Διαφθορά και καπιταλισμός: μια αιματοσυγγενική σχέση
Η κυβέρνηση Καραμανλή οδηγείτε σε εκλογές μετά από έναν ορυμαγδό σκανδάλων. Είχε παραλάβει την εξουσία με υποσχέσεις για «καθαρή» διακυβέρνηση μετά τον (ξανά η λέξη!) ορυμαγδό των σκανδάλων των κυβερνήσεων Σημίτη. Να λοιπόν το νέο μοντέλο διαδοχής στην κυβερνητική εξουσία: η μια διεφθαρμένη κυβέρνηση διαδέχεται την άλλη.
Από τις πιο στέρεες πεποιθήσεις των ανθρώπων στην Ελλάδα είναι ότι οι πολιτικοί της χώρας πρέπει να συγκαταλέγονται στους πλέον διεφθαρμένους του πλανήτη. Όπως ισχυρίζονται οι περισσότεροι, «και σε άλλες χώρες υπάρχουν διεφθαρμένοι πολιτικοί» αλλά «στην Ελλάδα μένουν ατιμώρητοι ενώ στις άλλες χώρες κάποιοι τουλάχιστον τιμωρούνται».
Είχα πάντα αντιρρήσεις σε αυτές τις διατυπώσεις. Όχι για την έκταση της διαφθοράς στην Ελλάδα (η οποία είναι πράγματι πολύ μεγάλη), όσο για τον επιφανειακό συγκρητισμό που φέρουν ως απόψεις. Τι να πούμε δηλαδή τότε για την Ιταλία, όπου υπό μία έννοια στην πρωθυπουργία βρίσκεται ένας μαφιόζος! Ή για τις ΗΠΑ όπου η πρώην κυβέρνηση του Μπους πρέπει να έσπασε κάθε προηγούμενο παγκόσμιο ρεκόρ διαπλοκής και καταλήστευσης χρημάτων του δημοσίου.
Σε αυτή τη δημοσίευση θα κάνω μια… περιήγηση στη διαφθορά σε ανεπτυγμένες χώρες. Στο τελευταίο μέρος της δημοσίευσης θα παρουσιάσω τη θεωρητική πλευρά της εμπειρικής διαφθοράς που χαρακτηρίζει όλες τις οικονομικά αναπτυγμένες χώρες. Η παρουσίαση των χωρών δεν είναι ιεραρχική αλλά τυχαία, για να τονιστεί η ομοιότητα της διαφθοράς ανεξάρτητα της ιεραρχικής τους θέσης στο σύγχρονο κόσμο. Και όπως θα δείτε η διαφθορά, αλλά και η αντιμετώπισή της (ή καλύτερα η μη αντιμετώπισή της), είναι εξαιρετικά παρόμοια με την Ελλάδα. Συμβαίνουν και «εις την Εσπερίαν»…
Οι ήρωες του χτες γίνονται οι απατεώνες του σήμερα
Ιρλανδία
Το 2008 εξαναγκάστηκε σε παραίτηση ο Ιρλανδός πρωθυπουργός Bertie Ahern που μέχρι τότε θεωρείτο ο αρχιτέκτονας του ιρλανδικού «οικονομικού θαύματος». Επί δέκα χρόνια διάφορες εφημερίδες κατηγορούσαν τον Ahern για διαφθορά χωρίς να μπορούν να το αποδείξουν με αδιάψευστα στοιχεία. Τελικά αποδείχθηκε ότι ως υπουργός οικονομικών τη δεκαετία του 1990 έπαιρνε από «φίλους» του επιχειρηματίες (που τους αποκαλούσαν «ο κύκλος») δωράκια ύψους τουλάχιστον 85.000 λιρών. Επιπλέον, επιχειρηματίες του «δώρισαν» ένα σπίτι στο Δουβλίνο με χαριστικά δάνεια.
Γαλλία
Ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Alain Juppe το 2004 καταδικάστηκε για διαφθορά και του απαγορεύτηκε να κατέχει οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα για μια δεκαετία. Ο Juppe, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και αρχές του 1990, χρησιμοποίησε χρήματα για τον δήμο του Παρισιού για να εξαγοράσει πολιτικούς συμμάχους. Επιπλέον επιχειρηματίες κατέθεταν χρήματα στο κόμμα του (RPR).
Ο Juppe είχε χρηστεί από τον τότε πρόεδρο της Γαλλίας Jacques Chirac ως ο διάδοχός του για τις προεδρικές εκλογές του 2007. Η δικαστική απόφαση άνοιξε τον δρόμο για την προεδρία στο μέχρι τότε outsider, τον Νικολά Σαρκοζί.
Ωστόσο ο Chirac αποδείχθηκε πιο διεφθαρμένος από τον Juppe. Λίγα χρόνια αργότερα (2006) αποκαλύφθηκε ότι ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας διατηρούσε σε ιαπωνική τράπεζα (Tokyo Sowa Bank ) λογαριασμό 300 εκατομμυρίων γαλλικών φράγκων!
Γερμανία
Ίσως τη μεγαλύτερη πτώση στην ανυποληψία να τη βίωσε ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Κολ. Ο Κολ υπήρξε ο μακροβιότερος Γερμανός καγκελάριος, από το 1982 έως το 1998. Ονειρευόταν να περάσει στην ιστορία ως ο καγκελάριος της γερμανικής ενοποίησης, στο ίδιο σχεδόν ιστορικό στάτους με τον Μπίσμαρκ.
Ωστόσο η αποκαθήλωση του Κολ από το μελλοντικό ιστορικό του βάθρο άρχισε το 1999. Τότε αποκαλύφθηκε ότι ο λομπίστας όπλων Καρλ Χάιντζ Σράιμπερ λάδωνε τόσο το κόμμα του Κολ CDU όσο και τον ίδιο για να κάνει τις business του. Ο Σράιμπερ «λάδωνε» για να γίνονται δουλειές (να πουλιούνται τα τανκς της Thyssen, τα αεροσκάφη της Airbus κ.α) και παράλληλα δωροδοκούσε πολιτικούς. Είχε δώσει χρήματα στον Φραντς Γιόζεφ Στράους, τότε παντοδύναμο πρωθυπουργό της Βαυαρίας και ηγέτη της CSU, και την κλίκα του, αλλά και στα ταμεία του «αδελφού» κόμματος, της CDU του Χέλμουτ Κολ. Ο ίδιος ο γραμματέας του κόμματος, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε εισπράξει ιδιοχείρως μια… «χορηγία» του Σράιμπερ σε φακελάκι, ενώ και ο καγκελάριος Κολ παραδέχθηκε ότι εισέπραξε χρήματα, περί τα δύο εκατομμύρια μάρκα «για τα ταμεία της CDU» όπως δήλωσε, όχι από τον Σράιμπερ, αλλά από κάποιους, τα ονόματα των οποίων «έχει δώσει τον λόγο της τιμής του» (!) να κρατήσει μυστικά.
