Ορθοδοξία: σκοταδισμός, εθνικισμός αλλά και… business!
Με αφορμή τα εγκαίνια του νέου μουσείου της Ακρόπολης αποκαλύφθηκε, για άλλη μια φορά, η δύναμη της εκκλησιαστικής ιεραρχίας στην ελληνική πολιτική ζωή. Η λογοκρισία που έγινε στο ταινιάκι του Γαβρά έκανε το γύρο του κόσμου καταστρέφοντας το show που επιμελώς είχε κατασκευάσει η κυβέρνηση Καραμανλή. Τίποτα το περίεργο φυσικά! Ο σκοταδισμός και τα ασύστολα ψεύδη ήσαν πάντοτε τα χαρακτηριστικά της ελληνορθόδοξης εκκλησίας.
Δύο είναι τα βασικά ιδεολογήματα της ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που αρέσκεται να επαναλαμβάνει. Το πρώτο είναι ότι «Ελλάδα ίσον Ορθοδοξία». Το «ελληνικό έθνος», υποτίθεται, επιβίωσε χάρις στην Ορθοδοξία – Ορθοδοξία και «ελληνισμός» ταυτίζονται. Και δεύτερον, η «ορθόδοξη εκκλησιαστική ιδιοπροσωπία» είναι η ανώτερη προσέγγιση του Χριστιανισμού στον κόσμο «γιατί ενδιαφέρεται για τις πανανθρώπινες αξίες και εγγυάται την πρωτοπορία στο στίβο της εξέλιξης και της προόδου».
Τα δυο αυτά ιδεολογήματα είναι εντελώς αστήριχτα, για την ακρίβεια, τίποτα δεν βρίσκεται πιο μακριά από την αλήθεια. Στην πραγματικότητα «ελληνισμός» και Ορθοδοξία, είχαν αποκλίνουσες και ανταγωνιστικές σχέσεις μέχρι και την Επανάσταση του 1821. Μετά την ίδρυση του σύγχρονου νεοελληνικού κράτους (και μάλιστα κάποιες δεκαετίες αργότερα, στις δεκαετίες του 1840 και 1850) οι ανάγκες του νεοελληνικού εθνικισμού, η ανάγκη επέκτασης των συνόρων του τότε ελληνικού κρατιδίου, οδήγησαν στην ενσωμάτωση της Ορθόδοξης εκκλησίας στην νεοελληνική κρατική ιδεολογία, σαν αναπόσπαστο κομμάτι των πιο ακραίων εθνικιστικών, συντηρητικών και ρατσιστικών ιδεολογημάτων της. Με άλλα λόγια η «ελληνική ορθοδοξία» είναι μια σχετικά πρόσφατη κρατική, ιδεολογική, κατασκευή.
Όσο για τον «προοδευτικό» χαρακτήρα της Ορθοδοξίας, πρόκειται, προφανώς, για αστείο: η Ορθοδοξία είναι σήμερα η πιο καθυστερημένη, η πιο μεσαιωνική εκδοχή του Χριστιανισμού.
Ανταγωνιστική σχέση
Το πόσο γελοία είναι η ταύτιση «ελληνισμού»- Ορθοδοξίας γίνεται φανερό και μόνο από το γεγονός ότι το πιο «λαμπερό» κομμάτι της ελληνικής ιστορίας (το οποίο άλλωστε κατά κόρον χρησιμοποιεί προπαγανδιστικά το νεοελληνικό κράτος), είναι η αρχαιότητα (ο «θεμέλιος λίθος» του Δυτικού πολιτισμού) και στην οποία βέβαια υπήρχε ειδωλολατρία και όχι Χριστιανισμός. Βάθρο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού ήταν ο ορθολογισμός (ότι δηλαδή μόνο η λογική, η φιλοσοφία και η επιστήμη, είναι κριτήριο κάθε αλήθειας) ενώ αντίθετα του Χριστιανισμού ήταν, και είναι, οι εξ’ «αποκαλύψεως αλήθειες» (το υπερφυσικό, ο Θεός ως η μόνη αλήθεια, όλες οι αλήθειες περιέχονται στα Ιερά Κείμενα – την Βίβλο, την Καινή Διαθήκη). Η αντίθεση αυτή, εξ’ αρχής, καθόρισε μια ανταγωνιστική σχέση ανάμεσα στον «ελληνισμό» και τον Χριστιανισμό.
