλλακτικής προγραμματικής πρότασης, που τοποθετείται σαφώς στα κεντρικά ζητήματα της συγκυρίας, δηλαδή στα θέματα του χρέους, της ΕΕ, του ρόλου των τραπεζών κ.λπ.. Αυτή η πολιτική πρόταση είναι απαραίτητη για να λειτουργήσει ως βάση για την απάντηση στα διλήμματα μνημόνιο ή χάος που τίθενται από την πλευρά της άρχουσας τάξης και έχουν παραλυτική επίδραση στον κόσμο του κινήματος.
Αναμφισβήτητα, το κίνημα χρειάζεται ένα σχέδιο κινητοποιήσεων διαρκείας. Που εντάσσει και ενοποιεί τις επιμέρους αντιστάσεις, που συνδυάζει στιγμές κορύφωσης με φάσεις συντεταγμένης αναδίπλωσης, που είναι σε θέση να συγκεντρώνει σε μια συγκεκριμένη στιγμή τις δυνάμεις και να εναλλάσσει τις μορφές. Για να προκύψει ένα τέτοιο σχέδιο και να αποδώσει, πρέπει η συζήτηση για τις μορφές αγώνα να απαλλαγεί από αγκυλώσεις και φετιχισμούς.
Χρειαζόμαστε μια τακτική που να συνδυάζει τη διαρκή και επίμονη δουλειά οργάνωσης της βάσης με την άσκηση της μέγιστης δυνατής πίεσης πάνω στις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Που αξιοποιεί, οργανώνει και διευρύνει τις κινητοποιήσεις που αναγκάζεται να «παραχωρήσει» η συνδικαλιστική γραφειοκρατία και δεν τις αφήνει να πάνε χαμένες (όπως η απεργία της ΑΔΕΔΥ στις 7 Οκτώβρη ή η πανευρωπαϊκή κινητοποίηση στις 29 Σεπτέμβρη). Που ενισχύει τη συλλογικότητα, αναζωογονεί τα συνδικάτα και δεν τα απαξιώνει, κάνοντας σαφώς τη διάκριση ανάμεσα στη συνδικαλιστική ηγεσία και το ίδιο το συνδικάτο και την αναγκαιότητά του.
Σήμερα, οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο έχουν μπροστά τους μια νέα μεγάλη επίθεση περικοπών στους μισθούς τους με το λεγόμενο νέο μισθολόγιο. Η ενότητα των εργαζόμενων στο δημόσιο, είναι απαραίτητη για να δοθεί στην παρούσα φάση μια αποτελεσματική μάχη. Η προοπτική αυτή όμως υπονομεύεται από την χρόνια απαξίωση της ΑΔΕΔΥ σαν συνδικάτο (και όχι μόνο ως ηγεσία), η οποία αφού δεν έχει απαντηθεί με συντονισμό των κλάδων απ’ τα κάτω, αποδυναμώνονται οι προοπτικές ύπαρξης ενός ενιαίου κινήματος. Την αποδυνάμωση ενός μετώπου των εργαζομένων στο δημόσιο, προωθούν απ’ ότι φαίνεται και οι δυνάμεις της ΠΑΣΚ στους κλάδους της εκπαίδευσης, αναπαράγοντας το γνωστό από την προηγούμενη φάση μοτίβο: «εμάς δε θα μας πειράξουν γιατί είμαστε χαμηλόμισθοι -η ΑΔΕΔΥ υπερασπίζεται τα ρετιρέ».
Στη σημερινή περίοδο -ιδιαίτερα μετά την πρακτική και τις δηλώσεις ταξικής προδοσίας του Προέδρου της ΓΣΕΕ- υπάρχει τεράστια ανάγκη αλλά και δυνατότητα να πάρει σάρκα και οστά ένας πραγματικός Συντονισμός απ’ τα κάτω. Όμως, αναγκαία ενδυνάμωση του Συντονισμού των Πρωτοβάθμιων Σωματείων για να γίνει με πραγματικούς όρους πρέπει να προχωρήσει στη βάση του συντονισμού της αλληλεγγύης και του αγώνα και όχι στη βάση των «καθαρών» πλαισίων.
Χρειαζόμαστε τέλος, δράση που θα οργανώνει την αγανάκτηση και τοπικά στις γειτονιές, στους άνεργους, στους μετανάστες, στους χώρους δουλειάς και κεντρικά στα μεγάλα πανεργατικά γεγονότα. Που θα δημιουργήσει δίκτυα αντίστασης και αλληλεγγύης μέσα στις γειτονιές, τα σχολεία, τα νοσοκομεία, τα εργοστάσια.
Έτσι, μπορεί να μπει η βάση για την απάντηση στο ερώτημα πώς πάμε παρακάτω: πιο βαθιά στον προβληματισμό και την πολιτική συζήτηση, πιο πλατιά-στους χώρους, στην κοινωνία, στις γειτονιές, πιο ανοιχτά στην κοινή δράση.