Παράλληλα ξεσπάει ακόμα ένα σκάνδαλο με την πώληση των διυλιστηρίων πετρελαίου Leuna στη γαλλική εταιρεία Elf Aquitaine μετά από διαμεσολάβηση του Χέλμουτ Κολ και του Φρανσουά Μιτεράν. Τότε μπήκαν μυστικά στα ταμεία της CDU από την γαλλική εταιρεία πενήντα εκατομμύρια ευρώ.
Ο Σράιμπερ βρίσκεται σήμερα στη φυλακή. Ωστόσο κανείς πρωτοκλασάτος πολιτικός δεν δικάστηκε, ούτε πήγε φυλακή για παθητική δωροδοκία ή έστω για παράνομη είσπραξη δωρεών. Το 2001 δικαστήριο της Βόνης απήλλαξε τον Κολ από τον κίνδυνο να περάσει από δίκη για δωροδοκία. Στην εφημερίδα Αυγή ένας Γερμανός διπλωμάτης δήλωσε:
«Το πρόβλημα με τη δωροδοκία είναι ότι συνήθως τιμωρούνται γι’ αυτή -όταν τιμωρούνται- μόνο όσοι δίνουν τα λεφτά, σχεδόν ποτέ εκείνοι που τα παίρνουν, τα δημόσια πρόσωπα. Και στη χώρα μου, και στη δική σας».
Μια ιταλική ιστορία
Φυσικά, η Ιταλία αποτελεί το πρότυπο της ευρωπαϊκής αναπτυγμένης καπιταλιστικής χώρας στην οποία κυβέρνηση είναι η ίδια η διαφθορά!
Τα σημερινά κατορθώματα του Μπερλουσκόνι είναι γνωστά και οι εφημερίδες επικεντρώνουν (υπερβολικά) στη σεξουαλική του δραστηριότητα. Με αυτόν τον τρόπο τον καθιστούν σχεδόν συμπαθητικό σ’ ένα τμήμα του ανδρικού πληθυσμού (λόγω φαλλοκρατίας) ενώ οι «σεξουαλικές ατασθαλίες» του αποτελούν πταίσμα στη συνολική διαδρομή του ανδρός.
Υπάρχει η άλλη (σκοτεινή) πλευρά του «φαινόμενου» Μπερλουσκόνι και πραγματικά σοκάρει το γεγονός ότι είναι επικεφαλής της κυβέρνησης σε μια ανεπτυγμένη καπιταλιστική χώρα (και μάλιστα χώρα με τόσο υψηλή κουλτούρα όπως είναι η Ιταλία). Ο πρωθυπουργός της χώρας δεν είναι απλά ένας διεφθαρμένος πολιτικός, αλλά μεγάλο μέρος της δράσης του εμπίπτει στον κοινό ποινικό κώδικα.
Ο Μπερλουσκόνι δεν είναι ένας οποιοσδήποτε πολιτικός. Είναι ο πλουσιότερος καπιταλιστής στην Ιταλία. Ένα μεγάλο κομμάτι της περιουσίας του (αλλά και της πολιτικής του επιτυχίας) προέρχεται (έμμεσα ή άμεσα) από τον έλεγχο που εξασκεί στα ΜΜΕ της χώρας. Στα 2001 ο Μπερλουσκόνι έλεγχε τρία τηλεοπτικά δίκτυα τα οποία κατείχαν το 43% της εθνικής τηλεθέασης και αποσπούσαν το 60% της συνολικής τηλεοπτικής διαφήμισης. Και δεν είναι μόνο η τηλεόραση. Στον Μπερλουσκόνι ανήκει και ο εκδοτικός οίκος Mondadori που κατέχει μερίδιο αγοράς στα βιβλία που αγγίζει το 30%, ενώ εκδίδει και 50 περιοδικά με μερίδιο 38%.
Ο Μπερλουσκόνι κατόρθωσε να γίνει ο πιο πλούσιος άνθρωπος στην Ιταλία χάρις σε χρήματα που προέρχονταν από ξέπλυμα «βρώμικου» χρήματος, εξαγοράζοντας δικαστές και μπάτσους, και έχοντας σχέσεις με τη Μαφία.
Ήδη πριν γίνει πρωθυπουργός (για πρώτη φορά ανέλαβε το Μάη 1994) η επιχειρηματική του αυτοκρατορία, η Fininvest, είχε μπει στο στόχαστρο της ιταλικής δικαιοσύνης. Ο Μπερλουσκόνι από το 1994 έχει κατηγορηθεί για φοροδιαφυγή, για άμεση συνεργασία με τη Μαφία ακόμα και σε δολοφονίες και εξαγορές πολιτικών, δικαστών και στελεχών της οικονομικής εφορίας που είναι εντεταλμένη για τη δίωξη του οικονομικού εγκλήματος.
Αποκαλυπτική είναι η γραμμή άμυνας που είχε όλα αυτά τα χρόνια (υπόγεια φυσικά, όχι ανοικτά διακηρυγμένη, αλλά παρ’ όλα αυτά εμφανείς):
«Η Ιταλία δεν είναι μια συνηθισμένη χώρα. Ο Μπερλουσκόνι δεν έκανε τίποτα διαφορετικό από όσα κάνουν όλοι οι επιχειρηματίες»!