Σε ολόκληρη την διάρκεια του Βυζαντίου, η λέξη Έλληνας αποτελούσε βρισιά, σήμαινε τον ειδωλολάτρη. Οι Βυζαντινοί περιέγραφαν τον εαυτό τους ως «Ρωμαίους» και όχι σαν «Έλληνες». Ο Χριστιανισμός επιβλήθηκε στην Ελλάδα δια της βίας, με το κλείσιμο των ειδωλολατρικών ναών το 391, το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών το 529, τη συστηματική καταστροφή αναρίθμητων θησαυρών της αρχαίας τέχνης, το κάψιμο βιβλίων φιλοσοφίας. Οι Αποστολικοί Κανόνες (4ος αιώνας) είναι σαφείς:
«Αποφεύγεται όλα τα εθνικά βιβλία… Αν επιθυμείς να διαβάσεις ιστορίες, έχεις το βιβλίο των Βασιλέων, αν ρητορική και ποιητική έχεις τους Προφήτες… που θα βρεις σοφία μεγαλύτερη από κάθε ποιητική και σοφιστική, γιατί αυτά είναι τα λόγια του Κυρίου, του μόνου σοφού».
Το κλίμα αυτό παρέμεινε μέχρι την άλωση το 1453, όταν ο Πατριάρχης Γεώργιος Σχολάριος-Γεννάδιος έλεγε:
«Αν και είμαι Έλληνας κατά την γλώσσα, δεν θα ονόμαζα ποτέ τον εαυτό μου Έλληνα, γιατί δεν σκέφτομαι όπως οι παλιοί Έλληνες. Θέλω αντίθετα να με αποκαλούν σύμφωνα με την πίστη μου, και αν κανείς με ρωτήσει ποιος είμαι θα απαντήσω ότι είμαι χριστιανός».
Ορθοδοξία και Οθωμανοί
Ο ανώτερος Ορθόδοξος κλήρος ποτέ δεν απέκτησε τόση εξουσία, όσο επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μια πολυεθνική αυτοκρατορία (όπως προγενέστερα η Βυζαντινή) και ο βασικός διαχωρισμός δεν ήταν η εθνότητα αλλά η θρησκεία, χριστιανοί-μουσουλμάνοι. Εξ’ αρχής ο Σουλτάνος εγγυήθηκε την περιουσία και τα προνόμια της Εκκλησίας και τη χρησιμοποίησε σαν αναπόσπαστο τμήμα της Οθωμανικής διοίκησης των χριστιανών υπηκόων του. Γι’ αυτό το λόγο οι Αγιορείτες καλόγεροι, όταν έπεσε η Θεσσαλονίκη στα 1430, κάλεσαν τον Σουλτάνο Μουράτ Β’ να στείλει ανθρώπους να του παραδώσουν το Όρος. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, ο Πατριάρχης ανακηρύχθηκε σαν ο ανώτερος άρχοντας όλων των χριστιανών, απόλυτος ρυθμιστής θρησκευτικών ζητημάτων, αλλά και με δικαστικά δικαιώματα που αφορούσαν το ιδιωτικό δίκαιο. Η εκκλησία έπαιρνε από κάθε χριστιανό, ανεξάρτητα εθνότητας, ειδικό φόρο, τη ρόγα ή ζητεία. Έκανε κατάσχεση στο αλέτρι ή άλλα γεωργικά εργαλεία, αν ο αγρότης δεν πλήρωνε το φόρο. Κάθε χριστιανός ήταν υποχρεωμένος το 1/3 των εισοδημάτων του, να το δίνει στην Εκκλησία. Ήταν τόσο επικερδές να είσαι ανώτερος κληρικός, ώστε τα εκκλησιαστικά αξιώματα (και ο Πατριαρχικός θρόνος), ήσαν αντικείμενο αγοραπωλησίας με το σουλτανικό ντιβάνι (σιμωνία).
Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, σαν ένας οθωμανικός διοικητικός μηχανισμός, αντέδρασε στις ιδέες του Διαφωτισμού και της Δημοκρατίας, ενώ ήταν ο κύριος αντίπαλος στις προπαρασκευές που οδήγησαν στην Επανάσταση του 1821. Η Πατρική Διδασκαλία, εκτυπώθηκε στο Πατριαρχικό Τυπογραφείο το 1798, συμβούλευε υποταγή στον Σουλτάνο γιατί ήταν «δώρο του Θεού προς τους ορθοδόξους χριστιανούς, σταλμένο για να τους προστατεύσει από τις αιρέσεις»!! Υποστήριζε ότι οι άνθρωποι «ούτε γεννώνται ούτε είναι ελεύθεροι», ενώ η ισότητα είναι «εξωπραγματική ψευδαίσθηση»! Μόλις ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, ο Πατριάρχης αρχικά την κατάγγειλε σαν «εθνοκτόνο τόλμημα κατά της κραταιάς και αηττήτου Βασιλείας» (!), και αμέσως μετά προχώρησε στον αφορισμό της επανάστασης και των πρωταγωνιστών της:
«…οι τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι… να τους μισήτε και να τους αποστρέφεσθε, καθότι και η εκκλησία και το γένος τους έχει μεμισημένους… αφωρισμένοι υπάρχουσι και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι και άλυτοι μετά θάνατον και τω αιωνίω υπόδικοι αναθέματι και τυμπανιαίοι»…
Μετά από όλα αυτά, η Εκκλησία έβγαινε από την Επανάσταση του 1821 αποδυναμωμένη. Το επαναστατικό σύνταγμα του Άργους στα 1823 επέβαλε τον διαχωρισμό κράτους – εκκλησίας. Ολόκληρη η Βυζαντινή περίοδος χαρακτηριζόταν σκοταδιστική και βάρβαρη (όπως ακριβώς και ο Δυτικός Μεσαίωνας από τους Διαφωτιστές). Η αρχική νεοελληνική εθνική ιδεολογία στηριζόταν μονάχα στην «αρχαία δόξα». Στα 1833 δημιουργήθηκε, με κρατική πρωτοβουλία, η αυτοκέφαλος Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, για να την αποκόψουν από το Πατριαρχείο και το οθωμανικό παρελθόν. Της είχαν δε τόση… εμπιστοσύνη ώστε επικεφαλής της βάλανε τον Βαυαρό (που δεν ήταν καν ορθόδοξος) Όθωνα! Από τα 540 μοναστήρια κλείστηκαν όλα εκτός από 140, ενώ έγινε προσπάθεια να απαγορευτεί ο γυναικείος μοναχισμός. Φαινόταν λοιπόν ότι και στην Ελλάδα, όπως και στις ανεπτυγμένες αστικές χώρες της Ευρώπης, θα γινόταν ο διαχωρισμός κράτους-εκκλησίας.
Όμως οι ανάγκες της αστικής τάξης επέβαλαν απότομη στροφή. Από τις αρχές σχεδόν του 19ου αιώνα, ήταν φανερό ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν υπό κατάρρευση (ονομαζόταν ο «μεγάλος ασθενής»), και ότι τα αναδυόμενα εθνικά κράτη στα Βαλκάνια (Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία) θα διεκδικούσαν τα εδάφη της αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια. Η Ελλάδα έπρεπε να προβάλει «ιστορικά δικαιώματα» σε εκείνα τα εδάφη. Έτσι από τα μέσα του 19ου αιώνα γίνεται στροφή στη νεοελληνική εθνική ιδεολογία, με πρωτομάστορα τον Κ. Παπαρηγόπουλο. Τώρα ανακαλύπτεται (κατασκευάζεται) η υποτιθέμενη συνέχεια του «ελληνικού έθνους» ανά τους αιώνες και χαρακτηρίζεται για πρώτη φορά το Βυζάντιο «Ελληνική Αυτοκρατορία»!
