Η Δημοκρατία ενάντια στους πολίτες της Αϊτής
Του Σλάβοϊ Ζίζεκ*
Ο Νόαμ Τσόμσκι παρατήρησε κάποτε πως “μονάχα όταν η απειλή της συμμετοχής των πολιτών ξεπερνιέται μπορεί να διανοηθεί κανείς με ασφάλεια δημοκρατικές μορφές διακυβέρνησης”. Με αυτό τον τρόπο κατέδειξε τον παθητικό πυρήνα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η οποία καθίσταται ασύμβατη με την ευθεία πολιτική αυτοοργάνωση και την ενδυνάμωση των πολιτών στον πολιτικό βίο. Η άμεση αποικιοκρατική βία, οι μιλιταριστικές επεμβάσεις δεν αποτελούν τους μοναδικούς τρόπους κατευνασμού (pacifying) ενός εχθρικού πληθυσμού. Στο βαθμό που υποστηρίζονται από ικανή ισχύ επιβολής, οι διεθνείς απόπειρες σταθεροποίησης μπορούν να υπερβούν την απειλή της λαϊκής συμμετοχής μέσω των φαινομενικά λιγότερων σκληρών τακτικών της “προώθησης της δημοκρατίας”, της “ανθρωπιστικής επέμβασης” και βεβαίως της “προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”.
Και αυτό ακριβώς είναι που καθιστά την περίπτωση της Αϊτής υποδειγματική. Όπως γράφει ο Peter Hallward στο Damming the flood, (όπου επιχειρεί έναν λεπτομερή απολογισμό της απόπειρας δημοκρατικού περιορισμού των ριζοσπαστικών πολιτικών της Αϊτής κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες), “ποτέ άλλοτε οι πολυμεταχειρισμένες τακτικές της προώθησης της δημοκρατίας (σ.σ.: σε πολλούς λαούς), δεν εφαρμόστηκαν με τόσο καταστροφικά αποτελέσματα όσο στην Αϊτή κατά την περίοδο 2000-2004. Δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς την ειρωνεία του γεγονότος ότι το ίδιο το όνομα του χειραφετητικού πολιτικού κινήματος που υπέστη αυτή τη διεθνή πίεση είναι Lavalas, που σημαίνει “Πλημμύρα” στη γαλλική, κρεολική διάλεκτο. Πρόκειται για την πλημμύρα των αποκλεισμένων, οι οποίοι υπερχειλίζουν τις προστατευμένες περίκλειστες κοινότητες αυτών που τους εκμεταλλεύονται.
Η Αϊτή αποτελούσε μια εξαίρεση από την αρχή, ήδη από τον επαναστατικό απελευθερωτικό της αγώνα ενάντια στην δουλεία, που έληξε με την κήρυξη της ανεξαρτησίας της τον Ιανουάριο του 1804. “Μόνο στην Αϊτή” σημειώνει ο Hallward στο βιβλίο του, “κατέστη η διακήρυξη της ανθρώπινης ελευθερίας καθολικά συνεπής. Μόνο στην Αϊτή διατηρήθηκε αυτή η διακήρυξη ζωντανή με κάθε κόστος, ακόμα και σε ευθεία αντίθεση με την τρέχουσα κοινωνική και οικονομική λογική της εποχής”. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο “δεν υπάρχει ούτε ένα γεγονός σε όλη την μοντέρνα ιστορία του οποίου οι επιπτώσεις να ήταν πιο απειλητικές για την κυρίαρχη παγκόσμια τάξη πραγμάτων”. Η Αϊτινή επανάσταση αξίζει πραγματικά τον τίτλο της επανάληψης της Γαλλικής επανάστασης. Καθοδηγούμενη από τον Τουσέντ Λουβερτούρ, ήταν ξεκάθαρα “μπροστά από την εποχή της”, “πιο ώριμη” και γι” αυτό ακριβώς καταδικασμένη να αποτύχει. Ίσως να ήταν ακόμα σημαντικότερη και από αυτήν τη Γαλλική επανάσταση. Ήταν η πρώτη φορά που ένας υποδουλωμένος λαός επαναστατούσε, όχι προκειμένου να επιστρέψει στην προηγούμενη κατάσταση, στις αποικιοκρατικές του ρίζες, αλλά στο όνομα των παγκόσμιων αξιών της ελευθερίας και της ισότητας. Απόδειξη της γιακωβίνικης αυθεντικότητας συνιστά το γεγονός ότι η επανάσταση αναγνωρίστηκε ταχύτατα και η μαύρη αντιπροσωπεία της Αϊτής έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στην Εθνική αντιπροσωπεία στο Παρίσι. Βεβαίως τα πράγματα άλλαξαν άρδην μετά τον Θερμιδόρ (σ.σ.: Ιούλιος του 1794, η αρχή του τέλους της Γαλλικής επανάστασης). Το 1801 ο Ναπολέων έστειλε ένα τεράστιο εκστρατευτικό σώμα με στόχο να ανακτήσει τον έλεγχο της αποικίας.