Σε μια Ιταλία που από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 η Αριστερά έχει αρχίσει να συρρικνώνεται σε επικίνδυνα επίπεδα και επομένως δεν υπάρχει ένα αριστερό εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο, αυτή η «ρεαλιστική» άμυνα του Μπερλουσκόνι έβρισκε (και βρίσκει) ευήκοα ώτα σε μεγάλο μέρος του ιταλικού πληθυσμού. Αφού όλοι «τα παίρνουν», αυτό είναι το φυσιολογικό και επομένως «μπράβο του που ήταν καπάτσος»! Πρόκειται για μια έκφραση της αδυναμίας των καταπιεσμένων που αφού έχασαν τον ταξικό τους προσανατολισμό, έφτασαν στο σημείο να υποκύπτουν στην «γοητεία» των εκμεταλλευτών τους…
Ευρωπαϊκή Ένωση
Το 2003 η βρετανική εφημερίδα «Financial Times» αποκαλύπτει ότι δύο ανώτατα στελέχη της επίσημης στατιστικής υπηρεσίας της E.E., της Eurostat, διασπάθισαν κοινοτικά κονδύλια ύψους περί το ένα εκατομμύριο ευρώ.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ξέσπασε σκάνδαλο στην καρδία του διοικητικού μηχανισμού της Ε.Ε. Το 1999 μια σειρά από σκάνδαλα προκάλεσαν την κατάρρευση της τότε Κομισιόν, υπό τον Ζακ Σαντέρ. Έκτοτε, υποτίθεται, ότι συμφωνήθηκε ένας «κώδικας ηθικής» για να αποφευχθούν νέα σκάνδαλα. Ωστόσο υπάρχουν πολλά «παραθυράκια» σε αυτόν τον «κώδικα ηθικής» τα οποία είναι πολύ αποκαλυπτικά για τις σχέσεις πολιτικών και κεφαλαίου ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο. Οι επίτροποι, συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου της Κομισιόν, που σήμερα είναι ο Χοσέ Μανουέλ Μπαρόζο, δεν είναι υποχρεωμένοι να δηλώνουν τα ακριβά δώρα που λαμβάνουν υπό μορφή φιλοξενίας, όπως δωρεάν παραμονή σε πολυτελή ξενοδοχεία, επαύλεις και θαλαμηγούς. Το 2008 ο Βρετανός λόρδος Μάντελσον ενώ ήταν επίτροπος Εμπορίου, φιλοξενήθηκε στην Κέρκυρα από τον Ρώσο πολυεκατομμυριούχο επιχειρηματία Ολέγκ Ντερίμπασκα στη θαλαμηγό του.
Μια από τις βασικές αιτίες για την αποχή που καταγράφεται στις ευρωεκλογές σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. είναι και η πεποίθηση του μέσου ευρωπαίου ότι η διαφθορά αφθονεί στους θεσμούς της.
ΗΠΑ
Οι ΗΠΑ αποτελούν ίσως τη χώρα όπου η διαπλοκή οικονομικών συμφερόντων και πολιτικής εξουσίας είναι τόσο άμεση ώστε αποτελεί ουσιαστικά θεσμό. Σχεδόν όλοι οι υπουργοί είναι πρώην υψηλά στελέχη των μεγαλύτερων επιχειρήσεων της χώρας. Μετά την αποχώρησή τους από τα κυβερνητικά καθήκοντα ξαναπροσλαμβάνονται από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Οι πρόεδροι της χώρας προέρχονται (πλην εξαιρέσεων) από την οικονομική ελίτ. Μπορεί να μην είναι τόσο πλούσιοι όσο ο Μπερλουσκόνι, αλλά σαφώς ανήκουν στην υψηλή αστική τάξη.
Αλλά ακόμα και για τις ΗΠΑ (με αυτή την παράδοση), η κυβέρνηση Μπους «υπερέβη τα εσκαμμένα»: ο βαθμός διαπλοκής και άμεσης διαφθοράς εκτοξεύτηκε στη στρατόσφαιρα.
Με το που ανέλαβε η κυβέρνηση Μπους το 2001 βρέθηκε άμεσα μπλεγμένη με το σκάνδαλο Enron, το μεγαλύτερο μεταπολεμικό σκάνδαλο των ΗΠΑ. Τόσο ο αντιπρόεδρος Dick Cheney όσο και ο Γενικός Εισαγγελέας των ΗΠΑ, ο John Ashcroft, αποκαλύφθηκε ότι είχαν λαδωθεί από την εταιρεία!
Η Enron από έβδομη σε μέγεθος εταιρεία των ΗΠΑ με αξία πάνω από 60 δισεκατομμύρια δολάρια χρεοκόπησε το Δεκέμβρη του 2001. Η Enron έλεγχε το μεγαλύτερο μέρος του χονδρεμπορίου αερίου και ενέργειας. Η εταιρεία είχε υιοθετήσει τη «δημιουργική λογιστική» με την οποία προβλεπόμενα μελλοντικά κέρδη από οποιαδήποτε συμφωνία λογίζονταν ως άμεσα κέρδη στα βιβλία της εταιρείας. Συνεπώς, η εταιρία σημείωνε «υποθετικά κέρδη» από οτιδήποτε θα μπορούσε με το χρόνο να ανατραπεί και να μεταβληθεί σε απώλεια. Ωστόσο, όσο η «μηχανή» αυτή λειτουργούσε η εταιρεία δήλωνε τεράστια κέρδη και η μετοχή της στην Wall Street σημείωνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο.
Οι απάτες των επικεφαλής της εταιρίας έπληξαν και τους εργαζομένους της, καθώς οι εισφορές τους για ασφαλιστική κάλυψη πήγαιναν στο μετοχικό κεφάλαιο. Όταν η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας κατέρρευσε το αποτέλεσμα ήταν χιλιάδες υπάλληλοι της Enron να χάσουν τις αποταμιεύσεις τους, τα κονδύλια για τις σπουδές των παιδιών τους και τις συντάξεις τους. Την ίδια στιγμή, τα υψηλά στελέχη της εταιρείας γνωρίζοντας την πραγματική κατάσταση της εταιρείας πουλούσαν τις δικές τους μετοχές και γινόντουσαν εκατομμυριούχοι σε μια μέρα!
Οι σχέσεις της οικογένειας των Μπους με την εταιρεία ήταν γνωστές και μακροχρόνιες. Στα 1992 με πρόεδρο τον Μπους τον πρεσβύτερο, η κυβέρνησή του διόρισε την Commodity Futures Trading Commission με σκοπό τη φιλελευθεροποίηση του εμπορίου ενέργειας. Επικεφαλής της επιτροπής τέθηκε η Wendy Gramm, σύζυγος γερουσιαστή από το Τέξας, με στενές σχέσεις με την οικογένεια των Μπους. Όταν επιτεύχθηκε ο στόχος της φιλελευθεροποίησης, η Gramm προσλήφθηκε στο διοικητικό συμβούλιο της Enron!
Η Enron ήταν από τους κύριους χρηματοδότες του Μπους του νεότερου. Υπολογίζεται ότι από το 1993 μέχρι το 2000 είχε δώσει στον Μπους δυο εκατομμύρια δολάρια.