Η ελληνική Εκκλησία έγινε ζωτικής σημασίας για τις εφορμήσεις του ελληνικού καπιταλισμού στο χώρο που σήμερα αποτελεί τη βόρεια Ελλάδα. Στις περιοχές αυτές υπήρχαν πληθυσμοί ανάμικτοι (Έλληνες, Τούρκοι, Βούλγαροι, Σέρβοι, Αλβανοί) χωρίς στην πραγματικότητα καμιά εθνική συνείδηση. Όσοι λοιπόν ακολουθούσαν την ελληνορθόδοξη εκκλησία, η ελληνική πλευρά τους ονόμαζε «Έλληνες». Αντίστοιχη ήταν και η ταχτική των άλλων εθνικών κρατών που ίδρυσαν δικές τους ορθόδοξες εκκλησίες – Σερβική, Βουλγάρικη. Με αυτόν τον τρόπο, η κάποτε ενιαία ορθοδοξία, διασπάστηκε στα Βαλκάνια σε αλληλομισούμενες εθνικιστικές πτέρυγες.
Ακροδεξιές πρακτικές
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν η ορθόδοξη εκκλησία της Ελλάδας να μετατραπεί σε μακρύ χέρι του ελληνικού εθνικισμού και του ελληνικού κράτους. Γι’ αυτό το λόγο της δόθηκαν τα προνόμια που διατηρεί μέχρι σήμερα. Και αυτός είναι και ο λόγος που ταυτίστηκε σ’ ολόκληρο τον 20ο αιώνα, με τις πιο αντιδραστικές και σκοταδιστικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας.
Κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου αλλά και σε όλη την μεταπολεμική περίοδο είχε αναλάβει εργολαβικά το «πνευματικό» μέρος του αντικομουνιστικού αγώνος.
Στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967-1974) η Εκκλησία υπήρξε το κύριο ιδεολογικό στήριγμα της δικτατορίας. Ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος χαρακτήριζε τη δικτατορία, «φωτεινόν μετέωρον, το οποίον ωδήγησε την Ελλάδα εις την δόξαν και της εξησφάλισε τον παγκόσμιον θαυμασμόν και την εκτίμησιν»! Επιθυμούσε να ολοκληρώσει «τα μεγάλα επιτεύγματά της» όπως «ο Χίτλερ που και αυτός πολλά και μεγάλα είχε προσφέρει υπέρ της πατρίδος του»!! Η κατάπτυστη δουλοπρέπεια οδήγησε τον τότε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παρασκευόπουλο να προσφωνήσει τη γυναίκα του δικτάτορα Παπαδόπουλου, Δέσποινα, ως εξής: «Δυο Δέσποινας έχομεν: Μίαν εις τους Ουρανούς, την Παναγία, και άλλην εις την γη, την κυρίαν Προέδρου»! Το 1968 η Εκκλησία απένειμε στον Παπαδόπουλο τον «Χρυσούν Σταυρόν του Αποστόλου Παύλου», το ανώτερο παράσημό της, που κανείς άλλος πρωθυπουργός δεν έχει πάρει μέχρι σήμερα.