Η ιστορία συνεχίζεται και στις μέρες μας. Το κίνημα Lavalas έχει κερδίσει όσες πραγματικά ελεύθερες εκλογές έχουν γίνει στη χώρα από το 1990 και τούδε. Όμως έχει πέσει δύο φορές θύμα, δικτατοριών που έχουν υποστηριχθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το κίνημα Lavalas είναι υποδειγματικό και για έναν ακόμα λόγο. Είναι μοναδικός συνδυασμός πολιτικού κόμματος που κέρδισε τις εκλογές μέσα από ελεύθερες εκλογές, αλλά ταυτόχρονα κατόρθωσε να διατηρήσει τις ρίζες του στην τοπική λαϊκή άμεση δημοκρατία, την αυτοοργάνωση των κοινοτήτων και των πολιτών. Παρ” όλο που ο “ελεύθερος Τύπος”, που ανήκει στους αντιπάλους του Lavalas, ποτέ δεν παρεμποδίστηκε, παρ” όλο που βίαιες διαδηλώσεις, οι οποίες απειλούσαν την σταθερότητα της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης γίνονταν πλήρως ανεκτές και παρ” όλο που η κυβέρνηση του Lavalas δαιμονοποιούνταν συχνά – πυκνά στον διεθνή τύπο χαρακτηριζόμενη σαν εξαιρετικά βίαιη και διεφθαρμένη. Ο στόχος των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, της Γαλλίας και του Καναδά εν προκειμένω, ήταν να επιβάλουν στην Αϊτή μια κανονική δημοκρατία, μια δημοκρατία δηλαδή η οποία δεν θα έθιγε την οικονομική ισχύ της μικρής ελίτ. Γνώριζαν καλά βεβαίως ότι για να λειτουργήσει μια τέτοια δημοκρατία πρέπει να κόψει τους δεσμούς της με τη λαϊκή αυτο-οργάνωση και συμμετοχή.
Μια ανίερη συμμαχία συγκροτήθηκε με στόχο να απαξιώσει την κυβέρνηση του Lavalas σαν μια μορφή οχλοκρατίας που απειλούσε τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον πρόεδρο Αριστίντ σαν ένα τρελό για εξουσία φονταμενταλιστή δικτάτορα. Μια συμμαχία που αποτελούνταν από πρώην στρατιωτικά τάγματα θανάτου και δημοκρατικά μέτωπα χρηματοδοτούμενα κατευθείαν από τις ΗΠΑ, έως ανθρωπιστικές μη κυβερνητικές οργανώσεις ακόμα και κάποιους οργανισμούς της ριζοσπαστικής αριστεράς, οι οποίοι χρηματοδοτούμενοι από τις ΗΠΑ καταδίκασαν με μανία τη συνθηκολόγηση του Αριστίντ με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο ίδιος ο Αριστίντ έδωσε έναν διαυγή χαρακτηρισμό αυτής της συμμαχίας που κινούνταν από τη ριζοσπαστική αριστερά ως τη φιλελεύθερη δεξιά. “Κάπου, κάπως υπάρχει μια μικρή μυστική ικανοποίηση, ίσως μια υποσυνείδητη ικανοποίηση στο να λέει κανείς αυτά που οι ισχυροί λευκοί θέλουνε να λέει”.
Ο αγώνας του κινήματος Lavalas είναι υπόδειγμα ενός αξιακού ηρωισμού που αντιμετωπίζει θαρραλέα τα όρια τού τι μπορεί να γίνει σήμερα και τι όχι. Οι ακτιβιστές του κινήματος δεν υπαναχώρησαν στα διάκενα της κρατικής εξουσίας για να «αντισταθούν» από απόσταση ασφαλείας. Ηρωικά παρέλαβαν την κρατική εξουσία, γνωρίζοντας καλά ότι το έκαναν υπό τις χειρότερες συνθήκες και ενώ όλες οι τάσεις του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού, της δομικής αναπροσαρμογής, αλλά και οι δυνάμεις της μεταμοντέρνας αριστεράς, ήταν εναντίον τους. Περιοριζόμενοι από τα μέτρα τα οποία επέβαλαν οι ΗΠΑ και το ΔΝΤ, που είχαν ταχθεί υπέρ της «απαραίτητης δομικής αναπροσαρμογής», ο Αριστίντ προώθησε μια πολιτική μικρών και πραγματιστικών μέτρων (χτίσιμο σχολείων και νοσοκομείων, ανέβασμα του βασικού μισθού, δημιουργία υποδομών), ενώ ταυτόχρονα ενθάρρυνε την ενεργό πολιτική κινητοποίηση των πολιτών ενάντια στους πιο άμεσους εχθρούς τους, δηλαδή τον στρατό και τους παραστρατιωτικούς βοηθούς του.
Πέρα από τα όποια προφανή λάθη, το καθεστώς του Lavalas ήταν στην πραγματικότητα μια εικόνα τού πώς θα έμοιαζε μια δικτατορία του προλεταριάτου σήμερα. Ενώ πραγματιστικά θα ενέδιδε σε κάποιους εξωτερικά επιβεβλημένους συμβιβασμούς, θα έμενε πάντα πιστή στη βάση της, στο πλήθος των απλών στερημένων ανθρώπων, θα μιλούσε εξ ονόματός τους, χωρίς να τους εκπροσωπεί, αλλά βασιζόμενη στις τοπικές τους μορφές αυτο-οργάνωσης. Αν και σεβόταν τη δημοκρατική διαδικασία, το κίνημα Λαβάλας έκανε σαφές ότι ο εκλογικός αγώνας δεν είναι το πεδίο στο οποίο αποφασίζονται τα πράγματα. Αυτό που είναι πολύ πιο κρίσιμο είναι η προσπάθεια να συμπληρώσεις τη δημοκρατία με την άμεση πολιτική αυτο-οργάνωση των καταπιεσμένων.
*»New Statesman» – Αυγουστος 2008
Category: Χωρίς κατηγορία