Στελέχη της κυβέρνησης του Μπους ήσαν στελέχη και μέτοχοι της Enron. Μεταξύ αυτών ο Donald Rumsfeld, πρώην υπουργός άμυνας, η διευθύντρια του υπουργείου οικονομικών Kathleen Cooper, ο διευθυντής του υπουργείου παιδείας Eugene Hickock. Καθόλου τυχαία λοιπόν ο Lay, ιδρυτής και πρόεδρος της Enron, ήταν συχνός θαμώνας του Λευκού Οίκου, μάλιστα συμμετείχε με άλλα στελέχη της εταιρείας σε έξη συσκέψεις με τον αντιπρόεδρο Cheney.
Φυσικά η Enron χρηματοδοτούσε (μια ευγενική αντικατάσταση της λέξης λάδωνε) και τα δυο κόμματα εξουσίας, τόσο τους Ρεπουμπλικάνους όσο και τους Δημοκρατικούς. Από το 1989 η εταιρεία είχε προσφέρει στα ταμεία τους 5,8 εκατομμύρια δολάρια. Στο Δημοκρατικό κόμμα ο πλέον συνδεδεμένος με την Enron ήταν ο πρώην υπουργός οικονομικών των κυβερνήσεων Κλίντον Robert Rubin, ο οποίος (ακλουθώντας την κλασσική διαδρομή για τους πολιτικούς των ΗΠΑ) μετά την υπουργική του θητεία έγινε πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Citigroup.
Αλλά δεν ήταν εμπλεκόμενος μόνο ο πρόεδρος των ΗΠΑ, και ο αντιπρόεδρος δεν… υστερούσε. Ο αντιπρόεδρος Dick Cheney υπήρξε πρόεδρος της εταιρείας Halliburton (της μεγαλύτερης εταιρείας πετρελαϊκού εξοπλισμού στον κόσμο) μέχρι το 2000. Όταν έγινε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ φρόντισε να πάρει η πρώην εταιρεία του συμβόλαια του Πενταγώνου για το Ιράκ πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων και μάλιστα με απευθείας ανάθεση, χωρίς διαγωνισμό!
Στο χειρισμό της τωρινής οικονομικής κρίσης, της «μεγαλύτερης κρίσης από τη δεκαετία του 1930», ο υπουργός Οικονομικών του Μπους ο Χένρι Πόλσον ευνόησε, στο ζενίθ του χρηματοπιστωτικού κραχ το Σεπτέμβρη του 2008, την Goldman Sachs, την τράπεζα στην οποία δούλεψε επί 32 χρόνια.
Ο Πόλσον άφησε την Goldman Sachs και τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου που κατείχε σε αυτήν το 2006, αναλαμβάνοντας υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Μπους. Σύμφωνα με ντοκουμέντα που δημοσίευσαν οι «New York Times», ο Πόλσον είχε 24 τηλεφωνικές συνομιλίες με το διευθύνοντα σύμβουλο της Goldman Sachs, Λόιντ Μπλανκφέιν, στην πιο κρίσιμη εβδομάδα του χρηματοπιστωτικού κραχ τον Σεπτέμβριο του 2008. Ήταν η εβδομάδα στη διάρκεια της οποίας η ανταγωνίστρια της Goldman, η Lehman Brothers, κατέρρευσε γιατί η κυβέρνηση αρνήθηκε να τη στηρίξει οικονομικά. Αντίθετα ο Πόλσον αποφάσισε να διασώσει την άλλοτε μεγαλύτερη ασφαλιστική εταιρεία του κόσμου, την AIG δαπανώντας 85 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Goldman ήταν ο μεγαλύτερος κερδισμένος από αυτές τις αποφάσεις αφού έλαβε περί τα 13 δισεκατομμύρια δολάρια, οφειλόμενα από την AIG. Χρήματα που θα είχε χάσει αν η τελευταία είχε αφεθεί στην τύχη της όπως και η Lehman.
Ιαπωνία
Η αντίληψη ότι η «πολιτική είναι βρώμικη» είναι τόσο διαδεδομένη στην Ιαπωνία ώστε οι άνθρωποι θεωρούν δεδομένη τη διαφθορά. Έτσι όταν αποκαλύπτονται περιπτώσεις διαφθοράς δεν σημαίνει αυτό αναγκαστικά ότι τελειώνει η πολιτική καριέρα όσων πολιτικών ενεπλάκησαν σε αυτά. Αντίθετα υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις όπου πολιτικοί που καταδικάστηκαν για διαφθορά να επανεκλέγονται…
Επιπλέον η Ιαπωνία έχει κάτι που θυμίζει… Ελλάδα. Το «φακελάκι» είναι και στην Ιαπωνία διαδεδομένο (σε γιατρούς, καθηγητές, κρατικά στελέχη).
Η Ιαπωνία έχει μεγάλη προϊστορία στη διαφθορά. Ο πρώτος Ιάπωνας πρωθυπουργός που εξαναγκάστηκε σε παραίτηση λόγω διαφθοράς ήταν ο Kakuei Tanaka στα 1976. Τη χρονιά εκείνη αποκαλύφθηκε ότι είχε δωροδοκηθεί από την αμερικανική εταιρεία κατασκευής αεροσκαφών Lockheed με 1,8 εκατομμύρια δολάρια για να πουληθούν αεροσκάφη της Lockheed στην αεροπορική εταιρεία της Ιαπωνίας All Nippon Airways. Ο Tanaka όχι μόνο δεν μπήκε φυλακή για το χρηματισμό του αλλά συνέχισε να εκλέγεται στην ιαπωνική βουλή και να είναι ισχυρότατο στέλεχος του κυβερνόντος κόμματος μέχρι το 1985.