Ο προηγούμενος Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος (που ήταν θαυμαστής του Ιερώνυμου, άλλωστε επί χούντας ήταν αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου) ήταν γνωστός για τις ακροδεξιές πολιτικές του θέσεις. Στα 1996 συνδιοργάνωσε με την ναζιστική φυλλάδα «Στόχος» του γνωστού χουντικού Γ. Καψάλη συνέδριο «για τους Έλληνες Νεομάρτυρες(!)». Σε γράμμα του ο Χριστόδουλος έγραφε, με ανατριχιαστικά ακροδεξιά ρητορική:
«Θέλω να συγχαρώ για άλλη μια φορά τον κ. Καψάλη, εκδότη και διευθυντή της γνωστής εφημερίδας «Στόχος» των Αθηνών, που είναι γνωστός Ελληνοκεντρικός και Ελληνόψυχος και, ταυτόχρονα, Χριστιανοκεντρικός και Ορθόδοξος. Επιτέλους έχουμε ανάγκη από τέτοιους ανθρώπους, από ανθρώπους που θα βάλουν σε ίδια μοίρα τα θρησκευτικά μας και τα εθνικά μας ιδεώδη»!
Ιερές business
Με τέτοιες ελεεινής μορφής υπηρεσίες προς το «έθνος» η εκκλησία της Ελλάδας απέκτησε μια περιουσία που (μετριοπαθώς) εκτιμάται σε πάνω από 10 δισεκατομμύρια ευρώ, και παρ’ όλα αυτά, τους παχυλούς μισθούς των αρχιερέων τους πληρώνει ο κρατικός προϋπολογισμός, την ίδια στιγμή που για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους «δεν υπάρχουν χρήματα». Πως γίνεται αυτό;
Η ορθόδοξη εκκλησία της Ελλάδας είναι (ταυτόχρονα με την ιδεολογικοπολιτική της λειτουργία) και ένας συλλογικός μεγαλοκαπιταλιστής και έτσι θα πρέπει να την αντιμετωπίζουμε. Θα πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην ιδεολογική και την πρακτική πλευρά της ορθοδοξίας. Ιδεολογικά η ορθόδοξη εκκλησία είναι όντως σκοταδιστική, εθνικιστική, ρατσιστική και μεσαιωνική. Αλλά σε επίπεδο διοίκησης και συμφερόντων, είναι ένας μοντέρνος, νεοφιλελεύθερος καπιταλιστικός οργανισμός. Και όπως κάθε μεγαλοκαπιταλιστής μπορεί να εκβιάζει και να εξασφαλίζει προνόμια από το κράτος.
Το σκάνδαλο της μονής Βατοπεδίου μας υπενθυμίζει αυτή την πλευρά της ορθοδοξίας. Πρόκειται για business και όχι για απλό σκάνδαλο. Η εκκλησία της Ελλάδας μετατρέπει μέρος της κτηματικής της περιουσίας σε ξενοδοχεία, γήπεδα τένις, αγροτουριστικές επιχειρήσεις κλπ. Η προσπάθεια των ιεραρχών να ανέβουν την εκκλησιαστική ιεραρχία προέρχεται και από το γεγονός ότι με αυτόν τον τρόπο ανεβαίνουν και στη γενικότερη καπιταλιστική ιεραρχία. Δεν θα πρέπει λοιπόν να εκπλήσσει η είδηση στον «Κόσμο του Επενδυτή»: «Κάποιος κληρικός “κατέθεσε” 300.000 ευρώ για να εκλεγεί δεσπότης. Πρόσφατα μάλιστα λέγεται ότι αγόρασε και ένα πολυτελές αυτοκίνητο αξίας 130.000 ευρώ».
Η εκκλησία στηρίζει τη δύναμή της στην κτηματική περιουσία και τα μετρητά που έχει στη διάθεσή της (και εκβιάζει κατά καιρούς το κράτος ότι θα τα αποσύρει από την Εθνική Τράπεζα). Το υπουργείο Γεωργίας είχε υπολογίσει τις εκτάσεις που βρίσκονται στην κατοχή των μητροπόλεων και των μοναστηριών σε τουλάχιστον 855.730 στρέμματα ανά την επικράτεια. Η καταμέτρηση είχε γίνει όμως για εκτάσεις άνω των 50 στρεμμάτων. Άρα, το άθροισμα πρέπει να είναι αρκετά μεγαλύτερο. Ο γνωστός φασίστας μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άνθιμος έχει ισχυριστεί ότι η ιδιοκτησία μόνο των μονών ξεπερνάει τα 1.300.000 στρέμματα.