Η συζήτηση είναι δύσκολη. Γιατί τα συμπεράσματα που έχουν προκύψει από την πρώτη φάση του κινήματος δεν είναι ενιαία. Όμως, είναι πραγματικά επείγον, αυτή η συζήτηση να γίνει παραγωγική, για να μπορέσουμε να μπούμε με τους καλύτερους όρους σε ένα θερμό χειμώνα.
Ζέττα Μ.
Χρησιμοποιήθηκαν τα κείμενα:
- Πώς θα είναι το «νέο» σχολείο; του Κώστα Θεριανού- http://www.alfavita.gr/
- ΣXEΔIO «KAΛΛIKPATHΣ»: Η μεγάλη απειλή για το δημόσιο σχολείο, το γονιό και τον εκπαιδευτικό-του Χρήστου Κάτσικα- http://www.alfavita.gr/
- • ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ – αντιτετράδια της εκπαίδευσης-Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ «ΝΕΟ» ΣΧΟΛΕΙΟ
- Ανεξάρτητη Ριζοσπαστική Παρέμβαση Εκπαιδευτικών ΠΕ Συλ. Πειραιά «Η Πρόοδος»: Αποφασίζουμε και διατάζουμε: 800 «νέα» ολοήμερα σχολεία
- Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΥΠΕΡΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ-Ιος της Κυριακής ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 19/9/2010
- Ιδεολογία και ταξική κυριαρχία –Άγγελος Κ. -http://aformi.wordpress.com/
- «Πρώτος γύρος» ή «χαμένη άνοιξη»; Στάθης Κουβελάκης- ΕΠΟΧΗ 30/8/2010
Category: Χωρίς κατηγορία
[…] Ζέττα Μ. […]
Έτσι είναι τα πράγματα από μια αριστερή, δυναμική οπτική. Αλλά ξεχνάνε πάντα το υποκείμενο αυτά τα κείμενα καλών προθέσεων. Οι εκπαιδευτικοί είναι μια συντηρητική κοινωνική ομάδα, για διάφορους λόγους, όπως οτι προέρχονται στην πλειοψηφία τους παραδοσιακά από σχετικά φτωχά, αλλά συντηρητικά κοινωνικά στρώματα και από την επαρχία, όπως αγροτικές οικογένειες ή οικογένειες υπαλλήλων ή μικροεπαγγελματιών, των οποίων επιδίωξη ήταν η εξασφάλιση μιας σταθερής και μόνιμης δουλειάς για τα παιδιά τους, χωρίς οραματισμούς και προβληματισμούς. Για τον ίδιο λόγο, ένα μεγάλο κομμάτι τους υποστήριξε σταθερά το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και από αυτούς προέρχονται και τα στελέχη της εκπαίδευσης, διευθυντές σχολείων, σε γραφεία εκπαίδευσης κ.λπ. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, εξηγεί και την ελάχιστη συμμετοχή στις απεργίες της άνοιξης και την ανυπαρξία κινήματος αυτή τη στιγμή μέσα στα σχολεία, τη στιγμή που κοντεύουν να τους πάρουν και τα σώβρακα, και είναι οι χαμηλότερα αμειβόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι, μάλιστα με πτυχία, χαμηλότερα και από τις καθαρίστριες και τους φύλακες των σχολείων. Πρόκειται λοιπόν για μια κοινωνική ομάδα χωρίς ταξική συνείδηση, και θα έλεγα επομένως αναξιοπρεπή, λαμβανομένου επιπλέον υπόψη οτι λειτουργούν σε ένα τόσο ευαίσθητο τομέα της κοινωνίας όπως η παιδεία. Την ανυπαρξία αντιδράσεων πρέπει να την ψάξουμε στη σύνθεση της εκπαιδευτικής κοινότητας, όχι στους δυο τρεις συνδικαλιστές. Δεν με νοιάζει αν προσβάλλονται κάποιοι με αυτά που λέω. Ίσα ίσα καλύτερα. Ευκαιρία να κοιταχτούνε στον καθρέφτη. Όταν δεν θα έχουν να φάνε και τα παιδιά τους δεν θα βρίσκουν δουλειά, μπορεί και να αλλάξουν μυαλά. Μπορεί…Μέχρι τότε μας παίρνουν και εμάς στο λαιμό τους με την χαμέρπεια τους. Και μια πρόταση: Όταν αποφασίσουν να κάνουνε μια πορεία της προκοπής για τα εκπαιδευτικά, να την κάνουνε στο Υπουργείο Παιδείας, που πήγανε και το χωροθετήσανε στα βόρεια προάστια, δίπλα στα Mall, μέσα στα χωράφια, και το διπλοφυλάνε σαν να είναι το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Αλλά ούτε γι αυτό τον εξευτελισμό ευαισθητοποιούνται οι εκπαιδευτικοί.