Στα 1989 ο Noboru Takeshita έγινε ο δεύτερος πρωθυπουργός που εξαναγκάστηκε σε παραίτηση σε ένα από τα μεγαλύτερα μεταπολεμικά σκάνδαλα της χώρας. Η χρονιά φυσικά δεν είναι τυχαία. Η δεκαετία του 1980 ήταν η εποχή που πραγματοποιείται η άγρια νεοφιλελεύθερη στροφή στις καπιταλιστικές χώρες. Στα τέλη αυτής της δεκαετίας θα σκάσει η χρηματιστηριακή φούσκα που είχε δημιουργηθεί με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η ιαπωνική οικονομία σε μακροχρόνια ύφεση που στην ουσία διαρκεί ακόμα. Τότε λοιπόν αποκαλύφθηκε ότι στελέχη και βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα) έπαιρναν ως αμοιβή μετοχές για «διευκολύνσεις» που έκαναν σε εταιρείες. Στην κορύφωση του σκανδάλου ένας από τους συμβούλους του πρωθυπουργού αυτοκτόνησε…
Ξανά κάτι που θυμίζει Ελλάδα. Η δικαστική έρευνα για το σκάνδαλο κράτησε 13 χρόνια, εξετάστηκαν 322 άτομα, αλλά κανείς δεν καταδικάστηκε! Αργότερα ο Takeshita αποκαλύφθηκε ότι είχε ζητήσει τη συνδρομή της ιαπωνικής Μαφίας για την εκλογή του! Ένας από τους πιο στενούς του συνεργάτες καταδικάστηκε το 1993 για φοροδιαφυγή εκατομμυρίων δολαρίων.
Τα σκάνδαλα λοιπόν στον ιαπωνικό πολιτικό κόσμο είναι ενδημικά. Αναφέρω απλά ενδεικτικά, ότι στα 1998 δυο υπουργοί οικονομικών παραπέμφθηκαν σε δίκη γιατί δωροδοκήθηκαν με 69.000 δολάρια από πέντε εταιρείες. Το 2001 ο πρώην υπουργός εργασίας Masakuni Murakami αποκαλύφθηκε ότι είχε δωροδοκηθεί με 615.000 δολάρια από την εταιρεία KSD.
Αλλά το πραγματικά «μεγάλο φαγοπότι» στην Ιαπωνία αφορά τα δημόσια έργα. Οι κατασκευαστικές εταιρείες κατορθώνουν να πάρουν δημόσια έργα εξαγοράζοντας πολιτικούς και κρατικούς υπεύθυνους. Πάνω από το 90% των δημόσιων έργων γίνονται είτε με απευθείας αναθέσεις χωρίς διαγωνισμούς, είτε (όταν υπάρχουν διαγωνισμοί) με χειραγώγηση των προσφορών. Το αποτέλεσμα είναι μια εκτεταμένη διαφθορά σε όλον τον κρατικό τομέα που ασχολείται με δημόσια έργα. Σύμφωνα με μια μελέτη, το 60% των κρατικών στελεχών που δούλευαν στην κατασκευή δημόσιων δρόμων προσλήφθηκαν μετά τη συνταξιοδότηση τους από τις μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες ως επιβράβευση της εύνοιας που είχε επίδειξη προς αυτές κατά τα διάρκεια της κρατικής τους θητείας!
Τα οικονομικά σκάνδαλα αρκετές φορές σημαίνουν ότι οι απλοί άνθρωποι πληρώνουν βαρύ φόρο αίματος για να βγάζουν οι καπιταλιστές υπερκέρδη. Η Ιαπωνία είναι, ως γνωστό, μια πολύ σεισμογενής χώρα. Το 2005 και 2006 ξέσπασε ένα τεράστιο σκάνδαλο όταν αποκαλύφθηκε ότι, με τη μέθοδο του λαδώματος κρατικών υπευθύνων, οι κατασκευαστικές εταιρίες, για να κάνουν οικονομία στα υλικά, κατασκεύαζαν κτίρια σε βάρος της σεισμικής τους επάρκειας. Έτσι κτήρια που είχαν χαρακτηριστεί ότι αντέχουν σε σεισμό έντασης 7 στην πραγματικότητα άντεχαν μόνο σε 5…
Συμπερασματικά
Το φαινόμενο λοιπόν της διαφθοράς του πολιτικού συστήματος και της διαπλοκής του με τα συμφέροντα των καπιταλιστών είναι παγκόσμιο φαινόμενο και χαρακτηρίζει όλες τις αναπτυγμένες χώρες.
Μια πρώτη εξήγηση του φαινομένου έχει τη δύναμη μιας ολοφάνερης αλήθειας και είναι απλούστατη. Ο καπιταλισμός αναπτύσσεται μέσα από έναν ανελέητο ανταγωνισμό που έχει ως τελικό επίδικο το οικονομικό κέρδος. Το ύψος του κέρδους κάνει τη διαφορά ανάμεσα στην επιτυχία ή την καταστροφή και την εξαφάνιση.
Επομένως, η επίτευξη του κέρδους αναγκαστικά θα επιτευχθεί με όλα τα μέσα, θεμιτά ή αθέμιτα. Από την αρχή της ιστορίας του καπιταλισμού η διαπλοκή της κρατικής, κομματικής και δικαστικής γραφειοκρατίας με τις μεγάλες επιχειρήσεις ήταν αναγκαία για την ανάπτυξη των τελευταίων. Αυτή η διαπλοκή έπαιρνε ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις όσο ο οικονομικός ρόλος του κράτους μεγάλωνε, δηλαδή σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Μέσω αυτής της διαπλοκής κάποιες εταιρείες αποκτούσαν πλεονέκτημα σε σχέση με ανταγωνιστές τους.
Από τη δεκαετία το 1980, από την εποχή δηλαδή της νεοφιλελεύθερης στροφής του καπιταλισμού, η διαφθορά και η διαπλοκή έχουν κτυπήσει κόκκινο. Από τότε γιγάντιες δημόσιες επιχειρήσεις (επιχειρήσεις που δημιουργήθηκαν από τα λεφτά των φορολογουμένων, δηλαδή κυρίως των εργαζομένων) ξεπουλήθηκαν έναντι πινακίου φακής στους μεγαλοκαπιταλιστές. Το ξεπούλημα αυτό έφερε αναπόφευκτα και τη γιγάντωση της διαφθοράς στις κυβερνήσεις που ενεπλάκησαν σε αυτές.
Σήμερα, παρά τους μύθους του νεοφιλελευθερισμού, ο ρόλος του κράτους στην οικονομία είναι τεράστιος. Το κράτος (μέσω κρατικών επενδύσεων, καταναλωτικής δαπάνης, κρατικών επιδοτήσεων κλπ) ευθύνεται περίπου για το 40-50% του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν). Η κρίσιμη σημασία του κράτους αποκαλύφθηκε σε όλο της το μεγαλείο με την τωρινή παγκόσμια οικονομική κρίση. Χωρίς τις κρατικές ενέσεις στην οικονομία (που σημαίνει κρατικά χρήματα στις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, δηλαδή σε συγκεκριμένους καπιταλιστές) η οικονομία θα είχε βυθιστεί σε χειρότερη οικονομική κρίση και από αυτή της δεκαετίας του 1930. Όπως είδαμε προηγούμενα στις ΗΠΑ, ο υπουργός Οικονομικών του Μπους, ο Χένρι Πόλσον, ευνόησε στο ζενίθ του χρηματοπιστωτικού κραχ το Σεπτέμβρη του 2008, την Goldman Sachs, σε βάρος της Lehman Brothers.
Οι πάντες στον κρατικό μηχανισμό (από τον πρωθυπουργό μέχρι το τελευταίο στέλεχος του κρατικού μηχανισμού) γνωρίζουν ότι από τις αποφάσεις τους κάποιοι καπιταλιστές θα διασωθούν για να συνεχίσουν να βγάζουν δισεκατομμύρια σε κέρδη. Πολύ φυσιολογικά λοιπόν τα κρατικά στελέχη ζητούν ένα μερίδιο από τα κέρδη. Αφελής είναι αυτός που πιστεύει ότι η οικονομία είναι δήθεν ουδέτερη και είναι «προς το καλό όλων η οικονομική ανάπτυξη». Η αφέλεια αυτή μπορεί να χαρακτηρίζει κάποιους από τους από κάτω, κάποιους εργαζόμενους χωρίς ταξική συνείδηση, χωρίς ρεαλιστική αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Πρόκειται για την αφέλεια της αδυναμίας! Αδυναμία αντίδρασης σε μια κοινωνία ανελέητα ταξική.
Αλλά οι επικεφαλείς της κρατικής εξουσίας (και των αστικών κομμάτων εξουσίας) ούτε αφελείς είναι, ούτε αδύναμοι, ούτε τους λείπει η ταξική συνείδηση. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι χάρις στις προσπάθειές τους η οικονομία λειτουργεί «εύρυθμα» (τα σημερινά πακέτα στήριξης προς τους τραπεζίτες είναι η απόδειξη). Επιπλέον γνωρίζουν ότι χάρις στις ιδεολογικές κατασκευές που διασπείρουν στην κοινωνία («η αγορά είναι μονόδρομος», «ο σοσιαλισμός απέτυχε», «αν δεν μεγαλώσει η πίτα δεν μπορεί και να μοιραστεί», «μηδενική ανοχή στους λαθρομετανάστες» κλπ) δημιουργούν την αναγκαία κοινωνική συναίνεση ώστε το σύστημα να λειτουργεί παρά τις αντιθέσεις που αναπόφευκτα γεννά η λειτουργία του καπιταλισμού. Για όλους αυτούς τους λόγους, η ανώτατη κρατική και κομματική ιεραρχία θεωρεί τον εαυτό της μέρος της άρχουσας τάξης και θεωρεί δικαίωμα της να καρπώνεται ένα μέρος των οικονομικών ωφελημάτων.
Υπάρχει, επιπλέον, ένα ακόμα νήμα που συνδέει την κρατική και κομματική γραφειοκρατία με το μεγάλο κεφάλαιο. Ο μεγάλος ρόλος του κράτους, που περιγράψαμε προηγούμενα, σημαίνει ότι πλέον είναι αναγκαία για τη λειτουργία του συστήματος μια ευμεγέθης επαγγελματική γραφειοκρατία τόσο στον κρατικό μηχανισμό όσο και στις κομματικές ιεραρχίες των κομμάτων εξουσίας (που αποτελούν, υπό μια έννοια, προέκταση του κρατικού μηχανισμού). Απλά και ρεαλιστικά, οι συνδρομές των κομματικών μελών δεν επαρκούν για τη στήριξη αυτού του στελεχικού δυναμικού (πολύ περισσότερο που τα κόμματα εξουσίας απομαζικοποιούνται, σε επίπεδο συμμετοχής μελών σε αυτά, καθώς η «ιδεολογία» παίζει ολοένα και περισσότερο δευτερεύοντα ρόλο). Καθώς τα στελέχη σε αυτά τα κόμματα απαιτούν οικονομικές απολαβές αντίστοιχες των στελεχών του ιδιωτικού τομέα, μια μεγάλη αύξηση της κρατικής ενίσχυσης προς αυτά, απλά δεν θα γινότανε ανεκτή από τον απλό κόσμο. Επιπλέον θα ταύτιζε την κομματική με την κρατική γραφειοκρατία, πράγμα που θα κλόνιζε τα ιδεολογικά θεμέλια των κομμάτων. Έτσι ο μόνος δρόμος είναι η οικονομική ενίσχυση των κομμάτων εξουσίας απευθείας από τις μεγάλες επιχειρήσεις (περίπτωση Siemens, Χ. Κολ στη Γερμανία που είδαμε και πιο πριν). Ένα μέρος αυτής της ενίσχυσης από το μεγάλο κεφάλαιο καταλήγει στις τσέπες υψηλών στελεχών (καραμπινάτη διαφθορά) αλλά και ένα μέρος πράγματι χρηματοδοτεί την αναγκαία για τη λειτουργία του καπιταλισμού κομματική (και επομένως κρατική) γραφειοκρατία.
Ωστόσο εδώ χρειάζεται μια διευκρίνηση. Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι όλα τα κρατικά ή κομματικά στελέχη είναι διεφθαρμένα, ούτε καν ότι η διαφθορά αποτελεί πραγματικό πρόβλημα για το σύστημα.
Σε αυτόν τον κόσμο υπάρχει και ο ρόλος της ιδεολογίας που δεν αφορά μόνο τους από κάτω (τις κυριαρχούμενες τάξεις) αλλά καθορίζει τη συμπεριφορά και στις διευθύνουσες τάξεις. Η ιδεολογία του «εθνικού συμφέροντος», του «κοινωνικού δικαίου», της «ισονομίας» επηρεάζει και το στρώμα της υψηλής γραφειοκρατίας που είναι θεσμικά υπεύθυνη για τη λειτουργία του συστήματος. Έτσι κατά καιρούς εμφανίζονται «αδέκαστοι» δικαστές, οικονομικοί ελεγκτές, ακόμα (γιατί όχι) και πρωθυπουργοί. Ωστόσο δυο πράγματα είναι δεδομένα για τις κυριαρχούμενες τάξεις. Το πρώτο είναι ότι δεν είναι πάντοτε καθόλου εύκολο να διακρίνεις τι είναι το καλύτερο: π.χ. ένας δικαστής που λαδώνεται ή ένας άτεγκτος δικαστής που εφαρμόζει νόμους κομμένους και ραμμένους για τους ισχυρούς (και έτσι είναι σχεδόν το σύνολο των νόμων). Ποιος είναι προτιμότερος, ένας διεφθαρμένος και ανίκανος πρωθυπουργός ή ένας αδιάφθορος και ικανότατος νεοφιλελεύθερος πρωθυπουργός που μπορεί να επιβάλλει κοινωνικά ανάλγητους νόμους στο όνομα «του αναγκαίου και αναπόφευκτου»; Και δεύτερον, οι «άτεγκτοι» δημόσιοι λειτουργοί έχουν πλήρως αποτύχει όχι να εξαλείψουν, αλλά έστω να περιορίσουν τη διαφθορά.
Επιπλέον η διαφθορά δε σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι το σύστημα δυσλειτουργεί. Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση του Κ. Μητσοτάκη. Όποιος έχει διαβάσει για την αποστασία και τα γεγονότα της δεκαετίας του 1960, θα γνωρίζει ότι τότε το παλάτι (ασφαλώς με την υποστήριξη κάποιων μεγαλοκαπιταλιστών) εξαγόραζε βουλευτές της Ένωσης Κέντρου με… βαλίτζες χρημάτων. Ο Μητσοτάκης ήταν από τους διοργανωτές (σύμφωνα με διάφορους ιστορικούς όπως για παράδειγμα ο Σπύρος Ν. Λιναρδάτος) των εξαγορών βουλευτών και τα επόμενα χρόνια απέκτησε μια σπουδαία περιουσία. Τα παραπάνω ωστόσο δεν σημαίνουν ότι ο Μητσοτάκης είναι δευτεροκλασάτος πολιτικός για το σύστημα, το αντίθετο μάλιστα. Οι (ενδεχόμενες) μίζες που πήρε αποτελούν μέρος της αμοιβής του για τις υπηρεσίες που πρόσφερε και συνεχίζει να προσφέρει στην άρχουσα τάξη (της οποίας άλλωστε είναι μέλος). Για το ίδιο το σύστημα αυτό δεν αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Ας πάρουμε ένα πιο ακραίο παράδειγμα, την Ιταλία. Παραδοσιακά το πολιτικό κατεστημένο έχει αναπτύξει μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στενές σχέσεις με την Μαφία. Αυτό δεν εμπόδισε την Ιταλία να βρίσκεται μεταξύ των οκτώ ισχυρότερων οικονομικά κρατών του πλανήτη.
Θεωρητικά, για να λειτουργεί σωστά ο ελεύθερος ανταγωνισμός θα πρέπει, οι καπιταλιστές να ανταγωνίζονται με ίσους όρους και ισονομία (να μην υπάρχει ευνοιοκρατία για κάποιους). Αυτό ωστόσο δεν μπορεί να επιτευχθεί με μαγικό τρόπο, δεν υπάρχουν απόλυτες αρχές που επιβάλλονται αυτόματα επειδή το ισχυρίζεται κάποια «σωστή» θεωρία. Δεν υπάρχει ένας καπιταλισμός πρότυπο από τον οποίο κάθε παρέκκλιση αποτελεί «ανωμαλία». Στον πραγματικό κόσμο του καπιταλισμού, ο «καθαρός» οικονομικός ανταγωνισμός συνυφαίνεται με τη διαπλοκή ακόμα και με την απάτη. Μέσα από αυτή την πολύπλοκη διαδικασία επέρχονται οι συμβιβασμοί και καθορίζονται στο τέλος οι κανόνες του οικονομικού «παιχνιδιού» για όλους.
Μόνο από την πλευρά των εργαζομένων η διαφθορά αποτελεί πραγματικά σκάνδαλο. Την ίδια ώρα που ζητούνται θυσίες από τους εργαζόμενους, οι καπιταλιστές και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι διάγουν προκλητικό βίο καταπατώντας ακόμα και τους νόμους που οι ίδιοι υποτίθεται υπηρετούν.
Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι διαφωνώ με τις θεσμικές προσεγγίσεις του θέματος της διαφθοράς από ένα κομμάτι της Αριστεράς. Πριν από χρόνια, τότε που ξεκίναγαν οι εργασίες για την κατασκευή της Αττικής οδού, είχα μια συνομιλία με ένα στέλεχος της Αριστεράς. Επειδή και τότε υπήρχε μια οσμή σκανδάλου για τη σύμβαση, ο συνομιλητής μου τόνιζε την ανάγκη:
«…να υπάρχουν για τα δημόσια έργα, ανεξάρτητες επιτροπές εμπειρογνωμόνων που να αξιολογούν αξιοκρατικά και αντικειμενικά τις υποβαλλόμενες προσφορές»
Του απάντησα ως εξής:
«Δεν είναι καθόλου ρεαλιστική η προσέγγιση του θέματος που κάνεις. Ας δούμε τα πράγματα από κοντά. Ένα τόσο μεγάλο έργο όπως η Αττική οδός, δεν μπορούν να το αναλάβουν παρά μονάχα οι δυο μεγαλύτεροι κατασκευαστικοί όμιλοι στην Ελλάδα. Μιλώντας εντελώς σχηματικά, τα ονόματα είναι τυχαία, θα το αναλάβει είτε ο Μπόμπολας είτε ο Βαρδινογιάννης. Και οι δυο όμιλοι έχουν τις τεχνικές δυνατότητες που απαιτεί το έργο, και των δυο οι προσφορές θα είναι πολύ κοντά η μια στην άλλη. Απλά, δεν υπάρχουν «αντικειμενικά» κριτήρια για το ποιος από τους δυο ομίλους θα το αναλάβει. Το μόνο «αντικειμενικό» κριτήριο είναι ποιος από τους δυο έχει καλύτερες σχέσεις με την κρατική και κομματική γραφειοκρατία που τυχαίνει να βρίσκεται στην κυβέρνηση. Αλλά υπάρχει ένα σοβαρό, γενικότερο πρόβλημα, στη συλλογιστική των «επιτροπών εμπειρογνωμόνων». Θεωρείς ότι μπορούν να υπάρξουν «αδέκαστοι» τεχνοκράτες που ενώ γνωρίζουν ότι ο όμιλος που θα αναλάβει το έργο θα βγάλει κέρδος δισεκατομμύρια ευρώ, αυτοί ως «καλοί και ηθικοί» θα του το προσφέρουν αφιλοκερδώς και θα περιοριστούν στο μισθό που θα πάρουν ως μέλη της επιτροπής. Συμφωνώ ότι σε κάποια επιτροπή μπορούν να βρεθούν «αφελείς» (χρησιμοποίησα άλλη λέξη, αλλά δεν έχει σημασία) τεχνοκράτες. Ωστόσο δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι στις περισσότερες θα βρεθούν όχι «αφελείς» αλλά άνθρωποι αυτού του κόσμου που θα θεωρήσουν ότι από τα δισεκατομμύρια ευρώ που θα κερδίσει ο όμιλος, του οφείλουν ένα κάπως γενναιόδωρο δωράκι. Με άλλα λόγια η διαφθορά δεν αντιμετωπίζεται θεσμικά γιατί είναι θεσμικά εγγεγραμμένη στο σύστημα».
Με κοίταξε με ένα αμήχανο χαμόγελο και είπε:
«Εντάξει η λογική σου είναι κάπως τετράγωνη. Συμφωνώ ότι δεν πρόκειται να εκλείψει η διαφθορά όσο υπάρχει καπιταλισμός, αλλά μπορούμε τουλάχιστον να την περιορίσουμε με ανεξάρτητους θεσμούς».
Λοιπόν, με όσα έγραψα σε αυτή τη δημοσίευση, θεωρώ και αυτόν τον σεμνό και περιορισμένο στόχο υπερβολικά αισιόδοξο…
Φυσικά δεν υποστηρίζω ότι «δεν τρέχει και τίποτα», ότι η διαφθορά (ο συγκεκριμένος δηλαδή τρόπος με τον οποίο διεξάγονται οι οικονομικοπολιτικές δοσοληψίες) πρέπει σε τελική ανάλυση να μην ενδιαφέρει τους από κάτω, τους εργαζόμενους. Κάθε άλλο μάλιστα.
Ο τρόπος που γίνονται οι αναθέσεις έργων, το αν μια επιχείρηση θα λαδώσει για να πάρει δάνειο, αφορά άμεσα όλους του εργαζόμενους και όχι μόνο όσους δουλεύουν σε επιχειρήσεις που σχετίζονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, με το δημόσιο. Τα χρήματα που πηγαίνουν για μίζες και δωροδοκίες πολιτικών, είναι χρήματα που προκύπτουν από την εργασία των εργαζομένων και γι’ αυτό θα πρέπει να τα (επανα)διεκδικήσουν και να τους ενδιαφέρει πώς επενδύονται. Τα χρήματα που πηγαίνουν για λαδώματα πολιτικών θα πρέπει να διεκδικούνται για παραγωγικές επενδύσεις, για ενίσχυση του κράτους πρόνοιας, της παιδείας, κλπ.
Επιπλέον, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να διεκδικούν το δικαίωμά τους να γνωρίζουν τα οικονομικά της επιχείρησης στην οποία δουλεύουν αλλά και για την οικονομική πολιτική της κοινωνίας στην οποία ζουν. Για να πραγματοποιηθούν τα παραπάνω δεν σημαίνει ότι χρειάζεται να περιμένουμε την έλευση μια «άλλης κοινωνίας». Το εργατικό κίνημα από τη δεκαετία του 1960 είχε διεκδικήσει και είχε καταφέρει να εκπροσωπείται στα διοικητικά συμβούλια των μεγάλων δημόσιων υπηρεσιών. Το ίδιο πρέπει να διεκδικηθεί σε κάθε οικονομική δραστηριότητα που αφορά τα δημόσια έργα, όπου συλλογικά το εργατικό κίνημα να έχει την επίβλεψη. Ωστόσο η απλή εκπροσώπηση δεν επαρκεί. Η εκπροσώπηση, παραδείγματος χάριν, των εργαζομένων στον ΟΤΕ δεν εμπόδισε την ιδιωτικοποίηση του και την επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων. Γι’ αυτό λοιπόν θα πρέπει να συνοδευτεί με δικαίωμα βέτο από τον εκπρόσωπο των εργαζομένων. Είναι ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος για να χτυπηθεί η διαφθορά. Οι εργαζόμενοι είναι οι μόνοι που έχουν αντικειμενικό συμφέρον κατά της διαφθοράς. Όπως είδαμε, η διαφθορά για τους καπιταλιστές είναι business as usual, δεν αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για αυτούς. Οι δε τεχνοκράτες των «εποπτικών επιτροπών» διαφθείρονται εξαιρετικά εύκολα.
Οι εργαζόμενες τάξεις θα πρέπει να αγωνίζονται εναντίον της «διαφθοράς», όχι για να εξασφαλίσουν μια «ηθική και νόμιμη» λειτουργία του καπιταλισμού, δηλαδή για να εξασφαλίσουν ότι η κοινωνία θα ρυθμίζεται από το «νόμο της αγοράς», αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: για να καταφέρουν να ανακόψουν μια πορεία που οδηγεί σε όλο και πιο έντονο προσδιορισμό της πολιτικής από τις ανάγκες της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ο αγώνας των εργαζομένων ενάντια στη διαφθορά πρέπει να αποτελεί μια από τις πτυχές του αγώνα ενάντια στην καταλήστευση του δημόσιου πλούτου και ενάντια στον αυξανόμενο αυταρχισμό της πολιτικής ζωής.
Άγγελος Κ
Πηγές
Σπύρου Λιναρδάτου, Από την εμφύλιο στη χούντα, τόμος Ε, σελ. 278-279 285, εκδόσεις Παπαζήση.
http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=16/06/2009&s=to-anagnwstiko-ths-teleytaias-selidas
http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/6720459.stm
http://www.economist.com/world/displaystory.cfm?story_id=587107
http://archive.enet.gr/online/online_text/c=111,dt=11.05.2006,id=53336812
http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/1199032.stm
http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=481062
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=71700
http://www.fromthewilderness.com/free/ciadrugs/bush-cheney-drugs.html
http://factsanddetails.com/japan.php?itemid=799&catid=22&subcatid=146
Category: Θεωρία
[...] http://aformi.wordpress.com/2009/09/22/ [...]
[...] ιστορικούς όπως για παράδειγμα ο Σπύρος Ν. Λιναρδάτος[1]) των εξαγορών βουλευτών και τα επόμενα χρόνια [...]
[...] [1] Σπύρου Λιναρδάτου, Από την εμφύλιο στη χούντα, τόμος Ε, σελ. 278-279 285, εκδόσεις Παπαζήση. [...]