Ο νόμος Τρίτση (1987) προέβλεπε το πέρασμα της εκκλησιαστικής γης στο Δημόσιο όπως επίσης τη λαϊκοποίηση – κρατικοποίηση του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΟΔΕΠ) με το διορισμό τριών λαϊκών εκπροσώπων, τους οποίους ο τότε αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ αφόρισε (!), για να δείξει έμπρακτα ότι η Εκκλησία δεν ανέχεται παρεμβάσεις του κράτους στα εσωτερικά της θέματα (όπως ακριβώς και κάθε καπιταλιστής). Ο νόμος Τρίτση έμεινε στα συρτάρια, αν και έχει νομική ισχύ.
Ασφαλώς η ιστορία με την εκκλησιαστική περιουσία έχει και πολλά στοιχεία απάτης. Από τα 855.730 στρέμματα που κατέχει η εκκλησία, αναγνωρισμένα με τίτλους φέρονται μόνο τα 432.880, ενώ ως διακατεχόμενα (δηλαδή εκτάσεις για τις οποίες η Εκκλησία δεν έχει τίτλους) δηλώνονται 422.850 στρέμματα. Επιπλέον, μονές και μητροπόλεις κάθε τόσο διεκδικούν με χρυσόβουλα της βυζαντινής και οθωμανικής εποχής τεράστιες εκτάσεις και έχουν έρθει σε σύγκρουση με διάφορους δήμους ανά την ελληνική επικράτεια.
Όμως…
Μήπως και ο… «επιχειρηματικός» καπιταλισμός στην αναζήτηση του κέρδους δεν συγκλονίζεται κάθε τόσο από σκάνδαλα μεγάλα και μικρά; Από αυτή την άποψη, πράγματι, η εκκλησία της Ελλάδας είναι μοντέρνα και σύγχρονη.
Άγγελος Καλοδούκας
Βιβλιογραφικές αναφορές:
Γιάννη Κορδάτου, Η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως του 1821.
Βάσος Τσιμπιδάρος, Το 1821 χωρίς δάφνες και στεφάνια.
Richard Clogg, Σύντομη ιστορία της νεώτερης Ελλάδας.
Αντώνης Μανιτάκης, Οι σχέσεις της εκκλησίας με το κράτος-έθνος, στη σκιά των ταυτοτήτων.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΓ, Κωνσταντίνος Δημαράς, Ιδεολογική υποδομή του νέου ελληνικού έθνους, σ. 455-484.
Σοφία Βούρη, Εκπαίδευση και εθνικισμός στα Βαλκάνια, εκδόσεις Παρασκήνιο, Αθήνα 1992.
Μάριος Πλωρίτης, Ιερή ορολογία, http://www.phorum.gr/viewtopic.php?f=8&t=1039.
ΙΟΣ:
http://www.iospress.gr/ios1998/ios19980524a.htm
http://www.iospress.gr/ios2000/ios20000618a.htm
Γιάννη Ελαφρού, Το «ιερό» κυνήγι δημόσιου πλούτου
http://www.ekathimerini.gr/4Dcgi/4Dcgi/_w_articles_civ_12_07/12/2008_294896
Μίνα Γοργιανίτη, Θανάσης Καρσής
http://www.politikokafeneio.com/thriskia-eklisies/eklisia-xrimatistirio.htm
Κόντρα
http://www.eksegersi.gr/keimena5/mpakiria.htm
Category: Χωρίς κατηγορία
Εξεραιτικό…
Αν θέλεις να δής μία εικόνα πραγματικού αρχαίου θεού, αναζήτησε στο google τα [ΦΥΣΙΚΑ ΓΛΥΠΤΑ ΚΡΑΝΕΑΣ], και αν θέλεις κάτι παραπάνω, αναζήτησε την [ΑΝΤΙΧΑΣΙΟ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ].